Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 27


font
GREEK BIBLEDOUAI-RHEIMS
1 Και εξηκολουθησεν ο Ιωβ την παραβολην αυτου και ειπε?1 Job also added, taking up his parable, and said:
2 Ζη ο Θεος, ο αποβαλων την κρισιν μου, και ο Παντοδυναμος, ο πικρανας την ψυχην μου,2 As God liveth, who hath taken away my judgment, and the Almighty, who hath brought my soul to bitterness,
3 οτι παντα τον χρονον ενοσω η πνοη μου ειναι εν εμοι και το πνευμα του Θεου εις τους μυκτηρας μου,3 As long as breath remaineth in me, and the spirit of God in my nostrils,
4 τα χειλη μου δεν θελουσι λαλησει αδικιαν και η γλωσσα μου δεν θελει μελετησει δολον.4 My lips shall not speak iniquity, neither shall my tongue contrive lying.
5 Μη γενοιτο εις εμε να σας δικαιωσω? εως να εκπνευσω, δεν θελω απομακρυνει την ακεραιοτητα μου απ' εμου.5 God forbid that I should judge you to be just: till I die I will not depart from my innocence.
6 Θελω κρατει την δικαιοσυνην μου και δεν θελω αφησει αυτην? η καρδια μου δεν θελει με ελεγξει ενοσω ζω.6 My justification, which I have begun to hold, I will not forsake: for my heart doth not reprehend me in all my life.
7 Ο εχθρος μου να ηναι ως ο ασεβης και ο ανισταμενος κατ' εμου ως ο παρανομος.7 Let my enemy be as the ungodly, and my adversary as the wicked one.
8 Διοτι τις η ελπις του υποκριτου, αν και επλεονεκτησεν, οταν ο Θεος αποσπα την ψυχην αυτου;8 For what is the hope of the hypocrite if through covetousness he take by violence, and God deliver not his soul?
9 Αρα γε θελει ακουσει ο Θεος την κραυγην αυτου, οταν επελθη επ' αυτον συμφορα;9 Will God hear his cry, when distress shall come upon him?
10 Θελει ευφραινεσθαι εις τον Παντοδυναμον; θελει επικαλεισθαι τον Θεον εν παντι καιρω;10 Or can he delight himself in the Almighty, and call upon God at all times?
11 θελω σας διδαξει τι ειναι εν τη χειρι του Θεου? ο, τι ειναι παρα τω Παντοδυναμω, δεν θελω κρυψει αυτο.11 I will teach you by the hand of God, what the Almighty hath, and I will not conceal it.
12 Ιδου, σεις παντες ειδετε? δια τι λοιπον εισθε ολως τοσον ματαιοι;12 Behold you all know it, and why do you speak vain things without cause?
13 Τουτο ειναι παρα Θεου η μερις του ασεβους ανθρωπου, και η κληρονομια των δυναστων, την οποιαν θελουσι λαβει παρα του Παντοδυναμου.13 This is the portion of a wicked man with God, and the inheritance of the violent, which they shall receive of the Almighty.
14 Εαν οι υιοι αυτου πολλαπλασιασθωσιν, ειναι δια την ρομφαιαν? και οι εκγονοι αυτου δεν θελουσι χορτασθη αρτον.14 If his sons be multiplied, they shall be for the sword, and his grandsons shall not be filled with bread.
15 Οι εναπολειφθεντες αυτου θελουσι ταφη εν θανατω? και αι χηραι αυτου δεν θελουσι κλαυσει.15 They that shall remain of him, shall be buried in death, and his widows shall not weep.
16 Και αν επισωρευση αργυριον ως το χωμα και ετοιμαση ιματια ως τον πηλον?16 If he shall heap together silver as earth, and prepare raiment as clay,
17 δυναται μεν να ετοιμαση, πλην ο δικαιος θελει ενδυθη αυτα? και ο αθωος θελει διαμοιρασθη το αργυριον.17 He shall prepare indeed, but the just man shall be clothed with it: and the innocent shall divide the silver.
18 Οικοδομει τον οικον αυτου ως το σαρακιον, και ως καλυβην, την οποιαν καμνει ο αγροφυλαξ.18 He hath built his house as a moth, and as a keeper he hath made a booth.
19 Πλαγιαζει πλουσιος, πλην δεν θελει συναχθη? ανοιγει τους οφθαλμους αυτου και δεν υπαρχει.19 The rich man when he shall sleep shall take away nothing with him: he shall open his eyes and find nothing.
20 Τρομοι συλλαμβανουσιν αυτον ως υδατα, ανεμοστροβιλος αρπαζει αυτον την νυκτα.20 Poverty like water shall take hold on him, a tempest shall oppress him in the night.
21 Σηκονει αυτον ανατολικος ανεμος, και υπαγει? και αποσπα αυτον απο του τοπου αυτου.21 A burning wind shall take him up, and carry him away, and as a whirlwind shall snatch him from his place.
22 Διοτι ο Θεος θελει ριψει κατ' αυτου συμφορας και δεν θελει φεισθη? απο της χειρος αυτου σπευδει να φυγη.22 And he shall cast upon him, and shall not spare: out of his hand he would willingly flee.
23 Θελουσι κροτησει τας χειρας αυτων επ' αυτον, και θελουσι συριξει αυτον απο του τοπου αυτων.23 He shall clasp his hands upon him, and shall hiss at him, beholding his place.