Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Seconda lettera ai Corinzi (מכתב שני לקורינתים) 15


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 אָז בָּאוּ אֶל־יֵשׁוּעַ הַסּוֹפְרִים וְהַפְּרוּשִׁים אֲשֶׁר מִירוּשָׁלָיִם1 Τοτε προσερχονται προς τον Ιησουν οι απο Ιεροσολυμων γραμματεις και Φαρισαιοι, λεγοντες?
2 וַיֹּאמְרוּ מַדּוּעַ תַּלְמִידֶיךָ עֹבְרִים אֵת קַבָּלַת הַזְּקֵנִים כִּי אֵינָם רֹחֲצִים אֶת־יְדֵיהֶם בְּאָכְלָם לָחֶם2 Δια τι οι μαθηται σου παραβαινουσιν την παραδοσιν των πρεσβυτερων; διοτι δεν νιπτονται τας χειρας αυτων οταν τρωγωσιν αρτον.
3 וַיַּעַן וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם מַדּוּעַ גַּם־אַתֶּם עֹבְרִים אֶת־מִצְוַת אֱלֹהִים בַּעֲבוּר קַבָּלַתְכֶם3 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Δια τι και σεις παραβαινετε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας;
4 כִּי אֱלֹהִים צִוָּה לֵאמֹר כַּבֵּד אֶת־אָבִיךָ וְאֶת אִמֶּךָ וּמְקַלֵּל אָבִיו וְאִמּוֹ מוֹת יוּמָת4 Διοτι ο Θεος προσεταξε, λεγων? Τιμα τον πατερα σου και την μητερα? και, Ο κακολογων πατερα η μητερα εξαπαντος να θανατονηται?
5 וְאַתֶּם אֹמְרִים הָאֹמֵר לְאָבִיו וּלְאִמּוֹ מִנְחָה לַיהוָֹה כֹּל מַה־שֶּׁאַתָּה נֶהֱנֶה מִמֶּנִּי אֵין עָלָיו לְכַבֵּד אֶת־אָבִיו וְאֶת־אִמּוֹ5 σεις ομως λεγετε? Οστις ειπη προς τον πατερα η προς την μητερα, Δωρον ειναι ο, τι ηθελες ωφεληθη εξ εμου, αρκει, και δυναται να μη τιμηση τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου?
6 וַתָּפֵרוּ אֶת־דְּבַר הָאֱלֹהִים בַּעֲבוּר קַבָּלַתְכֶם6 και ηκυρωσατε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας.
7 חֲנֵפִים הֵיטֵב נִבָּא עֲלֵיכֶם יְשַׁעְיָהוּ לֵאמֹר7 Υποκριται, καλως προεφητευσε περι υμων ο Ησαιας, λεγων?
8 הָעָם הַזֶּה נִגַּשׁ בְּפִיו וּבִשְׂפָתָיו כִּבְּדוּנִי וְלִבּוֹ רִחַק מִמֶּנִּי8 Ο λαος ουτος με πλησιαζει με το στομα αυτων και με τα χειλη με τιμα, η δε καρδια αυτων μακραν απεχει απ' εμου.
9 וְתֹהוּ יִרְאָתָם אֹתִי מִצְוֺת אֲנָשִׁים מְלַמְּדִים9 Εις ματην δε με σεβονται, διδασκοντες διδασκαλιας, ενταλματα ανθρωπων.
10 וַיִּקְרָא אֶל־הָעָם וַיֹּאמֶר לָהֶם שִׁמְעוּ וְהָבִינוּ10 Και προσκαλεσας τον οχλον, ειπε προς αυτους? Ακουετε και νοειτε.
11 לֹא הַבָּא אֶל־הַפֶּה יְטַמֵּא אֶת־הָאָדָם כִּי אִם־הַיּוֹצֵא מִן־הַפֶּה הוּא מְטַמֵּא אֶת־הָאָדָם11 Δεν μολυνει τον ανθρωπον το εισερχομενον εις το στομα, αλλα το εξερχομενον εκ του στοματος τουτο μολυνει τον ανθρωπον.
12 וַיִּגְּשׁוּ אֵלָיו תַּלְמִידָיו וַיֹּאמְרוּ הֲיָדַעְתָּ כִּי הַפְּרוּשִׁים בְּשָׁמְעָם אֶת־הַדָּבָר הַזֶּה נִכְשְׁלוּ־בוֹ12 Τοτε προσελθοντες οι μαθηται αυτου, ειπον προς αυτον? Εξευρεις οτι οι Φαρισαιοι ακουσαντες τον λογον τουτον εσκανδαλισθησαν;
13 וַיַּעַן וַיֹּאמַר כָּל־מַטָּע אֲשֶׁר לֹא נָטַע אָבִי שֶׁבַּשָּׁמַיִם עָקוֹר יֵעָקֵר13 Ο δε αποκριθεις ειπε? Πασα φυτεια, την οποιαν δεν εφυτευσεν ο Πατηρ μου ο ουρανιος, θελει εκριζωθη.
14 הַנִּיחוּ אוֹתָם מְנַהֲלִים עִוְרִים הֵמָּה לַעִוְרִים וְכִי־יוֹלִיךְ עִוֵּר אֶת־הָעִוֵּר וְנָפְלוּ שְׁנֵיהֶם בְּתוֹךְ הַבּוֹר14 Αφησατε αυτους? ειναι οδηγοι τυφλοι τυφλων? τυφλος δε τυφλον εαν οδηγη, αμφοτεροι εις βοθρον θελουσι πεσει.
15 וַיַּעַן פֶּטְרוֹס וַיֹּאמֶר אֵלָיו בָּאֵר לָנוּ אֶת־הַמָּשָׁל הַזֶּה15 Αποκριθεις δε ο Πετρος ειπε προς αυτον? Εξηγησον εις ημας την παραβολην ταυτην.
16 וַיֹּאמֶר יֵשׁוּעַ הַעוֹד גַּם־אַתֶּם בְּאֵין בִּינָה16 Και ο Ιησους ειπεν? Ετι και σεις ασυνετοι εισθε;
17 הַעוֹד לֹא תַשְׂכִּילוּ כִּי כָל־הַבָּא אֶל־הַפֶּה יוֹרֵד אֶל־הַכֶּרֶשׂ וְיִשָּׁפֵךְ מִשָּׁם לְמוֹצָאוֹת17 Δεν εννοειτε ετι οτι παν το εισερχομενον εις το στομα καταβαινει εις την κοιλιαν και εκβαλλεται εις αφεδρωνα;
18 אֲבָל הַיּוֹצֵא מִן־הַפֶּה יוֹצֵא מִן־הַלֵּב וְהוּא מְטַמֵּא אֶת־הָאָדָם18 Τα δε εξερχομενα εκ του στοματος εκ της καρδιας εξερχονται, και εκεινα μολυνουσι τον ανθρωπον.
19 כִּי מִן־הַלֵּב יוֹצְאוֹת מַחְשְׁבוֹת רָע רְצִיחוֹת נִאוּפִים זְנוּנִים גְּנֵבוֹת עֵדֻיּוֹת שֶׁקֶר וְגִדּוּפִים19 Διοτι εκ της καρδιας εξερχονται διαλογισμοι πονηροι, φονοι, μοιχειαι, πορνειαι, κλοπαι, ψευδομαρτυριαι, βλασφημιαι.
20 אֵלֶּה הֵם הַמְטַמְּאִים אֶת־הָאָדָם אֲבָל אָכוֹל בְּלִי נְטִילַת יָדַיִם לֹא יְטַמֵּא אֶת־הָאָדָם20 Ταυτα ειναι τα μολυνοντα τον ανθρωπον? το δε να φαγη τις με ανιπτους χειρας δεν μολυνει τον ανθρωπον.
21 וַיֵּצֵא יֵשׁוּעַ מִשָּׁם וַיָּסַר אֶל־גְּלִילוֹת צוֹר וְצִידוֹן21 Και εξελθων εκειθεν ο Ιησους ανεχωρησεν εις τα μερη Τυρου και Σιδωνος.
22 וְהִנֵּה אִשָּׁה כְנַעֲנִית יָצְאָה מִן־הַגְּבוּלוֹת הָהֵם וַתִּצְעַק אֵלָיו לֵאמֹר חָנֵּנִי אֲדֹנִי בֶן־דָּוִד כִּי בִתִּי מְעֻנָּה מְאֹד עַל־יְדֵי שֵׁד22 Και ιδου, γυνη Χαναναια, εξελθουσα απο των οριων εκεινων, εκραυγασε προς αυτον λεγουσα? Ελεησον με, Κυριε, υιε του Δαβιδ? η θυγατηρ μου κακως δαιμονιζεται.
23 וְהוּא לֹא־עָנָה אֹתָהּ דָּבָר וַיִּגְּשׁוּ תַלְמִידָיו וַיְבַקְשׁוּ מִמֶּנּוּ לֵאמֹר שַׁלְּחֶהָ כִּי־צֹעֶקֶת הִיא אַחֲרֵינוּ23 Ο δε δεν απεκριθη προς αυτην λογον. Και προσελθοντες οι μαθηται αυτου, παρεκαλουν αυτον, λεγοντες? Απολυσον αυτην, διοτι κραζει οπισθεν ημων.
24 וַיַּעַן וַיֹּאמַר לֹא שֻׁלַּחְתִּי כִּי אִם־אֶל־הַצֹּאן הָאֹבְדוֹת לְבֵית יִשְׂרָאֵל24 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν απεσταλην ειμη εις τα προβατα τα απολωλοτα του οικου Ισραηλ.
25 וְהִיא בָאָה וַתִּשְׁתַּחוּ לוֹ לֵאמֹר אֲדֹנִי עָזְרֵנִי25 Η δε ελθουσα προσεκυνει αυτον, λεγουσα? Κυριε, βοηθει μοι.
26 וַיַּעַן וַיֹּאמֶר לֹא טוֹב לָקַחַת אֶת־לֶחֶם הַבָּנִים וּלְהַשְׁלִיכוֹ לִצְעִירֵי הַכְּלָבִים26 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν ειναι καλον να λαβη τις τον αρτον των τεκνων και να ριψη εις τα κυναρια.
27 וַתֹּאמַר כֵּן אֲדֹנִי אֶפֶס כִּי־גַם־צְעִירֵי הַכְּלָבִים יֹאכְלוּ מִפֵּרוּרִים הַנֹּפְלִים מֵעַל־שֻׁלְחַן אֲדֹנֵיהֶם27 Η δε ειπε? Ναι, Κυριε? αλλα και τα κυναρια τρωγουσιν απο των ψιχιων των πιπτοντων απο της τραπεζης των κυριων αυτων.
28 וַיַּעַן יֵשׁוּעַ וַיֹּאמֶר אֵלֶיהָ אִשָּׁה גָּדְלָה אֱמוּנָתֵךְ יְהִי־לָךְ כִּרְצוֹנֵךְ וַתֵּרָפֵא בִתָּהּ מִן־הַשָּׁעָה הַהִיא28 Τοτε αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτην? Ω γυναι, μεγαλη σου η πιστις? ας γεινη εις σε ως θελεις. Και ιατρευθη η θυγατηρ αυτης απο της ωρας εκεινης.
29 וַיַּעֲבֹר יֵשׁוּעַ מִשָּׁם וַיָּבֹא אֶל־יַם הַגָּלִיל וַיַּעַל הָהָרָה וַיֵּשֶׁב שָׁם29 Και μεταβας εκειθεν ο Ιησους, ηλθε παρα την θαλασσαν της Γαλιλαιας, και αναβας εις το ορος εκαθητο εκει.
30 וַיָּבֹאוּ אֵלָיו הֲמוֹן עַם רָב וְעִמָּהֶם פִּסְּחִים עִוְרִים חֵרְשִׁים קִטְּעִים וְרַבִּים כָּהֵמָּה וַיַּנִּיחוּם לְרַגְלֵי יֵשׁוּעַ וַיִּרְפָּאֵם30 Και ηλθον προς αυτον οχλοι πολλοι εχοντες μεθ' εαυτων χωλους, τυφλους, κωφους, κουλλους και αλλους πολλους? και ερριψαν αυτους εις τους ποδας του Ιησου, και εθεραπευσεν αυτους?
31 וַיִּתְמְהוּ הָעָם בִּרְאוֹתָם אֶת־הָאִלְּמִים מְדַבְּרִים וְהַקִּטְּעִים בְּרִיאִים וְהַפִּסְּחִים מִתְהַלְּכִים וְהַעִוְרִים רֹאִים וַיְשַׁבְּחוּ אֶת־אֱלֹהֵי יִשְׂרָאֵל31 ωστε οι οχλοι εθαυμασαν βλεποντες κωφους λαλουντας, κουλλους υγιεις, χωλους περιπατουντας και τυφλους βλεποντας? και εδοξασαν τον Θεον του Ισραηλ.
32 וַיִּקְרָא יֵשׁוּעַ אֶל־תַּלְמִידָיו וַיֹּאמַר נִכְמְרוּ רַחֲמַי עַל־הָעָם כִּי־זֶה שְׁלשֶׁת יָמִים עָמְדוּ עִמָּדִי וְאֵין לָהֶם מַה־לֶּאֱכֹל וְאֵינֶנִּי אֹבֶה לְשַׁלְּחָם רְעֵבִים פֶּן־יִתְעַלְּפוּ בַּדָּרֶךְ32 Ο δε Ιησους, προσκαλεσας τους μαθητας αυτου, ειπε? Σπλαγχνιζομαι δια τον οχλον, διοτι τρεις ηδη ημερας μενουσι πλησιον μου και δεν εχουσι τι να φαγωσι? και να απολυσω αυτους νηστεις δεν θελω, μηποτε αποκαμωσι καθ' οδον.
33 וַיֹּאמְרוּ אֵלָיו הַתַּלְמִידִים מֵאַיִן לָנוּ דֵּי־לֶחֶם בַּמִּדְבָּר לְהַשְׂבִּיעַ אֶת־הֶהָמוֹן הַגָּדוֹל הַזֶּה33 Και λεγουσι προς αυτον οι μαθηται αυτου? Ποθεν εις ημας εν τη ερημια αρτοι τοσοι, ωστε να χορτασωμεν τοσον οχλον;
34 וַיֹּאמֶר יֵשׁוּעַ אֲלֵיהֶם כַּמָּה כִּכְּרוֹת לֶחֶם לָכֶם וַיֹּאמְרוּ שֶׁבַע וּמְעַט דָּגִים קְטַנִּים34 Και λεγει προς αυτους ο Ιησους? Ποσους αρτους εχετε; οι δε ειπον? Επτα, και ολιγα οψαρακια.
35 וַיְצַו אֶת־הֲמוֹן הָעָם לָשֶׁבֶת לָאָרֶץ35 Και προσεταξε τους οχλους να καθησωσιν επι την γην.
36 וַיִּקַּח אֶת־שֶׁבַע כִּכְּרוֹת הַלֶּחֶם וְאֵת הַדָּגִים וַיְבָרֶךְ וַיִּפְרֹס וַיִּתֵּן אֶל־הַתַּלְמִידִים וְהַתַּלְמִידִים נָתְנוּ לָעָם36 Και λαβων τους επτα αρτους και τα οψαρια, αφου ευχαριστησεν, εκοψε και εδωκεν εις τους μαθητας αυτου, οι δε μαθηται εις τον οχλον.
37 וַיֹּאכְלוּ כֻלָּם וַיִּשְׂבָּעוּ וַיִּשְׂאוּ מִן־הַפְּתוֹתִים הַנּוֹתָרִים שִׁבְעָה דּוּדִים מְלֵאִים37 Και εφαγον παντες και εχορτασθησαν, και εσηκωσαν το περισσευμα των κλασματων επτα σπυριδας πληρεις?
38 וְהָאֹכְלִים הָיוּ אַרְבַּעַת אַלְפֵי אִישׁ מִלְּבַד הַנָּשִׁים וְהַטָּף38 οι δε τρωγοντες ησαν τετρακισχιλιοι ανδρες εκτος γυναικων και παιδιων.
39 וַיְשַׁלַּח אֶת־הָעָם וַיֵּרֶד בָּאֳנִיָּה וַיָּבֹא אֶל־גְּבוּל מַגְדְּלָא39 Αφου δε απελυσε τους οχλους, εισηλθεν εις το πλοιον και ηλθεν εις τα ορια Μαγδαλα.