Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 15


font
GREEK BIBLEEL LIBRO DEL PUEBLO DE DIOS
1 Τοτε προσερχονται προς τον Ιησουν οι απο Ιεροσολυμων γραμματεις και Φαρισαιοι, λεγοντες?1 Entonces, unos fariseos y escribas de Jerusalén se acercaron a Jesús y le dijeron:
2 Δια τι οι μαθηται σου παραβαινουσιν την παραδοσιν των πρεσβυτερων; διοτι δεν νιπτονται τας χειρας αυτων οταν τρωγωσιν αρτον.2 «¿Por qué tus discípulos quebrantan la tradición de nuestros antepasados y no se lavan las manos antes de comer?».
3 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Δια τι και σεις παραβαινετε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας;3 El les respondió: «¿Y por qué ustedes, por seguir su tradición, no cumplen el mandamiento de Dios?
4 Διοτι ο Θεος προσεταξε, λεγων? Τιμα τον πατερα σου και την μητερα? και, Ο κακολογων πατερα η μητερα εξαπαντος να θανατονηται?4 En efecto, Dios dijo: "Honra a tu padre y a tu madre" y: "El que maldice a su padre o a su madre, será condenado a muerte".
5 σεις ομως λεγετε? Οστις ειπη προς τον πατερα η προς την μητερα, Δωρον ειναι ο, τι ηθελες ωφεληθη εξ εμου, αρκει, και δυναται να μη τιμηση τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου?5 Pero ustedes afirman: El que diga a su padre o a su madre: «He ofrecido al Templo los bienes que tenía para ayudarte»,
6 και ηκυρωσατε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας.6 está libre de los deberes hacia ellos. Así ustedes, en nombre de su tradición, han anulado la Palabra de Dios.
7 Υποκριται, καλως προεφητευσε περι υμων ο Ησαιας, λεγων?7 ¡Hipócritas! Bien profetizó de ustedes Isaías, cuando dijo:
8 Ο λαος ουτος με πλησιαζει με το στομα αυτων και με τα χειλη με τιμα, η δε καρδια αυτων μακραν απεχει απ' εμου.8 "Este pueblo me honra con los labios, pero su corazón está lejos de mí.
9 Εις ματην δε με σεβονται, διδασκοντες διδασκαλιας, ενταλματα ανθρωπων.9 En vano me rinden culto: las doctrinas que enseñan no son sino preceptos humanos"».
10 Και προσκαλεσας τον οχλον, ειπε προς αυτους? Ακουετε και νοειτε.10 Jesús llamó a la multitud y le dijo: «Escuchen y comprendan.
11 Δεν μολυνει τον ανθρωπον το εισερχομενον εις το στομα, αλλα το εξερχομενον εκ του στοματος τουτο μολυνει τον ανθρωπον.11 Lo que mancha al hombre no es lo que entra por la boca, sino lo que sale de ella».
12 Τοτε προσελθοντες οι μαθηται αυτου, ειπον προς αυτον? Εξευρεις οτι οι Φαρισαιοι ακουσαντες τον λογον τουτον εσκανδαλισθησαν;12 Entonces se acercaron los discípulos y le dijeron: «¿Sabes que los fariseos se escandalizaron al oírte hablar así?».
13 Ο δε αποκριθεις ειπε? Πασα φυτεια, την οποιαν δεν εφυτευσεν ο Πατηρ μου ο ουρανιος, θελει εκριζωθη.13 El les respondió: «Toda planta que no haya plantado mi Padre celestial, será arrancada de raíz.
14 Αφησατε αυτους? ειναι οδηγοι τυφλοι τυφλων? τυφλος δε τυφλον εαν οδηγη, αμφοτεροι εις βοθρον θελουσι πεσει.14 Déjenlos: son ciegos que guían a otros ciegos. Pero si un ciego guía a otro, los dos caerán en un pozo».
15 Αποκριθεις δε ο Πετρος ειπε προς αυτον? Εξηγησον εις ημας την παραβολην ταυτην.15 Pedro, tomando la palabra, le dijo: «Explícanos esta parábola».
16 Και ο Ιησους ειπεν? Ετι και σεις ασυνετοι εισθε;16 Jesús le respondió: «¿Ni siquiera ustedes son capaces de comprender?
17 Δεν εννοειτε ετι οτι παν το εισερχομενον εις το στομα καταβαινει εις την κοιλιαν και εκβαλλεται εις αφεδρωνα;17 ¿No saben que lo que entra por la boca pasa al vientre y se elimina en lugares retirados?
18 Τα δε εξερχομενα εκ του στοματος εκ της καρδιας εξερχονται, και εκεινα μολυνουσι τον ανθρωπον.18 En cambio, lo que sale de la boca procede del corazón, y eso es lo que mancha al hombre.
19 Διοτι εκ της καρδιας εξερχονται διαλογισμοι πονηροι, φονοι, μοιχειαι, πορνειαι, κλοπαι, ψευδομαρτυριαι, βλασφημιαι.19 Del corazón proceden las malas intenciones, los homicidios, los adulterios, las fornicaciones, los robos, los falsos testimonios, las difamaciones.
20 Ταυτα ειναι τα μολυνοντα τον ανθρωπον? το δε να φαγη τις με ανιπτους χειρας δεν μολυνει τον ανθρωπον.20 Estas son las cosas que hacen impuro al hombre, no el comer sin haberse lavado las manos».
21 Και εξελθων εκειθεν ο Ιησους ανεχωρησεν εις τα μερη Τυρου και Σιδωνος.21 Jesús partió de allí y se retiró al país de Tiro y de Sidón.
22 Και ιδου, γυνη Χαναναια, εξελθουσα απο των οριων εκεινων, εκραυγασε προς αυτον λεγουσα? Ελεησον με, Κυριε, υιε του Δαβιδ? η θυγατηρ μου κακως δαιμονιζεται.22 Entonces una mujer cananea, que procedía de esa región, comenzó a gritar: «¡Señor, Hijo de David, ten piedad de mí! Mi hija está terriblemente atormentada por un demonio».
23 Ο δε δεν απεκριθη προς αυτην λογον. Και προσελθοντες οι μαθηται αυτου, παρεκαλουν αυτον, λεγοντες? Απολυσον αυτην, διοτι κραζει οπισθεν ημων.23 Pero él no le respondió nada. Sus discípulos se acercaron y le pidieron: «Señor, atiéndela, porque nos persigue con sus gritos».
24 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν απεσταλην ειμη εις τα προβατα τα απολωλοτα του οικου Ισραηλ.24 Jesús respondió: «Yo he sido enviado solamente a las ovejas perdidas del pueblo de Israel».
25 Η δε ελθουσα προσεκυνει αυτον, λεγουσα? Κυριε, βοηθει μοι.25 Pero la mujer fue a postrarse ante él y le dijo: «¡Señor, socórreme!».
26 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν ειναι καλον να λαβη τις τον αρτον των τεκνων και να ριψη εις τα κυναρια.26 Jesús le dijo: «No está bien tomar el pan de los hijos, para tirárselo a los cachorros».
27 Η δε ειπε? Ναι, Κυριε? αλλα και τα κυναρια τρωγουσιν απο των ψιχιων των πιπτοντων απο της τραπεζης των κυριων αυτων.27 Ella respondió: «¡Y sin embargo, Señor, los cachorros comen las migas que caen de la mesa de sus dueños!».
28 Τοτε αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτην? Ω γυναι, μεγαλη σου η πιστις? ας γεινη εις σε ως θελεις. Και ιατρευθη η θυγατηρ αυτης απο της ωρας εκεινης.28 Entonces Jesús le dijo: «Mujer, ¡qué grande es tu fe! ¡Que se cumpla tu deseo!». Y en ese momento su hija quedó curada.
29 Και μεταβας εκειθεν ο Ιησους, ηλθε παρα την θαλασσαν της Γαλιλαιας, και αναβας εις το ορος εκαθητο εκει.29 Desde allí, Jesús llegó a orillas del mar de Galilea y, subiendo a la montaña, se sentó.
30 Και ηλθον προς αυτον οχλοι πολλοι εχοντες μεθ' εαυτων χωλους, τυφλους, κωφους, κουλλους και αλλους πολλους? και ερριψαν αυτους εις τους ποδας του Ιησου, και εθεραπευσεν αυτους?30 Una gran multitud acudió a él, llevando paralíticos, lisiados, ciegos, mudos y muchos otros enfermos. Los pusieron a sus pies y él los curó.
31 ωστε οι οχλοι εθαυμασαν βλεποντες κωφους λαλουντας, κουλλους υγιεις, χωλους περιπατουντας και τυφλους βλεποντας? και εδοξασαν τον Θεον του Ισραηλ.31 La multitud se admiraba al ver que los mudos hablaban, los inválidos quedaban curados, los paralíticos caminaban y los ciegos recobraban la vista. Y todos glorificaban al Dios de Israel.
32 Ο δε Ιησους, προσκαλεσας τους μαθητας αυτου, ειπε? Σπλαγχνιζομαι δια τον οχλον, διοτι τρεις ηδη ημερας μενουσι πλησιον μου και δεν εχουσι τι να φαγωσι? και να απολυσω αυτους νηστεις δεν θελω, μηποτε αποκαμωσι καθ' οδον.32 Entonces Jesús llamó a sus discípulos y les dijo: «Me da pena esta multitud, porque hace tres días que están conmigo y no tienen qué comer. No quiero despedirlos en ayunas, porque podrían desfallecer en el camino».
33 Και λεγουσι προς αυτον οι μαθηται αυτου? Ποθεν εις ημας εν τη ερημια αρτοι τοσοι, ωστε να χορτασωμεν τοσον οχλον;33 Los discípulos le dijeron: «¿Y dónde podríamos conseguir en este lugar despoblado bastante cantidad de pan para saciar a tanta gente?».
34 Και λεγει προς αυτους ο Ιησους? Ποσους αρτους εχετε; οι δε ειπον? Επτα, και ολιγα οψαρακια.34 Jesús les dijo: «¿Cuántos panes tienen?». Ellos respondieron: «Siete y unos pocos pescados».
35 Και προσεταξε τους οχλους να καθησωσιν επι την γην.35 El ordenó a la multitud que se sentara en el suelo;
36 Και λαβων τους επτα αρτους και τα οψαρια, αφου ευχαριστησεν, εκοψε και εδωκεν εις τους μαθητας αυτου, οι δε μαθηται εις τον οχλον.36 después, tomó los panes y los pescados, dio gracias, los partió y los dio a los discípulos. Y ellos los distribuyeron entre la multitud.
37 Και εφαγον παντες και εχορτασθησαν, και εσηκωσαν το περισσευμα των κλασματων επτα σπυριδας πληρεις?37 Todos comieron hasta saciarse, y con los pedazos que sobraron se llenaron siete canastas.
38 οι δε τρωγοντες ησαν τετρακισχιλιοι ανδρες εκτος γυναικων και παιδιων.38 Los que comieron eran cuatro mil hombres, sin contar las mujeres y los niños.
39 Αφου δε απελυσε τους οχλους, εισηλθεν εις το πλοιον και ηλθεν εις τα ορια Μαγδαλα.39 Después que despidió a la multitud, Jesús subió a la barca y se dirigió al país de Magadán.