Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 10


font
GREEK BIBLEBIBBIA MARTINI
1 Ακουσασα δε η βασιλισσα της Σεβα την περι του ονοματος του Κυριου φημην του Σολομωντος, ηλθε δια να δοκιμαση αυτον δι' αινιγματων.1 Ma anche la regina di Saba, essendo pervenuta a lei la rinomanza di Salomone, nel nome del Signore andò a far prova di lui co' suoi enimmi.
2 Και ηλθεν εις Ιερουσαλημ μετα συνοδιας μεγαλης σφοδρα, μετα καμηλων πεφορτωμενων αρωματα και χρυσον πολυν σφοδρα και λιθους πολυτιμους? και οτε ηλθε προς τον Σολομωντα, ελαλησε μετ' αυτου περι παντων οσα ειχεν εν τη καρδια αυτης.2 Ed entrata in Gerusalemme con grande, e ricco accompagnamento, e co' suoi cammelli, che portavano aromi, e oro in copia infinita, e gemme preziose, si presentò al re Salomone, e gli espose tutto quello, che ella avea in cuor suo.
3 Και εξηγησεν εις αυτην ο Σολομων παντα τα ερωτηματα αυτης? δεν εσταθη ουδεν κεκρυμμενον απο του βασιλεως, το οποιον δεν εξηγησεν εις αυτην.3 E Salomone la instruì sopra tutte le cose, che ella gli propose; nissuna ve n'ebbe, sopra la quale il re fosse all'oscuro, e non le desse risposta.
4 Και ιδουσα η βασιλισσα της Σεβα πασαν την σοφιαν του Σολομωντος και τον οικον τον οποιον ωκοδομησε,4 Veggendo adunque la regina di Saba tutta la sapienza di Salomone, e la casa edificata da lui,
5 και τα φαγητα της τραπεζης αυτου και την καθεδριασιν των δουλων αυτου και την στασιν των υπουργων αυτου και τον ιματισμον αυτων και τους οινοχοους αυτου και την αναβασιν αυτου, δι' ης ανεβαινεν εις τον οικον του Κυριου, εγεινεν εκθαμβος.5 E la imbandigione della sua mensa, e le abitazioni de' suoi servi, e i vari ordini de' ministri, e le loro vesti, e i suoi coppieri, e gli olocausti che egli offeriva nella casa del Signore, ella restava fuori di se:
6 Και ειπε προς τον βασιλεα, Αληθης ητο ο λογος, τον οποιον ηκουσα εν τη γη μου, περι των εργων σου και περι της σοφιας σου.6 E disse al re: Vere sono le cose, che io avea sentite dire nel mio paese.
7 Αλλα δεν επιστευον εις τους λογους, εωσου ηλθον, και ειδον οι οφθαλμοι μου? και ιδου, το ημισυ δεν απηγγελθη εις εμε? η σοφια σου και η ευημερια σου υπερβαινουσι την φημην την οποιαν ηκουσα?7 Riguardo a' tuoi ragionamenti, e alla tua sapienza: e io non prestava fede a coloro, che me ne parlavano, fino sa tanto che io stessa son venuta, e cogli occhi miei ho veduto, e toccato con mano, come non era stata detta a me la metà del vero: la tua sapienza, e le tue opere sorpassano tutto quello, che io ho sentito dire.
8 μακαριοι οι ανδρες σου, μακαριοι οι δουλοι σου ουτοι, οι ισταμενοι παντοτε ενωπιον σου, οι ακουοντες την σοφιαν σου?8 Beata la tua gente, e beati i tuoi servi, i quali si stanno sempre dinanzi a te, e ascoltano la tua sapienza.
9 εστω Κυριος ο Θεος σου ευλογημενος, οστις ευηρεστηθη εις σε, δια να σε θεση επι τον θρονον του Ισραηλ? επειδη ο Κυριος ηγαπησεν εις τον αιωνα τον Ισραηλ, δια τουτο σε κατεστησε βασιλεα, δια να καμνης κρισιν και δικαιοσυνην.9 Benedetto sia il Signore Dio tuo, il quale ti ha amato, e ti ha posto sul trono d'Israele, perchè il Signore ha mai sempre voluto bene ad Israele, ed egli ti ha fatto re, affinchè esercitassi l'equità, e la giustizia.
10 Και εδωκεν εις τον βασιλεα εκατον εικοσι ταλαντα χρυσιου και αρωματα πολλα σφοδρα και λιθους πολυτιμους? δεν ηλθε πλεον τοση αφθονια αρωματων, ως εκεινα τα οποια η βασιλισσα της Σεβα εδωκεν εις τον βασιλεα Σολομωντα.10 Ella adunque diede al re cento venti talenti d'oro, e molti aromi, e gemme preziose: non furono portati mai più tanti aromi, quanti ne diede la regina di Saba al re Salomone.
11 Και ο στολος ετι του Χειραμ, οστις εφερε το χρυσιον απο Οφειρ, εφερεν απο Οφειρ και μεγα πληθος ξυλων αλμουγειμ και λιθους τιμιους.11 Oltre a ciò l'armata navale di Hiram, la quale portava oro da Ophir, portò parimente da Ophir molto legname di tyno, e gemme preziose.
12 Και εκαμεν ο βασιλευς εκ των ξυλων αλμουγειμ αναβασεις εις τον οικον του Κυριου και εις τον οικον του βασιλεως, και κιθαρας και ψαλτηρια δια τους μουσικους? τοιαυτα ξυλα αλμουγειμ δεν ειχον ελθει ουδε φανη εως της ημερας ταυτης.12 E il re fece del legname di tyno le ringhiere della casa del Signore, della casa reale, e delle cetre, e delle lire pei cantori: non fu mai più portato simil legname di tyno, né se n' è veduto sino al dì d'oggi.
13 Και εδωκεν ο βασιλευς Σολομων εις την βασιλισσαν της Σεβα παντα οσα ηθελησεν, οσα εζητησεν, εκτος των οσα εδωκεν εις αυτην οικοθεν ο βασιλευς Σολομων. Και επεστρεψε και ηλθεν εις την γην αυτης, αυτη και οι δουλοι αυτης.13 E il re Salomone diede alla regina di Saba tutto quello, che ella bramò e gli domandò: oltre a quelle cose, che volontariamente ei le offerse con magnificenza da re. Ed ella si partì, e tornossene colla sua gente al suo paese.
14 Το βαρος δε του χρυσιου, το οποιον ηρχετο εις τον Σολομωντα κατ' ετος, ητο εξακοσια εξηκοντα εξ ταλαντα χρυσιου,14 Or la quantità d'oro, che era portato a Salomone anno per arino, era di secento sessanta sei talenti d'oro:
15 εκτος του συναγομενου εκ των τελωνων και εκ των πραγματειων των εμπορων και εκ παντων των βασιλεων της Αραβιας και εκ των σατραπων της γης.15 Senza quello, che portavano a lui quelli, che avean la soprintendenza de' tributi, e i negozianti, e tutti i merciai, e tutti i principi dell'Arabia, e i governatori del paese.
16 Και εκαμεν ο βασιλευς Σολομων διακοσιους θυρεους εκ χρυσιου σφυρηλατου? εξακοσιοι σικλοι χρυσιου εξωδευοντο εις εκαστον θυρεον?16 Fece ancora il re Salomone dugento rotelle d'oro finissimo, e consumo' seicento sicli d'oro per le lamine di ciascheduno di questi scudi.
17 και τριακοσιας ασπιδας εκ χρυσιου σφυρηλατου? τρεις μναι χρυσιου εξωδευοντο εις εκαστην ασπιδα? και εθεσεν αυτας ο βασιλευς εν τω οικω του δασους του Λιβανου.17 E fece trecento pelte d'oro affinato: trecento mine d'oro coprivano una pelta. E il re le collocò nella casa del bosco del Libano.
18 Εκαμεν ετι ο βασιλευς θρονον μεγαν ελεφαντινον και εσκεπασεν αυτον με καθαρον χρυσιον.18 Fece ancora il re Salomone un trono grande d'avorio, e lo vestì d'oro giallissimo.
19 ειχε δε ο θρονος εξ βαθμιδας, και η κορυφη του θρονου ητο στρογγυλη οπισθεν αυτου, και αγκωνας εντευθεν και εντευθεν της καθεδρας και δυο λεοντας ισταμενους εις τα πλαγια των αγκωνων.19 Egli avea sei gradini: la sommità del trono era rotonda dalla parte di dietro, e due bracci, uno di qua, e uno di là tenevano la sedia, e due leoni stavan presso all'uno, e all'altrobraccio.
20 Επι δε των εξ βαθμιδων, εκει ισταντο δωδεκα λεοντες εκατερωθεν? παρομοιον δεν κατεσκευασθη εις ουδεν βασιλειον.20 E dodici piccoli leoni stavano sopra i sei gradini da una parte, e dall'altra: non fu fatta mai opra tale in verun altro regno.
21 Και παντα τα σκευη του ποτου του βασιλεως Σολομωντος ησαν εκ χρυσιου, και παντα τα σκευη του οικου του δασους του Λιβανου εκ χρυσιου καθαρου? ουδεν εξ αργυριου? το αργυριον ελογιζετο εις ουδεν εν ταις ημεραις του Σολομωντος.21 Oltre a ciò tutti i vasi, ai quali bevea il re Salomone, eran d'oro: e tutto il vasellame della casa del bosco del Libano era di finissimo oro: non v'era argento, di cui non si facea nissun conto a tempo di Salomone:
22 Διοτι ειχεν ο βασιλευς εν τη θαλασση στολον της Θαρσεις μετα του στολου του Χειραμ? απαξ κατα τριετιαν ηρχετο ο στολος απο Θαρσεις, φερων χρυσον και αργυρον, οδοντας ελεφαντος και πιθηκους και παγωνια.22 Perocché le navi del re andavano in mare una volta ogni tre anni colle navi di Hiram a Tharsis, donde portavan oro, e argentone denti di elefanti, e scimmie, e pavoni.
23 Και εμεγαλυνθη ο βασιλευς Σολομων υπερ παντας τους βασιλεις της γης εις πλουτον και εις σοφιαν.23 Fu adunque il re Salomone il più grande di tutti i re della terra per ricchezze, e sapienza.
24 Και πασα η γη εζητει το προσωπον του Σολομωντος, δια να ακουσωσι την σοφιαν αυτου, την οποιαν ο Θεος εδωκεν εις την καρδιαν αυτου.24 E tutta la terra desiderava di veder Salomone, per udir la sapienza posta da Dio nel cuore di lui.
25 Και εφερον εκαστος αυτων το δωρον αυτου, σκευη αργυρα και σκευη χρυσα και στολας και πανοπλιας και αρωματα, ιππους και ημιονους, κατ' ετος.25 E tutti gli portavano ogni anno dei doni, de' vasi d'argento, e d'oro, delle vesti, e degli strumenti da guerra, e aromi, e cavalli, e muli.
26 Και συνηθροισεν ο Σολομων αμαξας και ιππεις? και ειχε χιλιας τετρακοσιας αμαξας και δωδεκα χιλιαδας ιππεων, τους οποιους εθεσεν εις τας πολεις των αμαξων και πλησιον του βασιλεως εν Ιερουσαλημ.26 E Salomone radunò cocchi, e soldati a cavallo, ed ebbe mille quattrocento cocchi, e dodici mila uomini a cavallo, e li distribuì nelle città fortificate, e in Gerusalemme presso al re.
27 Και κατεστησεν ο βασιλευς εν Ιερουσαλημ τον αργυρον ως λιθους, και τας κεδρους κατεστησεν ως τας εν τη πεδιαδι συκαμινους, δια την αφθονιαν.27 E fece sì che l'argento abbondava in Gerusalemme come le pietre; e il legname di cedro rendette tanto comune, quanto i sicomori, che nascon nelle pianure.
28 Εγινετο δε εις τον Σολομωντα εξαγωγη ιππων και λινου νηματος εξ Αιγυπτου? το μεν νημα ελαμβανον οι εμποροι του βασιλεως εις ωρισμενην τιμην.28 E i cavalli venivano a Salomone dall'Egitto, e da Coa. Imperocché quelli, che li comperavano pel re, li conducevano da Coa pel prezzo fissato.
29 Εκαστη δε αμαξα ανεβαινε και εξηρχετο εξ Αιγυπτου δια εξακοσιους σικλους αργυρους, και εκαστος ιππος δια εκατον πεντηκοντα? και ουτω δια παντας τους βασιλεις των Χετταιων και δια τους βασιλεις της Συριας η εξαγωγη εγινετο δια χειρος αυτων.29 Or venivangli quattro cavalli dall'Egitto per secento sicli d'argento, o ogni cavallo per cento cinquanta; e in tal guisa tutti i re Hethei, e della Siria vendevano i lor cavalli.