Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Juan 18


font
EL LIBRO DEL PUEBLO DE DIOSGREEK BIBLE
1 Después de haber dicho esto, Jesús fue con sus discípulos al otro lado del torrente Cedrón. Había en ese lugar una huerta y allí entró con ellos.1 Αφου ειπε ταυτα ο Ιησους, εξηλθε μετα των μαθητων αυτου περαν του χειμαρρου των Κεδρων, οπου ητο κηπος, εις τον οποιον εισηλθεν αυτος και οι μαθηται αυτου.
2 Judas, el traidor, también conocía el lugar porque Jesús y sus discípulos se reunían allí con frecuencia.2 Ηξευρε δε τον τοπον και Ιουδας ο παραδιδων αυτον? διοτι πολλακις συνηλθεν εκει ο Ιησους μετα των μαθητων αυτου.
3 Entonces Judas, al frente de un destacamento de soldados y de los guardias designados por los sumos sacerdotes y los fariseos, llegó allí con faroles, antorchas y armas.3 Ο Ιουδας λοιπον, λαβων το ταγμα και εκ των αρχιερεων και Φαρισαιων υπηρετας, ερχεται εκει μετα φανων και λαμπαδων και οπλων.
4 Jesús, sabiendo todo lo que le iba a suceder, se adelantó y les preguntó: «¿A quién buscan?».4 Ο δε Ιησους, εξευρων παντα τα ερχομενα επ' αυτον, εξηλθε και ειπε προς αυτους? Τινα ζητειτε;
5 A Jesús, el Nazareno. El les dijo: «Soy yo». Judas el que lo entregaba estaba con ellos.5 Απεκριθησαν προς αυτον? Ιησουν τον Ναζωραιον. Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Εγω ειμαι. Ιστατο δε μετ' αυτων και Ιουδας ο παραδιδων αυτον.
6 Cuando Jesús les dijo: «Soy yo», ellos retrocedieron y cayeron en tierra.6 Καθως λοιπον ειπε προς αυτους οτι εγω ειμαι, απεσυρθησαν εις τα οπισω και επεσον χαμαι.
7 Les preguntó nuevamente: «¿A quién buscan?». Le dijeron: «A Jesús, el Nazareno».7 Παλιν λοιπον ηρωτησεν αυτους? Τινα ζητειτε; Οι δε ειπον? Ιησουν τον Ναζωραιον.
8 Jesús repitió: «Ya les dije que soy yo. Si es a mí a quien buscan, dejan que estos se vayan».8 Απεκριθη ο Ιησους? Σας ειπον οτι εγω ειμαι. Εαν λοιπον εμε ζητητε, αφησατε τουτους να υπαγωσι?
9 Así debía cumplirse la palabra que él había dicho: «No he perdido a ninguno de los que me confiaste».9 δια να πληρωθη ο λογος, τον οποιον ειπεν, Οτι εξ εκεινων τους οποιους μοι εδωκας, δεν απωλεσα ουδενα.
10 Entonces Simón Pedro, que llevaba una espada, la sacó e hirió al servidor del Sumo Sacerdote, cortándole la oreja derecha. El servidor se llamaba Malco.10 Τοτε ο Σιμων Πετρος εχων μαχαιραν εσυρεν αυτην και εκτυπησε τον δουλον του αρχιερεως και απεκοψεν αυτου το ωτιον το δεξιον? ητο δε το ονομα του δουλου Μαλχος.
11 Jesús dijo a Simón Pedro: «Envaina tu espada. ¿Acaso no beberé el cáliz que me ha dado el Padre?11 Ειπε λοιπον ο Ιησους προς τον Πετρον? Βαλε την μαχαιραν σου εις την θηκην? το ποτηριον, το οποιον μοι εδωκεν ο Πατηρ, δεν θελω πιει αυτο;
12 El destacamento de soldados, con el tribuno y los guardias judíos, se apoderaron de Jesús y lo ataron.12 Το ταγμα λοιπον και ο χιλιαρχος και οι υπηρεται των Ιουδαιων συνελαβον τον Ιησουν και εδεσαν αυτον,
13 Lo llevaron primero ante Anás, porque era suegro de Caifás, Sumo Sacerdote aquel año.13 και εφεραν αυτον εις τον Ανναν πρωτον? διοτι ητο πενθερος του Καιαφα, οστις ητο αρχιερευς του ενιαυτου εκεινου.
14 Caifás era el que había aconsejado a los judíos: «Es preferible que un solo hombre muera por el pueblo».14 Ητο δε ο Καιαφας ο συμβουλευσας τους Ιουδαιους οτι συμφερει να απολεσθη εις ανθρωπος υπερ του λαου.
15 Entre tanto, Simón Pedro, acompañado de otro discípulo, seguía a Jesús. Este discípulo, que era conocido del Sumo Sacerdote, entró con Jesús en el patio del Pontífice,15 Ηκολουθει δε τον Ιησουν ο Σιμων Πετρος και ο αλλος μαθητης. Ο δε μαθητης εκεινος ητο γνωστος εις τον αρχιερεα και εισηλθε μετα του Ιησου εις την αυλην του αρχιερεως.
16 mientras Pedro permanecía afuera, en la puerta. El otro discípulo, el que era conocido del Sumo Sacerdote, salió, habló a la portera e hizo entrar a Pedro.16 Ο δε Πετρος ιστατο εξω πλησιον της θυρας. Εξηλθε λοιπον ο μαθητης ο αλλος, οστις ητο γνωστος εις τον αρχιερεα, και ωμιλησεν εις την θυρωρον, και εισηγαγε τον Πετρον.
17 La portera dijo entonces a Pedro: «¿No eres tú también uno de los discípulos de ese hombre?». El le respondió: «No lo soy».17 Λεγει λοιπον η δουλη η θυρωρος προς τον Πετρον? Μηπως και συ εισαι εκ των μαθητων του ανθρωπου τουτου; Λεγει εκεινος? Δεν ειμαι.
18 Los servidores y los guardias se calentaban junto al fuego, que habían encendido porque hacía frío. Pedro también estaba con ellos, junto al fuego.18 Ισταντο δε οι δουλοι και οι υπηρεται, οιτινες ειχον καμει ανθρακιαν, διοτι ητο ψυχος, και εθερμαινοντο? και μετ' αυτων ιστατο ο Πετρος και εθερμαινετο.
19 El Sumo Sacerdote interrogó a Jesús acerca de sus discípulos y de su enseñanza.19 Ο αρχιερευς λοιπον ηρωτησε τον Ιησουν περι των μαθητων αυτου και περι της διδαχης αυτου.
20 Jesús le respondió: «He hablado abiertamente al mundo; siempre enseñé en la sinagoga y en el Templo, donde se reúnen todos los judíos, y no he dicho nada en secreto.20 Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Εγω παρρησια ελαλησα εις τον κοσμον? εγω παντοτε εδιδαξα εν τη συναγωγη και εν τω ιερω, οπου οι Ιουδαιοι συνερχονται παντοτε, και εν κρυπτω δεν ελαλησα ουδεν.
21 ¿Por qué me interrogas a mí? Pregunta a los que me han oído qué les enseñé. Ellos saben bien lo que he dicho».21 Τι με ερωτας; ερωτησον τους ακουσαντας, τι ελαλησα προς αυτους? ιδου, ουτοι εξευρουσιν οσα ειπον εγω.
22 Apenas Jesús dijo esto, uno de los guardias allí presentes le dio una bofetada, diciéndole: «¿Así respondes al Sumo Sacerdote?».22 Οτε δε ειπε ταυτα, εις των υπηρετων ισταμενος πλησιον εδωκε ραπισμα εις τον Ιησουν, ειπων? Ουτως αποκρινεσαι προς τον αρχιερεα;
23 Jesús le respondió: «Si he hablado mal, muestra en qué ha sido; pero si he hablado bien, ¿por qué me pegas?23 Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Εαν κακως ελαλησα, μαρτυρησον περι του κακου? εαν δε καλως, τι με δερεις;
24 Entonces Anás lo envió atado ante el Sumo Sacerdote Caifás.24 Ειχε δε αποστειλει αυτον ο Αννας δεδεμενον προς Καιαφαν τον αρχιερεα.
25 Simón Pedro permanecía junto al fuego. Los que estaban con él le dijeron: «¿No eres tú también uno de sus discípulos?». El lo negó y dijo: «No lo soy».25 Ο δε Σιμων Πετρος ιστατο και εθερμαινετο? ειπον λοιπον προς αυτον? Μηπως και συ εκ των μαθητων αυτου εισαι; Ηρνηθη εκεινος και ειπε? Δεν ειμαι.
26 Uno de los servidores del Sumo Sacerdote, pariente de aquel al que Pedro había cortado la oreja, insistió: «¿Acaso no te vi con él en la huerta?».26 Λεγει εις εκ των δουλων του αρχιερεως, οστις ητο συγγενης εκεινου, του οποιου ο Πετρος απεκοψε το ωτιον? Δεν σε ειδον εγω εν τω κηπω μετ' αυτου;
27 Pedro volvió a negarlo, y en seguida cantó el gallo.27 Παλιν λοιπον ηρνηθη ο Πετρος, και ευθυς εφωναξεν ο αλεκτωρ.
28 Desde la casa de Caifás llevaron a Jesús al pretorio. Era de madrugada. Pero ellos no entraron en el pretorio, para no contaminarse y poder así participar en la comida de Pascua.28 Φερουσι λοιπον τον Ιησουν απο του Καιαφα εις το πραιτωριον? ητο δε πρωι? και αυτοι δεν εισηλθον εις το πραιτωριον, δια να μη μιανθωσιν, αλλα δια να φαγωσι το πασχα.
29 Pilato salió adonde estaban ellos y les preguntó: «¿Qué acusación traen contra este hombre?». Ellos respondieron:29 Εξηλθε λοιπον ο Πιλατος προς αυτους και ειπε? Τινα κατηγοριαν φερετε κατα του ανθρωπου τουτου;
30 «Si no fuera un malhechor, no te lo hubiéramos entregado».30 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Εαν ουτος δεν ητο κακοποιος, δεν ηθελομεν σοι παραδωσει αυτον.
31 Pilato les dijo: «Tómenlo y júzguenlo ustedes mismos, según la ley que tienen». Los judíos le dijeron: «A nosotros no nos está permitido dar muerte a nadie».31 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Πιλατος? Λαβετε αυτον σεις και κατα τον νομον σας κρινατε αυτον. Ειπον δε προς αυτον οι Ιουδαιοι? ημεις δεν εχομεν εξουσιαν να θανατωσωμεν ουδενα.
32 Así debía cumplirse lo que había dicho Jesús cuando indicó cómo iba a morir.32 Δια να πληρωθη ο λογος του Ιησου, τον οποιον ειπε, δεικνυων με ποιον θανατον εμελλε να αποθανη.
33 Pilato volvió a entrar en el pretorio, llamó a Jesús y le preguntó: «¿Eres tú el rey de los judíos?».33 Εισηλθε παλιν εις το πραιτωριον ο Πιλατος και εφωναξε τον Ιησουν και ειπε προς αυτον? Συ εισαι ο βασιλευς των Ιουδαιων;
34 Jesús le respondió: «¿Dices esto por ti mismo u otros te lo han dicho de mí?».34 Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Αφ' εαυτου λεγεις συ τουτο, η αλλοι σοι ειπον περι εμου;
35 Pilato explicó: «¿Acaso yo soy judío? Tus compatriotas y los sumos sacerdotes te han puesto en mis manos. ¿Qué es lo que has hecho».35 Απεκριθη ο Πιλατος? Μηπως εγω ειμαι Ιουδαιος; το εθνος το ιδικον σου και οι αρχιερεις σε παρεδωκαν εις εμε? τι εκαμες;
36 Jesús respondió: «Mi realeza no es de este mundo. Si mi realeza fuera de este mundo, los que están a mi servicio habrían combatido para que yo no fuera entregado a los judíos. Pero mi realeza no es de aquí».36 Απεκριθη ο Ιησους? Η βασιλεια η εμη δεν ειναι εκ του κοσμου τουτου? εαν η βασιλεια η εμη ητο εκ του κοσμου τουτου, οι υπηρεται μου ηθελον αγωνιζεσθαι, δια να μη παραδωθω εις τους Ιουδαιους? τωρα δε η βασιλεια η εμη δεν ειναι εντευθεν.
37 Pilato le dijo: «¿Entonces tú eres rey». Jesús respondió: «Tú lo dices: yo soy rey. Para esto he nacido y he venido al mundo: para dar testimonio de la verdad. El que es de la verdad, escucha mi voz».37 Και ο Πιλατος ειπε προς αυτον? Λοιπον βασιλευς εισαι συ; Απεκριθη ο Ιησους? Συ λεγεις οτι βασιλευς ειμαι εγω. Εγω δια τουτο εγεννηθην και δια τουτο ηλθον εις τον κοσμον, δια να μαρτυρησω εις την αληθειαν. Πας οστις ειναι εκ της αληθειας ακουει την φωνην μου.
38 Pilato le preguntó: «¿Qué es la verdad?». Al decir esto, salió nuevamente a donde estaban los judíos y les dijo: «Yo no encuentro en él ningún motivo para condenarlo.38 Λεγει προς αυτον ο Πιλατος? Τι ειναι αληθεια; Και τουτο ειπων, παλιν εξηλθε προς τους Ιουδαιους και λεγει προς αυτους? Εγω δεν ευρισκω ουδεν εγκλημα εν αυτω?
39 Y ya que ustedes tienen la costumbre de que ponga en libertad a alguien, en ocasión de la Pascua, ¿quieren que suelte al rey de los judíos?».39 ειναι δε συνηθεια εις εσας να σας απολυσω ενα εν τω πασχα? θελετε λοιπον να σας απολυσω τον βασιλεα των Ιουδαιων;
40 Ellos comenzaron a gritar, diciendo: «¡A él no, a Barrabás!». Barrabás era un bandido.40 Παλιν λοιπον εκραυγασαν παντες, λεγοντες? Μη τουτον, αλλα τον Βαραββαν. Ητο δε ο Βαραββας ληστης.