Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 27


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Οτε δε εγεινε πρωι, συνεβουλευθησαν παντες οι αρχιερεις και οι πρεσβυτεροι του λαου κατα του Ιησου δια να θανατωσωσιν αυτον?1 Le matin étant arrivé, tous les grands prêtres et les anciens du peuple tinrent un conseil contreJésus, en sorte de le faire mourir.
2 και δεσαντες αυτον, εφεραν και παρεδωκαν αυτον εις τον Ποντιον Πιλατον τον ηγεμονα.2 Et, après l'avoir ligoté, ils l'emmenèrent et le livrèrent à Pilate le gouverneur.
3 Τοτε ιδων Ιουδας ο παραδοσας αυτον οτι κατεδικασθη, μεταμεληθεις επεστρεψε τα τριακοντα αργυρια εις τους πρεσβυτερους,3 Alors Judas, qui l'avait livré, voyant qu'il avait été condamné, fut pris de remords et rapporta les30 pièces d'argent aux grands prêtres et aux anciens:
4 λεγων? Ημαρτον παραδοσας αιμα αθωον. Οι δε ειπον? Τι προς ημας; συ οψει.4 "J'ai péché, dit-il, en livrant un sang innocent." Mais ils dirent: "Que nous importe? A toi devoir."
5 Και ριψας τα αργυρια εν τω ναω, ανεχωρησε και απελθων εκρεμασθη.5 Jetant alors les pièces dans le sanctuaire, il se retira et s'en alla se pendre.
6 Οι δε αρχιερεις, λαβοντες τα αργυρια, ειπον? Δεν ειναι συγκεχωρημενον να βαλωμεν αυτα εις το θησαυροφυλακιον, διοτι ειναι τιμη αιματος.6 Ayant ramassé l'argent, les grands prêtres dirent: "Il n'est pas permis de le verser au trésor,puisque c'est le prix du sang."
7 Και συμβουλευθεντες ηγορασαν με αυτα τον αγρον του κεραμεως, δια να ενταφιαζωνται εκει οι ξενοι.7 Après délibération, ils achetèrent avec cet argent le "champ du potier" comme lieu de sépulturepour les étrangers.
8 Δια τουτο ωνομασθη ο αγρος εκεινος Αγρος αιματος εως της σημερον.8 Voilà pourquoi ce champ-là s'est appelé jusqu'à ce jour le "Champ du Sang."
9 Τοτε επληρωθη το ρηθεν δια Ιερεμιου του προφητου, λεγοντος? Και ελαβον τα τριακοντα αργυρια, την τιμην του εκτιμηθεντος, τον οποιον εξετιμησαν απο των υιων Ισραηλ,9 Alors s'accomplit l'oracle de Jérémie le prophète: Et ils prirent les 30 pièces d'argent, le prix duPrécieux qu'ont apprécié des fils d'Israël,
10 και εδωκαν αυτα εις τον αγρον του κεραμεως, καθως μοι παρηγγειλεν ο Κυριος.10 et ils les donnèrent pour le champ du potier, ainsi que me l'a ordonné le Seigneur.
11 Ο δε Ιησους εσταθη εμπροσθεν του ηγεμονος? και ηρωτησεν αυτον ο ηγεμων, λεγων? Συ εισαι ο βασιλευς των Ιουδαιων; Ο δε Ιησους ειπε προς αυτον? Συ λεγεις.11 Jésus fut amené en présence du gouverneur et le gouverneur l'interrogea en disant: "Tu es le Roides Juifs?" Jésus répliqua: "Tu le dis."
12 Και ενω εκατηγορειτο υπο των αρχιερεων και των πρεσβυτερων, ουδεν απεκριθη.12 Puis, tandis qu'il était accusé par les grands prêtres et les anciens, il ne répondit rien.
13 Τοτε λεγει προς αυτον ο Πιλατος? Δεν ακουεις ποσα σου καταμαρτυρουσι;13 Alors Pilate lui dit: "N'entends-tu pas tout ce qu'ils attestent contre toi?"
14 Και δεν απεκριθη προς αυτον ουδε προς ενα λογον, ωστε ο ηγεμων εθαυμαζε πολυ.14 Et il ne lui répondit sur aucun point, si bien que le gouverneur était fort étonné.
15 Κατα δε την εορτην εσυνειθιζεν ο ηγεμων να απολυη εις τον οχλον ενα δεσμιον, οντινα ηθελον.15 A chaque Fête, le gouverneur avait coutume de relâcher à la foule un prisonnier, celui qu'ellevoulait.
16 Και ειχον τοτε δεσμιον περιβοητον λεγομενον Βαραββαν.16 On avait alors un prisonnier fameux, nommé Barabbas.
17 Ενω λοιπον ησαν συνηγμενοι, ειπε προς αυτους ο Πιλατος? Τινα θελετε να σας απολυσω; τον Βαραββαν η τον Ιησουν τον λεγομενον Χριστον;17 Pilate dit donc aux gens qui se trouvaient rassemblés: "Lequel voulez-vous que je vous relâche,Barabbas, ou Jésus que l'on appelle Christ?"
18 Επειδη ηξευρεν οτι δια φθονον παρεδωκαν αυτον.18 Il savait bien que c'était par jalousie qu'on l'avait livré.
19 Ενω δε εκαθητο επι του βηματος, απεστειλε προς αυτον η γυνη αυτου, λεγουσα? Απεχε του δικαιου εκεινου? διοτι πολλα επαθον σημερον κατ' οναρ δι' αυτον.19 Or, tandis qu'il siégeait au tribunal, sa femme lui fit dire: "Ne te mêle point de l'affaire de cejuste; car aujourd'hui j'ai été très affectée dans un songe à cause de lui."
20 Οι δε αρχιερεις και οι πρεσβυτεροι επεισαν τους οχλους να ζητησωσι τον Βαραββαν, τον δε Ιησουν να απολεσωσι.20 Cependant, les grands prêtres et les anciens persuadèrent aux foules de réclamer Barabbas et deperdre Jésus.
21 Και αποκριθεις ο ηγεμων ειπε προς αυτους? Τινα θελετε απο των δυο να σας απολυσω; οι δε ειπον? Τον Βαραββαν.21 Prenant la parole, le gouverneur leur dit: "Lequel des deux voulez-vous que je vous relâche?" Ilsdirent: "Barabbas."
22 Λεγει προς αυτους ο Πιλατος? Τι λοιπον να καμω τον Ιησουν τον λεγομενον Χριστον; Λεγουσι προς αυτον παντες? Σταυρωθητω.22 Pilate leur dit: "Que ferai-je donc de Jésus que l'on appelle Christ?" Ils disent tous: "Qu'il soitcrucifié!"
23 Ο δε ηγεμων ειπε? Και τι κακον επραξεν; Οι δε περισσοτερον εκραζον, λεγοντες? Σταυρωθητω.23 Il reprit: "Quel mal a-t-il donc fait?" Mais ils criaient plus fort: "Qu'il soit crucifié!"
24 Και ιδων ο Πιλατος οτι ουδεν ωφελει, αλλα μαλλον θορυβος γινεται, λαβων υδωρ ενιψε τας χειρας αυτου εμπροσθεν του οχλου, λεγων? Αθωος ειμαι απο του αιματος του δικαιου τουτου? υμεις οψεσθε.24 Voyant alors qu'il n'aboutissait à rien, mais qu'il s'ensuivait plutôt du tumulte, Pilate prit de l'eauet se lava les mains en présence de la foule, en disant: "Je ne suis pas responsable de ce sang; à vous de voir!"
25 Και αποκριθεις πας ο λαος ειπε? Το αιμα αυτου ας ηναι εφ' ημας και επι τα τεκνα ημων.25 Et tout le peuple répondit: "Que son sang soit sur nous et sur nos enfants!"
26 Τοτε απελυσεν εις αυτους τον Βαραββαν, τον δε Ιησουν μαστιγωσας παρεδωκε δια να σταυρωθη.26 Alors il leur relâcha Barabbas; quant à Jésus, après l'avoir fait flageller, il le livra pour êtrecrucifié.
27 Τοτε οι στρατιωται του ηγεμονος, παραλαβοντες τον Ιησουν εις το πραιτωριον, συνηθροισαν επ' αυτον ολον το ταγμα των στρατιωτων?27 Alors les soldats du gouverneur prirent avec eux Jésus dans le Prétoire et ameutèrent sur luitoute la cohorte.
28 και εκδυσαντες αυτον ενεδυσαν αυτον χλαμυδα κοκκινην,28 L'ayant dévêtu, ils lui mirent une chlamyde écarlate,
29 και πλεξαντες στεφανον εξ ακανθων, εθεσαν επι την κεφαλην αυτου και καλαμον εις την δεξιαν αυτου, και γονυπετησαντες εμπροσθεν αυτου, ενεπαιζον αυτον, λεγοντες? Χαιρε, ο βασιλευς των Ιουδαιων?29 puis, ayant tressé une couronne avec des épines, ils la placèrent sur sa tête, avec un roseau danssa main droite. Et, s'agenouillant devant lui, ils se moquèrent de lui en disant: "Salut, roi des Juifs!"
30 και εμπτυσαντες εις αυτον ελαβον τον καλαμον και ετυπτον εις την κεφαλην αυτου.30 et, crachant sur lui, ils prenaient le roseau et en frappaient sa tête.
31 Και αφου ενεπαιξαν αυτον, εξεδυσαν αυτον την χλαμυδα και ενεδυσαν αυτον τα ιματια αυτου, και εφεραν αυτον δια να σταυρωσωσιν.31 Puis, quand ils se furent moqués de lui, ils lui ôtèrent la chlamyde, lui remirent ses vêtements etl'emmenèrent pour le crucifier.
32 Ενω δε εξηρχοντο, ευρον ανθρωπον Κυρηναιον, ονομαζομενον Σιμωνα? τουτον ηγγαρευσαν δια να σηκωση τον σταυρον αυτου.32 En sortant, ils trouvèrent un homme de Cyrène, nommé Simon, et le requirent pour porter sacroix.
33 Και οτε ηλθον εις τοπον λεγομενον Γολγοθα, οστις λεγεται Κρανιου τοπος,33 Arrivés à un lieu dit Golgotha, c'est-à-dire lieu dit du Crâne,
34 εδωκαν εις αυτον να πιη οξος μεμιγμενον μετα χολης? και γευθεις δεν ηθελε να πιη.34 ils lui donnèrent à boire du vin mêlé de fiel; il en goûta et n'en voulut point boire.
35 Αφου δε εσταυρωσαν αυτον διεμερισθησαν τα ιματια αυτου, βαλλοντες κληρον, δια να πληρωθη το ρηθεν υπο του προφητου, Διεμερισθησαν τα ιματια μου εις εαυτους και επι τον ιματισμον μου εβαλον κληρον.35 Quand ils l'eurent crucifié, ils se partagèrent ses vêtements en tirant au sort.
36 Και καθημενοι εφυλαττον αυτον εκει.36 Puis, s'étant assis, ils restaient là à le garder.
37 Και εθεσαν επανωθεν της κεφαλης αυτου την κατηγοριαν αυτου γεγραμμενην? Ουτος εστιν Ιησους ο βασιλευς των Ιουδαιων.37 Ils placèrent aussi au-dessus de sa tête le motif de sa condamnation ainsi libellé: "Celui-ci estJésus, le roi des Juifs."
38 Τοτε εσταυρωθησαν μετ' αυτου δυο λησται, εις εκ δεξιων και εις εξ αριστερων.38 Alors sont crucifiés avec lui deux brigands, l'un à droite et l'autre à gauche.
39 οι δε διαβαινοντες εβλασφημουν αυτον, κινουντες τας κεφαλας αυτων39 Les passants l'injuriaient en hochant la tête
40 και λεγοντες? Ο χαλων τον ναον και δια τριων ημερων οικοδομων, σωσον σεαυτον? αν ησαι Υιος του Θεου, καταβα απο του σταυρου.40 et disant: "Toi qui détruis le Sanctuaire et en trois jours le rebâtis, sauve-toi toi-même, si tu esfils de Dieu, et descends de la croix!"
41 Ομοιως δε και οι αρχιερεις εμπαιζοντες μετα των γραμματεων και πρεσβυτερων, ελεγον.41 Pareillement les grands prêtres se gaussaient et disaient avec les scribes et les anciens:
42 Αλλους εσωσεν, εαυτον δεν δυναται να σωση? αν ηναι βασιλευς του Ισραηλ, ας καταβη τωρα απο του σταυρου και θελομεν πιστευσει εις αυτον?42 "Il en a sauvé d'autres et il ne peut se sauver lui-même! Il est roi d'Israël: qu'il descendemaintenant de la croix et nous croirons en lui!
43 πεποιθεν επι τον Θεον, ας σωση τωρα αυτον, εαν θελη αυτον? επειδη ειπεν οτι Θεου Υιος ειμαι.43 Il a compté sur Dieu; que Dieu le délivre maintenant, s'il s'intéresse à lui! Il a bien dit: Je suisfils de Dieu!"
44 Το αυτο δε και οι λησται οι συσταυρωθεντες μετ' αυτου ωνειδιζον εις αυτον.44 Même les brigands crucifiés avec lui l'outrageaient de la sorte.
45 Απο δε εκτης ωρας σκοτος εγεινεν εφ' ολην την γην εως ωρας εννατης?45 A partir de la sixième heure, l'obscurité se fit sur toute la terre, jusqu'à la neuvième heure.
46 περι δε την εννατην ωραν ανεβοησεν ο Ιησους μετα φωνης μεγαλης, λεγων? Ηλι, Ηλι, λαμα σαβαχθανι; τουτεστι, Θεε μου, Θεε μου, δια τι με εγκατελιπες;46 Et vers la neuvième heure, Jésus clama en un grand cri: "Eli, Eli, lema sabachtani", c'est-à-dire:"Mon Dieu, mon Dieu, pourquoi m'as-tu abandonné?"
47 Και τινες των εκει εστωτων ακουσαντες, ελεγον οτι τον Ηλιαν φωναζει ουτος.47 Certains de ceux qui se tenaient là disaient en l'entendant: "Il appelle Elie, celui-ci!"
48 Και ευθυς εδραμεν εις εξ αυτων και λαβων σπογγον και γεμισας οξους και περιθεσας εις καλαμον εποτιζεν αυτον.48 Et aussitôt l'un d'eux courut prendre une éponge qu'il imbiba de vinaigre et, l'ayant mise au boutd'un roseau, il lui donnait à boire.
49 Οι δε λοιποι ελεγον? Αφες, ας ιδωμεν αν ερχηται ο Ηλιας να σωση αυτον.49 Mais les autres lui dirent: "Laisse! que nous voyions si Elie va venir le sauver!"
50 Ο δε Ιησους παλιν κραξας μετα φωνης μεγαλης, αφηκε το πνευμα.50 Or Jésus, poussant de nouveau un grand cri, rendit l'esprit.
51 Και ιδου, το καταπετασμα του ναου εσχισθη εις δυο απο ανωθεν εως κατω, και η γη εσεισθη και αι πετραι εσχισθησαν,51 Et voilà que le voile du Sanctuaire se déchira en deux, du haut en bas; la terre trembla, lesrochers se fendirent,
52 και τα μνημεια ηνοιχθησαν και πολλα σωματα των κεκοιμημενων αγιων ανεστησαν,52 les tombeaux s'ouvrirent et de nombreux corps de saints trépassés ressuscitèrent:
53 και εξελθοντες εκ των μνημειων μετα την αναστασιν αυτου εισηλθον εις την αγιαν πολιν και ενεφανισθησαν εις πολλους.53 ils sortirent des tombeaux après sa résurrection, entrèrent dans la Ville sainte et se firent voir àbien des gens.
54 Ο δε εκατονταρχος και οι μετ' αυτου φυλαττοντες τον Ιησουν, ιδοντες τον σεισμον και τα γενομενα, εφοβηθησαν σφοδρα, λεγοντες? Αληθως Θεου Υιος ητο ουτος.54 Quant au centurion et aux hommes qui avec lui gardaient Jésus, à la vue du séisme et de ce quise passait, ils furent saisis d'une grande frayeur et dirent: "Vraiment celui-ci était fils de Dieu!"
55 Ησαν δε εκει γυναικες πολλαι απο μακροθεν θεωρουσαι, αιτινες ηκολουθησαν τον Ιησουν απο της Γαλιλαιας υπηρετουσαι αυτον?55 Il y avait là de nombreuses femmes qui regardaient à distance, celles-là même qui avaient suiviJésus depuis la Galilée et le servaient,
56 μεταξυ των οποιων ητο Μαρια η Μαγδαληνη, και Μαρια η μητηρ του Ιακωβου και Ιωση, και η μητηρ των υιων Ζεβεδαιου.56 entre autres Marie de Magdala, Marie, mère de Jacques et de Joseph, et la mère des fils deZébédée.
57 Οτε δε εγεινεν εσπερα, ηλθεν ανθρωπος πλουσιος απο Αριμαθαιας, το ονομα Ιωσηφ, οστις και αυτος εμαθητευσεν εις τον Ιησουν?57 Le soir venu, il vint un homme riche d'Arimathie, du nom de Joseph, qui s'était fait, lui aussi,disciple de Jésus.
58 ουτος ελθων προς τον Πιλατον, εζητησε το σωμα του Ιησου. Τοτε ο Πιλατος προσεταξε να αποδοθη το σωμα.58 Il alla trouver Pilate et réclama le corps de Jésus. Alors Pilate ordonna qu'on le lui remît.
59 Και λαβων το σωμα ο Ιωσηφ, ετυλιξεν αυτο με σινδονα καθαραν,59 Joseph prit donc le corps, le roula dans un linceul propre
60 και εθεσεν αυτο εν τω νεω αυτου μνημειω, το οποιον ελατομησεν εν τη πετρα, και προσκυλισας λιθον μεγαν εις την θυραν του μνημειου ανεχωρησεν.60 et le mit dans le tombeau neuf qu'il s'était fait tailler dans le roc; puis il roula une grande pierre àl'entrée du tombeau et s'en alla.
61 Ητο δε εκει Μαρια η Μαγδαληνη και η αλλη Μαρια, καθημεναι απεναντι του ταφου.61 Or il y avait là Marie de Magdala et l'autre Marie, assises en face du sépulcre.
62 Και τη επαυριον, ητις ειναι μετα την παρασκευην, συνηχθησαν οι αρχιερεις και οι Φαρισαιοι προς τον Πιλατον62 Le lendemain, c'est-à-dire après la Préparation, les grands prêtres et les Pharisiens se rendirenten corps chez Pilate
63 λεγοντες? Κυριε, ενεθυμηθημεν οτι εκεινος ο πλανος ειπεν ετι ζων, Μετα τρεις ημερας θελω αναστηθη.63 et lui dirent: "Seigneur, nous nous sommes souvenus que cet imposteur a dit, de son vivant:Après trois jours je ressusciterai!
64 Προσταξον λοιπον να ασφαλισθη ο ταφος εως της τριτης ημερας, μηποτε οι μαθηται αυτου ελθοντες δια νυκτος κλεψωσιν αυτον και ειπωσι προς τον λαον, Ανεστη εκ των νεκρων? και θελει εισθαι η εσχατη πλανη χειροτερα της πρωτης.64 Commande donc que le sépulcre soit tenu en sûreté jusqu'au troisième jour, pour éviter que sesdisciples ne viennent le dérober et ne disent au peuple: Il est ressuscité des morts! Cette dernière imposture seraitpire que la première."
65 Ειπε δε προς αυτους ο Πιλατος? Εχετε φυλακας? υπαγετε, ασφαλισατε καθως εξευρετε.65 Pilate leur répondit: "Vous avez une garde; allez et prenez vos sûretés comme vous l'entendez."
66 Οι δε υπηγον και ησφαλισαν τον ταφον, σφραγισαντες τον λιθον και επιστησαντες τους φυλακας.66 Ils allèrent donc et s'assurèrent du sépulcre, en scellant la pierre et en postant une garde.