Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Lettera ai Colossesi - מכתב לקולוסים 10


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 וְאִישׁ הָיָה בְקִסְרִין וּשְׁמוֹ קָרְנֵילִיּוֹס שַׂר־מֵאָה מִן־הַגְּדוּד הַנִּקְרָא הָאִיטַלְקִי1 Ητο δε τις ανθρωπος εν Καισαρεια ονοματι Κορνηλιος, εκατονταρχος εκ του ταγματος του λεγομενου Ιταλικου,
2 וְהוּא חָסִיד וִירֵא אֱלֹהִים עִם־כָּל־בְּנֵי בֵיתוֹ וְעֹשֵׂה צְדָקוֹת הַרְבֵּה לָעָם וּמִתְפַּלֵּל תָּמִיד לֵאלֹהִים2 ευσεβης και φοβουμενος τον Θεον μετα παντος του οικου αυτου, οστις και εκαμνεν ελεημοσυνας εις τον λαον πολλας και εδεετο του Θεου διαπαντος?
3 וּמַחֲזֶה נִרְאָה אֵלָיו כַּשָּׁעָה הַתְּשִׁיעִית לַיּוֹם וַיַּרְא מַלְאַךְ אֱלֹהִים בָּא אֵלָיו פְּנִימָה וְאֹמֵר קָרְנֵילִיּוֹס3 ουτος ειδε φανερα δι' οραματος περι την εννατην ωραν της ημερας αγγελον του Θεου, οτι εισηλθε προς αυτον και ειπε προς αυτον? Κορνηλιε.
4 וַיַּבֵּט אֵלָיו וַיִּירָא וַיֹּאמֶר מַה־זֶּה אֲדֹנִי וַיֹּאמֶר אֵלָיו תְּפִלּוֹתֶיךָ וְצִדְקוֹתֶיךָ עָלוּ לְזִכָּרוֹן לִפְנֵי הָאֱלֹהִים4 Ο δε ατενισας εις αυτον και εμφοβος γενομενος, ειπε? Τι ειναι, Κυριε; Και ειπε προς αυτον? Αι προσευχαι σου και αι ελεημοσυναι σου ανεβησαν εις μνημοσυνον σου ενωπιον του Θεου.
5 וְעַתָּה שְׁלַח־לְךָ אֲנָשִׁים אֶל־יָפוֹ וְהָבֵא אֵלֶיךָ אֶת־שִׁמְעוֹן הַמְכֻנֶּה פֶטְרוֹס5 Και τωρα πεμψον εις Ιοππην ανθρωπους και προσκαλεσον τον Σιμωνα, οστις επονομαζεται Πετρος?
6 הוּא מִתְגּוֹרֵר עִם־בּוּרְסִי אֶחָד שִׁמְעוֹן שְׁמוֹ אֲשֶׁר בֵּיתוֹ עַל־יַד הַיָּם הוּא יֹאמַר לְךָ אֶת־אֲשֶׁר עָלֶיךָ לַעֲשׂוֹת6 ουτος ξενιζεται παρα τινι Σιμωνι βυρσοδεψη, εχοντι οικιαν πλησιον της θαλασσης. Ουτος θελει σοι λαλησει τι πρεπει να καμνης.
7 וַיֵּלֶךְ־לוֹ הַמַּלְאָךְ הַדֹּבֵר אֶל־קָרְנֵילִיּוֹס וַיִּקְרָא אֶל־שְׁנַיִם מֵעַבְדֵי בֵיתוֹ וְאֶל־אִישׁ מִלְחָמָה אֶחָד יְרֵא אֱלֹהִים מִן־הָעֹמְדִים תָּמִיד לְפָנָיו לְשָׁרְתוֹ7 Καθως δε ανεχωρησεν ο αγγελος ο λαλων προς τον Κορνηλιον, εφωναξε δυο εκ των υπηρετων αυτου και ενα στρατιωτην ευσεβη εκ των διαμενοντων παντοτε πλησιον αυτου,
8 וַיְסַפֵּר לָהֶם אֵת כָּל־הַדְּבָרִים וַיִּשְׁלָחֵם אֶל־יָפוֹ8 και διηγηθεις προς αυτους τα παντα, απεστειλεν αυτους εις την Ιοππην.
9 וַיְהִי מִמָּחֳרָת וְהֵמָּה הֹלְכִים בַּדֶּרֶךְ וּקְרֵבִים לָעִיר וַיַּעַל פֶּטְרוֹס עַל־הַגָּג לְהִתְפַּלֵּל כַּשָּׁעָה הַשִּׁשִּׁית9 Τη δε επαυριον, ενω εκεινοι ωδοιπορουν και επλησιαζον εις την πολιν, ανεβη ο Πετρος εις το δωμα δια να προσευχηθη περι την εκτην ωραν.
10 וְהוּא רָעֵב וַיִּתְאָו לִטְעָם־לָחֶם וּבַהֲכִינָם לוֹ נָפְלָה תַרְדֵּמָה עָלָיו10 Και πεινασας ηθελε να φαγη? ενω δε ητοιμαζον, επηλθεν επ' αυτον εκστασις,
11 וַיַּרְא אֶת־הַשָּׁמַיִם נִפְתָּחִים וְהִנֵּה־כְלִי יֹרֵד אֵלָיו כִּדְמוּת מִטְפַּחַת־בַּד גְּדוֹלָה וַיּוּרַד בְּאַרְבַּע כַּנְפוֹתָיו עַל־הָאָרֶץ11 και θεωρει τον ουρανον ανεωγμενον και καταβαινον επ' αυτον σκευος τι ως σινδονα μεγαλην, το οποιον ητο δεδεμενον απο των τεσσαρων ακρων και κατεβιβαζετο επι την γην,
12 וּבְתוֹכוֹ מִכָּל־בֶּהֱמַת הָאָרֶץ וְחַיָּה וָרֶמֶשׂ וְעוֹף הַשָּׁמָיִם12 εντος του οποιου υπηρχον παντα τα τετραποδα της γης και τα θηρια και τα ερπετα και τα πετεινα του ουρανου.
13 וַיְהִי־קוֹל אֵלָיו לֵאמֹר קוּם פֶּטְרוֹס זְבַח וֶאֱכֹל13 Και εγεινε φωνη προς αυτον? Σηκωθεις, Πετρε, σφαξον και φαγε?
14 וַיֹּאמֶר פֶּטְרוֹס חָלִילָה לִּי אֲדֹנִי כִּי מֵעוֹלָם לֹא אָכַלְתִּי כָּל־פִּגּוּל וְטָמֵא14 Ο δε Πετρος ειπε? Μη γενοιτο, Κυριε? διοτι ουδεποτε εφαγον ουδεν βεβηλον η ακαθαρτον.
15 וַיְהִי־עוֹד קוֹל אֵלָיו פַּעַם שֵׁנִית לֵאמֹר אֶת־אֲשֶׁר טִהַר הָאֱלֹהִים אַתָּה אַל־תְּטַמְּאֶנּוּ15 Και παλιν εκ δευτερου εγεινε φωνη προς αυτον? Οσα ο Θεος εκαθαρισε, συ μη λεγε βεβηλα.
16 וְכֵן הָיָה שָׁלשׁ פְּעָמִים וְהַכְּלִי שָׁב וְהֹעֲלָה הַשָּׁמָיְמָה16 Εγεινε δε τουτο τρις, και παλιν ανεληφθη το σκευος εις τον ουρανον.
17 וַיְהִי בְּהִתְפָּעֵם רוּחַ פֶּטְרוֹס עַל־הַמַּרְאֶה אֲשֶׁר רָאָה וְהִנֵּה הָאֲנָשִׁים הַשְּׁלוּחִים מֵאֵת קָרְנֵילִיּוֹס שָׁאֲלוּ לְבֵית שִׁמְעוֹן וַיַּעַמְדוּ עַל־הַפָּתַח17 Ενω δε ο Πετρος ητο εν απορια καθ' εαυτον τι εσημαινε το οραμα, το οποιον ειδεν, ιδου, οι ανθρωποι οι απεσταλμενοι παρα του Κορνηλιου ερωτησαντες και μαθοντες την οικιαν του Σιμωνος εφθασαν εις την πυλην,
18 וַיִּקְרְאוּ וַיִּדְרְשׁוּ הֲיֵשׁ מִתְגּוֹרֵר שָׁם שִׁמְעוֹן הַמְכֻנֶּה פֶטְרוֹס18 και φωναξαντες ηρωτων αν ο Σιμων ο επονομαζομενος Πετρος ξενιζεται ενταυθα.
19 וּפֶטְרוֹס עוֹדֶנּוּ חשֵׁב עִם־לְבָבוֹ עַל־הַמַּרְאֶה וְהָרוּחַ אָמַר אֵלָיו הִנֵּה שְׁלשָׁה אֲנָשִׁים מְבַקְשִׁים אוֹתָךְ19 Και ενω ο Πετρος διελογιζετο περι του οραματος, ειπε προς αυτον το Πνευμα? Ιδου, τρεις ανθρωποι σε ζητουσι?
20 לָכֵן קוּם רֵד וּלְכָה־נָּא אִתָּם וְאַל־תִּתְמַהְמָהּ כִּי אָנֹכִי שְׁלַחְתִּים20 σηκωθεις λοιπον καταβηθι και υπαγε μετ' αυτων, μηδολως δισταζων, διοτι εγω απεστειλα αυτους.
21 וַיֵּרֶד פֶּטְרוֹס אֶל־הָאֲנָשִׁים הַנִּשְׁלָחִים אֵלָיו מֵאֵת קָרְנֵילִיּוֹס וַיֹּאמַר אָנֹכִי הָאִישׁ אֲשֶׁר אַתֶּם מְבַקְשִׁים לָמָּה זֶּה בָאתֶם הֵנָּה21 Καταβας δε ο Πετρος προς τους ανθρωπους τους απεσταλμενους προς αυτον απο του Κορνηλιου, ειπεν? Ιδου, εγω ειμαι εκεινος τον οποιον ζητειτε? τις η αιτια δια την οποιαν ηλθετε;
22 וַיֹּאמְרוּ קָרְנֵילִיּוֹס שַׂר־מֵאָה אִישׁ צַדִּיק וִירֵא אֱלֹהִים וְלוֹ שֵׁם־טוֹב בְּכָל־עַם הַיְּהוּדִים צֻוָּה עַל־פִּי מַלְאָךְ קָדוֹשׁ לִקְרֹא לְךָ אֶל־בֵּיתוֹ וְלִשְׁמֹעַ דְּבָרִים מִפִּיךָ22 Οι δε ειπον? Κορνηλιος ο εκατονταρχος, ανηρ δικαιος και φοβουμενος τον Θεον και μαρτυρουμενος υπο ολου του εθνους των Ιουδαιων, διεταχθη θεοθεν υπο αγιου αγγελου να σε προσκαλεση εις τον οικον αυτου και να ακουση λογους παρα σου.
23 וַיִּקְרָא אֹתָם אֵלָיו וַיַּאַסְפֵם הַבָּיְתָה וַיְהִי מִמָּחֳרָת וַיֵּצֵא פֶטְרוֹס אִתָּם וּמִקְצָת הָאַחִים אֲשֶׁר בְּיָפוֹ הָלְכוּ עִמּוֹ23 Προσκαλεσας λοιπον αυτους εσω, εφιλοξενησε. Τη δε επαυριον εξηλθεν ο Πετρος μετ' αυτων, και τινες των αδελφων των απο της Ιοππης υπηγον μετ' αυτον,
24 וּלְמָחֳרָתוֹ בָּאוּ אֶל־קִסְרִין וְקָרְנֵילִיּוֹס מְחַכֶּה לָהֶם וְעִמּוֹ בְּנֵי מִשְׁפַּחְתּוֹ וּקְרוֹבָיו וּמְיֻדָּעָיו הַנִּקְהָלִים אֵלָיו24 και τη επαυριον εισηλθον εις την Καισαρειαν. Ο δε Κορνηλιος περιεμενεν αυτους, συγκαλεσας τους συγγενεις αυτου και τους οικειους φιλους.
25 וַיְהִי כְּבוֹא פֶטְרוֹס וַיֵּצֵא קָרְנֵילִיּוֹס לִקְרָאתוֹ וַיִּפֹּל לְרַגְלָיו וַיִּשְׁתָּחוּ25 Ως δε εισηλθεν ο Πετρος, ελθων ο Κορνηλιος εις συναντησιν αυτου, επεσεν εις τους ποδας αυτου και προσεκυνησεν.
26 וַיָּקֶם אוֹתוֹ פֶּטְרוֹס וַיֹּאמֶר קוּם כִּי גַם־אֲנִי אֱנוֹשׁ אָנֹכִי26 Αλλ' ο Πετρος εσηκωσεν αυτον, λεγων? Σηκωθητι? και εγω αυτος ανθρωπος ειμαι.
27 וַיְדַבֵּר אִתּוֹ וַיָּבֹא הַבָּיְתָה וַיִּמְצָא רַבִּים נֶאֱסָפִים שָׁמָּה27 Και συνομιλων μετ' αυτου εισηλθε και ευρισκει συνηγμενους πολλους,
28 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם אַתֶּם יְדַעְתֶּם כִּי־אָסוּר הוּא לְאִישׁ יְהוּדִי לְהִלָּוֺת וְלִקְרֹב אֶל־נָכְרִי וְאֹתִי הוֹרָה אֱלֹהִים לְבִלְתִּי אֱמֹר חֹל אוֹ־טָמֵא עַל־כָּל־אָדָם28 και ειπε προς αυτους? Σεις εξευρετε οτι ειναι ασυγχωρητον εις ανθρωπον Ιουδαιον να συναναστρεφηται η να πλησιαζη εις αλλοφυλον? ο Θεος ομως εδειξεν εις εμε να μη λεγω μηδενα ανθρωπον βεβηλον η ακαθαρτον?
29 וּבַעֲבוּר זֹאת כַּאֲשֶׁר נִקְרֵאתִי לֹא נִמְנַעְתִּי מֵהֲלֹךְ וְעַתָּה אֶשְׁאָלְכֶם מַדּוּעַ קְרָאתֶם לִי29 οθεν και προσκληθεις ηλθον χωρις αντιλογιας. Ερωτω λοιπον δια τινα λογον με προσεκαλεσατε;
30 וַיֹּאמֶר קָרְנֵילִיּוֹס זֶה אַרְבָּעָה יָמִים הָיִיתִי צָם עַד־הַשָּׁעָה הַזֹּאת וּבַשָּׁעָה הַתְּשִׁיעִית הִתְפַּלַּלְתִּי בְּתוֹךְ בֵּיתִי וְהִנֵּה־אִישׁ נִצָּב לְפָנַי בִּלְבוּשׁ זֹהַר30 Και ο Κορνηλιος ειπε? Απο τεσσαρων ημερων ημην νηστευων μεχρι της ωρας ταυτης, και την εννατην ωραν προσηυχομην εν τω οικω μου? και ιδου, εσταθη ενωπιον μου ανηρ με ενδυματα λαμπρα,
31 וַיֹּאמַר קָרְנֵילִיּוֹס נִשְׁמְעָה תְפִלָּתְךָ וְצִדְקוֹתֶיךָ הָיוּ לְזִכָּרוֹן לִפְנֵי הָאֱלֹהִים31 και λεγει? Κορνηλιε, εισηκουσθη η προσευχη σου και αι ελεημοσυναι σου εμνημονευθησαν ενωπιον του Θεου.
32 וְעַתָּה שְׁלַח אֶל־יָפוֹ וּקְרָא אֵלֶיךָ אֶת־שִׁמְעוֹן הַמְכֻנֶּה פֶטְרוֹס מִתְגּוֹרֵר הוּא בְּבֵית שִׁמְעוֹן הַבּוּרְסִי עַל־הַיָּם אֲשֶׁר בְּבוֹאוֹ יְדַבֶּר־לָךְ32 Πεμψον λοιπον εις Ιοππην και προσκαλεσον τον Σιμωνα, οστις επονομαζεται Πετρος? ουτος ξενιζεται εν τη οικια Σιμωνος του βυρσοδεψου πλησιον της θαλασσης? οστις ελθων θελει σοι λαλησει.
33 וָאֲמַהֵר וָאֶשְׁלַח אֵלֶיךָ וְאַתָּה הֵיטַבְתָּ לַעֲשׂוֹת אֲשֶׁר־בָּאתָ אֵלָי וְהִנְנוּ כֻּלָּנוּ פֹה לִפְנֵי הָאֱלֹהִים לִשְׁמֹעַ אֶת־כָּל־אֲשֶׁר צֻוֵּיתָ מֵאֵת יְהוָֹה33 Ευθυς λοιπον επεμψα προς σε, και συ εκαμες καλα οτι ηλθες. Τωρα λοιπον ημεις παντες παρισταμεθα ενωπιον του Θεου, δια να ακουσωμεν παντα οσα προσεταχθησαν εις σε υπο του Θεου.
34 וַיִּפְתַּח פֶּטְרוֹס אֶת־פִּיו וַיֹּאמַר עַתָּה יָדַעְתִּי בֶאֱמֶת כִּי הָאֱלֹהִים אֵינֶנּוּ נֹשֵׂא פָנִים34 Τοτε ο Πετρος ανοιξας το στομα ειπεν? Επ' αληθειας γνωριζω οτι δεν ειναι προσωποληπτης ο Θεος,
35 כִּי אִם־בְּכָל־עַם וָעָם הַיָּרֵא אוֹתוֹ וְעֹשֶׂה צֶּדֶק רָצוּי הוּא לְפָנָיו35 αλλ' εν παντι εθνει, οστις φοβειται αυτον και εργαζεται δικαιοσυνην, ειναι δεκτος εις αυτον.
36 וַיִּשְׁלַח אֶת־דְּבָרוֹ לִבְנֵי יִשְׂרָאֵל וַיְבַשֵּׂר אֶת־הַשָּׁלוֹם עַל־יְדֵי יֵשׁוּעַ הַמָּשִׁיחַ וְהוּא אֲדוֹן הַכֹּל36 Τον λογον, τον οποιον απεστειλε προς τους υιους Ισραηλ ευαγγελιζομενος ειρηνην δια Ιησου Χριστου? ουτος ειναι ο Κυριος παντων?
37 אַתֶּם יְדַעְתֶּם אֶת־הַדָּבָר הַנַּעֲשֶׂה בְכָל־יְהוּדָה הָחֵל מִן־הַגָּלִיל אַחֲרֵי הַטְּבִילָה אֲשֶׁר־קָרָא אוֹתָהּ יוֹחָנָן37 τον λογον τουτον σεις εξευρετε, οστις εκηρυχθη καθ' ολην την Ιουδαιαν, αρχισας απο της Γαλιλαιας, μετα το βαπτισμα, το οποιον εκηρυξεν ο Ιωαννης,
38 אֵת אֲשֶׁר־מָשַׁח הָאֱלֹהִים אֶת־יֵשׁוּעַ הַנָּצְרִי בְּרוּחַ הַקֹּדֶשׁ וּבִגְבוּרָה וַיַּעֲבֹר בָּאָרֶץ עֹשֵׂה חֶסֶד וְרֹפֵא אֶת־כָּל־הַנִּכְבָּשִׁים תַּחַת יַד הַשָּׂטָן כִּי הָאֱלֹהִים הָיָה עִמּוֹ38 πως ο Θεος εχρισε τον Ιησουν τον απο Ναζαρετ με Πνευμα Αγιον και με δυναμιν, οστις διηλθεν ευεργετων και θεραπευων παντας τους καταδυναστευομενους υπο του διαβολου, διοτι ο Θεος ητο μετ' αυτου?
39 וַאֲנַחְנוּ עֵדִים עַל־כָּל־אֲשֶׁר עָשָׂה בְּאֶרֶץ הַיְּהוּדִים וּבִירוּשָׁלָיִם וַאֲשֶׁר הֲרָגֻהוּ בְּהוֹקִיעָם אֹתוֹ עַל־הָעֵץ39 και ημεις ειμεθα μαρτυρες παντων οσα εκαμε και εν τη γη των Ιουδαιων και εν Ιερουσαλημ? τον οποιον εφονευσαν κρεμασαντες επι ξυλου.
40 אוֹתוֹ הֵקִים הָאֱלֹהִים בַּיּוֹם הַשְּׁלִישִׁי וַיִּתְּנֵהוּ לְהֵרָאוֹת בְּגָלוּי40 Τουτον ο Θεος ανεστησε την τριτην ημεραν και εκαμεν αυτον να εμφανισθη
41 לֹא לְכָל־הָעָם כִּי אִם־לָנוּ הָעֵדִים אֲשֶׁר הָאֱלֹהִים בָּחַר בָּהֶם מֵרֹאשׁ אֲשֶׁר אָכַלְנוּ וְשָׁתִינוּ אִתּוֹ אַחֲרֵי קוּמוֹ מִן־הַמֵּתִים41 ουχι εις παντα τον λαον, αλλ' εις μαρτυρας τους προδιωρισμενους υπο του Θεου, εις ημας, οιτινες συνεφαγομεν και συνεπιομεν μετ' αυτου, αφου ανεστη εκ νεκρων?
42 וַיְצַו אֹתָנוּ לְהַשְׁמִיעַ לָעָם וּלְהָעִיד כִּי אֹתוֹ שָׂם הָאֱלֹהִים לְשׁוֹפֵט הַחַיִּים וְהַמֵּתִים42 και παρηγγειλεν εις ημας να κηρυξωμεν προς τον λαον και να μαρτυρησωμεν οτι αυτος ειναι ο ωρισμενος υπο του Θεου κριτης ζωντων και νεκρων.
43 וְעָלָיו כָּל־הַנְּבִיאִים מְעִידִים כִּי יְקַבְּלוּ סְלִיחַת הַחֲטָאִים בִּשְׁמוֹ כָּל־הַמַּאֲמִינִים בּוֹ43 Εις τουτον παντες οι προφηται μαρτυρουσιν, οτι δια του ονοματος αυτου θελει λαβει αφεσιν αμαρτιων πας ο πιστευων εις αυτον.
44 עוֹד פֶּטְרוֹס מְדַבֵּר הַדְּבָרִים הָאֵלֶּה וְרוּחַ הַקֹּדֶשׁ צָלְחָה עַל כָּל־הַשֹּׁמְעִים אֶת־הַדָּבָר44 Ενω ετι ελαλει ο Πετρος τους λογους τουτους, επηλθε το Πνευμα το Αγιον επι παντας τους ακουοντας τον λογον.
45 וְהַמַּאֲמִינִים בְּנֵי הַמִּילָה אֲשֶׁר בָּאוּ אֶת־פֶּטְרוֹס הִשְׁתּוֹמְמוּ כִּי־מַתְּנַת רוּחַ הַקֹּדֶשׁ נִשְׁפְּכָה גַּם עַל־הַגּוֹיִם45 Και εξεπλαγησαν οι εκ περιτομης πιστοι, οσοι ηλθον μετα του Πετρου, οτι η δωρεα του Αγιου Πνευματος εξεχυθη και επι τα εθνη?
46 כִּי שָׁמְעוּ אֹתָם מְמַלְלִים בִּלְשֹׁנוֹת וּמְגַדְּלִים אֶת־הָאֱלֹהִים46 διοτι ηκουον αυτους λαλουντας γλωσσας και μεγαλυνοντας τον Θεον. Τοτε απεκριθη ο Πετρος?
47 וַיַּעַן פֶּטְרוֹס וַיֹּאמַר הֲיוּכַל אִישׁ לִמְנֹעַ אֶת־הַמַּיִם מִטְּבֹל אֶת־אֵלֶּה אֲשֶׁר קִבְּלוּ אֶת־רוּחַ הַקֹּדֶשׁ גַּם־הֵם כָּמֹנוּ47 Μηπως δυναται τις να εμποδιση το υδωρ, ωστε να μη βαπτισθωσιν ουτοι, οιτινες ελαβον το Πνευμα το Αγιον καθως και ημεις;
48 וַיְצַו לִטְבֹּל אֹתָם בְּשֵׁם הָאָדוֹן וַיְבַקְשׁוּ מִמֶּנּוּ לָשֶׁבֶת אִתָּם יָמִים אֲחָדִים48 Και προσεταξεν αυτους να βαπτισθωσιν εις το ονομα του Κυριου. Τοτε παρεκαλεσαν αυτον να διαμεινη ημερας τινας.