Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΔΑΝΙΗΛ - Daniele - Daniel 3


font
LXXSAGRADA BIBLIA
1 ετους οκτωκαιδεκατου ναβουχοδονοσορ βασιλευς διοικων πολεις και χωρας και παντας τους κατοικουντας επι της γης απο ινδικης εως αιθιοπιας εποιησεν εικονα χρυσην το υψος αυτης πηχων εξηκοντα και το πλατος αυτης πηχων εξ και εστησεν αυτην εν πεδιω του περιβολου χωρας βαβυλωνιας1 O rei Nabucodonosor fez uma estátua de ouro, de sessenta côvados de altura e seis de largura, e erigiu-a na planície de Dura, na província de Babilônia.
2 και ναβουχοδονοσορ βασιλευς βασιλεων και κυριευων της οικουμενης ολης απεστειλεν επισυναγαγειν παντα τα εθνη και φυλας και γλωσσας σατραπας στρατηγους τοπαρχας και υπατους διοικητας και τους επ' εξουσιων κατα χωραν και παντας τους κατα την οικουμενην ελθειν εις τον εγκαινισμον της εικονος της χρυσης ην εστησε ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς2 Depois convidou os sátrapas, os prefeitos, os governadores, os conselheiros, os tesoureiros, os juristas, os juízes e todas as autoridades das províncias, a comparecerem à inauguração da estátua ereta pelo rei Nabucodonosor.
3 και εστησαν οι προγεγραμμενοι κατεναντι της εικονος3 Assim sendo, reuniram-se os sátrapas, os prefeitos, os governadores, os conselheiros, os tesoureiros, os juristas, os juízes e todas as autoridades das províncias para a inauguração da estátua ereta pelo rei, diante da qual todos permaneceram de pé.
4 και ο κηρυξ εκηρυξε τοις οχλοις υμιν παραγγελλεται εθνη και χωραι λαοι και γλωσσαι4 Então foi feita por um arauto a seguinte proclamação: Povos, nações, {gentes de todas} as línguas, eis o que se traz a vosso conhecimento:
5 οταν ακουσητε της φωνης της σαλπιγγος συριγγος και κιθαρας σαμβυκης και ψαλτηριου συμφωνιας και παντος γενους μουσικων πεσοντες προσκυνησατε τη εικονι τη χρυση ην εστησε ναβουχοδονοσορ βασιλευς5 no momento em que ouvirdes o som da trombeta, da flauta, da cítara, da lira, da harpa, da cornamusa e de toda espécie de instrumentos de música, vós vos prostrareis em adoração diante da estátua de ouro ereta pelo rei Nabucodonosor.
6 και πας ος αν μη πεσων προσκυνηση εμβαλουσιν αυτον εις την καμινον του πυρος την καιομενην6 Quem não se prostrar para adorá-la será precipitado sem demora na fornalha ardente!
7 και εν τω καιρω εκεινω οτε ηκουσαν παντα τα εθνη της φωνης της σαλπιγγος και παντος ηχου μουσικων πιπτοντα παντα τα εθνη φυλαι και γλωσσαι προσεκυνησαν τη εικονι τη χρυση ην εστησε ναβουχοδονοσορ κατεναντι τουτου7 Assim, logo que as pessoas ouviram o som da trombeta, da flauta, da cítara, da lira, da harpa, da cornamusa e de toda espécie de instrumentos de música, prosternaram-se todos, povos, nações e gentes de todas as línguas, em adoração diante da estátua de ouro ereta pelo rei Nabucodonosor.
8 εν εκεινω τω καιρω προσελθοντες ανδρες χαλδαιοι διεβαλον τους ιουδαιους8 Nesse mesmo momento, alguns caldeus aproximaram-se para caluniar os judeus.
9 και υπολαβοντες ειπον κυριε βασιλευ εις τον αιωνα ζηθι9 Dirigiram-se ao rei Nabucodonosor: Senhor, disseram, longa vida ao rei!
10 συ βασιλευ προσεταξας και εκρινας ινα πας ανθρωπος ος αν ακουση της φωνης της σαλπιγγος και παντος ηχου μουσικων πεσων προσκυνηση τη εικονι τη χρυση10 Tu mesmo, ó rei, proclamaste por edital, que qualquer homem que ouvisse o som da trombeta, da flauta, da cítara, da lira, da harpa, da cornamusa e de toda espécie de instrumentos de música teria de prostrar-se em adoração diante da estátua de ouro,
11 και ος αν μη πεσων προσκυνηση εμβληθησεται εις την καμινον του πυρος την καιομενην11 e quem se recusasse seria precipitado na fornalha ardente.
12 εισι δε τινες ανδρες ιουδαιοι ους κατεστησας επι της χωρας της βαβυλωνιας σεδραχ μισαχ αβδεναγω οι ανθρωποι εκεινοι ουκ εφοβηθησαν σου την εντολην και τω ειδωλω σου ουκ ελατρευσαν και τη εικονι σου τη χρυση η εστησας ου προσεκυνησαν12 Pois bem, há aí alguns judeus, a quem confiaste a administração da província de Babilônia, Sidrac, Misac e Abdênago, os quais não tomaram conhecimento do teu edito, ó rei: não rendem culto algum a teus deuses e não adoram a estátua que erigiste.
13 τοτε ναβουχοδονοσορ θυμωθεις οργη προσεταξεν αγαγειν τον σεδραχ μισαχ αβδεναγω τοτε οι ανθρωποι ηχθησαν προς τον βασιλεα13 Nabucodonosor, dominado por uma cólera violenta, ordenou o comparecimento de Sidrac, Misac e Abdênago, os quais foram imediatamente trazidos à presença do rei.
14 ους και συνιδων ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς ειπεν αυτοις δια τι σεδραχ μισαχ αβδεναγω τοις θεοις μου ου λατρευετε και τη εικονι τη χρυση ην εστησα ου προσκυνειτε14 Nabucodonosor disse-lhes: É verdade, Sidrac, Misac e Abdênago, que recusais o culto a meus deuses e a adoração à estátua de ouro que erigi?
15 και νυν ει μεν εχετε ετοιμως αμα τω ακουσαι της σαλπιγγος και παντος ηχου μουσικων πεσοντες προσκυνησαι τη εικονι τη χρυση η εστησα ει δε μη γε γινωσκετε οτι μη προσκυνησαντων υμων αυθωρι εμβληθησεσθε εις την καμινον του πυρος την καιομενην και ποιος θεος εξελειται υμας εκ των χειρων μου15 Pois bem, estais prontos, no momento em que ouvirdes o som da trombeta, da flauta, da cítara, da lira, da harpa, da cornamusa e de toda espécie de instrumentos de música, a vos prostrardes em adoração diante da estátua que eu fiz?... Se não o fizerdes, sereis precipitados de relance na fornalha ardente; e qual é o deus que poderia livrar-vos de minha mão?
16 αποκριθεντες δε σεδραχ μισαχ αβδεναγω ειπαν τω βασιλει ναβουχοδονοσορ βασιλευ ου χρειαν εχομεν ημεις επι τη επιταγη ταυτη αποκριθηναι σοι16 Sidrac, Misac e Abdênago responderam ao rei Nabucodonosor: De nada vale responder-te a esse respeito.
17 εστι γαρ θεος εν ουρανοις εις κυριος ημων ον φοβουμεθα ος εστι δυνατος εξελεσθαι ημας εκ της καμινου του πυρος και εκ των χειρων σου βασιλευ εξελειται ημας17 Se assim deve ser, o Deus a quem nós servimos pode nos livrar da fornalha ardente e mesmo, ó rei, de tua mão.
18 και τοτε φανερον σοι εσται οτι ουτε τω ειδωλω σου λατρευομεν ουτε τη εικονι σου τη χρυση ην εστησας προσκυνουμεν18 E mesmo que não o fizesse, saibas, ó rei, que nós não renderemos culto algum a teus deuses e que nós não adoraremos a estátua de ouro que erigiste.
19 τοτε ναβουχοδονοσορ επλησθη θυμου και η μορφη του προσωπου αυτου ηλλοιωθη και επεταξε καηναι την καμινον επταπλασιως παρ' ο εδει αυτην καηναι19 Então a fúria de Nabucodonosor desencadeou-se contra Sidrac, Misac e Abdênago; os traços de seu rosto alteraram-se e ele elevou a voz para ordenar que se aquecesse a fornalha sete vezes mais que de costume.
20 και ανδρας ισχυροτατους των εν τη δυναμει επεταξε συμποδισαντας τον σεδραχ μισαχ αβδεναγω εμβαλειν εις την καμινον του πυρος την καιομενην20 Depois deu ordem aos soldados mais vigorosos de suas tropas para amarrar Sidrac, Misac e Abdênago, e jogá-los na fornalha ardente.
21 τοτε οι ανδρες εκεινοι συνεποδισθησαν εχοντες τα υποδηματα αυτων και τας τιαρας αυτων επι των κεφαλων αυτων συν τω ιματισμω αυτων και εβληθησαν εις την καμινον21 Esses homens foram então imediatamente amarrados com suas túnicas, vestes, mantos e suas outras roupas, e jogados na fornalha ardente.
22 επειδη το προσταγμα του βασιλεως ηπειγεν και η καμινος εξεκαυθη υπερ το προτερον επταπλασιως και οι ανδρες οι προχειρισθεντες συμποδισαντες αυτους και προσαγαγοντες τη καμινω ενεβαλοσαν εις αυτην22 Mas os homens que, por ordem urgente do rei, tinham superaquecido a fornalha e lá jogado Sidrac, Misac e Abdênago, foram mortos pelas chamas,
23 τους μεν ουν ανδρας τους συμποδισαντας τους περι τον αζαριαν εξελθουσα η φλοξ εκ της καμινου ενεπυρισε και απεκτεινεν αυτοι δε συνετηρηθησαν23 no momento em que eram precipitados na fornalha os três jovens amarrados.
24 και εγενετο εν τω ακουσαι τον βασιλεα υμνουντων αυτων και εστως εθεωρει αυτους ζωντας τοτε ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς εθαυμασε και ανεστη σπευσας και ειπεν τοις φιλοις αυτου24 Então Nabucodonosor, admirado, levantou-se precipitadamente, dizendo a seus conselheiros: Não foram três homens amarrados que jogamos no fogo? Certamente, majestade, responderam.
25 ιδου εγω ορω ανδρας τεσσαρας λελυμενους περιπατουντας εν τω πυρι και φθορα ουδεμια εγενηθη εν αυτοις και η ορασις του τεταρτου ομοιωμα αγγελου θεου25 Pois bem, replicou o rei, eu vejo quatro homens soltos, que passeiam impunemente no meio do fogo; o quarto tem a aparência de um filho dos deuses.
26 και προσελθων ο βασιλευς προς την θυραν της καμινου της καιομενης τω πυρι εκαλεσεν αυτους εξ ονοματος σεδραχ μισαχ αβδεναγω οι παιδες του θεου των θεων του υψιστου εξελθετε εκ του πυρος ουτως ουν εξηλθον οι ανδρες εκ μεσου του πυρος26 Dito isto, Nabucodonosor, aproximando-se da porta da fornalha, exclamou: Sidrac, Misac, Abdênago, servos do Deus Altíssimo, saí, vinde! Então Sidrac, Misac e Abdênago saíram do meio do fogo.
27 και συνηχθησαν οι υπατοι τοπαρχαι και αρχιπατριωται και οι φιλοι του βασιλεως και εθεωρουν τους ανθρωπους εκεινους οτι ουχ ηψατο το πυρ του σωματος αυτων και αι τριχες αυτων ου κατεκαησαν και τα σαραβαρα αυτων ουκ ηλλοιωθησαν ουδε οσμη του πυρος ην εν αυτοις27 Os sátrapas, os prefeitos, os governadores e os conselheiros do rei, em grupos à volta, verificaram que o fogo não tinha tocado nos corpos desses homens, que nenhum cabelo de suas cabeças tinha sido queimado, que suas vestes não tinham sido estragadas e que eles não traziam nem indício do odor de fogo!
28 υπολαβων δε ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς ειπεν ευλογητος κυριος ο θεος του σεδραχ μισαχ αβδεναγω ος απεστειλε τον αγγελον αυτου και εσωσε τους παιδας αυτου τους ελπισαντας επ' αυτον την γαρ προσταγην του βασιλεως ηθετησαν και παρεδωκαν τα σωματα αυτων εις εμπυρισμον ινα μη λατρευσωσι μηδε προσκυνησωσι θεω ετερω αλλ' η τω θεω αυτων28 Nabucodonosor tomou a palavra: Bendito seja, disse, o Deus de Sidrac, de Misac e de Abdênago! Ele enviou seu anjo para salvar seus servos, os quais, depositando nele toda a sua confiança, e transgredindo as ordens do rei, preferiram expor suas vidas a se prostrarem em adoração diante de um deus que não era o seu.
29 και νυν εγω κρινω ινα παν εθνος και πασαι φυλαι και πασαι γλωσσαι ος αν βλασφημηση εις τον κυριον τον θεον σεδραχ μισαχ αβδεναγω διαμελισθησεται και η οικια αυτου δημευθησεται διοτι ουκ εστιν θεος ετερος ος δυνησεται εξελεσθαι ουτως29 {Em conseqüência} dou ordem, que todo homem, pertencente a qualquer povo, nação ou língua, que ousar falar mal, seja o que for, contra o Deus de Sidrac, Misac e Abdênago, seja despedaçado e sua casa reduzida a um montão de imundícies; porque não há outro deus capaz de realizar uma libertação assim!
30 ουτως ουν ο βασιλευς τω σεδραχ μισαχ αβδεναγω εξουσιαν δους εφ' ολης της χωρας κατεστησεν αυτους αρχοντας30 Depois o rei ainda melhorou a situação de Sidrac, Misac e Abdênago na província de Babilônia.