Scrutatio

Venerdi, 10 maggio 2024 - San Giobbe ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 18


font
GREEK BIBLEDIODATI
1 Εν εκεινη τη ωρα ηλθον οι μαθηται προς τον Ιησουν, λεγοντες? Τις αρα ειναι μεγαλητερος εν τη βασιλεια των ουρανων;1 IN quell’ora i discepoli vennero a Gesù dicendo: Deh! chi è il maggiore nel regno de’ cieli?
2 Και προσκαλεσας ο Ιησους παιδιον, εστησεν αυτο εν τω μεσω αυτων2 E Gesù, chiamato a sè un piccol fanciullo, lo pose nel mezzo di loro, e disse:
3 και ειπεν? Αληθως σας λεγω, εαν δεν επιστρεψητε και γεινητε ως τα παιδια, δεν θελετε εισελθει εις την βασιλειαν των ουρανων.3 Io vi dico in verità, che se non siete mutati, e non divenite come i piccoli fanciulli, voi non entrerete punto nel regno de’ cieli.
4 Οστις λοιπον ταπεινωση εαυτον ως το παιδιον τουτο, ουτος ειναι ο μεγαλητερος εν τη βασιλεια των ουρανων.4 Ogni uomo adunque, che si sarà abbassato, come questo piccol fanciullo, è il maggiore nel regno de’ cieli.
5 Και οστις δεχθη εν τοιουτον παιδιον εις το ονομα μου, εμε δεχεται?5 E chiunque riceve un tal piccol fanciullo, nel nome mio, riceve me.
6 οστις ομως σκανδαλιση ενα των μικρων τουτων των πιστευοντων εις εμε, συμφερει εις αυτον να κρεμασθη μυλου πετρα επι τον τραχηλον αυτου και να καταποντισθη εις το πελαγος της θαλασσης.6 Ma chi avrà scandalezzato uno di questi piccoli che credono in me, meglio per lui sarebbe che gli fosse appiccata una macina da asino al collo, e che fosse sommerso nel fondo del mare
7 Ουαι εις τον κοσμον δια τα σκανδαλα? διοτι ειναι αναγκη να ελθωσι τα σκανδαλα? πλην ουαι εις τον ανθρωπον εκεινον, δια του οποιου το σκανδαλον ερχεται.7 Guai al mondo per gli scandali! perciocchè, bene è necessario che scandali avvengano; ma nondimeno, guai a quell’uomo per cui lo scandalo avviene!
8 Και εαν η χειρ σου η ο πους σου σε σκανδαλιζη, εκκοψον αυτο και ριψον απο σου? καλητερον σοι ειναι να εισελθης εις την ζωην χωλος η κουλλος, παρα εχων δυο χειρας η δυο ποδας να ριφθης εις το πυρ το αιωνιον.8 Ora, se la tua mano, o il tuo piè, ti fa intoppare, mozzali, e gettali via da te; meglio è per te d’entrar nella vita zoppo, o monco, che, avendo due mani, e due piedi, esser gettato nel fuoco eterno.
9 Και εαν ο οφθαλμος σου σε σκανδαλιζη, εκβαλε αυτον και ριψον απο σου? καλητερον σοι ειναι μονοφθαλμος να εισελθης εις την ζωην, παρα εχων δυο οφθαλμους να ριφθης εις την γεενναν του πυρος.9 Parimente, se l’occhio tuo ti fa intoppare, cavalo, e gettalo via da te; meglio è per te d’entrar nella vita, avendo un occhio solo, che, avendone due, esser gettato nella geenna del fuoco.
10 Προσεχετε μη καταφρονησητε ενα των μικρων τουτων? διοτι σας λεγω οτι οι αγγελοι αυτων εν τοις ουρανοις διαπαντος βλεπουσι το προσωπον του Πατρος μου του εν ουρανοις.10 Guardate che non isprezziate alcuno di questi piccoli; perciocchè io vi dico che gli angeli loro vedono del continuo ne’ cieli la faccia del Padre mio, che è ne’ cieli.
11 Επειδη ο Υιος του ανθρωπου ηλθε δια να σωση το απολωλος.11 Poichè il Figliuol dell’uomo è venuto per salvar ciò che era perito.
12 Τι σας φαινεται; εαν ανθρωπος τις εχη εκατον προβατα και πλανηθη εν εξ αυτων, δεν αφινει τα ενενηκοντα εννεα και υπαγων επι τα ορη, ζητει το πλανωμενον;12 Che vi par egli? Se un uomo ha cento pecore, ed una di esse si smarrisce, non lascerà egli le novantanove, e non andrà egli su per i monti cercando la smarrita?
13 Και εαν συμβη να ευρη αυτο, αληθως σας λεγω οτι χαιρει δι' αυτο μαλλον παρα δια τα ενενηκοντα εννεα τα μη πεπλανημενα.13 E se pure avviene ch’egli la trovi, io vi dico in verità, che egli più si rallegra di quella, che delle novantanove, che non si erano smarrite.
14 Ουτω δεν ειναι θελημα εμπροσθεν του Πατρος σας του εν ουρανοις να απολεσθη εις των μικρων τουτων.14 Così, la volontà del Padre vostro ch’è ne’ cieli è, che neppur uno di questi piccoli perisca
15 Εαν δε αμαρτηση εις σε ο αδελφος σου, υπαγε και ελεγξον αυτον μεταξυ σου και αυτου μονου? εαν σου ακουση, εκερδησας τον αδελφον σου?15 ORA, se il tuo fratello ha peccato contro a te, va’ e riprendilo fra te e lui solo; se egli ti ascolta, tu hai guadagnato il tuo fratello.
16 εαν ομως δεν ακουση, παραλαβε μετα σου ετι ενα η δυο, δια να βεβαιωθη πας λογος επι στοματος δυο μαρτυρων η τριων.16 Ma, se non ti ascolta, prendi teco ancora uno o due, acciocchè ogni parola sia confermata per la bocca di due, o di tre testimoni.
17 Και εαν παρακουση αυτων, ειπε τουτο προς την εκκλησιαν? αλλ' εαν και της εκκλησιας παρακουση, ας ειναι εις σε ως ο εθνικος και ο τελωνης.17 E s’egli disdegna di ascoltarli, dillo alla chiesa; e se disdegna eziandio di ascoltar la chiesa, siati come il pagano, o il pubblicano.
18 Αληθως σας λεγω, Οσα εαν δεσητε επι της γης, θελουσιν εισθαι δεδεμενα εν τω ουρανω, και οσα εαν λυσητε επι της γης, θελουσιν εισθαι λελυμενα εν τω ουρανω.18 Io vi dico in verità, che tutte le cose che voi avrete legate sopra la terra saranno legate nel cielo, e tutte le cose che avrete sciolte sopra la terra saranno sciolte nel cielo.
19 Παλιν σας λεγω οτι εαν δυο απο σας συμφωνησωσιν επι της γης περι παντος πραγματος, περι του οποιου ηθελον καμει αιτησιν, θελει γεινει εις αυτους παρα του Πατρος μου του εν ουρανοις.19 Oltre a ciò, io vi dico, che, se due di voi consentono sopra la terra, intorno a qualunque cosa chiederanno, quella sarà lor fatta dal Padre mio, che è ne’ cieli.
20 Διοτι οπου ειναι δυο η τρεις συνηγμενοι εις το ονομα μου, εκει ειμαι εγω εν τω μεσω αυτων.20 Perciocchè, dovunque due, o tre, son raunati nel nome mio, quivi son io nel mezzo di loro
21 Τοτε προσελθων προς αυτον ο Πετρος, ειπε? Κυριε, ποσακις αν αμαρτηση εις εμε ο αδελφος μου και θελω συγχωρησει αυτον; εως επτακις;21 Allora Pietro, accostatoglisi, disse: Signore, quante volte, peccando il mio fratello contro a me, gli perdonerò io? fino a sette volte?
22 Λεγει προς αυτον ο Ιησους? Δεν σοι λεγω εως επτακις, αλλ' εως εβδομηκοντακις επτα.22 Gesù gli disse: Io non ti dico fino a sette volte, ma fino a settanta volte sette.
23 Δια τουτο η βασιλεια των ουρανων ωμοιωθη με ανθρωπον βασιλεα, οστις ηθελησε να θεωρηση λογαριασμον μετα των δουλων αυτου.23 Perciò, il regno de’ cieli è assomigliato ad un re, il qual volle far ragione co’ suoi servitori.
24 Και οτε ηρχισε να θεωρη, εφερθη προς αυτον εις οφειλετης μυριων ταλαντων.24 Ed avendo cominciato a far ragione, gli fu presentato uno, ch’era debitore di diecimila talenti.
25 Και επειδη δεν ειχε να αποδωση, προσεταξεν ο κυριος αυτου να πωληθη αυτος και η γυνη αυτου και τα τεκνα και παντα οσα ειχε, και να αποδοθη το οφειλομενον.25 E non avendo egli da pagare, il suo signore comandò ch’egli, e la sua moglie, e i suoi figliuoli, e tutto quanto avea, fosse venduto, e che il debito fosse pagato.
26 Πεσων λοιπον ο δουλος προσεκυνει αυτον, λεγων? Κυριε, μακροθυμησον εις εμε, και παντα θελω σοι αποδωσει.26 Laonde il servitore, gettatosi a terra, si prostese davanti a lui, dicendo: Signore, abbi pazienza inverso me, ed io ti pagherò tutto.
27 Σπλαγχνισθεις δε ο κυριος του δουλου εκεινου, απελυσεν αυτον και το δανειον αφηκεν εις αυτον.27 E il signor di quel servitore, mosso da compassione, lo lasciò andare, e gli rimise il debito.
28 Αφου ομως εξηλθεν ο δουλος εκεινος, ευρεν ενα των συνδουλων αυτου, οστις εχρεωστει εις αυτον εκατον δηναρια, και πιασας αυτον επνιγε, λεγων? Αποδος μοι ο, τι χρεωστεις.28 Ma quel servitore, uscito fuori, trovò uno de’ suoi conservi, il qual gli dovea cento denari: ed egli lo prese, e lo strangolava, dicendo: Pagami ciò che tu mi devi.
29 Πεσων λοιπον ο συνδουλος αυτου εις τους ποδας αυτου, παρεκαλει αυτον λεγων? Μακροθυμησον εις εμε, και παντα θελω σοι αποδωσει.29 Laonde il suo conservo, gettatoglisi a’ piedi, lo pregava, dicendo: Abbi pazienza inverso me, ed io ti pagherò tutto.
30 Εκεινος ομως δεν ηθελεν, αλλ' απελθων εβαλεν αυτον εις φυλακην, εωσου αποδωση το οφειλομενον.30 Ma egli non volle, anzi andò, e lo cacciò in prigione, finchè avesse pagato il debito.
31 Ιδοντες δε οι συνδουλοι αυτου τα γενομενα, ελυπηθησαν σφοδρα και ελθοντες εφανερωσαν προς τον κυριον αυτων παντα τα γενομενα.31 Or i suoi conservi, veduto il fatto, ne furono grandemente contristati, e vennero al lor signore, e gli dichiararono tutto il fatto.
32 Τοτε προσκαλεσας αυτον ο κυριος αυτου, λεγει προς αυτον? Δουλε πονηρε, παν το χρεος εκεινο σοι αφηκα, επειδη με παρεκαλεσας?32 Allora il suo signore lo chiamò a sè, e gli disse: Malvagio servitore, io ti rimisi tutto quel debito, perciocchè tu me ne pregasti.
33 δεν επρεπε και συ να ελεησης τον συνδουλον σου, καθως και εγω σε ηλεησα;33 Non ti si conveniva egli altresì aver pietà del tuo conservo, siccome io ancora avea avuta pietà di te?
34 Και οργισθεις ο κυριος αυτου παρεδωκεν αυτον εις τους βασανιστας, εωσου αποδωση παν το οφειλομενον εις αυτον.34 E il suo signore, adiratosi, lo diede in man de’ sergenti, da martoriarlo, infino a tanto ch’egli avesse pagato tutto ciò che gli era dovuto.
35 Ουτω και ο Πατηρ μου ο επουρανιος θελει καμει εις εσας, εαν δεν συγχωρησητε εκ καρδιας σας εκαστος εις τον αδελφον αυτου τα πταισματα αυτων.35 Così ancora vi farà il vostro Padre celeste, se voi non rimettete di cuore ognuno al suo fratello i suoi falli