ΙΩΒ - Giobbe - Job 34
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | VULGATA |
---|---|
1 Επανελαβε δε ο Ελιου και ειπεν? | 1 Pronuntians itaque Eliu, etiam hæc locutus est : |
2 Ακουσατε τους λογους μου, ω σοφοι? και δοτε ακροασιν εις εμε, οι νοημονες? | 2 Audite, sapientes, verba mea : et eruditi, auscultate me. |
3 Διοτι το ωτιον δοκιμαζει τους λογους, ο δε ουρανισκος γευεται το φαγητον. | 3 Auris enim verba probat, et guttur escas gustu dijudicat. |
4 Ας εκλεξωμεν εις εαυτους κρισιν? ας γνωρισωμεν μεταξυ ημων τι το καλον. | 4 Judicium eligamus nobis, et inter nos videamus quid sit melius. |
5 Διοτι ο Ιωβ ειπεν, Ειμαι δικαιος? και ο Θεος αφηρεσε την κρισιν μου? | 5 Quia dixit Job : Justus sum, et Deus subvertit judicium meum. |
6 εψευσθην εις την κρισιν μου? η πληγη μου ειναι ανιατος, ανευ παραβασεως. | 6 In judicando enim me mendacium est : violenta sagitta mea absque ullo peccato. |
7 Τις ανθρωπος ως ο Ιωβ, οστις καταπινει τον χλευασμον ως υδωρ? | 7 Quis est vir ut est Job, qui bibit subsannationem quasi aquam : |
8 και υπαγει εν συνοδια μετα των εργατων της ανομιας, και περιπατει μετα ανθρωπων ασεβων; | 8 qui graditur cum operantibus iniquitatem, et ambulat cum viris impiis ? |
9 Διοτι ειπεν, ουδεν ωφελει τον ανθρωπον το να ευαρεστη εις τον Θεον. | 9 Dixit enim : Non placebit vir Deo, etiam si cucurrerit cum eo. |
10 Δια τουτο ακουσατε μου, ανδρες συνετοι? μη γενοιτο να υπαρχη εις τον Θεον αδικια, και εις τον Παντοδυναμον ανομια. | 10 Ideo, viri cordati, audite me : absit a Deo impietas, et ab Omnipotente iniquitas. |
11 Επειδη κατα το εργον του ανθρωπου θελει αποδωσει εις αυτον, και θελει καμει εκαστον να ευρη κατα την οδον αυτου. | 11 Opus enim hominis reddet ei, et juxta vias singulorum restituet eis. |
12 Ναι, βεβαιως ο Θεος δεν θελει πραξει ασεβως, ουδε θελει διαστρεψει ο Παντοδυναμος την κρισιν. | 12 Vere enim Deus non condemnabit frustra, nec Omnipotens subvertet judicium. |
13 Τις κατεστησεν αυτον επιτηρητην της γης; η τις διεταξε πασαν την οικουμενην; | 13 Quem constituit alium super terram ? aut quem posuit super orbem quem fabricatus est ? |
14 Εαν βαλη την καρδιαν αυτου επι τον ανθρωπον, θελει συρει εις εαυτον το πνευμα αυτου και την πνοην αυτου? | 14 Si direxerit ad eum cor suum, spiritum illius et flatum ad se trahet. |
15 πασα σαρξ θελει εκπνευσει ομου, και ο ανθρωπος θελει επιστρεψει εις το χωμα. | 15 Deficiet omnis caro simul, et homo in cinerem revertetur. |
16 Εαν τωρα εχης συνεσιν? ακουσον τουτο? ακροαθητι της φωνης των λογων μου. | 16 Si habes ergo intellectum, audi quod dicitur, et ausculta vocem eloquii mei : |
17 Μηπως κυβερνα ο μισων την ευθυτητα; και θελεις καταδικασει τον κατ' εξοχην δικαιον; | 17 numquid qui non amat judicium sanari potest ? et quomodo tu eum qui justus est in tantum condemnas ? |
18 οστις λεγει προς βασιλεα, Εισαι ασεβης, προς αρχοντας, Εισθε κακοι; | 18 Qui dicit regi : Apostata ; qui vocat duces impios ; |
19 Οστις δεν προσωποληπτει εις αρχοντας ουδε αποβλεπει εις τον πλουσιον μαλλον παρα εις τον πτωχον; επειδη παντες ουτοι ειναι εργον των χειρων αυτου. | 19 qui non accipit personas principum, nec cognovit tyrannum cum disceptaret contra pauperem : opus enim manuum ejus sunt universi. |
20 Εν μια στιγμη θελουσιν αποθανει, και το μεσονυκτιον ο λαος θελει ταραχθη και θελει παρελθει? και ο ισχυρος θελει αναρπαχθη, ουχι υπο χειρος. | 20 Subito morientur, et in media nocte turbabuntur populi : et pertransibunt, et auferent violentum absque manu. |
21 Διοτι οι οφθαλμοι αυτου ειναι επι τας οδους του ανθρωπου, Και βλεπει παντα τα βηματα αυτου. | 21 Oculi enim ejus super vias hominum, et omnes gressus eorum considerat. |
22 Δεν ειναι σκοτος ουδε σκια θανατου, οπου οι εργαται της ανομιας να κρυφθωσιν. | 22 Non sunt tenebræ, et non est umbra mortis, ut abscondantur ibi qui operantur iniquitatem, |
23 Επειδη δεν θελει αφησει πλεον τον ανθρωπον να ελθη εις κρισιν μετα του Θεου. | 23 neque enim ultra in hominis potestate est, ut veniat ad Deum in judicium. |
24 Θελει συντριψει αναριθμητους ισχυρους και βαλει αλλους αντ' αυτων | 24 Conteret multos, et innumerabiles, et stare faciet alios pro eis. |
25 διοτι γνωριζει τα εργα αυτων, και ανατρεπει αυτους την νυκτα, και συντριβονται. | 25 Novit enim opera eorum, et idcirco inducet noctem, et conterentur. |
26 Κτυπα αυτους ως ασεβεις εν τω τοπω των θεατων? | 26 Quasi impios percussit eos in loco videntium : |
27 επειδη εξεκλιναν απ' αυτου και δεν εθεωρησαν ουδεμιαν των οδων αυτου? | 27 qui quasi de industria recesserunt ab eo, et omnes vias ejus intelligere noluerunt : |
28 και εκαμον να ελθη προς αυτον η κραυγη των πτωχων, και ηκουσε την φωνην των τεθλιμμενων. | 28 ut pervenire facerent ad eum clamorem egeni, et audiret vocem pauperum. |
29 Και οταν αυτος διδη ησυχιαν, τις θελει διαταραξει αυτην; και οταν κρυπτη το προσωπον αυτου, τις δυναται να ιδη αυτον; ειτε επι εθνος ειτε επι ανθρωπον ομου? | 29 Ipso enim concedente pacem, quis est qui condemnet ? ex quo absconderit vultum, quis est qui contempletur eum, et super gentes, et super omnes homines ? |
30 ωστε να μη βασιλευη υποκριτης, δια να μη παγιδευηται ο λαος. | 30 Qui regnare facit hominem hypocritam propter peccata populi. |
31 Βεβαιως πρεπει να λεγη τις προς τον Θεον, Επαθον, δεν θελω πλεον πραξει κακως? | 31 Quia ergo ego locutus sum ad Deum, te quoque non prohibebo. |
32 ο, τι δεν βλεπω, συ διδαξον με? εαν επραξα ανομιαν, δεν θελω πραξει πλεον. | 32 Si erravi, tu doce me ; si iniquitatem locutus sum, ultra non addam. |
33 Αλλα μηπως θελει γεινει κατα τον στοχασμον σου; ειτε συ αποβαλης ειτε εκλεξης, αυτος θελει ανταποδωσει, και ουχι εγω? λεγε λοιπον ο, τι εξευρεις. | 33 Numquid a te Deus expetit eam, quia displicuit tibi ? tu enim cœpisti loqui, et non ego : quod si quid nosti melius, loquere. |
34 Ανδρες συνετοι θελουσιν ειπει προς εμε, και ο σοφος ανθρωπος οστις με ακουει, | 34 Viri intelligentes loquantur mihi, et vir sapiens audiat me. |
35 Ο Ιωβ δεν ελαλησεν εν γνωσει, και οι λογοι αυτου δεν ησαν μετα συνεσεως. | 35 Job autem stulte locutus est, et verba illius non sonant disciplinam. |
36 Η επιθυμια μου ειναι, ο Ιωβ να εξετασθη εως τελους? επειδη απεκριθη ως οι ανθρωποι οι ασεβεις. | 36 Pater mi, probetur Job usque ad finem : ne desinas ab homine iniquitatis : |
37 Διοτι εις την αμαρτιαν αυτου προσθετει ασεβειαν? καυχαται μεταξυ ημων, και πολλαπλασιαζει τους λογους αυτου εναντιον του Θεου. | 37 quia addit super peccata sua blasphemiam, inter nos interim constringatur : et tunc ad judicium provocet sermonibus suis Deum. |