Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Luca - Luke 13


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Κατ' εκεινον δε τον καιρον ηλθον τινες, απαγγελλοντες προς αυτον περι των Γαλιλαιων, των οποιων το αιμα ο Πιλατος εμιξε με τας θυσιας αυτων.1 C’est alors qu’on mit Jésus au courant d’un massacre de Galiléens: Pilate avait fait couler leur sang là-même où ils sacrifiaient leurs victimes.
2 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Νομιζετε οτι οι Γαλιλαιοι ουτοι ησαν αμαρτωλοι υπερ παντας τους Γαλιλαιους, διοτι επαθον τοιαυτα;2 Jésus alors leur dit: "Croyez-vous que ces Galiléens étaient plus pécheurs que tous les autres Galiléens pour avoir eu ce sort?
3 Ουχι, σας λεγω, αλλ' εαν δεν μετανοητε, παντες ομοιως θελετε απολεσθη.3 Non, je vous le dis; mais si vous ne vous convertissez pas, vous périrez tous pareillement!
4 Η εκεινοι οι δεκαοκτω, επι τους οποιους επεσεν ο πυργος εν τω Σιλωαμ και εθανατωσεν αυτους, νομιζετε οτι ουτοι ησαν αμαρτωλοι υπερ παντας τους ανθρωπους τους κατοικουντας εν Ιερουσαλημ;4 “Et les 18 personnes de Siloé sur qui la tour est tombée, et qui ont été tuées, étaient-elles plus coupables que tous les autres habitants de Jérusalem?
5 Ουχι, σας λεγω, αλλ' εαν δεν μετανοητε, παντες ομοιως θελετε απολεσθη.5 Non, je vous le dis; mais si vous ne vous convertissez pas, vous périrez tous pareillement!”
6 Ελεγε δε ταυτην την παραβολην? Ειχε τις συκην πεφυτευμενην εν τω αμπελωνι αυτου, και ηλθε ζητων καρπον εν αυτη και δεν ευρε.6 Jésus leur dit cette parabole: "Un homme avait un figuier planté dans sa vigne; il vint pour y chercher du fruit et il n’en trouva pas.
7 Και ειπε προς τον αμπελουργον? Ιδου, τρια ετη ερχομαι ζητων καρπον εν τη συκη ταυτη και δεν ευρισκω? εκκοψον αυτην? δια τι καταργει και την γην;7 il dit alors à celui qui soignait la vigne: Voilà trois ans que je viens chercher des fruits sur ce figuier, et je n’en trouve pas. Coupe-le donc, il ne fait qu’épuiser la terre!
8 Ο δε αποκριθεις λεγει προς αυτον? Κυριε, αφες αυτην και τουτο το ετος, εως οτου σκαψω περι αυτην και βαλω κοπριαν?8 Mais l’autre répondit: Maître, laisse-le encore cette année, je piocherai tout autour et je mettrai du fumier.
9 και εαν μεν καμη καρπον, καλως? ει δε μη, θελεις εκκοψει αυτην μετα ταυτα.9 Peut-être après cela donnera-t-il du fruit; sinon, tu le couperas.”
10 Εδιδασκε δε εν μια των συναγωγων το σαββατον.10 Un jour de sabbat, Jésus était en train d’enseigner dans une synagogue
11 Και ιδου, γυνη τις ειχε πνευμα ασθενειας δεκαοκτω ετη και ητο συγκυπτουσα και δεν ηδυνατο παντελως να ανακυψη.11 lorsque arriva une femme toute courbée; un esprit la tenait malade depuis déjà 18 ans et elle était totalement incapable de se redresser.
12 Ιδων δε αυτην ο Ιησους, εφωναξε και ειπε προς αυτην? Γυναι, ηλευθερωμενη εισαι απο της ασθενειας σου?12 Dès que Jésus la voit, il l’interpelle: "Femme, te voici délivrée de ton infirmité!”
13 και εθεσεν επ' αυτην τας χειρας? και παρευθυς ανωρθωθη και εδοξαζε τον Θεον.13 Jésus lui impose les mains, et aussitôt elle se redresse, rendant gloire à Dieu.
14 Αποκριθεις δε ο αρχισυναγωγος, αγανακτων οτι εις το σαββατον εθεραπευσεν ο Ιησους, ελεγε προς τον οχλον? Εξ ημεραι ειναι, εις τας οποιας πρεπει να εργαζησθε? εν ταυταις λοιπον ερχομενοι θεραπευεσθε, και μη τη ημερα του σαββατου.14 Mais le chef de la synagogue intervient, scandalisé, car Jésus l’a guérie un jour de sabbat, et il dit à la foule: "Il y a six jours pour travailler; venez ces jours-là pour vous faire guérir mais pas le jour du sabbat!”
15 Απεκριθη λοιπον προς αυτον ο Κυριος και ειπεν? Υποκριτα, δεν λυει εκαστος υμων εν τω σαββατω τον βουν αυτου η τον ονον απο της φατνης και φερων ποτιζει;15 Le Seigneur lui répond en ces termes: "Comme vous êtes faux! Chacun de vous ne détache-t-il pas de la mangeoire son bœuf ou son âne, même le jour du sabbat, pour le conduire à l’abreuvoir?
16 αυτη δε, ουσα θυγατηρ του Αβρααμ, την οποιαν ο Σατανας εδεσεν, ιδου, δεκαοκτω ετη, δεν επρεπε να λυθη απο του δεσμου τουτου τη ημερα του σαββατου;16 Et vous avez là une fille d’Abraham que Satan avait liée voici 18 ans: le sabbat n’était-il pas justement le jour pour la délier de son mal?”
17 Και ενω, αυτος ελεγε ταυτα, κατησχυνοντο παντες οι εναντιοι αυτου, και πας ο οχλος εχαιρε δι' ολα τα ενδοξα εργα τα γινομενα υπ' αυτου.17 Après ces paroles de Jésus, ses adversaires ne savaient plus que dire, mais tout le public était en joie pour tant de merveilles qu’on lui voyait faire.
18 Ελεγε δε? Με τι ειναι ομοια η βασιλεια του Θεου, και με τι να ομοιωσω αυτην;18 Il disait donc: "À quoi comparer le Royaume de Dieu, quelle image puis-je en donner?
19 Ειναι ομοια με κοκκον σιναπεως, τον οποιον λαβων ανθρωπος ερριψεν εις τον κηπον αυτου? και ηυξησε και εγεινε δενδρον μεγα, και τα πετεινα του ουρανου κατεσκηνωσαν εν τοις κλαδοις αυτου.19 Il est tout comme la graine de moutarde qu’un homme a prise pour la semer dans son jardin; elle a grandi et elle est devenue un arbre, si bien que les oiseaux du ciel se sont abrités dans ses branches.”
20 Και παλιν ειπε? Με τι να ομοιωσω την βασιλειαν του Θεου;20 De nouveau Jésus leur dit: "Quelle image puis-je donner du Royaume de Dieu?
21 Ειναι ομοια με προζυμιον, το οποιον λαβουσα γυνη ενεκρυψεν εις τρια μετρα αλευρου, εωσου ανεβη ολον το φυραμα.21 Il est tout comme le levain qu’une femme prend et enfouit dans trois mesures de farine jusqu’à ce que tout soit levé.”
22 Και διηρχετο τας πολεις και κωμας διδασκων και οδοιπορων εις Ιερουσαλημ.22 Jésus faisait route vers Jérusalem, et il continuait d’enseigner tout en traversant villes et villages.
23 Ειπε δε τις προς αυτον? Κυριε, ολιγοι αρα ειναι οι σωζομενοι; Ο δε ειπε προς αυτους?23 Quelqu’un lui dit: "Seigneur, est-ce vrai que peu de gens seront sauvés?” Il répondit:
24 Αγωνιζεσθε να εισελθητε δια της στενης πυλης? διοτι πολλοι, σας λεγω, θελουσι ζητησει να εισελθωσι και δεν θελουσι δυνηθη.24 "Efforcez-vous d’entrer par la porte étroite car, je vous le dis, beaucoup chercheront à entrer et ne pourront pas.
25 Αφου σηκωθη ο οικοδεσποτης και αποκλειση την θυραν, και αρχισητε να στεκησθε εξω και να κρουητε την θυραν, λεγοντες? Κυριε, Κυριε, ανοιξον εις ημας? και εκεινος αποκριθεις σας ειπη, δεν σας εξευρω ποθεν εισθε?25 “Quand le maître de maison se sera levé pour fermer la porte, vous serez là dehors et vous appellerez à la porte: ‘Seigneur, ouvre-nous donc!’ Mais lui vous répondra: ‘Je ne sais pas d’où vous êtes.’
26 τοτε θελετε αρχισει να λεγητε? Εφαγομεν εμπροσθεν σου και επιομεν, και εν ταις πλατειαις ημων εδιδαξας.26 Alors vous direz: ‘Nous avons mangé et bu avec toi, tu as enseigné sur nos places!’
27 Και θελει ειπει? Σας λεγω, δεν σας εξευρω ποθεν εισθε? φυγετε απ' εμου παντες οι εργαται της αδικιας.27 Mais lui dira: ‘Je ne sais pas d’où vous êtes: éloignez-vous de moi, vous qui travaillez pour le mal.’
28 Εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων, οταν ιδητε τον Αβρααμ και Ισαακ και Ιακωβ και παντας τους προφητας εν τη βασιλεια του Θεου, εαυτους δε εκβαλλομενους εξω.28 “Alors il y aura pleurs et grincements de dents, lorsque vous verrez Abraham, Isaac et Jacob avec tous les prophètes dans le Royaume de Dieu, et vous pendant ce temps, mis à la porte!
29 Και θελουσιν ελθει απο ανατολων και δυσμων και απο βορρα και νοτου και θελουσι καθησει εν τη βασιλεια του Θεου.29 Et d’autres viendront de l’orient et de l’occident, du nord et du midi pour s’installer à la table dans le Royaume de Dieu.
30 Και ιδου, ειναι εσχατοι, οιτινες θελουσιν εισθαι πρωτοι, και ειναι πρωτοι, οιτινες θελουσιν εισθαι εσχατοι.30 Quelle surprise: certains qui étaient parmi les derniers se retrouvent premiers, et d’autres qui étaient premiers sont les derniers!”
31 Κατ' εκεινην την ημεραν προσηλθον τινες Φαρισαιοι, λεγοντες προς αυτον? Εξελθε και αναχωρησον εντευθεν, διοτι ο Ηρωδης θελει να σε θανατωση.31 À ce moment plusieurs Pharisiens s’approchèrent et lui dirent: "Ne reste pas ici, poursuis ta route, car Hérode cherche à te tuer!”
32 Και ειπε προς αυτους? Υπαγετε και ειπατε προς την αλωπεκα ταυτην? Ιδου, εκβαλλω δαιμονια και καμνω θεραπειας σημερον και αυριον, και την τριτην ημεραν τελειουμαι.32 Il leur répondit: "Allez dire à ce renard: ‘Aujourd’hui et demain je chasse les démons et je fais des guérisons; c’est au troisième jour que j’arrive à ma fin.’
33 Πλην πρεπει εγω σημερον και αυριον και την εφεξης ημεραν να υπαγω? διοτι δεν ειναι δυνατον προφητης να απολεσθη εξω της Ιερουσαλημ.33 Mais je dois poursuivre mon chemin aujourd’hui, demain et le jour suivant, car un prophète ne peut pas mourir ailleurs qu’à Jérusalem!
34 Ιερουσαλημ, Ιερουσαλημ, η φονευουσα τους προφητας και λιθοβολουσα τους απεσταλμενους προς αυτην, ποσακις ηθελησα να συναξω τα τεκνα σου καθ' ον τροπον η ορνις τα ορνιθια εαυτης υπο τας πτερυγας, και δεν ηθελησατε.34 “Jérusalem! Jérusalem! Tu assassines les prophètes et reçois à coups de pierre ceux qui te sont envoyés! Combien de fois ai-je voulu rassembler tes enfants, comme l’oiseau couvre ses petits de ses ailes; mais vous n’avez pas voulu.
35 Ιδου, σας αφινεται ο οικος σας ερημος? αληθως δε σας λεγω οτι δεν θελετε με ιδει, εωσου ελθη ο καιρος οτε θελετε ειπει? Ευλογημενος ο ερχομενος εν ονοματι Κυριου.35 Vous vous retrouverez seuls avec votre Maison. Oui, je vous l’affirme, vous ne me verrez plus jusqu’au temps où vous direz: Béni soit celui qui vient au nom du Seigneur!”