Scrutatio

Martedi, 28 maggio 2024 - Santi Emilio, Felice, Priamo e Feliciano ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Α´ - 1 Cronache - Chronicles I 13


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Και συνεβουλευθη ο Δαβιδ μετα των χιλιαρχων και εκατονταρχων, μετα παντων των αρχηγων.1 Fece David consiglio con gli tribuni, e con gli centurioni, e con tutti i principi.
2 Και ειπεν ο Δαβιδ προς πασαν την συναξιν του Ισραηλ, Εαν σας φαινηται καλον και ηναι παρα Κυριου του Θεου ημων, ας αποστειλωμεν πανταχου προς τους αδελφους ημων, τους εναπολειφθεντας εν παση τη γη του Ισραηλ, και μετ' αυτων προς τους ιερεις και Λευιτας εις τας πολεις αυτων και τα περιχωρα, δια να συναχθωσι προς ημας?2 E disse a tutta la moltitudine (de' figliuoli) d' Israel: se a voi piace, e dal Signore procede questa parola la quale io dico, mandiamo a tutti gli altri nostri fratelli per tutte le terre d' Israel, e a' sacerdoti e a' Leviti i quali àbitano ne' borghi delle città, ch' egli si raunino (e vegnano) a noi,
3 και ας μεταφερωμεν προς ημας την κιβωτον του Θεου ημων? διοτι δεν εζητησαμεν αυτην επι των ημερων του Σαουλ.3 e reduciamo l'arca del nostro Signore Iddio a noi; però che nel tempo di Saul noi non l'abbiamo richiesta.
4 Και πασα η συναξις ειπον να καμωσιν ουτω? διοτι το πραγμα ητο αρεστον εις τους οφθαλμους παντος του λαου.4 E tutta la moltitudine rispose che così fosse fatto; però che a tutto il popolo era piaciuto quello detto.
5 Τοτε ο Δαβιδ συνηθροισε παντα τον Ισραηλ, απο Σιχωρ της Αιγυπτου εως της εισοδου Αιμαθ, δια να φερωσι την κιβωτον του Θεου απο Κιριαθ-ιαρειμ.5 Onde raund David tutto Israel, da Sior d'Egitto insino all' uscita di Emat, per rimenare l'arca di Dio di Cariatiarim.
6 Και ανεβη ο Δαβιδ και πας ο Ισραηλ εις Βααλα, εις Κιριαθ-ιαρειμ του Ιουδα, δια να αναγαγη εκειθεν την κιβωτον Κυριου του Θεου, του καθημενου επι των χερουβειμ, οπου το ονομα αυτου επεκληθη.6 E sali David, e tutti gli uomini d' Israel, al colle di Cariatiarim il quale è in Iuda, acciò che tollesse di là l'arca del Signore Iddio, il quale siede sopra i cherubini, dove è invocato il nome suo.
7 Και επεβιβασαν την κιβωτον του Θεου επι νεας αμαξης εκ του οικου Αβιναδαβ? ωδηγησαν δε την αμαξαν ο Ουζα και Αχιω.7 E puosero l'arca del Signore sopra uno carro nuovo della casa d'Abinadab; e Oza e suo fratello menavano il carro (nuovo).
8 Ο δε Δαβιδ και πας ο Ισραηλ επαιζον εμπροσθεν του Θεου εν παση δυναμει και με ασματα και με κιθαρας και με ψαλτηρια και με τυμπανα και με κυμβαλα και με σαλπιγγας.8 E David e tutto Israel guizzavano dinanzi a Dio con tutta la virtù e con canti e con chitarre e con salterii e con timpani e con cembali e con trombe.
9 Και οτε εφθασαν εως του αλωνιου Χειδων, ο Ουζα εξηπλωσε την χειρα αυτου, δια να κρατηση την κιβωτον? διοτι οι βοες εσεισαν αυτην.9 E venuti all' aja di Chidon, Oza distese la mano sua per tenere l'arca; però che il bue calcitrando l' avea chinata.
10 Και εξηφθη ο θυμος του Κυριου κατα του Ουζα και επαταξεν αυτον, διοτι εξηπλωσε την χειρα αυτου επι την κιβωτον? και απεθανεν εκει ενωπιον του Θεου.10 E adirossi il Signore contro Oza, e percosselo, però che avea tocca l'arca; e morì ivi ritta nel cospetto di Dio.
11 Και ελυπηθη ο Δαβιδ, οτι ο Κυριος εκαμε χαλασμον επι τον Ουζα? και εκαλεσε τον τοπον τουτον Φαρες-ουζα εως της ημερας ταυτης.11 E contristossi David, però che Iddio avea percosso Oza; e chiamò quello luogo PERCUSSIONE DI OZA insino al presente dì.
12 Και εφοβηθη ο Δαβιδ τον Θεον την ημεραν εκεινην, λεγων, Πως θελω φερει προς εμαυτον την κιβωτον του Θεου;12 E allotta temette Iddio, e disse: come potrò io recare a me l'arca di Dio?
13 Και δεν μετεκινησεν ο Δαβιδ την κιβωτον προς εαυτον εις την πολιν Δαβιδ, αλλ' εστρεψεν αυτην εις τον οικον του Ωβηδ-εδωμ του Γετθαιου.13 E per questa cagione non la recoe a sè, cioè nella città di David, ma portolla in casa di Obededom Geteo.
14 Και εκαθησεν η κιβωτος του Θεου τρεις μηνας μετα της οικογενειας του Ωβηδ-εδωμ εν τω οικω αυτου. Και ευλογησεν ο Κυριος τον οικον του Ωβηδ-εδωμ και παντα οσα ειχεν.14 E istette l'arca in casa di Obededom tre mesi; e benedisse Iddio la casa sua, e (poi) tutte le cose le quali egli avea.