1 Ουτω λεγει Κυριος? Φυλαττετε κρισιν και καμνετε δικαιοσυνην? διοτι η σωτηρια μου πλησιαζει να ελθη και η δικαιοσυνη μου να αποκαλυφθη. | 1 Так говорит Господь: сохраняйте суд и делайте правду; ибо близко спасение Мое и откровение правды Моей. |
2 Μακαριος ο ανθρωπος οστις καμνει τουτο, και ο υιος του ανθρωπου οστις κρατει αυτο? οστις φυλαττει το σαββατον, ωστε να μη βεβηλωση αυτο, και κρατει την χειρα αυτου, ωστε να μη πραξη μηδεν κακον. | 2 Блажен муж, который делает это, и сын человеческий, который крепко держится этого, который хранит субботу от осквернения и оберегает руку свою, чтобы не сделать никакого зла. |
3 Ο δε υιος του αλλογενους, ο προστεθειμενος εις τον Κυριον, ας μη ειπη, λεγων, Ο Κυριος διολου θελει με χωρισει απο του λαου αυτου? μηδε ο ευνουχος ας λεγη?, Ιδου, εγω ειμαι δενδρον ξηρον. | 3 Да не говорит сын иноплеменника, присоединившийся к Господу: 'Господь совсем отделил меня от Своего народа', и да не говорит евнух: 'вот я сухое дерево'. |
4 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? εις τους ευνουχους, οσοι φυλαττουσι τα σαββατα μου και εκλεγουσι τα αρεσκοντα εις εμε και κρατουσι την διαθηκην μου, | 4 Ибо Господь так говорит об евнухах: которые хранят Мои субботы и избирают угодное Мне, и крепко держатся завета Моего, -- |
5 εις αυτους μαλιστα θελω δωσει εν τω οικω μου και εντος των τειχων μου τοπον και ονομα καλητερον παρα των υιων και των θυγατερων? εις αυτους θελω δωσει ονομα αιωνιον, το οποιον δεν θελει εκλειψει. | 5 тем дам Я в доме Моем и в стенах Моих место и имя лучшее, нежели сыновьям и дочерям; дам им вечное имя, которое не истребится. |
6 Περι δε των υιων του αλλογενους, οιτινες ηθελον προστεθη εις τον Κυριον, δια να δουλευωσιν εις αυτον και να αγαπωσι το ονομα του Κυριου, δια να ηναι δουλοι αυτου? οσοι φυλαττουσι το σαββατον, ωστε να μη βεβηλωσωσιν αυτο και κρατουσι την διαθηκην μου? | 6 И сыновей иноплеменников, присоединившихся к Господу, чтобы служить Ему и любить имя Господа, быть рабами Его, всех, хранящих субботу от осквернения ее и твердо держащихся завета Моего, |
7 και τουτους θελω φερει εις το αγιον μου ορος και θελω ευφρανει αυτους εν τω οικω της προσευχης μου? τα ολοκαυτωματα αυτων και αι θυσιαι αυτων θελουσιν εισθαι δεκται επι το θυσιαστηριον μου? διοτι ο οικος μου θελει ονομαζεσθαι, Οικος προσευχης δια παντας τους λαους. | 7 Я приведу на святую гору Мою и обрадую их в Моем доме молитвы; всесожжения их и жертвы их [будут] благоприятны на жертвеннике Моем, ибо дом Мой назовется домом молитвы для всех народов. |
8 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος ο συναγων τους διεσκορπισμενους του Ισραηλ? Θελω συναξει ετι και αλλους εις αυτον, εκτος των συνηγμενων αυτου. | 8 Господь Бог, собирающий рассеянных Израильтян, говорит: к собранным у него Я буду еще собирать других. |
9 Ελθετε, φαγετε, παντα τα ζωα του αγρου, παντα τα θηρια του δασους. | 9 Все звери полевые, все звери лесные! идите есть. |
10 Οι δε φυλακες αυτου ειναι τυφλοι? παντες χωρις νοησεως? παντες κυνες αλαλοι, μη δυναμενοι να υλακτησωσι? κοιμωμενοι, κοιτομενοι, αγαπωντες νυσταγμον? | 10 Стражи их слепы все и невежды: все они немые псы, не могущие лаять, бредящие лежа, любящие спать. |
11 ναι, κυνες αδηφαγοι, οιτινες δεν γνωριζουσι χορτασμον και ποιμενες, οιτινες δεν γνωριζουσι συνεσιν? παντες ειναι εστραμμενοι προς την οδον αυτων, εκαστος εις το μερος αυτου, δια το κερδος αυτων. | 11 И это псы, жадные душею, не знающие сытости; и это пастыри бессмысленные: все смотрят на свою дорогу, каждый до последнего, на свою корысть; |
12 Ελθετε, λεγουσι, θελω φερει οινον και θελομεν μεθυσθη με σικερα? και αυριον θελει εισθαι ως η ημερα αυτη, πολυ πλεον αφθονος. | 12 приходите, [говорят], я достану вина, и мы напьемся сикеры; и завтра то же будет, что сегодня, да еще и больше. |