Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 27


font
GREEK BIBLEEINHEITSUBERSETZUNG BIBEL
1 Και εξηκολουθησεν ο Ιωβ την παραβολην αυτου και ειπε?1 Dann setzte Ijob seine Rede fort und sprach:
2 Ζη ο Θεος, ο αποβαλων την κρισιν μου, και ο Παντοδυναμος, ο πικρανας την ψυχην μου,2 So wahr Gott lebt, der mir mein Recht entzog,
der Allmächtige, der meine Seele quälte:
3 οτι παντα τον χρονον ενοσω η πνοη μου ειναι εν εμοι και το πνευμα του Θεου εις τους μυκτηρας μου,3 Solange noch Atem in mir ist
und Gottes Hauch in meiner Nase,
4 τα χειλη μου δεν θελουσι λαλησει αδικιαν και η γλωσσα μου δεν θελει μελετησει δολον.4 soll Unrecht nicht von meinen Lippen kommen,
noch meine Zunge Falsches reden.
5 Μη γενοιτο εις εμε να σας δικαιωσω? εως να εκπνευσω, δεν θελω απομακρυνει την ακεραιοτητα μου απ' εμου.5 Fern sei es mir, euch Recht zu geben,
ich gebe, bis ich sterbe, meine Unschuld nicht preis.
6 Θελω κρατει την δικαιοσυνην μου και δεν θελω αφησει αυτην? η καρδια μου δεν θελει με ελεγξει ενοσω ζω.6 An meinem Rechtsein halt ich fest und lass es nicht;
mein Herz schilt keinen meiner Tage.
7 Ο εχθρος μου να ηναι ως ο ασεβης και ο ανισταμενος κατ' εμου ως ο παρανομος.7 Mein Feind sei wie ein Frevler,
mein Gegner wie ein Bösewicht.
8 Διοτι τις η ελπις του υποκριτου, αν και επλεονεκτησεν, οταν ο Θεος αποσπα την ψυχην αυτου;8 Denn was ist des Ruchlosen Hoffen,
wenn er dahingeht,
wenn Gott das Leben von ihm nimmt?
9 Αρα γε θελει ακουσει ο Θεος την κραυγην αυτου, οταν επελθη επ' αυτον συμφορα;9 Wird Gott sein Schreien hören,
wenn über ihn die Drangsal kommt?
10 Θελει ευφραινεσθαι εις τον Παντοδυναμον; θελει επικαλεισθαι τον Θεον εν παντι καιρω;10 Kann er sich des Allmächtigen erfreuen
und Gott anrufen zu jeder Zeit?
11 θελω σας διδαξει τι ειναι εν τη χειρι του Θεου? ο, τι ειναι παρα τω Παντοδυναμω, δεν θελω κρυψει αυτο.11 Ich will euch belehren über Gottes Tun,
nicht verhehlen, was der Allmächtige plant.
12 Ιδου, σεις παντες ειδετε? δια τι λοιπον εισθε ολως τοσον ματαιοι;12 Ihr habt es ja alle selbst gesehen.
Warum führt ihr nichtige Reden?
13 Τουτο ειναι παρα Θεου η μερις του ασεβους ανθρωπου, και η κληρονομια των δυναστων, την οποιαν θελουσι λαβει παρα του Παντοδυναμου.13 Das ist des Frevlers Anteil bei Gott,
der Gewalttätigen Erbe,
das sie vom Allmächtigen empfangen:
14 Εαν οι υιοι αυτου πολλαπλασιασθωσιν, ειναι δια την ρομφαιαν? και οι εκγονοι αυτου δεν θελουσι χορτασθη αρτον.14 Werden zahlreich seine Söhne,
fürs Schwert sind sie bestimmt;
nie werden seine Kinder satt an Brot.
15 Οι εναπολειφθεντες αυτου θελουσι ταφη εν θανατω? και αι χηραι αυτου δεν θελουσι κλαυσει.15 Was übrig bleibt, wird durch den Tod begraben
und seine Witwen weinen nicht.
16 Και αν επισωρευση αργυριον ως το χωμα και ετοιμαση ιματια ως τον πηλον?16 Häuft er auch Silber auf wie Staub
und beschafft er sich Kleider wie Lehm:
17 δυναται μεν να ετοιμαση, πλην ο δικαιος θελει ενδυθη αυτα? και ο αθωος θελει διαμοιρασθη το αργυριον.17 er schafft sie zwar an;
doch anziehen wird sie der Gerechte,
das Silber wird der Schuldlose erben.
18 Οικοδομει τον οικον αυτου ως το σαρακιον, και ως καλυβην, την οποιαν καμνει ο αγροφυλαξ.18 Er baut wie die Spinne sein Haus
und wie die Hütte, die der Wächter aufstellt.
19 Πλαγιαζει πλουσιος, πλην δεν θελει συναχθη? ανοιγει τους οφθαλμους αυτου και δεν υπαρχει.19 Reich legt er sich schlafen, nichts ist ihm genommen.
Macht er die Augen auf, ist nichts mehr da.
20 Τρομοι συλλαμβανουσιν αυτον ως υδατα, ανεμοστροβιλος αρπαζει αυτον την νυκτα.20 Schrecken holt ihn ein wie eine Wasserflut,
der Sturmwind trägt ihn fort bei Nacht.
21 Σηκονει αυτον ανατολικος ανεμος, και υπαγει? και αποσπα αυτον απο του τοπου αυτου.21 Der Ostwind hebt ihn hoch, er muss dahin,
er weht ihn weg von seinem Ort.
22 Διοτι ο Θεος θελει ριψει κατ' αυτου συμφορας και δεν θελει φεισθη? απο της χειρος αυτου σπευδει να φυγη.22 Er stürzt sich auf ihn schonungslos,
seiner Gewalt will er entfliehen.
23 Θελουσι κροτησει τας χειρας αυτων επ' αυτον, και θελουσι συριξει αυτον απο του τοπου αυτων.23 Man klatscht über ihn in die Hände
und zischt ihn fort von seiner Stätte.