1 Βεβαιως ειναι τοπος του αργυριου οθεν εξαγεται, και τοπος του χρυσιου οπου καθαριζεται? | 1 Certo l’argento ha la sua miniera, E l’oro un luogo dove è fuso. |
2 ο σιδηρος λαμβανεται εκ της γης και ο χαλκος χυνεται εκ της πετρας. | 2 Il ferro si trae dalla polvere, E la pietra liquefatta rende del rame. |
3 Βαλλει μεν ο ανθρωπος ορια εις το σκοτος και ανιχνευει τα παντα μεχρι τελειοτητος? τους λιθους του σκοτους και της σκιας του θανατου. | 3 L’uomo ha posto un termine alle tenebre, E investiga ogni cosa infino al fine; Le pietre che son nell’oscurità e nell’ombra della morte; |
4 Χειμαρρος εξορμα εκ του τοπου οπου κατοικει? υδατα αδοκιμαστα υπο του ποδος? ταυτα ολιγοστευουσι και αναχωρουσιν απο των ανθρωπων. | 4 Ove i torrenti che il piè avea dimenticati scoppiano fuori, E impediscono che niuno vi stia appresso; Poi scemano, e se ne vanno per opera degli uomini. |
5 Περι δε της γης, εξ αυτης εξερχεται ο αρτος και υποκατωθεν αυτης ανασκαπτεται ως υπο πυρος? | 5 La terra, che produce il pane, Disotto è rivolta sottosopra, e pare tutta fuoco. |
6 οι λιθοι αυτης ειναι τοπος σαπφειρων? και εν αυτη χωμα χρυσιου. | 6 Le pietre di essa sono il luogo degli zaffiri, E vi è della polvere d’oro. |
7 Την οδον εκεινην δεν γνωριζει πτηνον και οφθαλμος γυπος δεν ειδεν αυτην? | 7 Niuno uccello rapace ne sa il sentiero, E l’occhio dell’avvoltoio non riguardò mai là. |
8 τα θηρια δεν επατησαν αυτην, ο αγριος λεων δεν επερασε δι' αυτης. | 8 I leoncini della leonessa non calcarono giammai que’ luoghi, Il leone non vi passò giammai. |
9 Εκτεινει την χειρα αυτου επι τον σκληρον βραχον? ανατρεπει τα ορη απο της ριζης. | 9 L’uomo mette la mano a’ macigni; Egli rivolta sottosopra i monti fin dalla radice. |
10 Εγκοπτει ποταμους μεταξυ των βραχων? και ο οφθαλμος αυτου ανακαλυπτει παν πολυτιμον. | 10 Egli fa de’ condotti a’ rivi per mezzo le rupi; E l’occhio suo vede ogni cosa preziosa. |
11 Δεσμευει των ποταμων την πλημμυραν? και το κεκρυμμενον εκφερει εις φως. | 11 Egli tura i fiumi che non gocciolino, E trae fuori in luce le cose nascoste. |
12 Αλλ' η σοφια ποθεν θελει ευρεθη; και που ειναι ο τοπος της συνεσεως; | 12 Ma la sapienza, onde si trarrà ella? E dov’è il luogo dell’intelligenza? |
13 Ο ανθρωπος δεν γνωριζει την τιμην αυτης? και δεν ευρισκεται εν τη γη των ζωντων. | 13 L’uomo non conosce il prezzo di essa; Ella non si trova nella terra de’ viventi |
14 Η αβυσσος λεγει, δεν ειναι εν εμοι? και η θαλασσα λεγει, δεν ειναι μετ' εμου. | 14 L’abisso dice: Ella non è in me; E il mare dice: Ella non è appresso di me. |
15 Δεν δυναται να δοθη χρυσιον αντ' αυτης? και αργυριον δεν δυναται να ζυγισθη εις ανταλλαγμα αυτης. | 15 Ei non si può dare oro per essa, Nè può pesarsi argento per lo prezzo suo. |
16 Δεν δυναται να εκτιμηθη με το χρυσιον του Οφειρ, με τον πολυτιμον ονυχα και σαπφειρον. | 16 Ella non può essere apprezzata ad oro di Ofir, Nè ad onice prezioso, nè a zaffiro. |
17 Το χρυσιον και ο κρυσταλλος δεν δυναται να εξισωθωσι με αυτην? και ανταλλαγμα αυτης να γεινη με σκευη καθαρωτατου χρυσιου. | 17 Nè l’oro, nè il diamante, non posson pareggiarla di prezzo; Ed alcun vasellamento d’oro fino non può darsi in iscambio di essa. |
18 Δεν θελει μνημονευθη κοραλλιον, η μαργαριται? διοτι η τιμη της σοφιας ειναι υπερτερα των πολυτιμων λιθων. | 18 Appo lei non si fa menzione di coralli, nè di perle; La valuta della sapienza è maggiore che quella delle gemme. |
19 Το τοπαζιον της Αιθιοπιας δεν θελει εξισωθη με αυτην? δεν θελει εκτιμηθη με καθαρον χρυσιον. | 19 Il topazio di Etiopia non la può pareggiar di prezzo; Ella non può essere apprezzata ad oro puro |
20 Ποθεν λοιπον ερχεται η σοφια; και που ειναι ο τοπος της συνεσεως; | 20 Onde viene adunque la sapienza? E dove è il luogo dell’intelligenza? |
21 Ειναι βεβαιως κεκρυμμενη απο των οφθαλμων παντων των ζωντων, και εσκεπασμενη απο των πτηνων του ουρανου. | 21 Conciossiachè ella sia nascosta agli occhi d’ogni vivente, Ed occulta agli uccelli del cielo. |
22 Η απωλεια και ο θανατος λεγουσι, Δια των ωτων ημων ηκουσαμεν την φημην αυτης. | 22 Il luogo della perdizione e la morte dicono: Noi abbiamo con gli orecchi solo udita la fama di essa. |
23 Ο Θεος εννοει την οδον αυτης, και αυτος γνωριζει τον τοπον αυτης. | 23 Iddio solo intende la via di essa, E conosce il suo luogo. |
24 Επειδη αυτος θεωρει εως των περατων της γης, βλεπει υποκατω παντος του ουρανου, | 24 Perciocchè egli riguarda fino all’estremità della terra, Egli vede sotto tutti i cieli. |
25 δια να ζυγιζη το βαρος των ανεμων, και να σταθμιζη τα υδατα με μετρον. | 25 Quando egli dava il peso al vento, E pesava le acque a certa misura; |
26 Οτε εκαμε νομον δια την βροχην και οδον δια την αστραπην της βροντης, | 26 Quando egli poneva il suo ordine alla pioggia, E la via a’ lampi de’ tuoni; |
27 τοτε ειδε και εφανερωσεν αυτην? ητοιμασεν αυτην και μαλιστα εξιχνιασεν αυτην. | 27 Allora egli la vedeva, e la contava; Egli l’ordinava, ed anche l’investigava. |
28 Και ειπε προς τον ανθρωπον, Ιδου, ο φοβος του Κυριου, ουτος ειναι η σοφια, και η αποχη απο του κακου συνεσις. | 28 Ma egli ha detto all’uomo: Ecco, il timor del Signore è la sapienza; E il ritrarsi dal male è l’intelligenza |