1 Συ ομως λαλει οσα πρεπουσιν εις την υγιαινουσαν διδασκαλιαν. | 1 וְאַתָּה דַּבֵּר אֶת־הַנָּאֶה לַלֶּקַח הַבָּרִיא |
2 Οι γεροντες να ηναι αγρυπνοι, σεμνοι, σωφρονες, υγιαινοντες εν τη πιστει, τη αγαπη, τη υπομονη. | 2 שֶׁיִּהְיוּ הַזְּקֵנִים משְׁלִים בְּרוּחָם וּמְכֻבָּדִים וּצְנוּעִים וּבְרִיאִים בָּאֱמוּנָה וּבָאַהֲבָה וּבַסַּבְלָנוּת |
3 Αι γραιαι ωσαυτως να εχωσι τροπον ιεροπρεπη, μη καταλαλοι, μη δεδουλωμεναι εις πολλην οινοποσιαν, να ηναι διδασκαλοι των καλων, | 3 וְכֵן הַזְּקֵנוֹת תְּהִי הַנְהָגָתָן כַּאֲשֶׁר נָאֲוָה לַקֹּדֶשׁ לֹא תִהְיֶינָה מַלְשִׁינוֹת וְלֹא נִכְבָּשׁוֹת לִסְבוֹא־יַיִן כִּי אִם־מְלַמְּדוֹת טוֹב |
4 δια να νουθετωσι τας νεας να ηναι φιλανδροι, φιλοτεκνοι, | 4 וּמְיַשְּׁרוֹת אֶת־הַצְּעִירוֹת לֶאֱהֹב אֶת־בַּעֲלֵיהֶן וְלֶאֱהֹב אֶת־בְּנֵיהֶן |
5 σωφρονες, καθαραι, οικοφυλακες, αγαθαι, ευπειθεις εις τους ιδιους αυτων ανδρας, δια να μη βλασφημηται ο λογος του Θεου. | 5 וְלִהְיוֹת צְנוּעוֹת וּטְהֹרוֹת צוֹפִיּוֹת הֲלִיכוֹת בֵּיתָן וְטֹבוֹת וְנִכְנָעוֹת לְבַעֲלֵיהֶן לְמַעַן לֹא־יְחֻלַּל דְּבַר הָאֱלֹהִים |
6 Τους νεωτερους ωσαυτως νουθετει να σωφρονωσι, | 6 כָּכָה תַּזְהִיר גַּם אֶת־הַבַּחוּרִים שֶׁיִּהְיוּ צְנוּעִים |
7 δεικνυων κατα παντα σεαυτον τυπον των καλων εργων, φυλαττων εν τη διδασκαλια αδιαφθοριαν, σεμνοτητα, | 7 וּבְכָל־דָּבָר הֱיֵה אַתָּה לְמוֹפֵת בְּמַעֲשִׂים טוֹבִים בְּהוֹרָאָה צְרוּפָה וְנֶהְדָּרָה |
8 λογον υγιη και ακατακριτον, δια να εντραπη ο εναντιος, μη εχων να λεγη δια σας μηδεν κακον. | 8 וּבְדָבָר בָּרִיא וּמוּם אֵין־בּוֹ לְמַעַן יֵבוֹשׁ הַמִּתְקוֹמֵם וְלֹא יִמְצָא לְדַבֵּר עֲלֵיכֶם רָע |
9 Τους δουλους να υποτασσωνται εις τους εαυτων δεσποτας, να ευαρεστωσιν εις αυτους κατα παντα, να μη αντιλεγωσι, | 9 הָעֲבָדִים יִכָּנְעוּ לַאֲדוֹנֵיהֶם וְיִתְרַצּוּ לָהֶם בְּכָל־דָּבָר וְלֹא יַמְרוּ אֶת־דִּבְרֵיהֶם |
10 να μη σφετεριζωνται τα αλλοτρια, αλλα να δεικνυωσι πασαν πιστιν αγαθην, δια να στολιζωσι κατα παντα την διδασκαλιαν του σωτηρος ημων Θεου. | 10 וְלֹא־יִמְעֲלוּ מַעַל כִּי אִם־יַרְאוּ כָּל־אֱמוּנָה טוֹבָה לְמַעַן יְפָאֲרוּ בַכֹּל אֶת־לֶקַח אֱלֹהֵינוּ מוֹשִׁיעֵנוּ |
11 Διοτι εφανερωθη η χαρις του Θεου η σωτηριος εις παντας ανθρωπους, | 11 כִּי הוֹפִיעַ חֶסֶד אֱלֹהִים לְהוֹשִׁיעַ אֶת־כָּל־בְּנֵי הָאָדָם |
12 διδασκουσα ημας να αρνηθωμεν την ασεβειαν και τας κοσμικας επιθυμιας και να ζησωμεν σωφρονως και δικαιως και ευσεβως εν τω παροντι αιωνι, | 12 וּלְיַסֵּר אֹתָנוּ אֲשֶׁר נְתַעֵב הָרֶשַׁע וְתַאֲוֺת הָעוֹלָם וְנִחְיֶה בָּעוֹלָם הַזֶּה בִּצְנִיעוּת וּבְצֶדֶק וּבַחֲסִידוּת |
13 προσμενοντες την μακαριαν ελπιδα και επιφανειαν της δοξης του μεγαλου Θεου και Σωτηρος ημων Ιησου Χριστου, | 13 וּנְחַכֶּה לַתִּקְוָה הַמְאַשֶּׁרֶת וּלְהוֹפָעַת כְּבוֹד אֱלֹהֵינוּ הַגָּדוֹל וּמוֹשִׁיעֵנוּ יֵשׁוּעַ הַמָּשִׁיחַ |
14 οστις εδωκεν εαυτον υπερ ημων, δια να μας λυτρωση απο πασης ανομιας και να μας καθαριση εις εαυτον λαον εκλεκτον, ζηλωτην καλων εργων. | 14 אֲשֶׁר־נָתַן אֶת־נַפְשׁוֹ בַּעֲדֵנוּ לְגָאֳלֵנוּ מִכָּל־עָוֶל וּלְטַהֵר לוֹ עַם סְגֻלָּה הַזָּרִיז בְּמַעֲשִׂים טוֹבִים |
15 Ταυτα λαλει και προτρεπε και ελεγχε μετα πασης εξουσιας? ας μη σε περιφρονη μηδεις. | 15 אֶת־אֵלֶּה תְדַבֵּר וְתַזְהִיר וְתוֹכִיחַ בְּכָל־חָזְקָה וְאִישׁ אַל־יָבוּז לָךְ |