Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 7


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ως συνετελεσεν σαλωμων προσευχομενος και το πυρ κατεβη εκ του ουρανου και κατεφαγεν τα ολοκαυτωματα και τας θυσιας και δοξα κυριου επλησεν τον οικον1 Amikor aztán Salamon befejezte könyörgését, tűz szállt le az égből és megemésztette az egészen elégő s a vágó áldozatokat és az Úr dicsősége betöltette a házat.
2 και ουκ ηδυναντο οι ιερεις εισελθειν εις τον οικον κυριου εν τω καιρω εκεινω οτι επλησεν δοξα κυριου τον οικον2 A papok nem is tudtak bemenni az Úr templomába, mert az Úr dicsősége betöltötte az Úr templomát.
3 και παντες οι υιοι ισραηλ εωρων καταβαινον το πυρ και η δοξα κυριου επι τον οικον και επεσον επι προσωπον επι την γην επι το λιθοστρωτον και προσεκυνησαν και ηνουν τω κυριω οτι αγαθον οτι εις τον αιωνα το ελεος αυτου3 Izrael fiai is valamennyien látták, amint a tűz s az Úr dicsősége a házra leszállott, mire arcukkal a földre, a kövezett padozatra borultak és imádták s dicsérték az Urat, »mert jó, mert irgalmassága örökkévaló.«
4 και ο βασιλευς και πας ο λαος θυοντες θυματα εναντι κυριου4 Aztán a király és az egész nép vágóáldozatot mutatott be az Úr előtt:
5 και εθυσιασεν σαλωμων την θυσιαν μοσχων εικοσι και δυο χιλιαδας και βοσκηματων εκατον και εικοσι χιλιαδας και ενεκαινισεν τον οικον του θεου ο βασιλευς και πας ο λαος5 huszonkétezer marhát és százhúszezer kost mutatott be Salamon király vágóáldozatul. Így avatta fel a király s az egész nép az Isten házát.
6 και οι ιερεις επι τας φυλακας αυτων εστηκοτες και οι λευιται εν οργανοις ωδων κυριου του δαυιδ του βασιλεως του εξομολογεισθαι εναντι κυριου οτι εις τον αιωνα το ελεος αυτου εν υμνοις δαυιδ δια χειρος αυτων και οι ιερεις σαλπιζοντες ταις σαλπιγξιν εναντιον αυτων και πας ισραηλ εστηκως6 Amíg a papok szolgálatukat végezték, a leviták Dávid énekeit játszották kezükkel az Úr hangszerein, amelyeket Dávid király arra készíttetett, hogy dicsérjék az Urat, »mert irgalmassága örökkévaló,« a velük szemben álló papok pedig trombitáltak, és egész Izrael ott állt.
7 και ηγιασεν σαλωμων το μεσον της αυλης της εν οικω κυριου οτι εποιησεν εκει τα ολοκαυτωματα και τα στεατα των σωτηριων οτι το θυσιαστηριον το χαλκουν ο εποιησεν σαλωμων ουκ εξεποιει δεξασθαι τα ολοκαυτωματα και τα μαναα και τα στεατα7 Salamon az Úr temploma előtt elterülő középső udvart is felszentelte: ott égette el ugyanis az egészen elégő áldozatokat s a békeáldozatok háját, mert arra a rézoltárra, amelyet készíttetett, nem fértek rá az egészen elégő áldozatok meg az ételáldozatok és a hájrészek.
8 και εποιησεν σαλωμων την εορτην εν τω καιρω εκεινω επτα ημεραις και πας ισραηλ μετ' αυτου εκκλησια μεγαλη σφοδρα απο εισοδου αιμαθ και εως χειμαρρου αιγυπτου8 Így ünnepelte Salamon az ünnepet abban az időben hét napon át és vele egész Izrael, az Emát bejárójától egészen Egyiptom patakjáig mindenhonnan egybesereglett, igen nagy gyülekezet.
9 και εποιησεν εν τη ημερα τη ογδοη εξοδιον οτι εγκαινισμον του θυσιαστηριου εποιησεν επτα ημερας εορτην9 A nyolcadik napon aztán záróünnepet tartott: hét napig avatta fel ugyanis az oltárt és hét napig tartotta az ünnepet.
10 και εν τη τριτη και εικοστη του μηνος του εβδομου απεστειλεν τον λαον εις τα σκηνωματα αυτων ευφραινομενους και αγαθη καρδια επι τοις αγαθοις οις εποιησεν κυριος τω δαυιδ και τω σαλωμων και τω ισραηλ λαω αυτου10 A hetedik hónap huszonharmadik napján aztán sátraiba bocsátotta a népet, és az örült és örvendezett, hogy annyi jót tett az Úr Dáviddal meg Salamonnal és népével, Izraellel.
11 και συνετελεσεν σαλωμων τον οικον κυριου και τον οικον του βασιλεως και παντα οσα ηθελησεν εν τη ψυχη σαλωμων του ποιησαι εν οικω κυριου και εν οικω αυτου ευοδωθη11 Amikor aztán Salamon szerencsésen befejezte az Úr házát, a király házát s mindazt, amiről magában elhatározta, hogy megcsinálja az Úr házában meg a maga házában,
12 και ωφθη ο θεος τω σαλωμων την νυκτα και ειπεν αυτω ηκουσα της προσευχης σου και εξελεξαμην εν τω τοπω τουτω εμαυτω εις οικον θυσιας12 éjjel megjelent neki az Úr és azt mondta: »Meghallgattam imádságodat és kiválasztottam magamnak ezt a helyet az áldozat házává.
13 εαν συσχω τον ουρανον και μη γενηται υετος και εαν εντειλωμαι τη ακριδι καταφαγειν το ξυλον και εαν αποστειλω θανατον εν τω λαω μου13 Ha bezárom az eget s nem esik az eső, és ha megparancsolom s meghagyom a sáskáknak, hogy emésszék fel az országot, ha pestist bocsátok népemre:
14 και εαν εντραπη ο λαος μου εφ' ους το ονομα μου επικεκληται επ' αυτους και προσευξωνται και ζητησωσιν το προσωπον μου και αποστρεψωσιν απο των οδων αυτων των πονηρων και εγω εισακουσομαι εκ του ουρανου και ιλεως εσομαι ταις αμαρτιαις αυτων και ιασομαι την γην αυτων14 de népem, amely nevemet viseli, megtér s könyörög hozzám s keresi arcomat s felhagy nagyon gonosz tetteivel, én is meghallgatom az égből és megbocsátom bűneit s meggyógyítom földjét.
15 νυν οι οφθαλμοι μου εσονται ανεωγμενοι και τα ωτα μου επηκοα τη προσευχη του τοπου τουτου15 Szemem nyitva lesz s fülem figyelni fog annak az imádságára, aki ezen a helyen imádkozik.
16 και νυν εξελεξαμην και ηγιακα τον οικον τουτον του ειναι ονομα μου εκει εως αιωνος και εσονται οι οφθαλμοι μου και η καρδια μου εκει πασας τας ημερας16 Kiválasztottam és szentté tettem ugyanis ezt a helyet, hogy ott legyen az én nevem mindörökre és ott maradjon szemem és szívem mindenkor.
17 και συ εαν πορευθης εναντιον μου ως δαυιδ ο πατηρ σου και ποιησης κατα παντα α ενετειλαμην σοι και τα προσταγματα μου και τα κριματα μου φυλαξη17 Ami pedig téged illet, ha előttem jársz, mint ahogy atyád, Dávid járt és mindenben úgy cselekszel, amint parancsoltam neked és megtartod parancsaimat és törvényeimet,
18 και αναστησω τον θρονον της βασιλειας σου ως διεθεμην δαυιδ τω πατρι σου λεγων ουκ εξαρθησεται σοι ανηρ ηγουμενος εν ισραηλ18 megszilárdítom királyságod trónját, amint atyádnak, Dávidnak megígértem, amikor azt mondtam: Nem fog elfogyni Izraelen uralkodó utódod.
19 και εαν αποστρεψητε υμεις και εγκαταλιπητε τα προσταγματα μου και τας εντολας μου ας εδωκα εναντιον υμων και πορευθητε και λατρευσητε θεοις ετεροις και προσκυνησητε αυτοις19 Ha azonban elfordultok tőlem és elhagyjátok törvényeimet s parancsaimat, amelyeket elétek adtam és elmentek s más isteneket szolgáltok és imádtok,
20 και εξαρω υμας απο της γης ης εδωκα αυτοις και τον οικον τουτον ον ηγιασα τω ονοματι μου αποστρεψω εκ προσωπου μου και δωσω αυτον εις παραβολην και εις διηγημα εν πασιν τοις εθνεσιν20 akkor kitéplek titeket földemről, amelyet nektek adtam, és e házat, amelyet nevemnek szenteltem, elvetem színem elől s közmondás és példabeszéd tárgyává teszem minden nép számára.
21 και ο οικος ουτος ο υψηλος πας ο διαπορευομενος αυτον εκστησεται και ερει χαριν τινος εποιησεν κυριος τη γη ταυτη και τω οικω τουτω21 Közmondás tárgyává lesz e ház mindenki számára, aki erre jár, és álmélkodva fogják mondani: ‘Miért bánt az Úr így ezzel a földdel és ezzel a házzal?’
22 και ερουσιν διοτι εγκατελιπον κυριον τον θεον των πατερων αυτων τον εξαγαγοντα αυτους εκ γης αιγυπτου και αντελαβοντο θεων ετερων και προσεκυνησαν αυτοις και εδουλευσαν αυτοις δια τουτο επηγαγεν επ' αυτους πασαν την κακιαν ταυτην22 Azt fogják erre felelni: ‘Mert elhagyták az Urat, atyáik Istenét, aki kihozta őket Egyiptom földjéről és más istenekhez szegődtek s azokat imádták és tisztelték: azért jött rájuk mindez a baj.’«