Scrutatio

Sabato, 4 maggio 2024 - San Ciriaco ( Letture di oggi)

Premier livre de Samuel 17


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Les Philistins rassemblèrent leurs troupes pour la guerre, ils se concentrèrent à Soko de Juda, etcampèrent entre Soko et Azéqa, à Ephès-Dammim.1 Συνηθροισαν δε οι Φιλισταιοι τα στρατευματα αυτων δια πολεμον και ησαν συνηθροισμενοι εν Σοκχω, ητις ειναι του Ιουδα, και εστρατοπεδευσαν μεταξυ Σοκχω και Αζηκα, εν Εφες-δαμμειμ.
2 Saül et les Israélites se concentrèrent et campèrent dans la vallée du Térébinthe et ils se rangèrenten bataille face aux Philistins.2 Ο δε Σαουλ και οι ανδρες Ισραηλ συνηθροισθησαν, και εστρατοπεδευσαν εν τη κοιλαδι Ηλα, και παρεταχθησαν εις μαχην εναντιον των Φιλισταιων.
3 Les Philistins occupaient la montagne d'un côté, les Israélites occupaient la montagne de l'autrecôté et la vallée était entre eux.3 Και οι μεν Φιλισταιοι ισταντο επι του ορους εντευθεν, ο δε Ισραηλ ιστατο επι του ορους εκειθεν? η δε κοιλας ητο μεταξυ αυτων.
4 Un champion sortit des rangs philistins. Il s'appelait Goliath, de Gat, et sa taille était de sixcoudées et un empan.4 Και εξηλθεν ανηρ προμαχητης εκ του στρατοπεδου των Φιλισταιων ονομαζομενος Γολιαθ, εκ της Γαθ, υψους εξ πηχων και σπιθαμης?
5 Il avait sur la tête un casque de bronze et il était revêtu d'une cuirasse à écailles; la cuirasse pesait5.000 sicles de bronze.5 ειχε δε περικεφαλαιαν χαλκινην επι της κεφαλης αυτου και ητο ενδεδυμενος θωρακα αλυσιδωτον? και το βαρος του θωρακος ητο πεντε χιλιαδες σικλων χαλκου?
6 Il avait aux jambes des jambières de bronze, et un cimeterre de bronze en bandoulière.6 και κνημιδας χαλκινας επι των σκελων αυτου και ασπιδα χαλκινην μεταξυ των ωμων αυτου.
7 Le bois de sa lance était comme un liais de tisserand et la pointe de sa lance pesait 600 sicles defer. Le porte-bouclier marchait devant lui.7 Και το κονταριον του δορατος αυτου ητο ως αντιον υφαντου? και η λογχη του δορατος αυτου εζυγιζεν εξακοσιους σικλους σιδηρου? εις δε κρατων τον θυρεον προεπορευετο αυτου.
8 Il se campa devant les lignes israélites et leur cria: "Pourquoi êtes-vous sortis pour vous rangeren bataille? Ne suis-je pas, moi, le Philistin, et vous, n'êtes-vous pas les serviteurs de Saül? Choisissez-vous unhomme et qu'il descende vers moi.8 Και σταθεις εβοησε προς τας παραταξεις του Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Δια τι εξερχεσθε να παραταχθητε εις μαχην; δεν ειμαι εγω ο Φιλισταιος, και σεις δουλοι του Σαουλ; εκλεξατε εις εαυτους ανδρα, και ας καταβη προς εμε?
9 S'il l'emporte en luttant avec moi et s'il m'abat, alors nous serons vos serviteurs; si je l'emportesur lui et si je l'abats, alors vous deviendrez nos serviteurs, vous nous serez asservis."9 εαν μεν δυνηθη να πολεμηση μετ' εμου και με θανατωση, τοτε ημεις θελομεν εισθαι δουλοι σας? αλλ' εαν εγω υπερισχυσω κατ' αυτου και θανατωσω αυτον, τοτε σεις θελετε εισθαι δουλοι ημων και θελετε δουλευει ημας.
10 Le Philistin dit aussi: "Moi, j'ai lancé aujourd'hui un défi aux lignes d'Israël. Donnez-moi unhomme, et que nous nous mesurions en combat singulier!"10 Και ειπεν ο Φιλισταιος, Εγω εξουθενησα τας παραταξεις του Ισραηλ την ημεραν ταυτην? δοτε εις εμε ανδρα, δια να μονομαχησωμεν.
11 Quand Saül et tout Israël entendirent ces paroles du Philistin, ils furent consternés et ils eurenttrès peur.11 Οτε ηκουσεν ο Σαουλ και πας ο Ισραηλ εκεινους τους λογους του Φιλισταιου, εξεστησαν και εφοβηθησαν σφοδρα.
12 David était le fils d'un Ephratéen de Bethléem de Juda, qui s'appelait Jessé et qui avait huit fils.Cet homme, au temps de Saül, était vieux et chargé d'années.12 Ητο δε Δαβιδ ο υιος εκεινου του Εφραθαιου εκ Βηθλεεμ Ιουδα, ονομαζομενου Ιεσσαι? ειχε δε οκτω υιους? και ο ανθρωπος εις τας ημερας του Σαουλ ειχε ταξιν γεροντος μεταξυ των ανθρωπων.
13 Les trois fils aînés de Jessé partirent en guerre derrière Saül. Ses trois fils qui partirent en guerres'appelaient l'aîné Eliab, le second Abinadab et le troisième Shamma.13 Και υπηγαν οι τρεις υιοι του Ιεσσαι οι μεγαλητεροι ακολουθουντες τον Σαουλ εις την μαχην? και τα ονοματα των τριων υιων αυτου οιτινες υπηγαν εις την μαχην ησαν Ελιαβ ο πρωτοτοκος, και ο δευτερος αυτου Αβιναδαβ, και ο τριτος Σαμμα.
14 David était le plus jeune et les trois aînés partirent derrière Saül.14 Ο δε Δαβιδ ητο ο νεωτερος? και οι τρεις οι μεγαλητεροι ηκολουθουν τον Σαουλ.
15 (David allait et venait du service de Saül au soin du troupeau de son père à Bethléem.15 Και ανεχωρει ο Δαβιδ και επεστρεφεν απο του Σαουλ, δια να ποιμαινη τα προβατα του πατρος αυτου εν Βηθλεεμ.
16 Le Philistin s'approchait matin et soir et il se présenta ainsi pendant 40 jours.)16 Ο δε Φιλισταιος επλησιαζε πρωι και εσπερας και εστηλονετο τεσσαρακοντα ημερας.
17 Jessé dit à son fils David: "Emporte donc à tes frères cette mesure de grain grillé et ces dixpains, va vite au camp vers tes frères.17 Και ειπεν Ιεσσαι προς Δαβιδ τον υιον αυτου, Λαβε τωρα δια τους αδελφους σου εν εφα εκ τουτου του πεφρυγανισμενου σιτου και τους δεκα τουτους αρτους, και τρεξον εις το στρατοπεδον προς τους αδελφους σου?
18 Quant à ces dix morceaux de fromage, tu les offriras au chef de mille. Tu t'informeras de lasanté de tes frères et tu rapporteras d'eux un gage.18 και τα δεκα ταυτα νωπα τυρια φερε προς τον χιλιαρχον, και ιδε αν υγιαινωσιν οι αδελφοι σου και λαβε σημειον παρ' αυτων.
19 Ils sont avec Saül et tous les hommes d'Israël dans la vallée du Térébinthe, faisant la guerre auxPhilistins."19 Ο δε Σαουλ και αυτοι και παντες οι ανδρες Ισραηλ ησαν εν τη κοιλαδι Ηλα, μαχομενοι μετα των Φιλισταιων.
20 David se leva de bon matin, il laissa le troupeau à un gardien, prit sa charge et partit comme luiavait ordonné Jessé. Il arriva au campement au moment où l'armée sortait pour prendre ses positions et poussaitle cri de guerre.20 Και εξηγερθη ο Δαβιδ ενωρις το πρωι? και αφησας τα προβατα εις φυλακα, ελαβε και υπηγε, καθως προσεταξεν αυτον ο Ιεσσαι? και ηλθεν εις το περιχαρακωμα, ενω το στρατευμα εξηρχετο εις παραταξιν? και ηλαλαξαν προς την μαχην?
21 Israël et les Philistins se rangèrent ligne contre ligne.21 διοτι παρεταχθησαν ο Ισραηλ και οι Φιλισταιοι, στρατευμα κατα προσωπον στρατευματος.
22 David laissa son chargement aux mains du gardien des bagages, il courut aux lignes et demandaà ses frères comment ils allaient.22 Και ο Δαβιδ, αφησας επανωθεν αυτου τα σκευη εις την χειρα του σκευοφυλακος, εδραμε προς το στρατευμα και ηλθε και ηρωτησε τους αδελφους αυτου πως εχουσι.
23 Pendant qu'il parlait, le champion (il s'appelait Goliath, le Philistin de Gat) montait des lignesphilistines. Il dit les mêmes paroles que ci-dessus et David les entendit.23 Και ενω ωμιλει μετ' αυτων, ιδου, ανεβαινεν ο προμαχητης, ο Φιλισταιος ο εκ της Γαθ, Γολιαθ το ονομα, εκ των στρατευματων των Φιλισταιων, και ελαλησε κατα τους αυτους λογους? και ηκουσεν ο Δαβιδ.
24 Dès qu'ils aperçurent l'homme, tous les Israélites s'enfuirent loin de lui et eurent très peur.24 Παντες δε οι ανδρες Ισραηλ, ως ειδον τον ανδρα, εφυγον απο προσωπου αυτου και εφοβηθησαν σφοδρα.
25 Les gens d'Israël dirent: "Avez-vous vu cet homme qui monte? C'est pour lancer un défi à Israëlqu'il monte. Celui qui l'abattra, le roi le comblera de richesses, il lui donnera sa fille et exemptera sa maisonpaternelle en Israël."25 Και ελεγον οι ανδρες Ισραηλ, Ειδετε τον ανδρα τουτον τον αναβαινοντα; βεβαιως ανεβη δια να εξουθενηση τον Ισραηλ? και οστις θανατωση αυτον, τουτον θελει πλουτισει ο βασιλευς με πλουτη μεγαλα, και την θυγατερα αυτου θελει δωσει εις αυτον, και τον οικον του πατρος αυτου θελει καμει ελευθερον μεταξυ του Ισραηλ.
26 David demanda aux hommes qui se tenaient près de lui: "Qu'est-ce qu'on fera à celui qui abattrace Philistin et qui écartera la honte d'Israël? Qu'est-ce que ce Philistin incirconcis pour qu'il ait lancé un défi auxtroupes du Dieu vivant?"26 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τους ανδρας τους ισταμενους πλησιον αυτου, λεγων, Τι θελει γεινει εις τον ανδρα, οστις παταξη τον Φιλισταιον τουτον και αφαιρεση το ονειδος απο του Ισραηλ; διοτι τις ειναι ο Φιλισταιος ουτος ο απεριτμητος, ωστε να εξουθενη τα στρατευματα του Θεου του ζωντος;
27 Le peuple lui répondit comme ci-dessus: "Voilà ce qu'on fera à celui qui l'abattra."27 Και απεκριθη προς αυτον ο λαος κατα τον λογον τουτον, λεγων, ουτω θελει γεινει εις τον ανδρα, οστις παταξη αυτον.
28 Son frère aîné Eliab l'entendit qui parlait aux gens et Eliab se mit en colère contre David et dit:"Pourquoi donc es-tu descendu? A qui as-tu laissé ces quelques brebis dans le désert? Je connais ton insolence etla malice de ton coeur: c'est pour voir la bataille que tu es venu!"28 Και ηκουσεν Ελιαβ ο αδελφος αυτου ο μεγαλητερος, ενω ελαλει προς τους ανδρας? και εξηφθη ο θυμος του Ελιαβ εναντιον του Δαβιδ, και ειπε, Δια τι κατεβης ενταυθα; και εις ποιον αφηκες τα ολιγα εκεινα προβατα εν τη ερημω; εγω εξευρω την υπερηφανιαν σου και την πονηριαν της καρδιας σου? βεβαιως δια να ιδης την μαχην κατεβης.
29 David répondit: "Qu'est-ce que j'ai fait? Est-ce qu'on ne peut plus parler?"29 Και ειπεν ο Δαβιδ, Τι εκαμα τωρα; δεν ειναι αιτια;
30 Il se détourna de lui et s'adressa à un autre. Il posa la même question et on lui répondit commela première fois.30 Και εστραφη απ' αυτου προς αλλον και ελαλησε κατα τον αυτον τροπον? και ο λαος απεκριθη παλιν προς αυτον κατα τον πρωτον λογον.
31 On entendit les paroles de David et on les rapporta à Saül qui le fit venir.31 Και οτε ηκουσθησαν οι λογοι, τους οποιους ελαλησεν ο Δαβιδ, ανηγγειλαν προς τον Σαουλ? και παρελαβεν αυτον.
32 David dit à Saül: "Que personne ne perde courage à cause de lui. Ton serviteur ira se battrecontre ce Philistin."32 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ, Μηδενος ανθρωπου η καρδια ας μη ταπεινονηται δια τουτον? ο δουλος σου θελει υπαγει και πολεμησει μετα του Φιλισταιου τουτου.
33 Mais Saül répondit à David: "Tu ne peux pas marcher contre ce Philistin pour lutter avec lui, cartu n'es qu'un enfant, et lui, il est un homme de guerre depuis sa jeunesse."33 Και ειπεν ο Σαουλ προς τον Δαβιδ, Δεν δυνασαι να υπαγης εναντιον του Φιλισταιου τουτου δια να πολεμησης μετ' αυτου? διοτι συ εισαι παιδιον, αυτος δε ανηρ πολεμιστης εκ νεοτητος αυτου.
34 Mais David dit à Saül: "Quand ton serviteur faisait paître les brebis de son père et que venait unlion ou un ours qui enlevait une brebis du troupeau,34 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ, Ο δουλος σου εβοσκε τα προβατα του πατρος αυτου, και ηλθε λεων και αρκτος και ηρπασε προβατον εκ του ποιμνιου?
35 je le poursuivais, je le frappais et j'arrachais celle-ci de sa gueule. Et s'il se dressait contre moi,je le saisissais par les poils du menton et je le frappais à mort.35 και εξηλθον κατοπιν αυτου και επαταξα αυτον και ηλευθερωσα αυτο εκ του στοματος αυτου? και καθως εσηκωθη εναντιον μου, ηρπασα αυτον απο της σιαγονος και επαταξα αυτον και εθανατωσα αυτον?
36 Ton serviteur a battu le lion et l'ours, il en sera de ce Philistin incirconcis comme de l'un d'eux,puisqu'il a défié les troupes du Dieu vivant."36 επαταξεν ο δουλος σου και τον λεοντα και την αρκτον? και ο Φιλισταιος ουτος ο απεριτμητος θελει εισθαι ως εν εκ τουτων, επειδη εξουθενησε τα στρατευματα του Θεου του ζωντος.
37 David dit encore: "Yahvé qui m'a sauvé de la griffe du lion et de l'ours me sauvera des mains dece Philistin." Alors Saül dit à David: "Va et que Yahvé soit avec toi!"37 Και ειπεν ο Δαβιδ, Ο Κυριος ο ελευθερωσας με εκ χειρος του λεοντος και εκ χειρος της αρκτου, ουτος θελει με ελευθερωσει εκ χειρος του Φιλισταιου τουτου. Και ειπεν ο Σαουλ προς τον Δαβιδ, Υπαγε, και ο Κυριος ας ηναι μετα σου.
38 Saül revêtit David de sa tenue militaire, lui mit sur la tête un casque de bronze et lui fit endosserune cuirasse.38 Και ωπλισεν ο Σαουλ τον Δαβιδ με την πανοπλιαν αυτου και εβαλε χαλκινην περικεφαλαιαν επι της κεφαλης αυτου? και ενεδυσεν αυτον θωρακα.
39 Il ceignit David de son épée, par-dessus sa tenue. David essaya de marcher, car il n'était pasentraîné, et il dit à Saül: "Je ne puis pas marcher avec cela, car je ne suis pas entraîné." On l'en débarrassa donc.39 Και εζωσθη ο Δαβιδ την ρομφαιαν αυτου επανωθεν της πανοπλιας αυτου και ηθελησε να περιπατηση? διοτι δεν ειχε δοκιμασει. Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ, Δεν δυναμαι να περιπατησω με ταυτα? διοτι δεν εδοκιμασα ποτε. Και εξεδυθη ο Δαβιδ αυτα επανωθεν αυτου.
40 David prit son bâton en main, il se choisit dans le torrent cinq pierres bien lisses et les mit dansson sac de berger, sa giberne, puis, la fronde à la main, il marcha vers le Philistin.40 Και ελαβε την ραβδον αυτου εν τη χειρι αυτου, και εξελεξεν εις εαυτον πεντε λιθους ομαλους εκ του χειμαρρου, και θεσας αυτους εις το ποιμενικον αυτου σακκιον και θυλακιον, την δε σφενδονην αυτου εις την χειρα αυτου, επλησιαζε προς τον Φιλισταιον.
41 Le Philistin s'approcha de plus en plus près de David, précédé du porte-bouclier.41 Ο δε Φιλισταιος ηρχετο προχωρων και επλησιαζε προς τον Δαβιδ? και ο ανηρ ο ασπιδοφορος εμπροσθεν αυτου.
42 Le Philistin tourna les yeux vers David et, lorsqu'il le vit, il le méprisa car il était jeune -- il étaitroux, avec une belle apparence.42 Και οτε περιεβλεψεν ο Φιλισταιος και ειδε τον Δαβιδ, κατεφρονησεν αυτον? διοτι ητο παιδιον και ξανθος και ωραιος την οψιν.
43 Le Philistin dit à David: "Suis-je un chien pour que tu viennes contre moi avec des bâtons?" Etle Philistin maudit David par ses dieux.43 Και ειπεν ο Φιλισταιος προς τον Δαβιδ, Κυων ειμαι εγω, ωστε ερχεσαι προς εμε με ραβδους; Και κατηρασθη ο Φιλισταιος τον Δαβιδ εις τους θεους αυτου.
44 Le Philistin dit à David: "Viens vers moi, que je donne ta chair aux oiseaux du ciel et aux bêtesdes champs!"44 Και ειπεν ο Φιλισταιος προς τον Δαβιδ, Ελθε προς εμε, και θελω παραδωσει τας σαρκας σου εις τα πετεινα του ουρανου και εις τα θηρια του αγρου.
45 Mais David répondit au Philistin: "Tu marches contre moi avec épée, lance et cimeterre, maismoi, je marche contre toi au nom de Yahvé Sabaot, le Dieu des troupes d'Israël que tu as défiées.45 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Φιλισταιον, Συ ερχεσαι εναντιον μου με ρομφαιαν και δορυ και ασπιδα? εγω δε ερχομαι εναντιον σου εν τω ονοματι του Κυριου των δυναμεων, του Θεου των στρατευματων του Ισραηλ, τα οποια συ εξουθενησας?
46 Aujourd'hui, Yahvé te livrera en ma main, je t'abattrai, je te couperai la tête, je donneraiaujourd'hui même ton cadavre et les cadavres de l'armée philistine aux oiseaux du ciel et aux bêtes sauvages.Toute la terre saura qu'il y a un Dieu en Israël,46 την ημεραν ταυτην θελει σε παραδωσει ο Κυριος εις την χειρα μου? και θελω σε παταξει και αφαιρεσει απο σου την κεφαλην σου? και θελω παραδωσει τα πτωματα του στρατοπεδου των Φιλισταιων την ημεραν ταυτην εις τα πετεινα του ουρανου, και εις τα θηρια της γης? δια να γνωριση πασα η γη οτι ειναι Θεος εις τον Ισραηλ?
47 et toute cette assemblée saura que ce n'est pas par l'épée ni par la lance que Yahvé donne lavictoire, car Yahvé est maître du combat et il vous livre entre nos mains."47 και θελει γνωρισει παν το πληθος τουτο οτι ο Κυριος δεν σωζει με ρομφαιαν και δορυ? διοτι του Κυριου ειναι η μαχη, και αυτος θελει σας παραδωσει εις την χειρα ημων.
48 Dès que le Philistin s'avança et marcha au-devant de David, celui-ci sortit des lignes et courut àla rencontre du Philistin.48 Και οτε εσηκωθη ο Φιλισταιος και ηρχετο και επλησιαζεν εις συναντησιν του Δαβιδ, ο Δαβιδ εσπευσε και εδραμε προς μαχην εναντιον του Φιλισταιου.
49 Il mit la main dans son sac et en prit une pierre qu'il tira avec la fronde. Il atteignit le Philistinau front; la pierre s'enfonça dans son front et il tomba la face contre terre.49 Και εκτεινας ο Δαβιδ την χειρα αυτου εις το σακκιον, ελαβεν εκειθεν λιθον και εσφενδονησε και εκτυπησε τον Φιλισταιον κατα το μετωπον αυτου, ωστε ο λιθος ενεπηχθη εις το μετωπον αυτου? και επεσε κατα προσωπον εις την γην.
50 Ainsi David triompha du Philistin avec la fronde et la pierre: il abattit le Philistin et le fitmourir; il n'y avait pas d'épée entre les mains de David.50 και υπερισχυσεν ο Δαβιδ κατα του Φιλισταιου δια της σφενδονης και δια του λιθου, και εκτυπησε τον Φιλισταιον και εθανατωσεν αυτον. Αλλα δεν ητο ρομφαια εν τη χειρι του Δαβιδ?
51 David courut et se tint debout sur le Philistin; saisissant l'épée de celui-ci, il la tira du fourreau,il acheva le Philistin et, avec elle, il lui trancha la tête. Les Philistins voyant que leur champion était mort,s'enfuirent.51 οθεν ο Δαβιδ εδραμε και σταθεις επι τον Φιλισταιον, ελαβε την ρομφαιαν αυτου και εσυρεν αυτην εκ της θηκης αυτης, και θανατωσας αυτον, απεκοψε την κεφαλην αυτου με αυτην. Ιδοντες δε οι Φιλισταιοι, οτι απεθανεν ο ισχυρος αυτων, εφυγον?
52 Les hommes d'Israël et de Juda se mirent en mouvement, poussèrent le cri de guerre etpoursuivirent les Philistins jusqu'aux approches de Gat et jusqu'aux portes d'Eqrôn. Des morts philistinsjonchèrent le chemin depuis Shaarayim jusqu'à Gat et Eqrôn.52 Τοτε εσηκωθησαν οι ανδρες του Ισραηλ και του Ιουδα και ηλαλαξαν και κατεδιωξαν τους Φιλισταιους, εως της εισοδου της κοιλαδος, και εως των πυλων της Ακκαρων. Και επεσον οι τραυματισμενοι των Φιλισταιων εν τη οδω Σααραειμ, εως Γαθ και εως Ακκαρων.
53 Les Israélites revinrent de cette poursuite acharnée et pillèrent le camp philistin.53 Και επεστρεψαν οι υιοι Ισραηλ εκ της καταδιωξεως των Φιλισταιων και διηρπασαν τα στρατοπεδα αυτων.
54 David prit la tête du Philistin et l'apporta à Jérusalem; quant à ses armes, il les mit dans sapropre tente.54 Ο δε Δαβιδ ελαβε την κεφαλην του Φιλισταιου, και εφερεν αυτην εις Ιερουσαλημ? την δε πανοπλιαν αυτου εβαλεν εν τη σκηνη αυτου.
55 En voyant David partir à la rencontre du Philistin, Saül avait demandé à Abner, le chef del'armée: "De qui ce jeune homme est-il le fils, Abner?" Et Abner répondit: "Aussi vrai que tu es vivant, ô roi, jen'en sais rien."55 Οτε δε ειδεν ο Σαουλ τον Δαβιδ εξερχομενον εναντιον του Φιλισταιου, ειπε προς Αβενηρ, τον αρχηγον του στρατευματος, Αβενηρ, τινος υιος ειναι ο νεος ουτος; Και ο Αβενηρ ειπε, Ζη η ψυχη σου, βασιλευ, δεν εξευρω.
56 Le roi dit: "Informe-toi de qui ce garçon est le fils."56 Και ειπεν ο βασιλευς, Ερωτησον συ, τινος υιος ειναι ο νεανισκος ουτος.
57 Lorsque David revint d'avoir tué le Philistin, Abner le prit et le conduisit devant Saül, tenantdans sa main la tête du Philistin.57 Και καθως επεστρεψεν ο Δαβιδ, παταξας τον Φιλισταιον, παρελαβεν αυτον ο Αβενηρ και εφερεν αυτον ενωπιον του Σαουλ? και η κεφαλη του Φιλισταιου ητο εν τη χειρι αυτου.
58 Saül lui demanda: "De qui es-tu le fils, jeune homme?" David répondit: "De ton serviteur Jesséle Bethléemite."58 Και ειπε προς αυτον ο Σαουλ, Τινος υιος εισαι, νεε; και απεκριθη ο Δαβιδ, Ο υιος του δουλου σου Ιεσσαι του Βηθλεεμιτου.