Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 10


font
GREEK BIBLEBIBBIA CEI 2008
1 Ακουσατε τον λογον, τον οποιον ο Κυριος λαλει προς εσας, οικος Ισραηλ.1 Ascoltate la parola che il Signore vi rivolge, casa di Israele.
2 Ουτω λεγει Κυριος? Μη μανθανετε την οδον των εθνων και εις τα σημεια του ουρανου μη πτοεισθε, διοτι τα εθνη πτοουνται εις αυτα.2 Così dice il Signore:
«Non imparate la condotta delle nazioni
e non abbiate paura dei segni del cielo,
poiché di essi hanno paura le nazioni.
3 Διοτι τα νομιμα των λαων ειναι ματαια, διοτι κοπτουσι ξυλον εκ του δασους, εργον χειρων τεκτονος με τον πελεκυν.3 Perché ciò che provoca la paura dei popoli è un nulla,
non è che un legno tagliato nel bosco,
opera delle mani di un intagliatore.
4 Καλλωπιζουσιν αυτο με αργυρον και χρυσον? στερεονουσιν αυτο με καρφια και με σφυρας, δια να μη κινηται.4 Li abbelliscono di argento e di oro,
li fissano con chiodi e con martelli,
perché non traballino.
5 Ειναι ορθια ως φοινιξ, αλλα δεν λαλουσιν? εχουσι χρειαν να βασταζωνται, διοτι δεν δυνανται να περιπατησωσι. Μη φοβεισθε αυτα? διοτι δεν δυνανται να κακοποιησωσιν, ουδε ειναι δυνατον εις αυτα να αγαθοποιησωσι.5 Gli idoli sono come uno spauracchio
in un campo di cetrioli:
non sanno parlare;
bisogna portarli, perché non possono camminare.
Non temeteli: non fanno alcun male,
come non possono neppure fare del bene».
6 Δεν υπαρχει ομοιος σου, Κυριε? εισαι μεγας και μεγα το ονομα σου εν δυναμει.6 Nessuno è come te, Signore;
tu sei grande
e grande è la potenza del tuo nome.
7 Τις δεν ηθελε σε φοβεισθαι, Βασιλευ των εθνων; διοτι εις σε ανηκει τουτο, διοτι μεταξυ παντων των σοφων των εθνων και εν πασι τοις βασιλειοις αυτων δεν υπαρχει ομοιος σου.7 Chi non temerà te, o re delle nazioni?
A te solo questo è dovuto:
fra tutti i sapienti delle nazioni
e in tutti i loro regni
nessuno è simile a te.
8 Αλλ' ειναι πανταπασι κτηνωδεις και αφρονες? διδασκαλια ματαιοτητων ειναι το ξυλον.8 Tutti sono stolti e sciocchi,
vana la loro dottrina, come un pezzo di legno.
9 Αργυριον κεχυμενον εις πλακας εφερθη απο Θαρσεις και χρυσιον απο Ουφαζ, εργον τεχνιτου και χειρων χρυσοχοου? κυανουν και πορφυρουν ειναι το ενδυμα αυτων? εργον σοφων παντα ταυτα.9 Sono fatti d’argento battuto e laminato,
portato da Tarsis, e oro di Ufaz,
opera di artisti e di orafi;
sono rivestiti di porpora e di scarlatto,
lavoro di sapienti artigiani.
10 Αλλ' ο Κυριος ειναι Θεος αληθινος, ειναι Θεος ζων και βασιλευς αιωνιος? εν τη οργη αυτου η γη θελει σεισθη και τα εθνη δεν θελουσιν ανθεξει εις την αγανακτησιν αυτου.10 Il Signore, invece, è veramente Dio,
egli è Dio vivente e re eterno;
al suo sdegno trema la terra,
le nazioni non resistono al suo furore.
11 Ουτω θελετε ειπει προς αυτους? οι θεοι, οιτινες δεν εκαμον τον ουρανον και την γην, θελουσιν αφανισθη απο της γης και υποκατωθεν του ουρανου τουτου.11 Direte loro: «Quegli dèi che non hanno fatto il cielo e la terra spariranno dalla faccia della terra e da sotto il cielo».
12 Αυτος εποιησε την γην δια της δυναμεως αυτου, εστερεωσε την οικουμενην εν τη σοφια αυτου, και εξετεινε τους ουρανους εν τη συνεσει αυτου.12 Il Signore ha formato la terra con la sua potenza,
ha fissato il mondo con la sua sapienza,
con la sua intelligenza ha dispiegato i cieli.
13 Οταν εκπεμπη την φωνην αυτου, συνισταται πληθος υδατων εν ουρανοις, και αναγει νεφελας απο των ακρων της γης? καμνει αστραπας δια βροχην και εξαγει ανεμον απο των θησαυρων αυτου.13 Al rombo della sua voce rumoreggiano le acque nel cielo.
Fa salire le nubi dall’estremità della terra,
produce le folgori per la pioggia,
dalle sue riserve libera il vento.
14 Πας ανθρωπος εμωρανθη υπο της γνωσεως αυτου, πας χωνευτης κατησχυνθη υπο των γλυπτων? διοτι ψευδος ειναι το χωνευτον αυτου και πνοη δεν υπαρχει εν αυτω.14 Resta inebetito ogni uomo, senza comprendere;
resta confuso ogni orafo per i suoi idoli,
poiché è menzogna ciò che ha fuso
e non ha soffio vitale.
15 Ματαιοτης ταυτα, εργον πλανης? εν τω καιρω της επισκεψεως αυτων θελουσιν απολεσθη.15 Sono oggetti inutili, opere ridicole;
al tempo del loro castigo periranno.
16 Η μερις του Ιακωβ δεν ειναι ως αυτα? διοτι αυτος ειναι ο πλασας τα παντα, και ο Ισραηλ ειναι η ραβδος της κληρονομιας αυτου? Κυριος των δυναμεων το ονομα αυτου.16 Non è così l’eredità di Giacobbe,
perché egli ha formato ogni cosa.
Israele è la tribù della sua eredità,
Signore degli eserciti è il suo nome.
17 Συναξον εκ της γης την περιουσιαν σου, συ, η κατοικουσα εν οχυρωματι.17 Raccogli da terra il tuo fardello,
tu che sei cinta d’assedio,
18 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, εγω θελω εκσφενδονισει τους κατοικους της γης ταυτην την φοραν και θελω στενοχωρησει αυτους, ωστε να ευρωσιν αυτο.18 poiché dice il Signore:
«Ecco, questa volta caccerò fuori gli abitanti del paese;
li ridurrò alle strette, perché non mi sfuggano».
19 Ουαι εις εμε δια την θραυσιν μου? η πληγη μου ειναι οδυνηρα. αλλ' εγω ειπα, Τωοντι τουτο ειναι πονος μου, και πρεπει να υποφερω αυτον.19 Guai a me per la mia ferita;
la mia piaga è incurabile.
Eppure avevo pensato:
«È un dolore sopportabile».
20 Η σκηνη μου ηρημωθη και παντα τα σχοινια μου κατεκοπησαν? οι υιοι μου εχωρισθησαν απ' εμου και δεν υπαρχουσι? δεν υπαρχει πλεον ο εκτεινων την σκηνην μου και σηκονων τα παραπετασματα μου.20 La mia tenda è sfasciata
tutte le corde sono rotte.
I miei figli si sono allontanati da me e più non sono.
Nessuno pianta i paletti della mia tenda
e stende i teli.
21 Επειδη οι ποιμενες εμωρανθησαν και τον Κυριον δεν εξεζητησαν, δια τουτο δεν θελουσιν ευοδωθη και παντα τα ποιμνια αυτων θελουσι διασκορπισθη.21 I pastori sono divenuti insensati,
non hanno più ricercato il Signore;
per questo non hanno avuto successo,
anzi è disperso tutto il loro gregge.
22 Ιδου, ηχος θορυβου ερχεται και συγκινησις μεγαλη εκ της γης του βορρα, δια να καταστηση τας πολεις του Ιουδα ερημωσιν, κατοικιαν θωων.22 Si ode un rumore che avanza
e un grande frastuono dal settentrione,
per ridurre le città di Giuda a un deserto,
a un rifugio di sciacalli.
23 Κυριε, γνωριζω οτι η οδος του ανθρωπου δεν εξαρταται απ' αυτου? του περιπατουντος ανθρωπου δεν ειναι το να κατευθυνη τα διαβηματα αυτου.23 «Lo so, Signore:
l’uomo non è padrone della sua via,
chi cammina non è in grado di dirigere i suoi passi.
24 Κυριε, παιδευσον με, πλην εν κρισει? μη εν τω θυμω σου, δια να μη με συντελεσης.24 Correggimi, Signore, ma con giusta misura,
non secondo la tua ira, per non farmi venir meno».
25 Εκχεε τον θυμον σου επι τα εθνη τα μη γνωριζοντα σε, και επι γενεας, αιτινες δεν επικαλουνται το ονομα σου? διοτι κατεφαγον τον Ιακωβ και κατηναλωσαν αυτον και κατεφθειραν αυτον και ηρημωσαν την κατοικιαν αυτου.25 Riversa il tuo sdegno sulle genti che non ti riconoscono
e sulle stirpi che non invocano il tuo nome,
perché hanno divorato Giacobbe,
l’hanno divorato e consumato,
e hanno devastato la sua dimora.