Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 8


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Τοτε συνηθροισεν ο βασιλευς Σολομων προς εαυτον εν Ιερουσαλημ τους πρεσβυτερους του Ισραηλ και παντας τους αρχηγους των φυλων, τους οικογεναρχας των υιων Ισραηλ, δια να αναβιβασωσι την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου εκ της πολεως Δαβιδ, ητις ειναι η Σιων.1 Aztán egybegyűjtötték Izrael valamennyi vénét, a törzsek fejeit és Izrael fiainak nemzetségfőit, Salamon királyhoz Jeruzsálembe, hogy elhozzák az Úr szövetségének ládáját a Dávid-városból, azaz a Sionról.
2 Και συνηθροισθησαν παντες οι ανδρες Ισραηλ προς τον βασιλεα Σολομωντα εν τη εορτη κατα τον μηνα Εθανειμ, οστις ειναι ο εβδομος μην.2 Egybe is gyűlt egész Izrael Salamon királynál Etánim havában, azaz a hetedik hónapban, az ünnepen. –
3 Και ηλθον παντες οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ και εσηκωσαν οι ιερεις την κιβωτον.3 Amikor aztán Izrael vénei mindnyájan eljöttek, felvették a papok a ládát,
4 Και ανεβιβασαν την κιβωτον του Κυριου και την σκηνην του μαρτυριου και παντα τα σκευη τα αγια τα εν τη σκηνη? οι ιερεις και οι Λευιται ανεβιβασαν αυτα.4 s elhozták az Úr ládáját, meg a szövetség sátrát s a szent hely minden eszközét, amely a sátorban volt. Amíg ezeket a papok és a leviták vitték,
5 Και ο βασιλευς Σολομων και πασα η συναγωγη του Ισραηλ, οι συναχθεντες προς αυτον, ησαν μετ' αυτου εμπροσθεν της κιβωτου, θυσιαζοντες προβατα και βοας, οσα δεν ητο δυνατον να λογαριασθωσι και να αριθμηθωσι δια το πληθος.5 Salamon király és Izrael egész sokasága, amely összegyűlt nála, vele együtt a láda előtt haladt, s annyi juhot és marhát mutatott be áldozatul, hogy se szeri, se száma nem volt.
6 Και εισηγαγον οι ιερεις την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου εις τον τοπον αυτης, εις το χρηστηριον του οικου, εις τα αγια των αγιων, υποκατω των πτερυγων των χερουβειμ.6 Aztán bevitték a papok az Úr szövetségének ládáját a helyére, a templom felelőhelyére, a szentek szentjébe, a kerubok szárnya alá;
7 Διοτι τα χερουβειμ ειχον εξηπλωμενας τας πτερυγας επι τον τοπον της κιβωτου, και τα χερουβειμ εκαλυπτον την κιβωτον και τους μοχλους αυτης ανωθεν.7 a kerubok ugyanis kiterjesztették szárnyukat a láda helye fölött, s befedték a ládát s rúdjait felülről.
8 Και εξειχον οι μοχλοι, και εφαινοντο τα ακρα των μοχλων εκ του αγιου τοπου εμπροσθεν του χρηστηριου, εξωθεν ομως δεν εφαινοντο? και ειναι εκει εως της σημερον.8 Ámbár a rudak hosszúak voltak, s végüket kinn, a szent helyen, a szentek szentje előtt látni lehetett, messzebbről nem lehetett látni őket; ott is vannak mind a mai napig.
9 Δεν ησαν εν τη κιβωτω ειμη αι δυο λιθιναι πλακες, τας οποιας ο Μωυσης εθεσεν εκει εν Χωρηβ, οπου ο Κυριος εκαμε διαθηκην προς τους υιους Ισραηλ, οτε εξηλθον εκ γης Αιγυπτου.9 A ládában nem volt semmi egyéb, mint a két kőtábla, amelyet Mózes tett bele a Hórebnél, amikor az Úr szövetséget kötött Izrael fiaival, amikor kijöttek Egyiptom földjéről.
10 Και ως εξηλθον οι ιερεις εκ του αγιαστηριου, η νεφελη ενεπλησε τον οικον του Κυριου?10 Történt pedig, hogy amikor a papok kijöttek a szentélyből, a felhő betöltötte az Úr házát,
11 και δεν ηδυναντο οι ιερεις να σταθωσι δια να λειτουργησωσιν, εξ αιτιας της νεφελης? διοτι η δοξα του Κυριου ενεπλησε τον οικον του Κυριου.11 úgyhogy a papok nem állhattak szolgálatba a felhő miatt, mert az Úr dicsősége betöltötte az Úr házát.
12 Τοτε ελαλησεν ο Σολομων, Ο Κυριος ειπεν οτι θελει κατοικει εν γνοφω?12 Ekkor Salamon így szólt: »Az Úr azt mondta, hogy a felhőben akar lakni:
13 ωκοδομησα εις σε οικον κατοικησεως, τοπον δια να κατοικης αιωνιως.13 íme, építettem házat neked lakásul, állandó, örökös királyi székedül.«
14 Και στρεψας ο βασιλευς το προσωπον αυτου, ευλογησε πασαν την συναγωγην του Ισραηλ? πασα δε η συναγωγη του Ισραηλ ιστατο.14 Majd megfordult a király, s megáldotta Izrael egész gyülekezetét: ott állt ugyanis Izrael egész gyülekezete.
15 Και ειπεν, Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, οστις εξετελεσε δια της χειρος αυτου εκεινο το οποιον ελαλησε δια του στοματος αυτου προς Δαβιδ τον πατερα μου, λεγων,15 Aztán azt mondta Salamon: »Áldott legyen az Úr, Izrael Istene, aki teljesítette kezével, amit szájával apámnak, Dávidnak mondott. Azt mondta ugyanis:
16 Αφ' ης ημερας εξηγαγον τον λαον μου τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου, δεν εξελεξα απο πασων των φυλων του Ισραηλ ουδεμιαν πολιν δια να οικοδομηθη οικος, ωστε να ηναι το ονομα μου εκει? αλλ' εξελεξα τον Δαβιδ, δια να ηναι επι τον λαον μου Ισραηλ.16 ‘Attól a naptól kezdve, hogy kihoztam népemet, Izraelt Egyiptomból, Izrael egyik törzséből sem választottam várost, hogy ott ház épüljön számomra, s nevem ott legyen, Dávidot azonban kiválasztottam, hogy népemnek, Izraelnek fejedelmévé legyen.’
17 Και ηλθεν εις την καρδιαν Δαβιδ του πατρος μου να οικοδομηση οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου του Ισραηλ.17 Dávid, az apám aztán házat akart építeni az Úr, Izrael Istene nevének,
18 Αλλ' ο Κυριος ειπε προς Δαβιδ τον πατερα μου, Επειδη ηλθεν εις την καρδιαν σου να οικοδομησης οικον εις το ονομα μου, καλως μεν εκαμες οτι συνελαβες τουτο εν τη καρδια σου?18 de az Úr így szólt Dávidhoz, az apámhoz: ‘Amikor szívedben eltökélted, hogy házat építesz nevemnek – jól tetted, hogy ezt forgattad elmédben.
19 πλην συ δεν θελεις οικοδομησει τον οικον? αλλ' ο υιος σου, οστις θελει εξελθει εκ της οσφυος σου, ουτος θελει οικοδομησει τον οικον εις το ονομα μου.19 Mindazonáltal nem te fogsz házat építeni nekem, hanem fiad, aki majd ágyékodból származik, az fog házat építeni nevemnek.’
20 Ο Κυριος λοιπον εξεπληρωσε τον λογον αυτου, τον οποιον ελαλησε? και εγω ανεστην αντι Δαβιδ του πατρος μου, και εκαθησα επι του θρονου του Ισραηλ, καθως ελαλησεν ο Κυριος, και ωκοδομησα τον οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου του Ισραηλ.20 Az Úr teljesítette is szavát, amelyet szólt, s én apám, Dávid helyébe léptem, s Izrael királyi székébe ültem, amint az Úr szólt: és házat építettem az Úr, Izrael Istene nevének
21 Και διωρισα εκει τοπον δια την κιβωτον, εν η κειται η διαθηκη του Κυριου, την οποιαν εκαμε προς τους πατερας ημων, οτε εξηγαγεν αυτους εκ γης Αιγυπτου.21 és helyet készítettem ott a ládának, amelyben az Úr azon szövetségének táblái vannak, amelyet atyáinkkal kötött, amikor kijöttek Egyiptom földjéről.«
22 Και σταθεις ο Σολομων εμπροσθεν του θυσιαστηριου του Κυριου, ενωπιον πασης της συναγωγης του Ισραηλ, εξετεινε τας χειρας αυτου προς τον ουρανον,22 Majd odaállt Salamon Izrael gyülekezetének színe előtt az Úr oltára elé, s kitárta kezét az ég felé
23 και ειπε, Κυριε Θεε του Ισραηλ, δεν ειναι Θεος ομοιος σου εκ τω ουρανω ανω και επι της γης κατω, οστις φυλαττεις την διαθηκην και το ελεος προς τους δουλους σου τους περιπατουντας ενωπιον σου εν ολη τη καρδια αυτων?23 és így szólt: »Uram, Izrael Istene, nincs hozzád fogható Isten sem fenn az égben, sem lenn a földön! Te megtartod szövetségedet s irgalmasságodat szolgáid iránt, akik teljes szívükkel előtted járnak,
24 οστις εφυλαξας προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου οσα ελαλησας προς αυτον? και ελαλησας δια του στοματος σου και εξετελεσας δια της χειρος σου, καθως την ημεραν ταυτην.24 s megtartottad szolgádnak, Dávidnak, az apámnak, amit neki mondtál: száddal szóltál, s kezeddel teljesítetted, mint e nap bizonyítja.
25 Και τωρα, Κυριε Θεε του Ισραηλ, φυλαξον προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου εκεινο το οποιον υπεσχεθης προς αυτον, λεγων, Δεν θελει εκλειψει εις σε ανηρ απ' εμπροσθεν μου καθημενος επι του θρονου του Ισραηλ, μονον εαν προσεχωσιν οι υιοι σου εις την οδον αυτων, δια να περιπατωσιν ενωπιον μου, καθως συ περιεπατησας ενωπιον μου.25 Nos tehát, Uram, Izrael Istene, tartsd meg szolgádnak, Dávidnak, az apámnak, amit neki megígértél, amikor azt mondtad: ‘Nem fogy el előttem ivadékod Izrael királyi székéről, feltéve, hogy fiaid megőrzik útjukat, s énelőttem járnak, mint ahogy te jártál színem előtt.’
26 Τωρα λοιπον, Θεε του Ισραηλ, ας αληθευση, δεομαι, ο λογος σου, τον οποιον ελαλησας προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου.26 Uram, Izrael Istene, teljesedjék tehát ígéreted, amelyet szolgádnak, Dávidnak, az apámnak tettél. –
27 Αλλα θελει αληθως κατοικησει Θεος επι της γης; ιδου, ο ουρανος και ο ουρανος των ουρανων δεν ειναι ικανοι να σε χωρεσωσι? ποσον ολιγωτερον ο οικος ουτος, τον οποιον ωκοδομησα.27 De hát gondolhatunk-e arra, hogy Isten igazán a földön lakjon? Hiszen ha az ég s az egek egei sem tudnak befogadni téged, mennyivel kevésbé e ház, amelyet építettem?
28 Πλην επιβλεψον επι την προσευχην του δουλου σου και επι την δεησιν αυτου, Κυριε Θεε μου, ωστε να εισακουσης της κραυγης και της δεησεως, την οποιαν ο δουλος σου δεεται ενωπιον σου την σημερον.28 De tekints szolgád imájára s könyörgéseire, Uram, Istenem: hallgass e dicséretre s imádságra, amellyel szolgád ma előtted imádkozik,
29 δια να ηναι οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι προς τον οικον τουτον νυκτα και ημεραν, προς τον τοπον περι του οποιου ειπας, Το ονομα μου θελει εισθαι εκει? δια να εισακουης της δεησεως, την οποιαν ο δουλος σου θελει δεεσθαι εν τω τοπω τουτω.29 hogy éjjel-nappal nyitva legyen szemed e ház felett, amelyről azt mondtad: ‘Ott lesz az én nevem’ – hogy meghallgasd az imádságot, amellyel szolgád e helyen hozzád imádkozik,
30 Και επακουε της δεησεως του δουλου σου και του λαου σου Ισραηλ, οταν προσευχωνται εν τω τοπω τουτω? και ακουε συ εκ του τοπου της κατοικησεως σου, εκ του ουρανου? και ακουων, γινου ιλεως.30 hogy meghallgasd szolgádnak s népednek, Izraelnek, minden könyörgését, bármiért fognak imádkozni e helyen: halld meg azt lakóhelyeden, az égben, s ha meghallod, légy kegyelmes.
31 Εαν αμαρτηση τις ανθρωπος εις τον πλησιον αυτου και ζητηση ορκον παρ' αυτου δια να καμη αυτον να ορκισθη, και ο ορκος ελθη εμπροσθεν του θυσιαστηριου σου εν τω οικω τουτω,31 Ha vétkezik valaki a felebarátja ellen, s tartozik letenni a köteles esküt, s eljön megesküdni oltárod elé házadba –
32 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και ενεργησον και κρινον τους δουλους σου, καταδικαζων μεν τον ανομον, ωστε να στρεψης κατα της κεφαλης αυτου την πραξιν αυτου, δικαιονων δε τον δικαιον, ωστε να αποδωσης εις αυτον κατα την δικαιοσυνην αυτου.32 halld meg az égben és cselekedj: tégy igazságot szolgáid között, elítélve az istentelent, s megfizetve neki eljárása szerint, s igazolva az igazat, s megfizetve neki igaz volta szerint.
33 Οταν κτυπηθη ο λαος σου Ισραηλ εμπροσθεν του εχθρου, διοτι ημαρτησαν εις σε, και επιστρεψωσι προς σε και δοξασωσι το ονομα σου και προσευχηθωσι και δεηθωσιν ενωπιον σου εν τω οικω τουτω,33 Ha néped, Izrael megfutamodik ellenségei elől (mert vétkezik ellened), de aztán bűnbánatot tartva és nevedet vallva eljönnek, s imádkoznak, s könyörögnek hozzád e házban –
34 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και συγχωρησον την αμαρτιαν του λαου σου Ισραηλ, και επαναγαγε αυτους εις την γην, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας αυτων.34 hallgasd meg az égben, s bocsásd meg néped, Izrael bűnét, s hozd vissza őket erre a földre, amelyet atyáidnak adtál.
35 Οταν ο ουρανος κλεισθη, και δεν γινηται βροχη, διοτι ημαρτησαν εις σε, εαν προσευχηθωσι προς τον τοπον τουτον και δοξασωσι το ονομα σου και επιστρεψωσιν απο των αμαρτιων αυτων, αφου ταπεινωσης αυτους,35 Ha bezárul az ég, s nem esik az eső bűneik miatt, s imádkoznak e helyen és bűnbánatot tartanak nevedben, s megtérnek bűneikből csapásuk miatt –
36 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και συγχωρησον την αμαρτιαν των δουλων σου και του λαου σου Ισραηλ, διδαξας αυτους την οδον την αγαθην, εις την οποιαν πρεπει να περιπατωσι, και δος βροχην επι την γην σου, την οποιαν εδωκας εις τον λαον σου δια κληρονομιαν.36 hallgasd meg őket az égben, s bocsásd meg szolgáid s néped, Izrael bűneit, s mutasd meg nekik a helyes utat, amelyen járniuk kell, s adj esőt földedre, amelyet népednek birtokul adtál.
37 Πεινα εαν γεινη εν τη γη, θανατικον εαν γεινη, ανεμοφθορια, ερυσιβη, ακρις, βρουχος εαν γεινη, ο εχθρος αυτων εαν πολιορκηση αυτους εν τω τοπω της κατοικιας αυτων, οποιαδηποτε πληγη, οποιαδηποτε νοσος γεινη,37 Ha éhség támad e földön, vagy dögvész vagy rossz időjárás, vagy ragya, vagy sáska, vagy rozsda pusztít, ha szorongatja ellensége, amely megszállja kapuit, ha bármi csapás, bármi nyavalya,
38 πασαν προσευχην, πασαν δεησιν γινομενην υπο παντος ανθρωπου, υπο παντος του λαου σου Ισραηλ, οταν γνωριση εκαστος την πληγην της καρδιας αυτου και εκτεινη τας χειρας αυτου προς τον οικον τουτον,38 bármi átok vagy rossz kívánság ér valakit népedből, Izraelből – ha valaki megérti a szívét ért csapást, s kitárja kezét e házban:
39 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, και συγχωρησον και ενεργησον και δος εις εκαστον κατα πασας τας οδους αυτου, οπως γνωριζεις την καρδιαν αυτου, διοτι συ, μονος συ, γνωριζεις τας καρδιας παντων των υιων ανθρωπων.39 hallgasd meg az égben, lakóhelyeden, s engesztelődj meg, s cselekedj, hogy kinek-kinek megfizess eljárása szerint úgy, amint szívét látod (hiszen egyedül te ismered az emberek minden fiának szívét),
40 δια να σε φοβωνται πασας τας ημερας οσας ζωσιν επι προσωπου της γης, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας ημων.40 hogy aztán mindenkor féljenek téged, amíg élnek e föld színén, amelyet atyáinknak adtál.
41 Και τον ξενον ετι, οστις δεν ειναι εκ του λαου σου Ισραηλ, αλλ' ερχεται απο γης μακρας δια το ονομα σου,41 Sőt még az idegent is, aki nem népedből, Izraelből való, ha eljön messze földről neved hírére (hallani fognak ugyanis nagy nevedről, erős kezedről és kinyújtott
42 διοτι θελουσιν ακουσει το ονομα σου το μεγα και την χειρα σου την κραταιαν και τον βραχιονα σου τον εξηπλωμενον, οταν ελθη και προσευχηθη προς τον οικον τουτον,42 karodról mindenütt), ha eljön, s imádkozik e helyen,
43 συ επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, και ενεργησον κατα παντα περι οσων ο ξενος σε επικαλεσθη? δια να γνωρισωσι παντες οι λαοι της γης το ονομα σου, να σε φοβωνται, καθως ο λαος σου Ισραηλ? και δια να γνωρισωσιν οτι το ονομα σου εκληθη επι τον οικον τουτον, τον οποιον ωκοδομησα.43 hallgasd meg az égben, erős lakóhelyeden, s tedd meg mindazt, amiért segítségül hív téged az idegen, hogy a föld minden népe megtanulja félni nevedet úgy, mint néped, Izrael, s tapasztalja, hogy a te nevedet viseli e ház, amelyet építettem.
44 Οταν ο λαος σου εξελθη εις πολεμον εναντιον των εχθρων αυτων, οπου αποστειλης αυτους, και προσευχηθωσιν εις τον Κυριον, προς την πολιν, την οποιαν εξελεξας, και τον οικον, τον οποιον ωκοδομησα εις το ονομα σου,44 Ha néped hadba megy ellenségei ellen, bármely irányba, akárhová küldöd, és imádkozik hozzád e város irányában, amelyet kiválasztottál, s e ház irányában, amelyet nevednek építettem –
45 τοτε επακουσον εκ του ουρανου της προσευχης αυτων και της δεησεως αυτων, και καμε το δικαιον αυτων.45 hallgasd meg az égben imádságukat s könyörgésüket és szolgáltass igazságot nekik.
46 Οταν αμαρτησωσιν εις σε, διοτι ουδεις ανθρωπος ειναι αναμαρτητος, και οργισθης εις αυτους και παραδωσης αυτους εις τον εχθρον, ωστε οι αιχμαλωτισται να φερωσιν αυτους αιχμαλωτους εις την γην του εχθρου, μακραν η πλησιον,46 Ha pedig vétkeznek ellened (hisz nincs ember, aki ne vétkeznék), s te megharagszol és ellenségeik kezébe adod őket, s fogságba hurcolják őket, ellenségeik földjére, messzire vagy közelre,
47 και ελθωσιν εις εαυτους εν τη γη, οπου εφερθησαν αιχμαλωτοι, και επιστρεψωσι και δεηθωσι προς σε εν τη γη των αιχμαλωτισαντων αυτους, λεγοντες, Ημαρτομεν, ηνομησαμεν, ηδικησαμεν,47 s a fogság helyén bűnbánatot tartanak szívükben, s megtérnek és könyörögnek hozzád fogságukban, s így szólnak: ‘Vétkeztünk, gonoszul cselekedtünk, istentelenül tettünk’ –
48 και επιστρεψωσι προς σε εξ ολης της καρδιας αυτων και εξ ολης της ψυχης αυτων, εν τη γη των εχθρων των αιχμαλωτισαντων αυτους, και προσευχηθωσι προς σε προς την γην αυτων την οποιαν εδωκας εις τους πατερας αυτων, την πολιν την οποιαν εξελεξας, και τον οικον τον οποιον ωκοδομησα εις το ονομα σου,48 s teljes szívükből s teljes lelkükből hozzád térnek ellenségeik földjén, amelyre fogságba vitték őket, s imádkoznak hozzád földjük irányában, amelyet atyáiknak adtál, s e város irányában, amelyet kiválasztottál, s e templom irányában, amelyet nevednek építettem:
49 τοτε επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, της προσευχης αυτων και της δεησεως αυτων και καμε το δικαιον αυτων,49 hallgasd meg az égben, erős királyi székedben imádságukat és könyörgésüket és szolgáltass igazságot nekik,
50 και συγχωρησον εις τον λαον σου, τον αμαρτησαντα εις σε, και αφες πασας τας παραβασεις αυτων, δια των οποιων εγειναν παραβαται εναντιον σου, και κινησον εις οικτιρμον αυτων τους αιχμαλωτισαντας αυτους ωστε να οικτειρωσιν αυτους?50 s légy kegyelmes néped iránt, amely vétkezett ellened s minden gonoszságuk iránt, amellyel ellened vétettek, s add, hogy irgalmasságot leljenek azok előtt, akiknek foglyaik, hogy azok megkönyörüljenek rajtuk.
51 διοτι λαος σου και κληρονομια σου ειναι, τον οποιον εξηγαγες εξ Αιγυπτου, εκ μεσου του σιδηρου χωνευτηριου.51 Hiszen a te néped s a te örökséged ők, akiket kihoztál Egyiptom földjéről, a vaskohó közepéből.
52 Ας ηναι λοιπον οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι εις την δεησιν του δουλου σου και εις την δεησιν του λαου σου Ισραηλ, δια να εισακουης αυτους περι οσων σε επικαλεσθωσι,52 Legyen tehát nyitva szemed szolgád és néped, Izrael könyörgésére, s hallgasd meg őket mindabban, amiben segítségül hívnak téged,
53 διοτι συ εξεχωρισας αυτους απο παντων των λαων της γης, δια να ηναι κληρονομια σου, καθως ελαλησας δια χειρος Μωυσεως του δουλου σου, οτε εξηγαγες τους πατερας ημων εξ Αιγυπτου, Δεσποτα Κυριε.53 hiszen te választottad ki őket örökségül magadnak a föld minden népe közül, miként szolgád, Mózes által mondtad, amikor kihoztad atyáinkat Egyiptomból, Uram, Isten!«
54 Και αφου ετελειωσεν ο Σολομων να καμνη ολην την προσευχην και την δεησιν ταυτην προς τον Κυριον, εσηκωθη απ' εμπροσθεν του θυσιαστηριου του Κυριου, οπου ητο γονυπετης με τας χειρας αυτου εξηπλωμενας προς τον ουρανον.54 Amikor aztán Salamon elimádkozta ezt az imádságot és könyörgést az Úr előtt, az történt, hogy felkelt az Úr oltárának színe elől – ahol az ég felé tárt kezekkel a földön térdelt, mind a két térdével –
55 Και εσταθη και ευλογησε πασαν την συναξιν του Ισραηλ μετα φωνης μεγαλης, λεγων,55 és felállt és harsány hangon megáldotta Izrael egész gyülekezetét, ezekkel a szavakkal:
56 Ευλογητος Κυριος, οστις εδωκεν αναπαυσιν εις τον λαον αυτου Ισραηλ, κατα παντα οσα υπεσχεθη? δεν επεσεν ουδε εις εκ παντων των λογων των αγαθων, τους οποιους ελαλησε δια χειρος Μωυσεως του δουλου αυτου.56 »Áldott legyen az Úr, aki nyugodalmat adott népének, Izraelnek, egészen úgy, mint ahogy mondta: nem hiúsult meg egy szó sem mindabból a jóból, amelyet szolgája, Mózes által mondott.
57 Γενοιτο Κυριος ο Θεος ημων μεθ' ημων, καθως ητο μετα των πατερων ημων να μη αφηση ημας, μηδε να εγκαταλειψη ημας?57 Legyen velünk az Úr, a mi Istenünk, mint ahogy atyáinkkal volt, ne hagyjon el és ne vessen el minket,
58 δια να επικλινη τας καρδιας ημων εις εαυτον ωστε να περιπατωμεν εις πασας τας οδους αυτου και να φυλαττωμεν τας εντολας αυτου και τα διαταγματα αυτου και τας κρισεις αυτου, τα οποια προσεταξεν εις τους πατερας ημων.58 hanem hajlítsa magához szívünket, hogy mindenben útjain járjunk, s megtartsuk parancsolatait, szertartásait s rendeleteit, amelyeket atyáinknak meghagyott.
59 Και ουτοι οι λογοι μου, τους οποιους εδεηθην ενωπιον του Κυριου, να ηναι ημεραν και νυκτα πλησιον Κυριου του Θεου ημων, δια να καμνη το δικαιον του δουλου αυτου και το δικαιον του λαου αυτου Ισραηλ, κατα την αναγκην εκαστης ημερας?59 Legyenek ezek a szavaim, amelyekkel könyörögtem az Úr előtt, éjjel-nappal közel az Úrhoz, a mi Istenünkhöz, hogy igazságot szolgáltasson szolgájának és népének, Izraelnek minden nap,
60 δια να γνωρισωσι παντες οι λαοι της γης, οτι ο Κυριος, αυτος ειναι ο Θεος, ουδεις αλλος.60 hogy megtudja a föld minden népe, hogy az Úr az Isten, s rajta kívül nincs más.
61 Ας ηναι λοιπον η καρδια σας τελεια προς Κυριον τον Θεον ημων, δια να περιπατητε εις τα διαταγματα αυτου και να φυλαττητε τας εντολας αυτου, καθως εν τη ημερα ταυτη.61 Legyen is szívünk egészen az Úrral, a mi Istenünkkel, hogy rendeletei szerint járjunk, s megtartsuk parancsolatait úgy, mint ma.«
62 Και ο βασιλευς και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου, προσεφεραν θυσιαν ενωπιον του Κυριου.62 Erre a király s vele egész Izrael, véresáldozatokat mutatott be az Úr előtt.
63 Και εθυσιασεν Σολομων τας θυσιας τας ειρηνικας, τας οποιας προσεφερεν εις τον Κυριον, εικοσιδυο χιλιαδας βοων και εκατον εικοσι χιλιαδας προβατων? ουτως εγκαινιασαν τον οικον του Κυριου ο βασιλευς και παντες οι υιοι Ισραηλ.63 Huszonkétezer szarvasmarhát és százhúszezer juhot vágatott és mutatott be Salamon az Úrnak békeáldozatul. Így avatták fel az Úr templomát a király s Izrael fiai.
64 Την αυτην ημεραν καθιερωσεν ο βασιλευς το μεσον της αυλης της κατα προσωπον του οικου του Κυριου? διοτι εκει προσεφερε τα ολοκαυτωματα και την εξ αλφιτων προσφοραν και το στεαρ των ειρηνικων προσφορων? επειδη το θυσιαστηριον το χαλκινον, το κατ' εμπροσθεν του Κυριου, ητο μικρον ωστε να χωρεση τα ολοκαυτωματα και την εξ αλφιτων προσφοραν και το στεαρ των ειρηνικων προσφορων.64 Ugyanezen a napon felszentelte a király az Úr háza előtt levő udvar belsejét, mert ott mutatta be az egészen elégő áldozatokat, az ételáldozatokat és a békeáldozatok háját, minthogy az Úr előtt levő rézoltár kisebb volt, semhogy ráfért volna az egészen elégő áldozatok, az ételáldozatok s a békeáldozatok hája.
65 Και κατ' εκεινον τον καιρον εκαμεν Σολομων την εορτην, και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου, συναξις μεγαλη, απο της εισοδου Αιμαθ μεχρι του ποταμου Αιγυπτου, ενωπιον Κυριου του Θεου ημων, επτα ημερας και επτα ημερας, δεκατεσσαρας ημερας.65 Így ünnepelte ebben az időben Salamon, s vele egész Izrael, a Hamat bejárójától Egyiptom patakjáig terjedő földről összegyűlt nagy sokaság az Úr, a mi Istenünk előtt a nagy ünnepet, hét napig, majd ismét hét napig, azaz tizennégy napig.
66 την ογδοην ημεραν απελυσε τον λαον? και ευλογησαν τον βασιλεα και ανεχωρησαν εις τας σκηνας αυτων, χαιροντες και ευφραινομενοι εκ καρδιας, δια παντα τα αγαθα οσα ο Κυριος εκαμε προς Δαβιδ τον δουλον αυτου και προς Ισραηλ τον λαον αυτου.66 A nyolcadik napon aztán elbocsátotta a népeket, s azok áldották a királyt, s elmentek sátrukba, örvendezve és vidám szívvel, hogy az Úr annyi minden jót cselekedett szolgájával, Dáviddal és népével, Izraellel.