Scrutatio

Lunedi, 3 giugno 2024 - San Carlo Lwanga ( Letture di oggi)

A példabeszédek könyve 9


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 A bölcsesség házat épített magának, kifaragta hét oszlopát,1 η σοφια ωκοδομησεν εαυτη οικον και υπηρεισεν στυλους επτα
2 leölte áldozatait, elegyítette borát, meg is terítette asztalát.2 εσφαξεν τα εαυτης θυματα εκερασεν εις κρατηρα τον εαυτης οινον και ητοιμασατο την εαυτης τραπεζαν
3 Elküldte szolgálóit, hogy kiáltsák a várban és a város falain:3 απεστειλεν τους εαυτης δουλους συγκαλουσα μετα υψηλου κηρυγματος επι κρατηρα λεγουσα
4 »Aki tudatlan, jöjjön hozzám!« S a dőréknek üzente:4 ος εστιν αφρων εκκλινατω προς με και τοις ενδεεσι φρενων ειπεν
5 »Jöjjetek, egyétek étkemet, és igyatok a borból, amelyet nektek elegyítettem!5 ελθατε φαγετε των εμων αρτων και πιετε οινον ον εκερασα υμιν
6 Hagyjatok fel az együgyűséggel, hogy élhessetek, és járjatok a belátás útjain!«6 απολειπετε αφροσυνην και ζησεσθε και ζητησατε φρονησιν ινα βιωσητε και κατορθωσατε εν γνωσει συνεσιν
7 Aki arcátlant dorgál, szidalmat szerez magának, aki gonoszt korhol, szégyenfoltot hoz magára.7 ο παιδευων κακους λημψεται εαυτω ατιμιαν ελεγχων δε τον ασεβη μωμησεται εαυτον
8 Ne fedd meg az arcátlant, hogy meg ne gyűlöljön! Fedd meg a bölcset, és megkedvel téged.8 μη ελεγχε κακους ινα μη μισωσιν σε ελεγχε σοφον και αγαπησει σε
9 Adj a bölcsnek alkalmat, és bölcsességben gyarapszik, tanítsd az igazat, és sietve elfogadja!9 διδου σοφω αφορμην και σοφωτερος εσται γνωριζε δικαιω και προσθησει του δεχεσθαι
10 A bölcsesség kezdete az Úr félelme, s a Szentnek ismerete okosság,10 αρχη σοφιας φοβος κυριου και βουλη αγιων συνεσις [10α] το γαρ γνωναι νομον διανοιας εστιν αγαθης
11 mert általam sokasodnak napjaid, és lesz még több életéved.11 τουτω γαρ τω τροπω πολυν ζησεις χρονον και προστεθησεται σοι ετη ζωης σου
12 Ha bölcs vagy, a magad javára vagy az, ha arcátlan vagy, magad vallod kárát!12 υιε εαν σοφος γενη σεαυτω σοφος εση και τοις πλησιον εαν δε κακος αποβης μονος αναντλησεις κακα [12α] ος ερειδεται επι ψευδεσιν ουτος ποιμανει ανεμους ο δ' αυτος διωξεται ορνεα πετομενα [12β] απελιπεν γαρ οδους του εαυτου αμπελωνος τους δε αξονας του ιδιου γεωργιου πεπλανηται [12χ] διαπορευεται δε δι' ανυδρου ερημου και γην διατεταγμενην εν διψωδεσιν συναγει δε χερσιν ακαρπιαν
13 Dőreség-asszony lármás, csupa csábítás és egyebet sem tud.13 γυνη αφρων και θρασεια ενδεης ψωμου γινεται η ουκ επισταται αισχυνην
14 Leül háza kapujába, egy székre a város magas helyén,14 εκαθισεν επι θυραις του εαυτης οικου επι διφρου εμφανως εν πλατειαις
15 hogy hívja az arra menőket, akik az útjukon járnak:15 προσκαλουμενη τους παριοντας και κατευθυνοντας εν ταις οδοις αυτων
16 »Aki tudatlan, jöjjön hozzám!« S a dőréknek ezt üzeni:16 ος εστιν υμων αφρονεστατος εκκλινατω προς με ενδεεσι δε φρονησεως παρακελευομαι λεγουσα
17 »A lopott víz édesebb, s a titkon élvezett kenyér ízletesebb!«17 αρτων κρυφιων ηδεως αψασθε και υδατος κλοπης γλυκερου
18 És nem tudják, hogy ott a megholtak árnyai vannak, s az ő vendégei az alvilág mélyén laknak!18 ο δε ουκ οιδεν οτι γηγενεις παρ' αυτη ολλυνται και επι πετευρον αδου συναντα [18α] αλλα αποπηδησον μη εγχρονισης εν τω τοπω μηδε επιστησης το σον ομμα προς αυτην [18β] ουτως γαρ διαβηση υδωρ αλλοτριον και υπερβηση ποταμον αλλοτριον [18χ] απο δε υδατος αλλοτριου αποσχου και απο πηγης αλλοτριας μη πιης [18δ] ινα πολυν ζησης χρονον προστεθη δε σοι ετη ζωης