Scrutatio

Giovedi, 2 maggio 2024 - Sant´ Atanasio ( Letture di oggi)

Deuxième livre des Rois 2


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Voici ce qui arriva lorsque Yahvé enleva Elie au ciel dans le tourbillon: Elie et Elisée partirent deGilgal,1 Οτε δε εμελλεν ο Κυριος να αναβιβαση τον Ηλιαν εις τον ουρανον με ανεμοστροβιλον, ανεχωρησεν ο Ηλιας μετα του Ελισσαιε απο Γαλγαλων.
2 et Elie dit à Elisée: "Reste donc ici, car Yahvé ne m'envoie qu'à Béthel"; mais Elisée répondit: "Aussivrai que Yahvé est vivant et que tu vis toi-même, je ne te quitterai pas!" et ils descendirent à Béthel.2 Και ειπεν ο Ηλιας προς τον Ελισσαιε, Καθου ενταυθα, παρακαλω? διοτι ο Κυριος με απεστειλεν εως Βαιθηλ. Και ειπεν ο Ελισσαιε, Ζη Κυριος και ζη η ψυχη σου, δεν θελω σε αφησει. Και κατεβησαν εις Βαιθηλ.
3 Les frères prophètes, qui résident à Béthel, sortirent à la rencontre d'Elisée et lui dirent: "Sais-tuqu'aujourd'hui Yahvé va emporter ton maître par-dessus ta tête?" Il dit: "Moi aussi je sais; silence!"3 Και εξηλθον οι υιοι των προφητων οι εν Βαιθηλ προς τον Ελισσαιε και ειπον προς αυτον, Εξευρεις οτι ο Κυριος σημερον λαμβανει τον κυριον σου επανωθεν της κεφαλης σου; Και ειπε, Και εγω εξευρω τουτο? σιωπατε.
4 Elie lui dit: "Elisée! Reste donc ici, car Yahvé ne m'envoie qu'à Jéricho"; mais il répondit: "Aussivrai que Yahvé est vivant et que tu vis toi-même, je ne te quitterai pas!" et ils allèrent à Jéricho.4 Και ειπεν ο Ηλιας προς αυτον, Ελισσαιε, καθου ενταυθα, παρακαλω? διοτι ο Κυριος με απεστειλεν εις Ιεριχω. Ο δε ειπε, Ζη Κυριος και ζη η ψυχη σου, δεν θελω σε αφησει. Και ηλθον εις Ιεριχω.
5 Les frères prophètes qui résident à Jéricho s'approchèrent d'Elisée et lui dirent: "Sais-tuqu'aujourd'hui Yahvé va emporter ton maître par-dessus ta tête?" Il dit: "Moi aussi je sais; silence!"5 Και προσηλθον οι υιοι των προφητων οι εν Ιεριχω προς τον Ελισσαιε και ειπον προς αυτον, Εξευρεις οτι ο Κυριος σημερον λαμβανει τον κυριον σου επανωθεν της κεφαλης σου; Και ειπε, Και εγω εξευρω τουτο? σιωπατε.
6 Elie lui dit: "Reste donc ici, car Yahvé ne m'envoie qu'au Jourdain"; mais il répondit: "Aussi vrai queYahvé est vivant et que tu vis toi-même, je ne te quitterai pas!" et ils s'en allèrent tous deux.6 Και ειπεν ο Ηλιας προς αυτον, Καθου ενταυθα, παρακαλω? διοτι ο Κυριος με απεστειλεν εις τον Ιορδανην. Ο δε ειπε, Ζη Κυριος και ζη η ψυχη σου, δεν θελω σε αφησει. Και υπηγαν αμφοτεροι.
7 50 frères prophètes vinrent et s'arrêtèrent à distance, au loin, pendant que tous deux se tenaient aubord du Jourdain.7 Και υπηγαν πεντηκοντα ανδρες εκ των υιων των προφητων, και εσταθησαν απεναντι μακροθεν? εκεινοι δε οι δυο εσταθησαν επι του Ιορδανου.
8 Alors Elie prit son manteau, le roula et frappa les eaux, qui se divisèrent d'un côté et de l'autre, et tousdeux traversèrent à pied sec.8 Και ελαβεν ο Ηλιας την μηλωτην αυτου και εδιπλωσεν αυτην και εκτυπησε τα υδατα, και διηρεθησαν ενθεν και ενθεν, και διεβησαν αμφοτεροι δια ξηρας.
9 Dès qu'ils eurent passé, Elie dit à Elisée: "Demande: Que puis-je faire pour toi avant d'être enlevéd'auprès de toi?" Et Elisée répondit: "Que me revienne une double part de ton esprit!"9 Και οτε διεβησαν, ειπεν ο Ηλιας προς τον Ελισσαιε, Ζητησον τι να σοι καμω, πριν αναληφθω απο σου. Και ειπεν ο Ελισσαιε, Διπλασια μερις του πνευματος σου ας ηναι, παρακαλω, επ' εμε.
10 Elie reprit: "Tu demandes une chose difficile: si tu me vois pendant que je serai enlevé d'auprès detoi, cela t'arrivera; sinon, cela n'arrivera pas."10 Ο δε ειπε, Σκληρον πραγμα εζητησας? πλην εαν με ιδης αναλαμβανομενον απο σου, θελει γεινει εις σε ουτως? ει δε μη, δεν θελει γεινει.
11 Or, comme ils marchaient en conversant, voici qu'un char de feu et des chevaux de feu se mirententre eux deux, et Elie monta au ciel dans le tourbillon.11 Και ενω αυτοι περιεπατουν ετι λαλουντες, ιδου, αμαξα πυρος και ιπποι πυρος, και διεχωρισαν αυτους αμφοτερους? και ανεβη ο Ηλιας με ανεμοστροβιλον εις τον ουρανον.
12 Elisée voyait et il criait: "Mon père! Mon père! Char d'Israël et son attelage!" puis il ne le vit pluset, saisissant ses vêtements, il les déchira en deux.12 Ο δε Ελισσαιε εβλεπε και εβοα, Πατερ μου, πατερ μου, αμαξα του Ισραηλ και ιππικον αυτου. Και δεν ειδεν αυτον πλεον? και επιασε τα ιματια αυτου και διεσχισεν αυτα εις δυο τμηματα.
13 Il ramassa le manteau d'Elie, qui avait glissé, et revint se tenir sur la rive du Jourdain.13 Και σηκωσας την μηλωτην του Ηλια, ητις επεσεν επανωθεν εκεινου, επεστρεφε και εσταθη επι του χειλους του Ιορδανου.
14 Il prit le manteau d'Elie et il frappa les eaux en disant: "Où est Yahvé, le Dieu d'Elie?" Il frappa leseaux, qui se divisèrent d'un côté et de l'autre, et Elisée traversa.14 Και λαβων την μηλωτην του Ηλια, ητις επεσεν επανωθεν εκεινου, εκτυπησε τα υδατα και ειπε, Που ειναι Κυριος ο Θεος του Ηλια; Και ως εκτυπησε και αυτος τα υδατα, διηρεθησαν ενθεν και ενθεν? και διεβη ο Ελισσαιε.
15 Les frères prophètes le virent à distance et dirent: "L'esprit d'Elie s'est reposé sur Elisée!;" ils vinrentà sa rencontre et se prosternèrent à terre devant lui.15 Και ιδοντες αυτον οι υιοι των προφητων, οι εν Ιεριχω εκ του απεναντι, ειπον, Το πνευμα του Ηλια επανεπαυθη επι τον Ελισσαιε. Και ηλθον εις συναντησιν αυτου και προσεκυνησαν αυτον εως εδαφους.
16 Ils lui dirent: "Il y a ici avec tes serviteurs 50 braves. Permets qu'ils aillent à la recherche de tonmaître; peut-être l'Esprit de Yahvé l'a-t-il enlevé et jeté sur quelque montagne ou dans quelque vallée", mais ilrépondit: "N'envoyez personne."16 Και ειπον προς αυτον, Ιδου τωρα, πεντηκοντα δυνατοι ανδρες ειναι μετα των δουλων σου? ας υπαγωσι, παρακαλουμεν, και ας ζητησωσι τον κυριον σου, μηποτε εσηκωσεν αυτον το πνευμα του Κυριου και ερριψεν αυτον επι τινος ορους η επι τινος κοιλαδος. Και ειπε, Μη αποστειλητε.
17 Cependant, comme ils l'importunaient de leurs instances, il dit: "Envoyez!" Ils envoyèrent donc 50hommes, qui cherchèrent pendant trois jours sans le trouver.17 Αλλ' αφου εβιασαν αυτον τοσον ωστε ησχυνετο, ειπεν, Αποστειλατε. Απεστειλαν λοιπον πεντηκοντα ανδρας και εζητησαν τρεις ημερας, πλην δεν ευρηκαν αυτον.
18 Ils revinrent vers Elisée qui était resté à Jéricho, et il leur dit: "Ne vous avais-je pas prévenus de nepas aller?"18 Και οτε επεστρεψαν προς αυτον, διοτι εμεινεν εν Ιεριχω, ειπε προς αυτους, Δεν σας ειπα, Μη υπαγητε;
19 Les hommes de la ville dirent à Elisée: "La ville est un séjour agréable, comme Monseigneur peutvoir, mais les eaux sont malsaines et le pays souffre d'avortements."19 Και ειπον οι ανδρες της πολεως προς τον Ελισσαιε, Ιδου τωρα, η θεσις της πολεως ταυτης ειναι καλη, καθως ο κυριος μου βλεπει τα υδατα ομως ειναι κακα και η γη αγονος.
20 Il dit: "Apportez-moi une écuelle neuve où vous aurez mis du sel", et ils la lui apportèrent.20 Και ειπε, Φερετε μοι φιαλην καινην και βαλετε αλας εις αυτην. Και εφεραν προς αυτον.
21 Il alla où jaillissaient les eaux, il y jeta du sel et dit: "Ainsi parle Yahvé: J'assainis ces eaux, il neviendra plus de là ni mort ni avortement."21 Και εξηλθεν εις την πηγην των υδατων και ερριψε το αλας εκει και ειπεν, Ουτω λεγει Κυριος? Υγιανα τα υδατα ταυτα? δεν θελει εισθαι πλεον εκ τουτων θανατος η ακαρπια.
22 Et les eaux furent assainies jusqu'à ce jour, selon la parole qu'Elisée avait dite.22 Και ιαθησαν τα υδατα εως της ημερας ταυτης, κατα τον λογον του Ελισσαιε, τον οποιον ελαλησε.
23 Il monta de là à Béthel, et, comme il montait par le chemin, de jeunes garçons sortirent de la ville etse moquèrent de lui, en disant: "Monte, tondu! Monte, tondu!"23 Και ανεβη εκειθεν εις Βαιθηλ? και ενω αυτος ανεβαινεν εν τη οδω, εξηλθον εκ της πολεως παιδια μικρα και ενεπαιζον αυτον και ελεγον προς αυτον, Αναβαινε, φαλακρε? αναβαινε, φαλακρε?
24 Il se retourna, les vit et les maudit au nom de Yahvé. Alors deux ourses sortirent du bois etdéchirèrent 42 des enfants.24 ο δε εστραφη οπισω και ιδων αυτα, κατηρασθη αυτα εις το ονομα του Κυριου. Και εξηλθον εκ του δασους δυο αρκτοι και διεσπαραξαν εξ αυτων τεσσαρακοντα δυο παιδια.
25 Il alla de là au mont Carmel, puis il revint à Samarie.25 Και υπηγεν εκειθεν εις το ορος τον Καρμηλον? και εκειθεν επεστρεψεν εις Σαμαρειαν.