Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΖΑΧΑΡΙΑΣ - Zaccaria - Zachariah 11


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Ανοιξον, Λιβανε, τας θυρας σου και ας καταφαγη πυρ τας κεδρους σου.1 Ouvre tes portes, Liban, et que le feu dévore tes cèdres!
2 Ολολυξον, ελατη, διοτι επεσεν κεδρος? διοτι οι μεγιστανες ηφανισθησαν? ολολυξατε, δρυς της Βασαν, διοτι το δασος το απροσιτον κατεκοπη.2 Gémis, genévrier, car le cèdre est tombé, car les majestueux sont ravagés. Gémissez, chênes deBashân, car elle est abattue la forêt inaccessible.
3 Φωνη ακουεται ποιμενων θρηνουντων, διοτι η δοξα αυτων ηφανισθη? φωνη βρυχωμενων σκυμνων, διοτι το φρυαγμα του Ιορδανου εταπεινωθη.3 On entend le gémissement des pasteurs car leur majesté est ravagée. On entend les rugissementsdes lionceaux car l'orgueil du Jourdain est ravagé.
4 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος μου? Ποιμαινε το ποιμνιον της σφαγης,4 Ainsi parle Yahvé mon Dieu: "Fais paître les brebis d'abattoir,
5 το οποιον οι αγορασαντες αυτο σφαζουσιν ατιμωρητως? οι δε πωλουντες αυτο λεγουσιν, Ευλογητος ο Κυριος, διοτι επλουτησα, και αυτοι οι ποιμενες αυτου δεν φειδονται αυτου.5 celles que leurs acheteurs abattent sans être châtiés, dont leurs vendeurs disent: Béni soit Yahvé,me voilà riche, et que les pasteurs n'épargnent point.
6 Δια τουτο δεν θελω φεισθη πλεον των κατοικων του τοπου, λεγει Κυριος, αλλ' ιδου, εγω θελω παραδωσει τους ανθρωπους εκαστον εις την χειρα του πλησιον αυτου και εις την χειρα του βασιλεως αυτου, και θελουσι κατακοψει την γην και δεν θελω ελευθερωσει αυτους εκ της χειρος αυτων.6 Car je n'épargnerai plus les habitants du pays - oracle de Yahvé! - Mais voici que moi, je vaislivrer les hommes chacun aux mains de son prochain, aux mains de son roi. Ils écraseront le pays et je ne lesdélivrerai pas de leurs mains."
7 Και εποιμανα το ποιμνιον της σφαγης, το οντως τεταλαιπωρημενον ποιμνιον. Και ελαβον εις εμαυτον δυο ραβδους, την μιαν εκαλεσα Καλλος και την αλλην εκαλεσα Δεσμους, και εποιμανα το ποιμνιον.7 Alors je fis paître les brebis d'abattoir qui appartiennent aux marchands de brebis. Je pris pourmoi deux bâtons, j'appelai l'un Faveur et l'autre Liens et je fis paître les brebis.
8 Και εξωλοθρευσα τρεις ποιμενας εν ενι μηνι? και η ψυχη μου εβαρυνθη αυτους και η ψυχη δε αυτων απεστραφη εμε.8 Je fis disparaître les trois pasteurs en un seul mois. Mais je perdis patience avec eux, et quant àeux, ils furent avares envers moi.
9 Τοτε ειπα, Δεν θελω σας ποιμαινει? το αποθνησκον ας αποθνησκη και το απολωλος ας απολλυται και τα εναπολειπομενα ας τρωγωσιν εκαστον την σαρκα του πλησιον αυτου.9 Alors je dis: "Je ne vous ferai plus paître. Que celle qui doit mourir meure; que celle qui doitdisparaître disparaisse, et que celles qui restent s'entre-dévorent.
10 Και ελαβον την ραβδον μου, το Καλλος, και κατεκοψα αυτην, δια να ακυρωσω την διαθηκην μου, την οποιαν εκαμον προς παντας τους λαους τουτους,10 Puis" je pris mon bâton Faveur et le mis en morceaux pour rompre mon alliance, celle quej'avais conclue avec tous les peuples.
11 και ηκυρωθη εν τη ημερα εκεινη? και ουτω το ποιμνιον το τεταλαιπωρημενον, το οποιον απεβλεπεν εις εμε, εγνωρισεν οτι ουτος ητο ο λογος του Κυριου.11 Elle fut donc rompue en ce jour-là, et les marchands de brebis qui m'observaient surent quec'était là une parole de Yahvé.
12 Και ειπα προς αυτους, Εαν σας φαινηται καλον, δοτε μοι τον μισθον μου? ει δε μη, αρνηθητε αυτον. Και εστησαν τον μισθον μου τριακοντα αργυρια.12 Je leur dis alors: "Si cela vous semble bon, donnez-moi mon salaire, sinon n'en faites rien." Ilspesèrent mon salaire: 30 sicles d'argent.
13 Και ειπε Κυριος προς εμε, Ριψον αυτα εις τον κεραμεα, την εντιμον τιμην, με την οποιαν ετιμηθην υπ' αυτων. Και ελαβον τα τριακοντα αργυρια και ερριψα αυτα εν τω οικω του Κυριου εις τον κεραμεα.13 Yahvé me dit: "Jette-le au fondeur, ce prix splendide auquel ils m'ont apprécié!" Je pris donc les30 sicles d'argent et les jetai à la Maison de Yahvé, pour le fondeur.
14 Και κατεκοψα την αλλην μου ραβδον, τους Δεσμους, δια να ακυρωσω την αδελφοτητα μεταξυ Ιουδα και Ισραηλ.14 Puis je mis en morceaux mon deuxième bâton, pour rompre la fraternité entre Juda et Israël.
15 Και ειπε Κυριος προς εμε, Λαβε εις σεαυτον ετι τα εργαλεια ποιμενος ασυνετου.15 Yahvé me dit alors: "Prends encore l'équipement d'un pasteur insensé,
16 Διοτι ιδου, εγω θελω αναστησει ποιμενα επι την γην, οστις δεν θελει επισκεπτεσθαι τα απολωλοτα, δεν θελει ζητει το διεσκορπισμενον και δεν θελει ιατρευει το συντετριμμενον ουδε θελει ποιμαινει το υγιες? αλλα θελει τρωγει την σαρκα του παχεος και κατακοπτει τους ονυχας αυτων.16 car voici que moi je vais susciter un pasteur dans le pays; celle qui a disparu, il n'en aura cure,celle qui chevrote, il ne la recherchera pas, celle qui est blessée, il ne la soignera pas, celle qui est enflée, il ne lasoutiendra pas, mais il dévorera la chair des bêtes grasses et arrachera même leurs sabots.
17 Ουαι εις τον ματαιον ποιμενα, τον εγκαταλειποντα το ποιμνιον? ρομφαια θελει ελθει επι τον βραχιονα αυτου και επι τον δεξιον οφθαλμον αυτου? ο βραχιων αυτου θελει ολοτελως ξηρανθη και ο δεξιος οφθαλμος αυτου ολοκληρως αμαυρωθη.17 Malheur au pasteur inexistant qui délaisse son troupeau! Que l'épée s'attaque à son bras et à sonoeil droit! Que son bras soit tout desséché, que son oeil droit soit aveuglé!"