Scrutatio

Mercoledi, 8 maggio 2024 - Madonna del Rosario di Pompei ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 48


font
GREEK BIBLEDIODATI
1 Μετα δε τα πραγματα ταυτα, ειπον προς τον Ιωσηφ, Ιδου, ο πατηρ σου ασθενει. Και ελαβε μεθ' εαυτου τους δυο υιους αυτου, τον Μανασση και τον Εφραιμ.1 ORA, dopo queste cose, fu detto a Giuseppe: Ecco, tuo padre è infermo. Allora egli prese seco i suoi due figliuoli, Manasse ed Efraim.
2 Και απηγγειλαν προς τον Ιακωβ, λεγοντες, Ιδου, ο υιος σου Ιωσηφ ερχεται προς σε? και αναλαβων δυναμιν, ο Ισραηλ εκαθισεν επι την κλινην.2 Ed egli fu rapportato, e detto a Giacobbe: Ecco, Giuseppe, tuo figliuolo, viene a te. E Israele, isforzatosi, si mise a sedere in sul letto.
3 Και ειπεν ο Ιακωβ προς τον Ιωσηφ, Ο Θεος ο Παντοδυναμος εφανη εις εμε εν Λουζ εν τη γη Χανααν και με ευλογησε?3 E Giacobbe disse a Giuseppe: L’Iddio Onnipotente mi apparve in Luz, nel paese di Canaan, e mi benedisse.
4 και ειπε προς εμε, Ιδου, εγω θελω σε αυξησει και θελω σε πληθυνει και θελω σε καταστησει εις πληθος λαων? και θελω δωσει την γην ταυτην εις το σπερμα σου μετα σε παντοτεινην ιδιοκτησιαν.4 E mi disse: Ecco, io ti farò moltiplicare, e ti accrescerò, e ti farò divenir raunanza di popoli; e darò questo paese alla tua progenie dopo te, per possession perpetua.
5 Τωρα λοιπον οι δυο υιοι σου, οι γεννηθεντες εις σε εν τη γη της Αιγυπτου, πριν εγω ελθω προς σε εις την Αιγυπτον ειναι ιδικοι μου? ο Εφραιμ και ο Μανασσης θελουσιν εισθαι εις εμε ως ο Ρουβην και ο Συμεων?5 Ora dunque, i tuoi due figliuoli, che ti son nati nel paese di Egitto, prima che io venissi a te in Egitto, son miei; Efraim e Manasse saranno miei, come Ruben e Simeone.
6 τα δε τεκνα σου οσα γεννησης μετα τουτους, θελουσιν εισθαι ιδικα σου? κατα το ονομα των αδελφων αυτων θελουσιν ονομασθη εν τη κληρονομια αυτων.6 Ma i figliuoli che tu genererai dopo loro, saranno tuoi; nella loro eredità saranno nominati del nome de’ lor fratelli.
7 Οτε δε εγω ηρχομην απο Παδαν, απεθανεν εις εμε η Ραχηλ καθ' οδον εν τη γη Χανααν, ενω δεν ελειπεν ειμη ολιγον διαστημα δια να φθασωμεν εις Εφραθα? και εθαψα αυτην εκει εν τη οδω της Εφραθα? αυτη ειναι η Βηθλεεμ.7 Or, quant’è a me, quando io veniva di Paddan, Rachele morì appresso di me nel paese di Canaan, per cammino, alquanto spazio lungi di Efrata; e io la seppellii quivi nel cammino di Efrata, ch’è Betlehem
8 Ιδων δε ο Ισραηλ τους υιους του Ιωσηφ, ειπε, Τινες ειναι ουτοι;8 E Israele, veduti i figliuoli di Giuseppe, disse: Chi son costoro?
9 και ειπεν ο Ιωσηφ προς τον πατερα αυτου, Ουτοι ειναι οι υιοι μου, τους οποιους μοι εδωκεν ο Θεος ενταυθα. Ο δε ειπε, Φερε αυτους, παρακαλω, προς εμε, δια να ευλογησω αυτους.9 E Giuseppe disse a suo padre: Sono i miei figliuoli, i quali Iddio mi ha dati qui. E Giacobbe disse: Deh! falli appressare a me, ed io li benedirò.
10 Ησαν δε οι οφθαλμοι του Ισραηλ βαρυωποι υπο του γηρατος, δεν ηδυνατο να βλεπη. Και επλησιασεν αυτους προς αυτον? και εφιλησεν αυτους και ενηγκαλισθη αυτους.10 Or gli occhi d’Israele erano gravi per la vecchiezza, talchè egli non potea vedere. E Giuseppe glieli fece appressare.
11 Και ειπεν ο Ισραηλ προς τον Ιωσηφ, Δεν ηλπιζον να ιδω το προσωπον σου? και ιδου, ο Θεος εδειξεν εις εμε και το σπερμα σου.11 Ed egli li baciò, e li abbracciò. E Israele disse a Giuseppe: Io non pensava di veder mai più la tua faccia; ed ecco, Iddio mi ha fatto vedere eziandio della tua progenie.
12 Και εξηγαγεν αυτους ο Ιωσηφ εκ μεσου των γονατων αυτου. Και προσεκυνησεν επι προσωπον εως εδαφους.12 Poi Giuseppe, fattili levar d’appresso alle ginocchia di esso, s’inchinò con la faccia in terra.
13 Λαβων δε αυτους ο Ιωσηφ αμφοτερους, τον Εφραιμ εν τη δεξια αυτου προς την αριστεραν του Ισραηλ, και τον Μανασση εν τη αριστερα αυτου προς την δεξιαν του Ισραηλ, επλησιασεν εις αυτον.13 E li prese amendue, e pose Efraim alla sua destra, dalla sinistra d’Israele; e Manasse alla sua sinistra, dalla destra d’Israele; e così glieli fece appressare.
14 Και εκτεινας ο Ισραηλ την δεξιαν αυτου επεθεσεν επι την κεφαλην του Εφραιμ, οστις ητο ο νεωτερος, την δε αριστεραν αυτου επι την κεφαλην του Μανασση, εναλλαξας τας χειρας αυτου? διοτι ο Μανασσης ητο ο πρωτοτοκος.14 E Israele porse la sua man destra, e la pose sopra il capo di Efraim, ch’era il minore, e pose la sinistra sopra il capo di Manasse; e, benchè Manasse fosse il primogenito, nondimeno avvedutamente pose così le mani.
15 Και ευλογησε τον Ιωσηφ και ειπεν, Ο Θεος, εμπροσθεν του οποιου περιεπατησαν οι πατερες μου Αβρααμ και Ισαακ, ο Θεος οστις με εποιμανεν εκ γεννησεως μου εως της ημερας ταυτης,15 E benedisse Giuseppe, e disse: Iddio, nel cui cospetto i miei padri, Abrahamo ed Isacco, son camminati; Iddio, che mi ha pasciuto da che io sono al mondo infino a questo giorno;
16 ο αγγελος οστις με ελυτρωσεν εκ παντων των κακων, να ευλογηση τα παιδια ταυτα? και να ονομασθη επ' αυτα το ονομα μου και το ονομα των πατερων μου Αβρααμ και Ισαακ, και να πληθυνθωσιν εις πληθος μεγα επι της γης.16 l’Angelo, che mi ha riscosso d’ogni male, benedica questi fanciulli, e sieno nominati del mio nome, e del nome de’ miei padri, Abrahamo ed Isacco; e moltiplichino copiosamente sulla terra.
17 Και ιδων ο Ιωσηφ οτι επεθεσεν ο πατηρ αυτου την χειρα αυτου την δεξιαν επι την κεφαλην του Εφραιμ, δυσηρεστηθη? και επιασε την χειρα του πατρος αυτου δια να μεταθεση αυτην απο της κεφαλης του Εφραιμ επι την κεφαλην του Μανασση.17 Ora, veggendo Giuseppe che suo padre avea posta la sua man destra sopra il capo di Efraim, ciò gli dispiacque, e prese la mano di suo padre, per rimoverla d’in sul capo di Efraim, e per metterla in sul capo di Manasse.
18 Και ειπεν ο Ιωσηφ προς τον πατερα αυτου, Μη ουτω, πατερ μου, διοτι ουτος ειναι ο πρωτοτοκος? επιθες την δεξιαν σου επι την κεφαλην αυτου.18 E Giuseppe disse a suo padre: Non così, padre mio; conciossiachè questo sia il primogenito, metti la tua man destra sopra il suo capo.
19 Αλλ' ο πατηρ αυτου δεν ηθελησε? και ειπεν, Εξευρω, τεκνον μου, εξευρω? και ουτος θελει κατασταθη λαος και ουτος ετι θελει γεινει μεγας? αλλ' ομως ο αδελφος αυτου ο νεωτερος θελει εισθαι μεγαλητερος αυτου και το σπερμα αυτου θελει γεινει πληθος εθνων.19 Ma suo padre ricusò di farlo, e disse: Io il so, figliuol mio, io il so; ancora esso diventerà un popolo, e ancora esso sarà grande; ma pure il suo fratel minore sarà più grande di lui, e la progenie di esso sarà una piena di genti.
20 Και ευλογησεν αυτους την ημεραν εκεινην, λεγων, Εις σε αναφερομενος θελει ευλογει ο Ισραηλ, λεγων, Ο Θεος να σε καμη ως τον Εφραιμ και ως τον Μανασση. Και εστησε τον Εφραιμ προ του Μανασση.20 Così in quel giorno li benedisse, dicendo: Israele benedirà altrui, prendendone l’esempio in te; dicendo: Iddio ti faccia esser simile ad Efraim ed a Manasse. E Israele antepose Efraim a Manasse.
21 Και ειπεν ο Ισραηλ προς τον Ιωσηφ, Ιδου, εγω αποθνησκω? και ο Θεος θελει εισθαι με σας και θελει σας επαναφερει εις την γην των πατερων σας?21 Poi Israele disse a Giuseppe: Ecco, io muoio, e Iddio sarà con voi, e vi ricondurrà al paese de’ vostri padri.
22 και εγω διδω εις σε μεριδιον εν υπερ τους αδελφους σου, το οποιον ελαβον εκ της χειρος των Αμορραιων δια της μαχαιρας μου και δια του τοξου μου.22 Ed io ti dono una parte sopra i tuoi fratelli, la quale io ho conquistata dalle mani degli Amorrei con la mia spada e col mio arco