1 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων, | 1 Надійшло до мене таке слово Господнє: |
2 Υιε ανθρωπου, καμε την Ιερουσαλημ να γνωριση τα βδελυγματα αυτης, | 2 «Сину чоловічий! Вистав перед очі Єрусалимові всі її гидоти, |
3 και ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος προς την Ιερουσαλημ? Η ριζα σου και η γεννησις σου ειναι εκ της γης των Χαναναιων? ο πατηρ σου Αμορραιος και η μητηρ σου Χετταια. | 3 скажи: Так говорить Господь Бог до Єрусалиму: Рід твій та походження — з Ханаан-краю. Батько твій — аморій, мати — хеттитка. |
4 Εις δε την γεννησιν σου, καθ' ην ημεραν εγεννηθης, ο ομφαλος σου δεν εκοπη και εν υδατι δεν ελουσθης, δια να καθαρισθης, και με αλας δεν ηλατισθης και εν σπαργανοις δεν εσπαργανωθης. | 4 При народинах твоїх, тоді як ти на світ з’явилась, ні пупця тобі не обрізано, ні водою тебе не обмито, щоб була чиста, ні сіллю не натерто, ані в пелюшки не повито. |
5 Οφθαλμος δεν σε εφεισθη, δια να καμη εις σε τι εκ τουτων, ωστε να σε σπλαγχνισθη? αλλ' ησο απερριμμενη εις το προσωπον της πεδιαδος, εν τη αποστροφη της ψυχης σου, καθ' ην ημεραν εγεννηθης. | 5 Нічиє око тебе не пожалувало, щоб із милосердя до тебе хоч одне щось із цього тобі зробити. Ні, тебе викинуто в поле, гидуючи тобою, коли ти народилась. |
6 Και οτε διεβην απο πλησιον σου και σε ειδον κυλιομενην εν τω αιματι σου, ειπα προς σε ευρισκομενην εν τω αιματι σου, Ζηθι? ναι, ειπα προς σε ευρισκομενην εν τω αιματι σου, Ζηθι. | 6 І йшов я мимо тебе й побачив, як ти вовтузилась у власній крові, і сказав тобі: Живи у твоїй крові, |
7 Και σε εκαμον μυριοπλασιον, ως την χλοην του αγρου, και ηυξηνθης και εμεγαλυνθης και εφθασας εις το ακρον της ωραιοτητος? οι μαστοι σου εμορφωθησαν και αι τριχες σου ανεφυησαν? ησο ομως γυμνη και ασκεπαστος. | 7 рости, немов трава в полі. Ти виросла, зробилась великою й дійшла до прекрасної вроди. Позаокруглювались у тебе груди та й волосся виросло густо, тільки була ти гола, невкрита. |
8 Και οτε διεβην απο πλησιον σου και σε ειδον, ιδου, η ηλικια σου ητο ηλικια ερωτος? και απλωσας το κρασπεδον μου επι σε, εσκεπασα την ασχημοσυνην σου? και ωμοσα προς σε και εισηλθον εις συνθηκην μετα σου, λεγει Κυριος ο Θεος, και εγεινες εμου. | 8 Я переходив попри тебе й уздрів, і ось видно було, що прийшла твоя пора любови. І я накинув полу одежі моєї на тебе й прикрив твою голизну. Я присягнув тобі; увійшов у союз з тобою, — слово Господа Бога, — і ти стала моєю. |
9 Και σε ελουσα εν υδατι και απεπλυνα το αιμα σου απο σου και σε εχρισα εν ελαιω. | 9 Я викупав тебе в воді, обмив із тебе кров і намастив тебе олією. |
10 Και σε ενεδυσα κεντητα και σε υπεδησα με σανδαλια υακινθινα και σε περιεζωσα με βυσσον και σε εφορεσα μεταξωτα. | 10 Я одягнув тебе в гаптовану одежу, обув тебе в сап’янці, підперезав тебе вісоном і вкрив тебе шовком. |
11 Και σε εστολισα με στολιδια και περιεθεσα εις τας χειρας σου βραχιολια και περιδεραιον επι τον τραχηλον σου. | 11 Я прикрасив тебе оздобами, надів тобі на руки обручки, а на шию намисто. |
12 Και εβαλον ερρινα εις τους μυκτηρας σου και ενωτια εις τα ωτα σου και στεφανον δοξης επι την κεφαλην σου. | 12 Я дав тобі каблучку до носа, і кульчики до вух і пишний вінець тобі на голову. |
13 Και εστολισθης με χρυσιον και αργυριον, και τα ιματια σου ησαν βυσσινα και μεταξωτα και κεντητα? σεμιδαλιν και μελι και ελαιον ετρωγες? και εγεινες ωραια σφοδρα και ευημερησας μεχρι βασιλειας. | 13 Ти розкошувала в золоті й у сріблі, одіж твоя була — вісон, шовк і гаптована тканина. Питльованою мукою, медом і олією ти годувалась. Прекрасною ти стала, хоч би й у цариці. |
14 Και εξηλθεν η φημη σου μεταξυ των εθνων δια το καλλος σου? διοτι ητο τελειον δια του στολισμου μου, τον οποιον εθεσα επι σε, λεγει Κυριος ο Θεος. | 14 І слава твоя пронеслась проміж народами з-за твоєї вроди, бо вона (врода) була досконала величчю, яку я поклав на тебе, — слово Господа Бога. |
15 Συ ομως εθαρρευθης εις το καλλος σου, και επορνευθης δια την φημην σου και εξεχεας την πορνειαν σου εις παντα διαβατην, γινομενη αυτου. | 15 Ти ж, покладаючись на твою вроду й послуговуючись твоєю славою, запопалася блудувати, і щедро блудувала з кожним перехожим. |
16 Και ελαβες εκ των ιματιων σου και εστολισας τους υψηλους σου τοπους με ποικιλα χρωματα και εξεπορνευθης απ' αυτων? τοιαυτα δεν εγειναν ουδε θελουσι γεινει. | 16 Ти вживала твою одежу, щоб робити з неї собі узвишшя барвисті, та й на них блудувала. |
17 Και ελαβες τα σκευη της λαμπροτητος σου, τα εκ του χρυσιου μου και τα εκ του αργυριου μου, τα οποια εδωκα εις σε, και εκαμες εις σεαυτην εικονας αρσενικας και εξεπορνευθης με αυτας? | 17 Ти взяла прикраси твої з мого золота й мого срібла, що я був дав тобі, і наробила собі з них чоловічих подоб, щоб блудувати з ними. |
18 και ελαβες τα κεντητα σου ιματια και εσκεπασας αυτας? και εθεσας εμπροσθεν αυτων το ελαιον μου και το θυμιαμα μου. | 18 Ти взяла твою гаптовану одежу й нею їх покрила; мою олію й мій ладан ти перед ними поклала. |
19 Και τον αρτον μου, τον οποιον εδωκα εις σε, την σεμιδαλιν και το ελαιον και το μελι, με τα οποια σε ετρεφον, εθεσας και ταυτα εμπροσθεν αυτων εις οσμην ευωδιας? ουτως εγεινε, λεγει Κυριος ο Θεος. | 19 Та й хліб мій, що я був дав тобі, питльовану муку, олію й мед, якими я годував тебе, усе те ти поклала перед ними, на приємний запах їм, — слово Господа Бога. |
20 Και ελαβες τους υιους σου και τας θυγατερας σου, τας οποιας εγεννησας εις εμε, και ταυτα εθυσιασας εις αυτας, δια να αναλωθωσιν εν τω πυρι? μικρον εργον των πορνευσεων σου ητο τουτο, | 20 Ти взяла твоїх синів і твоїх дочок, що мені була породила, і принесла їх їм у жертву, щоб вони їх споживали. Чи ж то не досить тобі було блудування твого? |
21 οτι εσφαξας τα τεκνα μου και παρεδωκας αυτα δια να διαβιβασωσιν αυτα δια του πυρος εις τιμην αυτων; | 21 Ти різала моїх дітей, ти віддавала їх їм, проводивши їх через вогонь, на честь їм. |
22 Και εν πασι τοις βδελυγμασι σου και ταις πορνειαις σου δεν ενεθυμηθης ταις ημερας της νεοτητος σου, οτε ησο γυμνη και ασκεπαστος, κυλιομενη εν τω αιματι σου. | 22 І при всіх твоїх гидотах та блудодійствах. ти й не згадала про час твоїх молодощів, як була гола й невкрита, вовтузилась у власній крові. |
23 Και μετα πασας τας κακιας σου, Ουαι, ουαι εις σε, λεγει Κυριος ο Θεος, | 23 А після всіх твоїх злочинів — о горе, горе тобі! — слово Господа Бога, — |
24 εκτισας και εις σεαυτην οικημα πορνικον και εκαμες εις σεαυτην πορνοστασιον εν παση πλατεια. | 24 ти спорудила собі кубло, зробила собі узвишшя на всякому майдані. |
25 Εις πασαν αρχην οδου ωκοδομησας το πορνοστασιον σου και εκαμες το καλλος σου βδελυκτον και ηνοιξας τους ποδας σου εις παντα διαβατην, και επληθυνας την πορνειαν σου. | 25 На кожному роздоріжжі споруджувала собі узвишшя, сквернила твою вроду й розставляла ноги для кожного перехожого, помножуючи твої блудійства. |
26 Και εξεπορνευθης με τους Αιγυπτιους τους πλησιοχωρους σου, τους μεγαλοσαρκους? και επολλαπλασιασας την πορνειαν σου, δια να με παροργισης. | 26 Ти блудувала з єгиптянами, сусідами твоїми, кремезними тілом; ти множила твої блудодійства, щоб довести мене до гніву. |
27 Ιδου λοιπον, εξηπλωσα την χειρα μου επι σε, και αφηρεσα τα νενομισμενα σου, και σε παρεδωκα εις την θελησιν εκεινων αιτινες σε εμισουν, των θυγατερων των Φιλισταιων, αιτινες εντρεπονται δια την οδον σου την αισχραν. | 27 І ось простяг я мою руку і зменшив твої посілості, й видав тебе на потіху твоїх ненависниць, дочок філістимлянських, що й самі червоніли від твоєї розпусної поведінки. |
28 Και εξεπορνευθης με τους Ασσυριους, διοτι ησο απληστος? ναι, εξεπορνευθης με αυτους και ετι δεν εχορτασθης. | 28 Ти блудувала з синами Ашшура, та й того не було тобі досить. Блудувала, та не насичувалась. |
29 Και επολλαπλασιασας την πορνειαν σου εν γη Χανααν μεχρι των Χαλδαιων? και ουδε ουτως εχορτασθης. | 29 Ти помножила твої блудодійства з крамарським краєм, із Халдеєю, та й тим не наситилась. |
30 Ποσον διεφθαρη η καρδια σου, λεγει Κυριος ο Θεος, επειδη πραττεις παντα ταυτα, εργα της πλεον αναισχυντου πορνης. | 30 Яке ж мало бути втомлене твоє серце, — слово Господа Бога, — як ти все те коїла, вчинки сороміцької блудниці! |
31 Διοτι εκτισας το πορνικον οικημα σου εν τη αρχη πασης οδου, και εκαμες το πορνοστασιον σου εν παση πλατεια? και δεν εσταθης ως πορνη, καθοτι κατεφρονησας μισθωμα, | 31 Як ти споруджувала собі кубло на кожному роздоріжжі й робила собі узвишшя на кожному майдані. Однак, ти не була звичайною блудницею, — бо ти нехтувала їхньою платнею, |
32 αλλ' ως γυνη μοιχαλις, αντι του ανδρος αυτης δεχομενη ξενους. | 32 лише жінкою-перелюбкою, що замість свого мужа — чужих приймала. |
33 Εις πασας τας πορνας διδουσι μισθωμα? αλλα συ τα μισθωματα σου διδεις εις παντας τους εραστας σου και διαφθειρεις αυτους, δια να εισερχωνται προς σε πανταχοθεν επι τη πορνεια σου. | 33 Блудницям дають дарунки; ти ж сама давала гостинці твоїм полюбовникам, і підкуповувала їх, аби звідусіль приходили до тебе на твої блудодійства. |
34 Και γινεται εις σε το αναπαλιν των αλλων γυναικων εν ταις πορνειαις σου? διοτι δεν σε ακολουθει ουδεις δια να πραξη πορνειαν? καθοτι συ διδεις μισθωμα και μισθωμα δεν διδεται εις σε, κατα τουτο γινεται εις σε το αναπαλιν. | 34 Із тобою, у твоїй розпусті, навпаки було, ніж як то діється з іншими жінками; бо за тобою не бігали, як за блудницею, лише ти сама платила, тобі ж плати не давали. Отака розбещена ти була! |
35 Δια τουτο, ακουσον, πορνη, τον λογον του Κυριου? | 35 Тому, блуднице, послухай слова Господнього. |
36 ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Επειδη εξεχεας τον χαλκον σου, και η γυμνωσις σου εξεσκεπασθη εν ταις πορνειαις σου προς τους εραστας σου και προς παντα τα ειδωλα των βδελυγματων σου, και δια το αιμα των τεκνων σου, τα οποια προσεφερες εις αυτα? | 36 Так говорить Господь Бог: За те, що ти оголювала свій сором і тілом світила розпусно до твоїх полюбників та до твоїх гидких бовванів, за те, що ти їм віддавала кров дітей твоїх, |
37 δια τουτο ιδου, εγω συναγω παντας τους εραστας σου, μεθ' ων κατετρυφησας, και παντας οσους ηγαπησας, μετα παντων των μισηθεντων υπο σου? και θελω συναξει αυτους επι σε πανταχοθεν και θελω αποκαλυψει την αισχυνην σου εις αυτους, και θελουσιν ιδει ολην την γυμνωσιν σου. | 37 за все те я позбираю любовників твоїх, що тобі були довподоби, усіх тих, з якими ти любилася, разом із тими, що їх ти ненавиділа; я їх зберу звідусіль проти тебе, і оголю тебе перед ними, і вони побачуть твій сором. |
38 Και θελω σε κρινει κατα την κρισιν των μοιχαλιδων και εκχεουσων αιμα? και θελω σε παραδωσει εις αιμα μετ' οργης και ζηλοτυπιας. | 38 Я судитиму тебе судом, що на жінок чужоложниць і кроворозливниць, і приведу на тебе гнів мій і мої ревнощі. |
39 Και θελω σε παραδωσει εις την χειρα αυτων? και θελουσι κατασκαψει το πορνικον οικημα σου και κατεδαφισει τους υψηλους τοπους σου θελουσιν οτι σε εκδυσει τα ιματια σου και αφαιρεσει τους στολισμους της λαμπροτητος σου και θελουσι σε αφησει γυμνην και ασκεπαστον. | 39 Я видам тебе їм у руки, і вони знесуть твоє кубло і зруйнують твої узвишшя, зірвуть із тебе одіж, відберуть твої прикраси та й покинуть тебе голою та невкритою. |
40 Και θελουσι φερει επι σε οχλους, οιτινες θελουσι σε λιθοβολησει με λιθους και σε διαπερασει με τα ξιφη αυτων. | 40 Потім нашлють на тебе юрбу, поб’ють тебе камінням і порубають своїми мечами. |
41 Και θελουσι κατακαυσει εν πυρι τας οικιας σου, και θελουσιν εκτελεσει επι σε κρισεις ενωπιον πολλων γυναικων? και θελω σε καμει να παυσης απο της πορνειας, και δεν θελεις διδει του λοιπου μισθωμα. | 41 Вони спалять вогнем твої будови і зроблять над тобою суд на очах багатьох жінок. Я покладу край твоєму блудуванню, і ти не платитимеш за розпусту вже більше. |
42 Και θελω αναπαυσει τον θυμον μου επι σε, και η ζηλοτυπια μου θελει σηκωθη απο σου, και θελω ησυχασει και δεν θελω οργισθη πλεον. | 42 Зжену на тобі моє обурення, і відступляться від тебе мої ревнощі, і вгамуюсь, і не гніватимусь більше. |
43 Επειδη δεν ενεθυμηθης τας ημερας της νεοτητος σου, αλλα με παρωξυνας εν πασι τουτοις, δια τουτο ιδου, και εγω θελω ανταποδωσει τας οδους σου επι της κεφαλης σου, λεγει Κυριος ο Θεος? και δεν θελεις καμει κατα την ασεβειαν ταυτην επι πασι τοις βδελυγμασι σου. | 43 За те, що ти не спогадала про дні твоїх молодощів, дратувала мене всіма тими вчинками, я оберну твої вчинки на твою ж голову, — слово Господа Бога. Хіба ти не чинила блудодійства на додаток до всіх твоїх мерзот? |
44 Ιδου, πας ο παροιμιαζομενος θελει παροιμιασθη κατα σου, λεγων, κατα την μητερα η θυγατηρ αυτης. | 44 Ось кожен, хто приповідками говорить, скаже про тебе: Яка мати, така й доня. |
45 Συ εισαι η θυγατηρ της μητρος σου, της αποβαλουσης τον ανδρα αυτης και τα τεκνα αυτης? και εισαι η αδελφη των αδελφων σου, αιτινες απεβαλον τους ανδρας αυτων και τα τεκνα αυτων? η μητηρ σας ητο Χετταια και ο πατηρ σας Αμορραιος. | 45 Ти, дочка, вдалась у твою матір, що покинула свого чоловіка й своїх дітей. Ти — сестра твоїх сестер, що покинули своїх чоловіків і своїх дітей. Мати ваша — хеттитка, батько ваш — аморій. |
46 Και η αδελφη σου η πρεσβυτερα ειναι η Σαμαρεια, αυτη και αι θυγατερες αυτης, αι κατοικουσαι εν τοις αριστεροις σου? η δε νεωτερα αδελφη σου, η κατοικουσα εν τοις δεξιοις σου, τα Σοδομα και αι θυγατερες αυτης. | 46 Старша сестра твоя — це Самарія з дочками своїми, що живе ліворуч від тебе, а менша сестра твоя, — що живе праворуч від тебе — це Содом із своїми дочками. |
47 Συ ομως δεν περιεπατησας κατα τας οδους αυτων και δεν επραξας κατα τα βδελυγματα αυτων? αλλ' ως εαν ητο τουτο πολυ μικρον, υπερεβης αυτων την διαφθοραν εν πασαις ταις οδοις σου. | 47 Ти не тільки їхніми дорогами ходила та їхні гидоти витворяла, — ти зіпсувалась гірш від них усіма вчинками твоїми. |
48 Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, η αδελφη σου Σοδομα δεν επραξεν, αυτη και αι θυγατερες αυτης, ως επραξας συ και αι θυγατερες σου. | 48 Клянусь, як от живу я — слово Господа Бога: Твоя сестра Содом із дочками не чинила такого, як ти з твоїми дочками чинила. |
49 Ιδου, αυτη ητο η ανομια της αδελφης σου Σοδομων, υπερηφανια, πλησμονη αρτου και αφθονια τρυφηλοτητος, αυτης και των θυγατερων αυτης? τον πτωχον δε και τον ενδεη δεν εβοηθει | 49 Ось який був злочин Содому, сестри твоєї: гординя, ненажерливість, безжурне ледарство. Такі були її злочини та її дочок. Бідному й злиденному вони не помагали. |
50 και υψουντο και επραττον βδελυρα ενωπιον μου? οθεν, καθως ειδον ταυτα, ηφανισα αυτας. | 50 Вони залишилися й заходилися чинити мерзоти супроти мене, а я, побачивши те, їх відкинув. |
51 Και η Σαμαρεια δεν ημαρτησεν ουδε το ημισυ των αμαρτηματων σου? αλλα συ επληθυνας τα βδελυγματα σου υπερ εκεινας και εδικαιωσας τας αδελφας σου με παντα τα βδελυγματα σου, τα οποια επραξας. | 51 Самарія не нагрішила й половини того, що ти нагрішила. Ти намножила більше гидот, ніж вони, і ти виправдала твою сестру всіма мерзотами, що їх ти натворила. |
52 Συ λοιπον, ητις εκρινες τας αδελφας σου, βασταζε την καταισχυνην σου? ενεκα των αμαρτηματων σου, με τα οποια κατεσταθης βδελυρωτερα εκεινων, εκειναι ειναι δικαιοτεραι σου? οθεν αισχυνθητι και συ και βασταζε την καταισχυνην σου, οτι εδικαιωσας τας αδελφας σου. | 52 Неси ж і ти твій сором, ти, що заступалася за твоїх сестер. Твоїми гріхами, від яких ти змерзенніла більше від них, ти їх виправдала. Стидайся ж і ти й неси твій сором, бо ти виправдала твоїх сестер! |
53 Οταν φερω οπισω τους αιχμαλωτους αυτων, τους αιχμαλωτους Σοδομων και των θυγατερων αυτης και τους αιχμαλωτους της Σαμαρειας και των θυγατερων αυτης, τοτε θελω επιστρεψει και τους αιχμαλωτους της αιχμαλωσιας σου μεταξυ αυτων? | 53 Я відновлю їх! Я відновлю Содом із дочками. Я відновлю Самарію з її дочками, я відновлю тебе посеред них, |
54 δια να βασταζης την ατιμιαν σου και να καταισχυνησαι δια παντα οσα επραξας και να ησαι παρηγορια εις αυτας. | 54 щоб ти несла твій сором і стидалась усього того, що коїла, коли їх потішила. |
55 Οταν η αδελφη σου Σοδομα και αι θυγατερες αυτης επιστρεψωσιν εις την προτεραν αυτων καταστασιν, και η Σαμαρεια και αι θυγατερες αυτης επιστρεψωσιν εις την προτεραν αυτων καταστασιν, τοτε θελεις επιστρεψει συ και αι θυγατερες σου εις την προτεραν σας καταστασιν. | 55 Сестра твоя Содом з дочками своїми повернуться до попереднього свого стану, і Самарія з дочками своїми повернеться до попереднього свого стану, і ти з дочками твоїми повернетесь до попереднього вашого стану. |
56 Διοτι η αδελφη σου Σοδομα δεν ανεφερθη εκ του στοματος σου εν ταις ημεραις της υπερηφανιας σου, | 56 Чи ж не була сестра твоя Содом у тебе на устах поговіркою за часу гордощів твоїх, |
57 πριν ανακαλυφθη η κακια σου, καθως ανεκαλυφθη εν καιρω του γενομενου εις σε ονειδους υπο των θυγατερων της Συριας και πασων των περιξ αυτης, των θυγατερων των Φιλισταιων, αιτινες σε ελεηλατησαν πανταχοθεν. | 57 ще перед тим, як об’явилась ганьба твоя? Так як ти тепер стала предметом погорди в дочок сирійських та всіх, що навколо них, та в дочок філістимлянських, що тебе з усіх боків зневажають! |
58 Συ εβαστασας την ασεβειαν σου και τα βδελυγματα σου, λεγει Κυριος. | 58 Злочин твій і твої гидоти — ти понесеш їх, — слово Господнє. |
59 Διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Εγω θελω καμει εις σε καθως εκαμες συ, ητις κατεφρονησας τον ορκον, παραβαινουσα την διαθηκην. | 59 Так бо говорить Господь Бог: Я вчиню з тобою, як ти чинила, зневаживши присягу й порвавши союз зо мною. |
60 Αλλ' ομως θελω ενθυμηθη την διαθηκην μου την γενομενην προς σε εν ταις ημεραις της νεοτητος σου, και θελω στησει εις σε διαθηκην αιωνιον. | 60 Та я спогадаю про союз мій із тобою за днів молодощів твоїх і встановлю з тобою союз віковічний. |
61 Τοτε θελεις ενθυμηθη τας οδους σου και αισχυνθη, οταν δεχθης τας αδελφας σου, τας πρεσβυτερας σου και τας νεωτερας σου? και θελω δωσει αυτας εις σε δια θυγατερας, ουχι ομως κατα την διαθηκην σου. | 61 Ти спогадаєш про твою поведінку й засоромишся, коли я візьму твоїх сестер, старших і менших від тебе, і дам їх тобі за дочок, — та не з моєї умови з тобою. |
62 Και εγω θελω στησει την διαθηκην μου προς σε, και θελεις γνωρισει ετι εγω ειμαι ο Κυριος? | 62 Я встановлю з тобою мій союз, і ти взнаєш, що я, — Господь, |
63 δια να ενθυμηθης, και να αισχυνθης και να μη ανοιξης πλεον το στομα σου υπο της εντροπης σου, οταν εξιλεωθω προς σε δια παντα οσα επραξας, λεγει Κυριος ο Θεος. | 63 щоб ти згадала й засоромилась, і не посміла більш зо стиду й уст відкрити, як я прощу тобі все, що ти коїла», — слово Господа Бога. |