| 1 Poi mi mostrò il sommo sacerdote Giosuè, che stava in piedi davanti all'angelo del Signore, e satana stava alla sua destra per accusarlo. | 1 Και μοι εδειξε τον Ιησουν, τον ιερεα τον μεγαν, ισταμενον εμπροσθεν του αγγελου του Κυριου, και ο διαβολος ιστατο εκ δεξιων αυτου δια να αντισταθη εις αυτον. |
| 2 L'angelo del Signore disse a satana: "Che il Signore ti reprima, satana! Sì, che il Signore ti reprima! Egli che ha eletto Gerusalemme! Non è costui un tizzone tratto dal fuoco?". | 2 Και ειπε Κυριος προς τον διαβολον, Θελει σε επιτιμησει ο Κυριος, διαβολε? ναι, θελει σε επιτιμησει ο Κυριος, οστις εξελεξε την Ιερουσαλημ? δεν ειναι ουτος δαυλος απεσπασμενος απο πυρος; |
| 3 Infatti Giosuè era vestito di sordide vesti, mentre stava in piedi davanti all'angelo del Signore. | 3 Ο δε Ιησους ητο ενδεδυμενος ιματια ρυπαρα και ιστατο ενωπιον του αγγελου. |
| 4 Egli riprese la parola e disse a coloro che stavano davanti a costui: "Toglietegli di dosso quelle sordide vesti e rivestitelo di abiti preziosi!". E disse a Giosuè: "Vedi, ho tolto via da te il tuo peccato". Poi soggiunse: " | 4 Και απεκριθη και ειπε προς τους ισταμενους ενωπιον αυτου, λεγων, Αφαιρεσατε τα ιματια τα ρυπαρα απ' αυτου? και προς αυτον ειπεν, Ιδου, αφηρεσα απο σου την ανομιαν σου και θελω σε ενδυσει ιματια λαμπρα? |
| 5 Ponetegli una tiara pura sul capo!". Allora gli posero la tiara pura in testa e lo rivestirono di candide vesti alla presenza dell'angelo del Signore. | 5 και ειπα, Ας επιθεσωσι μιτραν καθαραν επι την κεφαλην αυτου. Και επεθεσαν την μιτραν την καθαραν επι την κεφαλην αυτου και ενεδυσαν αυτον ιματια? ο δε αγγελος του Κυριου παριστατο. |
| 6 L'angelo del Signore assicurò solennemente Giosuè: | 6 Και διεμαρτυρηθη ο αγγελος του Κυριου προς τον Ιησουν, λεγων, |
| 7 "Così dice il Signore degli eserciti: Se tu camminerai nelle mie vie, se osserverai le mie prescrizioni, governerai tu pure la mia casa, custodirai i miei atri e ti darò libero accesso tra coloro che stanno qui". | 7 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? Εαν περιπατησης εν ταις οδοις μου και εαν φυλαξης τας εντολας μου, τοτε συ θελεις κρινει ετι τον οικον μου και θελεις φυλαττει ετι τας αυλας μου και θελω σοι δωσει να περιπατης μεταξυ των ενταυθα ισταμενων. |
| 8 "Ascolta, Giosuè, sommo sacerdote, tu e i tuoi colleghi, assisi davanti a te: voi siete infatti uomini di presagio. Sì, ecco, faccio venire il mio servo Germoglio. | 8 Ακουε τωρα, Ιησου ο ιερευς ο μεγας, συ και οι εταιροι σου οι καθημενοι ενωπιον σου, επειδη αυτοι ειναι ανθρωποι θαυμασιοι? διοτι ιδου εγω θελω φερει εξω τον δουλον μου τον Βλαστον. |
| 9 Sì, ecco la pietra che pongo davanti a Giosuè: sopra un'unica pietra ci sono sette occhi. Sì, ecco io stesso v'incido la sua decorazione, oracolo del Signore degli eserciti, e cancellerò il peccato di questa terra in un solo giorno. | 9 Διοτι ιδου, ο λιθος, τον οποιον εθεσα εμπροσθεν του Ιησου, επι τον ενα τουτον λιθον ειναι επτα οφθαλμοι? ιδου, εγω θελω εγχαραξει το εγχαραγμα αυτου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, και θελω εξαλειψει την ανομιαν της γης εκεινης εν μια ημερα. |
| 10 Quel giorno, oracolo del Signore degli eserciti, vi inviterete l'un l'altro sotto la vite e sotto il fico". | 10 Εν τη ημερα εκεινη, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, θελετε προσκαλεσει εκαστος τον πλησιον αυτου υπο την αμπελον αυτου και υπο την συκην αυτου. |