ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 58
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | Biblia Tysiąclecia |
---|---|
1 Εις τον πρωτον μουσικον, επι Αλ-τασχεθ, Μικταμ του Δαβιδ.>> Αληθως αρα λαλειτε δικαιοσυνην; κρινετε μετ' ευθυτητος, υιοι των ανθρωπων; | 1 Kierownikowi chóru. Na melodię: Nie niszcz. Dawidowy. Miktam. |
2 Μαλιστα εν τη καρδια εργαζεσθε αδικιας? διαμοιραζετε την αδικιαν των χειρων σας εν τη γη. | 2 Wielmoże, czy rzetelnie wydajecie wyroki? Czy słusznie sądzicie synów ludzkich? |
3 Απεξενωθησαν οι ασεβεις εκ μητρας? επλανηθησαν απο κοιλιας οι λαλουντες ψευδος. | 3 Niestety, popełniacie w sercu nieprawość, wasze ręce w kraju odważają ucisk. |
4 Εχουσι φαρμακιον ως το φαρμακιον του οφεως? ειναι ομοιοι με την κωφην ασπιδα, ητις φραττει τα ωτα αυτης? | 4 Od łona matki występni zeszli na bezdroża, od urodzenia zbłądzili głosiciele kłamstwa. |
5 ητις δεν θελει να ακουση την φωνην των γοητων, των γοητευοντων τοσον επιδεξιως. | 5 Trucizna ich podobna jest do jadu węża, do jadu głuchej żmii, co zamyka uszy, |
6 Θεε, συντριψον αυτων τους οδοντας εν τω στοματι αυτων? Κυριε, καταθραυσον τους κυνοδοντας των λεοντων. | 6 aby nie słyszeć głosu zaklinaczy, głosu czarownika, co biegle zaklina. |
7 Ας διαλυθωσιν ως υδωρ και ας ρευσωσι? θελει εκπεμψει τα βελη αυτου, εωσου εξολοθρευθωσιν. | 7 Boże, zetrzyj im zęby w paszczy; Panie, połam zęby lwiątkom! |
8 Ως κοχλιας διαλυομενος ας παρελθωσιν? ως εξαμβλωμα γυναικος ας μη ιδωσι τον ηλιον. | 8 Niech się rozejdą jak spływające wody, niech zwiędną jak trawa na drodze. |
9 Πριν αυξηθωσιν αι ακανθαι σας, ωστε να γεινωσι ραμνοι, ζωντας ως εν οργη, θελει αρπασει αυτους εν ανεμοστροβιλω. | 9 Niech przeminą jak ślimak, co na drodze się rozpływa, jak płód poroniony, co nie widział słońca. |
10 Ο δικαιος θελει ευφρανθη, οταν ιδη την εκδικησιν? τους ποδας αυτου θελει νιψει εν τω αιματι του ασεβους. | 10 Zanim ich ciernie w krzak się rozrosną, niech powiew burzy go porwie, póki jest zielony. |
11 Και εκαστος θελει λεγει, Επ' αληθειας ειναι καρπος δια τον δικαιον? επ' αληθειας ειναι Θεος, κρινων επι της γης. | 11 Sprawiedliwy się cieszy, kiedy widzi karę, myje swoje nogi we krwi niegodziwca. |
12 A ludzie powiedzą: Uczciwy ma nagrodę; doprawdy, jest Bóg, co sądzi na ziemi. |