Scrutatio

Mercoledi, 29 maggio 2024 - Sant'Alessandro ( Letture di oggi)

ΕΞΟΔΟΣ - Esodo - Exodus 5


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Μετα δε ταυτα, εισελθοντες ο Μωυσης και ο Ααρων, ειπαν προς τον Φαραω, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Εξαποστειλον τον λαον μου, δια να εορτασωσιν εις εμε εν τη ερημω.1 Dopo queste cose andarono Moisè ed Aaron, e dissero a Faraone: queste cose dice lo Signore Iddio d'Israel: lascia lo popolo mio, acciò che sacrifichi a me nel deserto.
2 Ο δε Φαραω ειπε, Τις ειναι ο Κυριος, εις του οποιου την φωνην θελω υπακουσει, ωστε να εξαποστειλω τον Ισραηλ; δεν γνωριζω τον Κυριον και ουδε τον Ισραηλ θελω εξαποστειλει.2 Ma quegli rispose: chi è lo Signore, ch' io oda la voce sua, e lasci Israel? Non so chi sia Dio, nè Israel non lascerò.
3 Οι δε ειπον, Ο Θεος των Εβραιων συνηντησεν ημας? αφες λοιπον να υπαγωμεν οδον τριων ημερων εις την ερημον, δια να προσφερωμεν θυσιαν εις Κυριον τον Θεον ημων, μηποτε ελθη καθ' ημων με θανατικον η με μαχαιραν.3 Disseno: Iddio degli Ebrei chiamò noi, che noi andiamo nella via tre dì nella solitudine, e sacrifichiamo al Signore Iddio nostro, acciò che per avventura non intervenghi a noi ovvero pestilenza ovvero coltello.
4 Και ειπε προς αυτους ο βασιλευς της Αιγυπτου, Δια τι, Μωυση και Ααρων, αποκοπτετε τον λαον απο των εργασιων αυτου; υπαγετε εις τα εργα σας.4 Disse a loro il re d'Egitto: perchè, Moisè ed Aaron, sollecitate il popolo dallo lavorìo loro? andate agli lavori vostri.
5 Και ειπεν ο Φαραω, Ιδου, ο λαος του τοπου ειναι τωρα πολυπληθης και σεις καμνετε αυτους να παυωσιν απο των εργων αυτων.5 E disse Faraone: molto è lo popolo della terra, vedete che la turba è molto cresciuta; quanto maggiormente, se darete riposo a loro di lavorii!
6 Και την αυτην ημεραν προσεταξεν ο Φαραω τους εργοδιωκτας τον λαου και τους επιτροπους αυτων, λεγων,6 Comandò adunque in quello dì a quelli ch' erano sopra i lavorii, e alli esattori del popolo, dicendo:
7 Δεν θελετε δωσει πλεον εις τον λαον τουτον αχυρον καθως χθες και προχθες, δια να καμνωσι τας πλινθους? ας υπαγωσιν αυτοι και ας συναγωσιν εις εαυτους αχυρον?7 Oggi mai più oltre non date le paglie al popolo a conficere li mattoni, siccome facevate prima; ma egli vadano, e raccolgano le paglie.
8 θελετε ομως επιβαλει εις αυτους το ποσον των πλινθων, το οποιον εκαμνον προτερον? παντελως δεν θελετε ελαττωσει αυτο? διοτι μενουσιν αργοι και δια τουτο φωναζουσι, λεγοντες, Αφες να υπαγωμεν, δια να προσφερωμεν θυσιαν εις τον Θεον ημων?8 E le misure de mattoni, le quali prima facevano, porrete sopra loro, nè non isminuite alcuna cosa; perciò ch' elli cessano, e perciò gridano dicendo: andiamo, e sacrifichiamo allo Dio nostro.
9 ας επιβαρυνθωσιν αι εργασιαι των ανθρωπων τουτων, δια να ηναι ενησχολημενοι εις αυτας και να μη προσεχωσιν εις λογια ματαια.9 Siano opprimuti colli lavorii; e compiano quelle cose, acciò che non acconsentano alle parole bugiarde.
10 Εξηλθον λοιπον οι εργοδιωκται του λαου και οι επιτροποι αυτου και ελαλησαν προς τον λαον, λεγοντες, Ουτως ειπεν ο Φαραω? Δεν σας διδω αχυρον?10 Adunque venuti coloro ch' erano sopra li lavorii e li esattori, dissero al popolo: così dice Faraone: non do a voi la paglia.
11 σεις αυτοι υπαγετε, συναγετε αχυρον, οπου δυνασθε να ευρητε? πλην δεν θελει ελαττωθη εκ των εργασιων σας ουδεν.11 Andate, e coglietela così dove la potrete trovare; nè non si scemerà alcuna cosa del lavorio vostro.
12 Και διεσπαρη ο λαος καθ' ολην την γην της Αιγυπτου, δια να συναγη καλαμην αντι αχυρου.12 Sparto è lo popolo per ogni terra d'Egitto a raunare la paglia.
13 Οι δε εργοδιωκται εβιαζον αυτους, λεγοντες, Τελειονετε τας εργασιας σας, το διωρισμενον καθ' ημεραν, καθως οτε εδιδετο το αχυρον.13 E coloro ch' erano sopra li lavorii stavano presenti, dicendo: compiete lo lavorìo vostro continuamente, siccome prima solevate fare quando erano date a voi le paglie.
14 Και εμαστιγωθησαν οι επιτροποι των υιων Ισραηλ, οι διωρισμενοι επ' αυτους υπο των εργοδιωκτων του Φαραω, λεγοντων, Δια τι δεν ετελειωσατε χθες και σημερον το διωρισμενον εις εσας ποσον των πλινθων, καθως προτερον;14 Tormentati sono li figliuoli d'Israel, ch' erano a lavorare, dalli esattori di Faraone, dicendo: perchè non avete empiuta la misura delli mattoni, siccome prima, nè ieri nè oggi?
15 Εισελθοντες δε οι επιτροποι των υιων Ισραηλ, κατεβοησαν προς τον Φαραω, λεγοντες, Δια τι καμνεις ουτως εις τους δουλους σου;15 E vennero li proposti delli figliuoli d'Israel, e rammaricaronsi a Faraone, dicendo: perchè fai così contro li servi tuoi?
16 αχυρον δεν διδεται εις τους δουλους σου και λεγουσιν εις ημας, Καμνετε πλινθους? και ιδου, εμαστιγωθησαν οι δουλοι σου? το δε σφαλμα ειναι του λαου σου.16 Le paglie non sono date a noi, e li mattoni somigliantemente sono comandati. Certe noi servi tuoi alli tormenti siamo dati, e non giustamente si fa contro il popolo tuo.
17 Ο δε απεκριθη, Οκνηροι εισθε, οκνηροι? δια τουτο λεγετε, Αφες να υπαγωμεν να προσφερωμεν θυσιαν προς τον Κυριον?17 Il quale disse: come? cessate di lavorare, e vacate; perciò voi dite: andiamo, e sacrifichiamo al Signore.
18 υπαγετε λοιπον τωρα, δουλευετε? διοτι αχυρον δεν θελει σας δοθη? θελετε ομως αποδιδει το ποσον των πλινθων.18 Andate adunque, e adoperate. Le paglie non vi fieno date, e renderete l'usanza dal lavoro delli mattoni.
19 Και εβλεπον εαυτους οι επιτροποι των υιων Ισραηλ εν κακη περιστασει, αφου ερρεθη προς αυτους, Δεν θελει ελαττωθη ουδεν απο του καθημερινου ποσου των πλινθων.19 E vedeano li proposti de' figliuoli d'Israel loro esser in male; perciò ch' era detto a loro: non si minuerà alcuna cosa delle fatiche per tutti li di.
20 Εξερχομενοι δε απο του Φαραω, συνηντησαν τον Μωυσην και τον Ααρων, ερχομενους εις συναντησιν αυτων?20 Ed andarono a Moisè ed Aaron, li quali sta vano dall'una parte, ritornanti da Faraone.
21 και ειπον προς αυτους, Ο Κυριος να σας ιδη και να κρινη? διοτι σεις εκαμετε βδελυκτην την οσμην ημων εμπροσθεν του Φαραω και εμπροσθεν των δουλων αυτου, ωστε να δωσητε εις τας χειρας αυτων μαχαιραν δια να θανατωσωσιν ημας.21 E dissero a loro: vegga lo Signore e giudichi, perchè voi avete fatto puzzare l'odore nostro innanzi a Faraone e a' servi suoi, e deste a lui lo coltello acciò ch' egli uccidesse noi.
22 Και επεστρεψεν ο Μωυσης προς τον Κυριον και ειπε, Κυριε, δια τι κατεθλιψας τον λαον τουτον; και δια τι με απεστειλας;22 E ritornò Moisè al Signore, e disse: Signore, perchè tormentasti questo popolo? perchè mandasti me?
23 διοτι, αφου ηλθον προς τον Φαραω να ομιλησω εν ονοματι σου, κατεθλιψε τον λαον τουτον? και συ ποσως δεν ηλευθερωσας τον λαον σου.23 Imperciò che per quello per lo quale io andai a Faraone acciò ch' io favellassi nel nome tuo, tormentò lo popolo tuo; e non liberasti loro.