Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 2


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Και συνετελεσθησαν ο ουρανος και η γη και πασα η στρατια αυτων.1 Elkészült tehát az ég és a föld, s azok minden ékessége.
2 Και ειχε συντετελεσμενα ο Θεος εν τη ημερα τη εβδομη τα εργα αυτου, τα οποια εκαμε? και ανεπαυθη την ημεραν την εβδομην απο παντων των εργων αυτου, τα οποια εκαμε.2 A hetedik napra befejezte Isten a munkáját, amelyet végzett, és a hetedik napon megnyugodott minden munkától, amelyet végzett.
3 Και ευλογησεν ο Θεος την ημεραν την εβδομην και ηγιασεν αυτην? διοτι εν αυτη ανεπαυθη απο παντων των εργων αυτου, τα οποια εκτισε και εκαμεν ο Θεος.3 Megáldotta Isten és megszentelte a hetedik napot, mert azon nyugodott el minden munkájától, amelyet végezve teremtett Isten.
4 Αυτη ειναι η γενεσις του ουρανου και της γης, οτε εκτισθησαν αυτα, καθ' ην ημεραν εποιησε Κυριος ο Θεος γην και ουρανον,4 Ez volt az ég és föld története a teremtésükben. Azon a napon, amelyen az Úr Isten megalkotta az eget és a földet,
5 και παντα τα φυτα του αγρου, πριν γεινωσιν επι της γης, και παντα χορτον του αγρου, πριν βλαστηση? διοτι δεν ειχε βρεξει Κυριος ο Θεος επι της γης, και ανθρωπος δεν ητο δια να εργαζηται την γην5 még semmiféle mezei bokor nem hajtott a földön, és semmilyen fű nem sarjadt, ugyanis még nem hullatott az Úr Isten esőt a földre, és ember sem volt, aki művelje a földet.
6 ? ο ατμος δε ανεβαινεν απο της γης και εποτιζε παν το προσωπον της γης.6 Akkor forrás fakadt a földből, és megöntözte a föld egész színét.
7 Και επλασε Κυριος ο Θεος τον ανθρωπον απο χωματος εκ της γης. και ενεφυσησεν εις τους μυκτηρας αυτου πνοην ζωης, και εγεινεν ο ανθρωπος εις ψυχην ζωσαν.7 Megalkotta tehát az Úr Isten az embert a föld agyagából, az orrába lehelte az élet leheletét, és az ember élőlénnyé lett.
8 Και εφυτευσε Κυριος ο Θεος παραδεισον εν τη Εδεμ κατα ανατολας και εθεσεν εκει τον ανθρωπον, τον οποιον επλασε.8 Ültetett az Úr Isten egy kertet Édenben, keleten, és elhelyezte benne az embert, akit alkotott.
9 Και Κυριος ο Θεος εκαμε να βλαστηση εκ της γης παν δενδρον ωραιον εις την ορασιν και καλον εις την γευσιν? και το ξυλον της ζωης εν μεσω του παραδεισου και το ξυλον της γνωσεως του καλου και του κακου.9 S növesztett az Úr Isten a földből mindenféle fát, amelyet látni szép és melyről enni jó – az élet fáját is a kert közepén, s a jó és a rossz tudásának fáját.
10 Ποταμος δε εξηρχετο εκ της Εδεμ δια να ποτιζη τον παραδεισον? και εκειθεν εμεριζετο εις τεσσαρας κλαδους.10 Folyóvíz jött ki Édenből, hogy öntözze a kertet, utána pedig négy ágra szakadt.
11 Το ονομα του ενος, Φισων? ουτος ειναι ο περικυκλονων πασαν την γην Αβιλα? οπου ευρισκεται το χρυσιον?11 Az egyiknek a neve Píson: ez az, amelyik körüljárja Hevilának egész földjét, ahol az arany terem –
12 το δε χρυσιον της γης εκεινης ειναι καλον? εκει ειναι το βδελλιον και ο λιθος ο ονυχιτης.12 annak a földnek az aranya igen jó, s ott található a bdellium és az ónixkő. –
13 Και το ονομα του ποταμου του δευτερου, Γιων? ουτος ειναι ο περικυκλονων πασαν την γην Χους.13 A második folyó neve Gíhon: ez az, amelyik körüljárja Etiópia egész földjét.
14 Και το ονομα του ποταμου του τριτου, Τιγρις? ουτος ειναι ο ρεων προς ανατολας της Ασσυριας. Ο δε ποταμος ο τεταρτος, ουτος ειναι ο Ευφρατης.14 A harmadik folyó neve Tigris: ez folyik az asszírok felé; a negyedik folyó pedig az Eufrátesz.
15 Και ελαβε Κυριος ο Θεος τον ανθρωπον και εθεσεν αυτον εν τω παραδεισω της Εδεμ δια να εργαζηται αυτον και να φυλαττη αυτον.15 Fogta tehát az Úr Isten az embert, és az Éden kertjébe helyezte, hogy művelje és őrizze meg.
16 Προσεταξε δε Κυριος ο Θεος εις τον Αδαμ λεγων, Απο παντος δενδρου του παραδεισου ελευθερως θελεις τρωγει,16 Azt parancsolta az Úr Isten az embernek: »A kert minden fájáról ehetsz,
17 απο δε του ξυλου της γνωσεως του καλου και του κακου δεν θελεις φαγει απ' αυτου? διοτι καθ' ην ημεραν φαγης απ' αυτου, θελεις εξαπαντος αποθανει.17 de a jó és gonosz tudásának fájáról ne egyél, mert azon a napon, amelyen eszel róla, meg kell halnod!«
18 Και ειπε Κυριος ο Θεος, Δεν ειναι καλον να ηναι ο ανθρωπος μονος? θελω καμει εις αυτον βοηθον ομοιον με αυτον.18 Azt mondta továbbá az Úr Isten: »Nem jó, hogy az ember egyedül van: alkossunk hozzá illő segítőt is!«
19 Επλασε δε Κυριος ο Θεος εκ της γης παντα τα ζωα του αγρου και παντα τα πετεινα του ουρανου, και εφερεν αυτα προς τον Αδαμ, δια να ιδη πως να ονομαση αυτα? και ο, τι ονομα ηθελε δωσει ο Αδαμ εις παν εμψυχον, τουτο να ηναι το ονομα αυτου.19 Az Úr Isten ugyanis megalkotta a földből a föld minden állatát és az ég összes madarát, és odavezette őket az emberhez, hogy lássa, minek nevezi el őket – mert minden élőlénynek az lett a neve, aminek az ember elnevezte. –
20 Και εδωκεν ο Αδαμ ονοματα εις παντα τα κτηνη και εις τα πτηνα του ουρανου και εις παντα τα ζωα του αγρου? εις δε τον Αδαμ δεν ευρισκετο βοηθος ομοιος με αυτον.20 Meg is adta az ember a maga nevét minden állatnak és az ég összes madarának és a föld minden vadjának, de az embernek nem akadt magához illő segítője.
21 Και επεβαλε Κυριος ο Θεος εκστασιν επι τον Αδαμ, και εκοιμηθη? και ελαβε μιαν εκ των πλευρων αυτου και εκλεισε με σαρκα τον τοπον αυτης.21 Ezért az Úr Isten mély álmot bocsátott az emberre, s amikor elaludt, kivette egyik bordáját, és hússal töltötte ki a helyét.
22 Και κατεσκευασε Κυριος ο Θεος την πλευραν, την οποιαν ελαβεν απο του Αδαμ, εις γυναικα και εφερεν αυτην προς τον Αδαμ.22 Azután az Úr Isten asszonnyá formálta a bordát, amelyet az emberből kivett, és odavezette az emberhez.
23 Και ειπεν ο Αδαμ, Τουτο ειναι τωρα οστουν εκ των οστεων μου και σαρξ εκ της σαρκος μου? αυτη θελει ονομασθη ανδρις, διοτι εκ του ανδρος αυτη εληφθη.23 Az ember ekkor azt mondta: »Ez végre csont az én csontomból, és hús az én húsomból! Legyen a neve feleség, mert a férfiből vétetett!«
24 Δια τουτο θελει αφησει ο ανθρωπος τον πατερα αυτου και την μητερα αυτου, και θελει προσκολληθη εις την γυναικα αυτου? και θελουσιν εισθαι οι δυο εις σαρκα μιαν.24 Ezért elhagyja a férfi apját és anyját, a feleségéhez ragaszkodik, és egy testté lesznek.
25 Ησαν δε και οι δυο γυμνοι, ο Αδαμ και η γυνη αυτου, και δεν ησχυνοντο.25 Az ember és a felesége mezítelenek voltak mindketten, de nem szégyellték magukat.