Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 1


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Εν αρχη εποιησεν ο Θεος τον ουρανον και την γην.1 Au commencement Dieu créa le ciel et la terre.
2 Η δε γη ητο αμορφος και ερημος? και σκοτος επι του προσωπου της αβυσσου. Και πνευμα Θεου εφερετο επι της επιφανειας των υδατων.2 La terre était informe et vide, les ténèbres couvraient l’abîme, et l’Esprit de Dieu planait au-dessus des eaux.
3 Και ειπεν ο Θεος, Γενηθητω φως? και εγεινε φως?3 Dieu dit: “Que la lumière soit!” Et la lumière fut.
4 και ειδεν ο Θεος το φως οτι ητο καλον? και διεχωρισεν ο Θεος το φως απο του σκοτους?4 Dieu vit que la lumière était bonne, et Dieu sépara la lumière d’avec les ténèbres.
5 και εκαλεσεν ο Θεος το φως, Ημεραν? το δε σκοτος εκαλεσε, Νυκτα. Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι, ημερα πρωτη.5 Dieu appela la lumière: “jour”, il appela les ténèbres: “nuit”. Il y eut un soir, il y eut un matin: premier jour.
6 Και ειπεν ο Θεος, Γενηθητω στερεωμα αναμεσον των υδατων, και ας διαχωριζη υδατα απο υδατων.6 Dieu dit: “Qu’il y ait une voûte au milieu des eaux, et qu’elle sépare les eaux d’avec les eaux!” Et il en fut ainsi!
7 Και εποιησεν ο Θεος το στερεωμα, και διεχωρισε τα υδατα τα υποκατωθεν του στερεωματος απο των υδατων των επανωθεν του στερεωματος. Και εγεινεν ουτω.7 Dieu fit donc comme une voûte, et il sépara les eaux qui sont au-dessous de la voûte, des eaux qui sont au-dessus de la voûte.
8 Και εκαλεσεν ο Θεος το στερεωμα, Ουρανον. Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι, ημερα δευτερα.8 Dieu donna un nom à cette voûte: “le ciel”. Il y eut un soir, il y eut un matin: deuxième jour.
9 Και ειπεν ο Θεος, Ας συναχθωσι τα υδατα τα υποκατω του ουρανου εις τοπον ενα, και ας φανη η ξηρα. Και εγεινεν ουτω.9 Dieu dit: “Que les eaux qui sont au-dessous du ciel s’amassent en une seule masse et que le sol ferme apparaisse!” Il en fut ainsi.
10 Και εκαλεσεν ο Θεος την ξηραν, γην? και το συναγμα των υδατων εκαλεσε, Θαλασσας? και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον.10 Dieu donna un nom au sol ferme: “la terre”, et il appela “mers” la masse des eaux; Dieu vit que cela était bon.
11 Και ειπεν ο Θεος, Ας βλαστηση η γη χλωρον χορτον, χορτον καμνοντα σπορον, και δενδρον καρπιμον καμνον καρπον κατα το ειδος αυτου, του οποιου το σπερμα να ηναι εν αυτω επι της γης. Και εγεινεν ουτω.11 Dieu dit: “Que la terre produise de la verdure, de l’herbe portant sa semence, et des arbres qui donnent sur terre des fruits contenant leur semence, chacun selon son espèce!” Il en fut ainsi.
12 Και εβλαστησεν η γη χλωρον χορτον, χορτον καμνοντα σπορον κατα το ειδος αυτου, και δενδρον καμνον καρπον, του οποιου το σπερμα ειναι εν αυτω κατα το ειδος αυτου? και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον.12 La terre produisit de la verdure, de l’herbe portant sa semence selon son espèce, et des arbres dont les fruits ont en eux leur semence selon leur espèce. Dieu vit que cela était bon.
13 Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι, ημερα τριτη.13 Il y eut un soir, il y eut un matin: troisième jour.
14 Και ειπεν ο Θεος, Ας γεινωσι φωστηρες εν τω στερεωματι του ουρανου, δια να διαχωριζωσι την ημεραν απο της νυκτος? και ας ηναι δια σημεια και καιρους και ημερας και ενιαυτους?14 Dieu dit: “Qu’il y ait des luminaires à la voûte du ciel pour séparer le jour de la nuit, pour marquer les saisons, les jours et les années:
15 και ας ηναι δια φωστηρας εν τω στερεωματι του ουρανου, δια να φεγγωσιν επι της γης. Και εγεινεν ουτω.15 ils brilleront à la voûte du ciel pour éclairer la terre!” Il en fut ainsi.
16 Και εκαμεν ο Θεος τους δυο φωστηρας τους μεγαλους, τον φωστηρα τον μεγαν δια να εξουσιαζη επι της ημερας, και τον φωστηρα τον μικρον δια να εξουσιαζη επι της νυκτος? και τους αστερας?16 Dieu fit donc les deux grands luminaires: le grand luminaire pour gouverner le jour, et le petit luminaire pour gouverner la nuit. Il fit aussi les étoiles.
17 και εθεσεν αυτους ο Θεος εν τω στερεωματι του ουρανου, δια να φεγγωσιν επι της γης,17 Dieu les fixa à la voûte du ciel pour éclairer la terre,
18 και να εξουσιαζωσιν επι της ημερας και επι της νυκτος και να διαχωριζωσι το φως απο του σκοτους. Και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον.18 pour gouverner le jour et la nuit, pour séparer la lumière des ténèbres. Dieu vit que cela était bon.
19 Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι, ημερα τεταρτη.19 Il y eut un soir, il y eut un matin: quatrième jour.
20 Και ειπεν ο Θεος, Ας γεννησωσι τα υδατα εν αφθονια νηκτα εμψυχα και πετεινα ας πετωνται επανωθεν της γης κατα το στερεωμα του ουρανου.20 Dieu dit: “Que les eaux se peuplent d’une multitude d’êtres vivants, et qu’il y ait des oiseaux pour voler au-dessus de la terre en dessous de la voûte du ciel!”
21 Και εποιησεν ο Θεος τα κητη τα μεγαλα και παν εμψυχον κινουμενον, τα οποια εγεννησαν εν αφθονια τα υδατα κατα το ειδος αυτων, και παν πετεινον πτερωτον κατα το ειδος αυτου. Και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον.21 Dieu créa donc les grands monstres de la mer et tous les êtres vivants qui se glissent et qui foisonnent dans les eaux selon leur espèce, et tous les oiseaux selon leur espèce. Dieu vit que cela était bon.
22 Και ευλογησεν αυτα ο Θεος, λεγων, Αυξανεσθε και πληθυνεσθε και γεμισατε τα υδατα εν ταις θαλασσαις? και τα πετεινα ας πληθυνωνται επι της γης.22 Dieu les bénit et leur dit: “Développez-vous, multipliez-vous, remplissez les eaux de la mer, et que les oiseaux se multiplient sur la terre!”
23 Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι, ημερα πεμπτη.23 Il y eut un soir, il y eut un matin: cinquième jour.
24 Και ειπεν ο Θεος, Ας γεννηση η γη ζωα εμψυχα κατα το ειδος αυτων, κτηνη και ερπετα και ζωα της γης κατα το ειδος αυτων? και εγεινεν ουτω.24 Dieu dit: “Que la terre produise des bêtes de toute espèce: animaux des champs, reptiles, bêtes sauvages, chacun selon son espèce!” Il en fut ainsi.
25 Και εκαμεν ο Θεος τα ζωα της γης κατα το ειδος αυτων, και τα κτηνη κατα το ειδος αυτων, και παν ερπετον της γης κατα το ειδος αυτου. Και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον.25 Dieu fit les bêtes sauvages selon leur espèce, les animaux des champs selon leur espèce, et tous les reptiles de la terre selon leur espèce. Dieu vit que cela était bon.
26 Και ειπεν ο θεος, Ας καμωμεν ανθρωπον κατ' εικονα ημων, καθ' ομοιωσιν ημων? και ας εξουσιαζη επι των ιχθυων της θαλασσης και επι των πετεινων του ουρανου και επι των κτηνων και επι πασης της γης και επι παντος ερπετου, ερποντος επι της γης.26 Dieu dit: “Faisons l’Homme à notre image et à notre ressemblance. Qu’il ait autorité sur les poissons de la mer, les oiseaux du ciel, les animaux des champs et toutes les bêtes sauvages et les reptiles qui rampent sur la terre!”
27 Και εποιησεν ο Θεος τον ανθρωπον κατ' εικονα εαυτου? κατ' εικονα Θεου εποιησεν αυτον? αρσεν και θηλυ εποιησεν αυτους?27 Dieu créa l’Homme à son image; à l’image de Dieu il le créa; Homme et Femme il les créa.
28 και ευλογησεν αυτους ο Θεος? και ειπε προς αυτους ο Θεος, Αυξανεσθε και πληθυνεσθε και γεμισατε την γην και κυριευσατε αυτην, και εξουσιαζετε επι των ιχθυων της θαλασσης και επι των πετεινων του ουρανου και επι παντος ζωου κινουμενου επι της γης.28 Dieu les bénit et leur dit: “Développez-vous, multipliez-vous, remplissez la terre et dominez-la. Ayez autorité sur les poissons de la mer, les oiseaux du ciel et tous les animaux qui vont et viennent sur la terre!”
29 Και ειπεν ο Θεος, Ιδου, σας εδωκα παντα χορτον καμνοντα σπορον, οστις ειναι επι του προσωπου πασης της γης, και παν δενδρον, το οποιον εχει εν εαυτω καρπον δενδρου καμνοντος σπορον? ταυτα θελουσιν εισθαι εις εσας προς τροφην?29 Dieu dit: “Je vous donne en ce jour toutes les plantes à graines qui poussent sur toute la terre, et tous les arbres qui portent des fruits avec leur semence: ce sera là votre nourriture.
30 και εις παντα τα ζωα της γης και εις παντα τα πετεινα του ουρανου και εις παν ερπετον ερπον επι της γης και εχον εν εαυτω ψυχην ζωσαν, εδωκα παντα χλωρον χορτον εις τροφην. Και εγεινεν ουτω.30 L’herbe verte sera la nourriture des bêtes sauvages, des oiseaux du ciel, et de tous les animaux qui vont et viennent sur la terre.” Il en fut ainsi.
31 Και ειδεν ο Θεος παντα οσα εποιησε? και ιδου, ησαν καλα λιαν. Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι, ημερα εκτη.31 Dieu vit tout ce qu’il avait fait: cela était très bon. Il y eut un soir, il y eut un matin: sixième jour.