Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 22


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Και αποκριθεις ο Ιησους παλιν ειπε προς αυτους δια παραβολων, λεγων?1 Ezután Jézus újra beszélni kezdett, és ismét példabeszédekben szólt hozzájuk:
2 Ωμοιωθη η βασιλεια των ουρανων με ανθρωπον βασιλεα, οστις εκαμε γαμους εις τον υιον αυτου?2 »Hasonló a mennyek országa egy királyhoz, aki menyegzőt készített fiának.
3 και απεστειλε τους δουλους αυτου να καλεσωσι τους προσκεκλημενους εις τους γαμους, και δεν ηθελον να ελθωσι.3 Elküldte szolgáit, hogy hívják el a meghívottakat a menyegzőre, de azok nem akartak eljönni.
4 Παλιν απεστειλεν αλλους δουλους, λεγων? Ειπατε προς τους προσκεκλημενους? Ιδου, το γευμα μου ητοιμασα, οι ταυροι μου και τα θρεπτα ειναι εσφαγμενα και παντα ειναι ετοιμα? ελθετε εις τους γαμους.4 Ekkor más szolgákat küldött ezekkel a szavakkal: ‘Mondjátok meg a meghívottaknak: Íme, a lakomát elkészítettem, ökreimet és hizlalt állataimat levágtam, minden készen van. Jöjjetek a menyegzőre.’
5 Εκεινοι ομως αμελησαντες απηλθον, ο μεν εις τον αγρον αυτου, ο δε εις το εμποριον αυτου?5 De azok nem törődtek vele. Elmentek, egyik a földjére, a másik az üzlete után,
6 οι δε λοιποι πιασαντες τους δουλους αυτου υβρισαν και εφονευσαν.6 a többiek pedig megragadták a szolgáit, gyalázatokkal illették és megölték.
7 Ακουσας δε ο βασιλευς ωργισθη, και πεμψας τα στρατευματα αυτου απωλεσε τους φονεις εκεινους και την πολιν αυτων κατεκαυσε.7 Haragra gerjedt erre a király, s elküldte hadseregét. A gyilkosokat elpusztította, a városukat pedig felégette.
8 Τοτε λεγει προς τους δουλους αυτου? Ο μεν γαμος ειναι ετοιμος, οι δε προσκεκλημενοι δεν ησαν αξιοι?8 Azután azt mondta a szolgáinak: ‘A menyegző ugyan kész, de a meghívottak nem voltak rá méltók.
9 υπαγετε λοιπον εις τας διεξοδους των οδων, και οσους αν ευρητε καλεσατε εις τους γαμους.9 Menjetek hát ki a bekötő utakra, s akit csak találtok, hívjátok a menyegzőre.’
10 Και εξελθοντες οι δουλοι εκεινοι εις τας οδους, συνηγαγον παντας οσους ευρον, κακους τε και καλους? και εγεμισθη ο γαμος απο ανακεκλιμενων.10 A szolgák kimentek az utakra és összegyűjtöttek mindenkit, akit csak találtak, gonoszokat és jókat egyaránt, s a menyegzős ház megtelt vendégekkel.
11 Εισελθων δε ο βασιλευς δια να θεωρηση τους ανακεκλιμενους, ειδεν εκει ανθρωπον μη ενδεδυμενον ενδυμα γαμου,11 Amikor a király bement, hogy megnézze az asztalnál ülőket, észrevett ott egy embert, aki nem volt menyegzős ruhába öltözve.
12 και λεγει προς αυτον? Φιλε, πως εισηλθες ενταυθα μη εχων ενδυμα γαμου; Ο δε απεστομωθη.12 Azt mondta neki: ‘Barátom, hogyan jöttél be ide menyegzős ruha nélkül?’ Az nem szólt semmit.
13 Τοτε ειπεν ο βασιλευς προς τους υπηρετας? Δεσαντες αυτου ποδας και χειρας, σηκωσατε αυτον και ριψατε εις το σκοτος το εξωτερον? εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων.13 Erre a király azt mondta a felszolgálóknak: ‘Kötözzétek meg kezét-lábát és dobjátok ki őt a külső sötétségre. Lesz majd ott sírás és fogcsikorgatás!’
14 Διοτι πολλοι ειναι οι κεκλημενοι, ολιγοι δε οι εκλεκτοι.14 Mert sokan vannak a meghívottak, de kevesen a választottak.«
15 Τοτε υπηγον οι Φαρισαιοι και συνεβουλευθησαν πως να παγιδευσωσιν αυτον εν λογω.15 Ekkor a farizeusok elmentek és kitervelték, hogy hogyan csalják őt tőrbe szóval.
16 Και αποστελλουσι προς αυτον τους μαθητας αυτων μετα των Ηρωδιανων, λεγοντες? Διδασκαλε, εξευρομεν οτι αληθης εισαι και την οδον του Θεου εν αληθεια διδασκεις και δεν σε μελει περι ουδενος? διοτι δεν βλεπεις εις προσωπον ανθρωπων?16 Odaküldték hozzá tanítványaikat a Heródes-pártiakkal és azt mondták neki: »Mester! Tudjuk, hogy igazmondó vagy és az Isten útját az igazság szerint tanítod, nem törődsz senkivel, mert nem nézed az emberek személyét.
17 ειπε λοιπον προς ημας, Τι σοι φαινεται; ειναι συγκεχωρημενον να δωσωμεν δασμον εις τον Καισαρα η ουχι;17 Mondd meg tehát nekünk, mit gondolsz: Szabad-e adót fizetni a császárnak, vagy nem?«
18 Γνωρισας δε ο Ιησους την πονηριαν αυτων, ειπε? Τι με πειραζετε, υποκριται;18 Jézus azonban felismerte gonoszságukat és így szólt: »Miért kísértetek engem, ti képmutatók!
19 δειξατε μοι το νομισμα του δασμου? οι δε εφεραν προς αυτον δηναριον.19 Mutassátok meg nekem az adópénzt!« Azok odahoztak neki egy dénárt.
20 Και λεγει προς αυτους? Τινος ειναι η εικων αυτη και η επιγραφη;20 Ekkor megkérdezte tőlük: »Kié ez a kép és a felirat?«
21 Λεγουσι προς αυτον? Του Καισαρος. Τοτε λεγει προς αυτους? Αποδοτε λοιπον τα του Καισαρος εις τον Καισαρα και τα του Θεου εις τον Θεον.21 Azt felelték neki: »A császáré.« Erre azt mondta nekik: »Adjátok meg tehát a császárnak, ami a császáré, és az Istennek, ami az Istené.«
22 Και ακουσαντες εθαυμασαν, και αφησαντες αυτον ανεχωρησαν.22 Azok ezt hallva elcsodálkoztak, otthagyták őt és elmentek.
23 Εν εκεινη τη ημερα προσηλθον προς αυτον Σαδδουκαιοι, οι λεγοντες οτι δεν ειναι αναστασις, και ηρωτησαν αυτον, λεγοντες?23 Azon a napon odamentek hozzá a szaddúceusok, akik azt mondják, hogy nincs feltámadás. Megkérdezték őt:
24 Διδασκαλε, ο Μωυσης ειπεν, Εαν τις αποθανη μη εχων τεκνα, θελει νυμφευθη ο αδελφος αυτου την γυναικα αυτου και θελει αναστησει σπερμα εις τον αδελφον αυτου.24 »Mester! Mózes azt mondta: ‘Ha valaki meghal gyermekek nélkül, akkor a testvére vegye magához a feleségét, és támasszon utódot testvérének’ .
25 Ησαν δε παρ' ημιν επτα αδελφοι? και ο πρωτος αφου ενυμφευθη ετελευτησε, και μη εχων τεκνον, αφηκε την γυναικα αυτου εις τον αδελφον αυτου?25 Nos, volt nálunk hét testvér. Az első megnősült, de meghalt, és nem lévén utóda, ráhagyta a feleségét a testvérére.
26 ομοιως και ο δευτερος, και ο τριτος, εως των επτα.26 Hasonlóan a második és a harmadik is, sőt, mind a hét.
27 Υστερον δε παντων απεθανε και η γυνη.27 Mindnyájuk után pedig meghalt az asszony is.
28 Εν τη αναστασει λοιπον τινος των επτα θελει εισθαι γυνη; διοτι παντες ελαβον αυτην.28 A feltámadáskor melyiknek lesz a felesége a hét közül? Hiszen mindegyiké volt.«
29 Αποκριθεις δε ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Πλανασθε μη γνωριζοντες τας γραφας μηδε την δυναμιν του Θεου.29 Jézus így válaszolt nekik: »Tévelyegtek, mert nem ismeritek az Írásokat, sem az Isten hatalmát.
30 Διοτι εν τη αναστασει ουτε νυμφευονται ουτε νυμφευουσιν, αλλ' ειναι ως αγγελοι του Θεου εν ουρανω.30 A feltámadottak ugyanis nem nősülnek, és férjhez sem mennek, hanem olyanok lesznek, mint az angyalok a mennyben.
31 Περι δε της αναστασεως των νεκρων δεν ανεγνωσατε το ρηθεν προς εσας υπο του Θεου, λεγοντος?31 Nem olvastátok a halottak feltámadásáról, amit Isten mondott nektek:
32 Εγω ειμαι ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ; δεν ειναι ο Θεος νεκρων, αλλα ζωντων.32 ‘Én vagyok Ábrahám Istene és Izsák Istene és Jákob Istene?’ Ő nem a halottak Istene, hanem az élőké.«
33 Και ακουσαντες οι οχλοι, εξεπληττοντο δια την διδαχην αυτου.33 Mikor a tömeg ezt meghallotta, csodálkozott a tanításán.
34 Οι δε Φαρισαιοι, ακουσαντες οτι απεστομωσε τους Σαδδουκαιους, συνηχθησαν ομου.34 Mikor a farizeusok meghallották, hogy a szaddúceusokat elnémította, összegyűltek egy csoportba,
35 Και εις εξ αυτων, νομικος, ηρωτησε πειραζων αυτον και λεγων?35 és az egyikük, egy törvénytudó, hogy próbára tegye, megkérdezte tőle:
36 Διδασκαλε, ποια εντολη ειναι μεγαλη εν τω νομω;36 »Mester, melyik a legnagyobb parancs a törvényben?«
37 Και ο Ιησους ειπε προς αυτον? Θελεις αγαπα Κυριον τον Θεον σου εξ ολης της καρδιας σου και εξ ολης της ψυχης σου και εξ ολης της διανοιας σου.37 Ő azt felelte neki: »‘Szeresd Uradat, Istenedet teljes szívedből, teljes lelkedből és teljes elmédből’ .
38 Αυτη ειναι πρωτη και μεγαλη εντολη.38 Ez a legnagyobb, az első parancs.
39 Δευτερα δε ομοια αυτης? Θελεις αγαπα τον πλησιον σου ως σεαυτον.39 A második hasonló ehhez: ‘Szeresd felebarátodat, mint önmagadat’ .
40 Εν ταυταις ταις δυο εντολαις ολος ο νομος και οι προφηται κρεμανται.40 Ezen a két parancson alapul az egész törvény és a próféták.«
41 Και ενω ησαν συνηγμενοι οι Φαρισαιοι, ηρωτησεν αυτους ο Ιησους,41 Mivel a farizeusok együtt voltak, Jézus megkérdezte őket:
42 λεγων? Τι σας φαινεται περι του Χριστου; τινος υιος ειναι; Λεγουσι προς αυτον? Του Δαβιδ.42 »Mit gondoltok a Krisztusról? Kinek a fia ő?« Azt felelték neki: »Dávidé.«
43 Λεγει προς αυτους? Πως λοιπον ο Δαβιδ δια Πνευματος ονομαζει αυτον Κυριον, λεγων,43 Erre megkérdezte tőlük: »Akkor Dávid miért hívja őt a Lélek által Úrnak, amikor így szól:
44 Ειπεν ο Κυριος προς τον Κυριον μου, Καθου εκ δεξιων μου εωσου θεσω τους εχθρους σου υποποδιον των ποδων σου;44 ‘Így szól az Úr az én Uramhoz: Jobbom felől foglalj helyet, míg lábaid alá vetem ellenségeidet’.
45 Εαν λοιπον ο Δαβιδ ονομαζη αυτον Κυριον, πως ειναι υιος αυτου;45 Ha tehát Dávid Úrnak hívja őt, hogyan lehet az ő fia?«
46 Και ουδεις ηδυνατο να αποκριθη προς αυτον λογον? ουδ' ετολμησε τις απ' εκεινης της ημερας να ερωτηση πλεον αυτον.46 Senki sem tudott válaszolni neki egy szót sem, és attól a naptól fogva senki nem merte őt többé kérdezni.