Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ´ - 2 Re - Kings IV 7


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Ειπε δε ο Ελισσαιε, Ακουσατε τον λογον του Κυριου? Ουτω λεγει Κυριος? Αυριον, περι την ωραν ταυτην, εν μετρον σεμιδαλεως θελει πωληθη δι' ενα σικλον και δυο μετρα κριθης δι' ενα σικλον, εν τη πυλη της Σαμαρειας.1 Elisée dit: "Ecoute la parole de Yahvé! Ainsi parle Yahvé: Demain à pareille heure, on aura unboisseau de gruau pour un sicle et deux boisseaux d'orge pour un sicle à la porte de Samarie."
2 Και απεκριθη προς τον ανθρωπον του Θεου ο αρχων, επι του οποιου την χειρα εστηριζετο ο βασιλευς, και ειπε, Και εαν ο Κυριος ηθελε καμει παραθυρα εις τον ουρανον, ηδυνατο το πραγμα τουτο να γεινη; Ο δε ειπεν, Ιδου, θελεις ιδει με τους οφθαλμους σου, δεν θελεις ομως φαγει εξ αυτου.2 L'écuyer sur le bras de qui s'appuyait le roi répondit à Elisée: "A supposer même que Yahvé fasse desfenêtres dans le ciel, cette parole se réaliserait-elle?" Elisée dit: "Tu le verras de tes yeux, mais tu n'en mangeraspas."
3 Ησαν δε τεσσαρες ανδρες λεπροι εν τη εισοδω της πυλης? και ειπον ο εις προς τον αλλον, Δια τι ημεις καθημεθα εδω εωσου αποθανωμεν;3 Or quatre hommes se trouvaient -- car ils étaient lépreux -- à l'entrée de la porte et ils se disaient entreeux: "Pourquoi restons-nous ici à attendre la mort?
4 εαν ειπωμεν, να εισελθωμεν εις την πολιν, η πεινα ειναι εν τη πολει, και θελομεν αποθανει εκει? εαν δε καθημεθα εδω, παλιν θελομεν αποθανει? τωρα λοιπον ελθετε, και ας πεσωμεν εις το στρατοπεδον των Συριων? εαν αφησωσιν ημας ζωντας, θελομεν ζησει. και εαν θανατωσωσιν ημας, θελομεν αποθανει.4 Si nous décidons d'entrer en ville, il y a la famine dans la ville et nous y mourrons; si nous restons ici,nous mourrons de même. Venez! Désertons et passons au camp des Araméens: s'ils nous laissent la vie, nousvivrons, et s'ils nous tuent, eh bien! nous mourrons!"
5 Και εσηκωθησαν οτε εσκοταζε, δια να εισελθωσιν εις το στρατοπεδον των Συριων? και οτε ηλθον εως του ακρου του στρατοπεδου της Συριας, ιδου, δεν ητο ανθρωπος εκει.5 Au crépuscule, ils se levèrent pour aller au camp des Araméens; ils arrivèrent à la limite du camp, etvoilà qu'il n'y avait personne!
6 Διοτι ο Κυριος ειχε καμει να ακουσθη εν τω στρατοπεδω των Συριων κροτος αμαξων και κροτος ιππων, κροτος μεγαλου στρατευματος? και ειπον προς αλληλους, Ιδου, ο βασιλευς του Ισραηλ εμισθωσεν εναντιον ημων τους βασιλεις των Χετταιων και τους βασιλεις των Αιγυπτιων, δια να ελθωσιν εφ' ημας.6 Car Yahvé avait fait entendre dans le camp des Araméens un bruit de chars et de chevaux, le bruitd'une grande armée, et ils s'étaient dit entre eux: "Le roi d'Israël a pris à solde contre nous les rois des Hittites etles rois d'Egypte, pour qu'ils marchent contre nous."
7 Οθεν σηκωθεντες εφυγον εν τω σκοτει, και εγκατελιπον τας σκηνας αυτων και τους ιππους αυτων και τους ονους αυτων, το στρατοπεδον οπως ητο, και εφυγον δια την ζωην αυτων.7 Ils se levèrent et s'enfuirent au crépuscule: abandonnant leurs tentes, leurs chevaux et leurs ânes, brefle camp comme il était, ils s'enfuirent pour sauver leur vie.
8 Και οτε οι λεπροι ουτοι ηλθον εως του ακρου του στρατοπεδου, εισηλθον εις μιαν σκηνην και εφαγον και επιον, και λαβοντες εκειθεν αργυριον και χρυσιον και ιματια, υπηγαν και εκρυψαν αυτα? επιστρεψαντες δε εισηλθον εις αλλην σκηνην, και ελαβον αλλα εκειθεν και υπηγαν και εκρυψαν και ταυτα.8 Ces lépreux donc arrivèrent à la limite du camp et pénétrèrent dans une tente; ayant mangé et bu, ilsemportèrent de là argent, or et vêtements qu'ils allèrent cacher. Puis ils revinrent, pénétrèrent dans une autretente et en emportèrent du butin qu'ils allèrent cacher.
9 Τοτε ειπον προς αλληλους, Ημεις δεν καμνομεν καλα? η ημερα αυτη ειναι ημερα αγαθων αγγελιων, και αν ημεις σιωπωμεν και περιμενωμεν μεχρι του φωτος της αυγης, συμφορα τις θελει επελθει εφ' ημας? ελθετε λοιπον, και ας υπαγωμεν να αναγγειλωμεν ταυτα εις τον οικον του βασιλεως.9 Alors ils se dirent entre eux: "Nous faisons là quelque chose d'injuste. Ce jour-ci est un jour de bonnenouvelle, et nous nous taisons! Si nous attendons que le matin se lève, un châtiment nous frappera. Maintenant,venez! Allons porter la nouvelle au palais."
10 Ηλθον λοιπον και εβοησαν προς τους θυρωρους της πολεως? και ανηγγειλαν προς αυτους, λεγοντες, Ηλθομεν εις το στρατοπεδον των Συριων, και ιδου, δεν ητο εκει ανθρωπος ουδε φωνη ανθρωπου, ειμη ιπποι δεδεμενοι και ονοι δεδεμενοι και σκηναι καθως ευρισκοντο.10 Ils vinrent, appelèrent les gardes à la porte de la ville et leur annoncèrent: "Nous sommes allés aucamp des Araméens. Il n'y a là personne, aucun bruit humain, seulement les chevaux à l'entrave, les ânes àl'entrave, et leurs tentes telles quelles."
11 Και εβοησαν οι θυρωροι και ανηγγειλαν τουτο ενδον εις τον οικον του βασιλεως.11 Les gardes de la porte crièrent, et on porta la nouvelle à l'intérieur du palais.
12 Και σηκωθεις ο βασιλευς την νυκτα, ειπε προς τους δουλους αυτου, Τωρα θελω φανερωσει προς εσας τι εκαμον οι Συριοι εις ημας? εγνωρισαν οτι ειμεθα πεινασμενοι και εξηλθον εκ του στρατοπεδου, δια να κρυφθωσιν εν τοις αγροις, λεγοντες, Οταν εξελθωσιν εκ της πολεως, θελομεν συλλαβει αυτους ζωντας, και εις την πολιν θελομεν εισελθει.12 Le roi se leva de nuit et dit à ses officiers: "Je vais vous expliquer ce que les Araméens nous ontfait. Comme ils savent que nous sommes affamés, ils ont quitté le camp pour se cacher dans la campagne en sedisant: ils sortiront de la ville, nous les prendrons vivants et nous entrerons dans la ville."
13 Αποκριθεις δε εις εκ των δουλων αυτου ειπεν, Ας λαβωσι, παρακαλω, πεντε εκ των υπολειπομενων ιππων, οιτινες απεμειναν εν τη πολει, ιδου, αυτοι ειναι καθως ειπαν το πληθος του Ισραηλ το εναπολειφθεν εν αυτη? ιδου, ειναι καθως απαν το πληθος των Ισραηλιτων οιτινες κατηναλωθησαν? και ας αποστειλωμεν δια να ιδωμεν.13 L'un de ses officiers répondit: "Qu'on prenne donc cinq des chevaux survivants, qui restent ici -- illeur arrivera comme à l'ensemble qui a péri --, nous les enverrons et nous verrons."
14 Ελαβον λοιπον δυο ζευγη ιππων και απεστειλεν ο βασιλευς οπισω του στρατοπεδου των Συριων, λεγων, Υπαγετε και ιδετε.14 On prit deux attelages, que le roi envoya derrière les Araméens en disant: "Allez et voyez."
15 Και υπηγαν οπισω αυτων εως του Ιορδανου? και ιδου, πασα η οδος πληρης ιματιων και σκευων, τα οποια οι Συριοι ειχον ριψει εκ της βιας αυτων. Και επιστρεψαντες οι μηνυται ανηγγειλαν τουτο προς τον βασιλεα.15 Ils les suivirent jusqu'au Jourdain; la route était jonchée de vêtements et de matériel que lesAraméens avaient abandonnés dans leur panique; les messagers revinrent et informèrent le roi.
16 Και εξηλθεν ο λαος, και ηρπασαν το στρατοπεδον των Συριων. Και επωληθη εν μετρον σεμιδαλεως δι' ενα σικλον και δυο μετρα κριθης δι' ενα σικλον, κατα τον λογον του Κυριου.16 Le peuple sortit et pilla le camp des Araméens: le boisseau de gruau fut à un sicle et les deuxboisseaux d'orge à un sicle, selon la parole de Yahvé.
17 Και κατεστησεν ο βασιλευς επι της πυλης τον αρχοντα, επι του οποιου την χειρα εστηριζετο? και κατεπατησεν ο λαος αυτον εν τη πυλη, και απεθανε? καθως ελαλησεν ο ανθρωπος του Θεου, οστις ελαλησεν οτε ο βασιλευς κατεβη προς αυτον.17 Le roi avait mis de surveillance à la porte l'écuyer sur le bras duquel il s'appuyait; le peuple le foulaaux pieds, à la porte, et il mourut, selon ce qu'avait dit l'homme de Dieu (ce qu'il avait dit lorsque le roi étaitdescendu chez lui.
18 Και, καθως ελαλησεν ο ανθρωπος του Θεου προς τον βασιλεα, λεγων, Δυο μετρα κριθης δι' ενα σικλον και εν μετρον σεμιδαλεως δι' ενα σικλον θελουσιν εισθαι αυριον, περι την ωραν ταυτην, εν τη πυλη της Σαμαρειας,18 Il arriva ce que l'homme de Dieu avait dit au roi: "On aura deux boisseaux d'orge pour un sicle et unboisseau de gruau pour un sicle, demain à pareille heure, à la porte de Samarie."
19 ο δε αρχων απεκριθη προς τον ανθρωπον του Θεου και ειπε, Και αν τωρα ο Κυριος ηθελε καμει παραθυρα εις τον ουρανον, ηδυνατο τοιουτον πραγμα να γεινη; και εκεινος ειπεν, Ιδου, θελεις ιδει τουτο με τους οφθαλμους σου? αλλα δεν θελεις φαγει εξ αυτου,19 L'écuyer répondit à l'homme de Dieu: "A supposer même que Yahvé fasse des fenêtres dans le ciel,cette parole se réaliserait-elle?" Elisée dit: "Tu le verras de tes yeux, mais tu n'en mangeras pas."
20 ουτω και εγεινεν εις αυτον? διοτι ο λαος κατεπατησεν αυτον εν τη πυλη, και απεθανε.20 C'est ce qui lui arriva: le peuple le foula aux pieds à la porte, et il mourut).