Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Jeremiás könyve 34


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Az ige, amely elhangzott Jeremiáshoz az Úrtól, amikor Nebukadnezár, Babilon királya, annak egész hadserege, a kezének uralma alatt álló föld minden királysága és az összes nép harcolt Jeruzsálem ellen és minden városa ellen:1 Ο λογος ο γενομενος προς Ιερεμιαν παρα Κυριου, οτε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος και πασα η δυναμις αυτου και παντα τα βασιλεια της γης τα υποκειμενα υπο την χειρα αυτου και παντες οι λαοι επολεμουν κατα της Ιερουσαλημ και κατα πασων των πολεων αυτης, λεγων,
2 »Így szól az Úr, Izrael Istene: Menj, és szólj Cidkijához, Júda királyához, és mondd meg neki: Így szól az Úr: Íme, én ezt a várost Babilon királyának kezébe adom, aki felégeti azt tűzzel.2 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Υπαγε και λαλησον προς τον Σεδεκιαν τον βασιλεα του Ιουδα και ειπε προς αυτον, Ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, θελω παραδωσει την πολιν ταυτην εις την χειρα του βασιλεως της Βαβυλωνος, και θελει κατακαυσει αυτην εν πυρι?
3 Te sem menekülsz meg kezéből, hanem egész biztosan elfognak, és a kezébe kerülsz; szemtől szemben fogod látni Babilon királyát, ő személyesen beszél majd veled, és Babilonba fogsz menni.3 και συ δεν θελεις εκφυγει εκ της χειρος αυτου, αλλ' εξαπαντος θελεις πιασθη και παραδοθη εις την χειρα αυτου? και οι οφθαλμοι σου θελουσιν ιδει τους οφθαλμους του βασιλεως της Βαβυλωνος, και το στομα αυτου θελει λαλησει εις το στομα σου, και θελεις υπαγει εις την Βαβυλωνα.
4 De halld az Úr igéjét, Cidkija, Júda királya! Így szól hozzád az Úr: Nem halsz meg kard által.4 Ακουσον ομως τον λογον του Κυριου, Σεδεκια βασιλευ του Ιουδα? ουτω λεγει Κυριος περι σου? Δεν θελεις αποθανει δια μαχαιρας?
5 Békében fogsz meghalni, és amint illatszereket égettek atyáidnak, a korábbi királyoknak, akik előtted voltak, úgy égetnek majd illatszereket neked is, és úgy fognak siratni: ‘Jaj, uram!’; mert igét szóltam én« – mondja az Úr.5 εν ειρηνη θελεις αποθανει, και κατα τας καυσεις τας εις τους πατερας σου, τους προγενεστερους βασιλεις, τους υπαρξαντας προ σου, ουτω θελουσι καμει καυσεις εις σε? και θελουσι κλαυσει, λεγοντες, Ουαι, Κυριε? διοτι εγω ελαλησα τον λογον, λεγει Κυριος.
6 Akkor elmondta Jeremiás próféta mindezeket az igéket Cidkijának, Júda királyának Jeruzsálemben,6 Και ελαλησεν Ιερεμιας ο προφητης προς Σεδεκιαν τον βασιλεα του Ιουδα παντας τους λογους τουτους εν Ιερουσαλημ?
7 miközben Babilon királyának hadserege harcolt Jeruzsálem ellen és Júda minden megmaradt városa ellen: Lákis és Azeka ellen; mert ezek maradtak meg Júda városai közül, mint megerősített városok.7 το δε στρατευμα του βασιλεως της Βαβυλωνος επολεμει κατα της Ιερουσαλημ και κατα πασων των πολεων του Ιουδα των εναπολειφθεισων, κατα της Λαχεις και κατα της Αζηκα? διοτι αυται εναπελειφθησαν εν ταις πολεσιν Ιουδα, πολεις οχυραι.
8 Az ige, amely elhangzott Jeremiáshoz az Úrtól, miután Cidkija király szövetséget kötött az egész néppel, mely Jeruzsálemben volt, felszabadítást hirdetve nekik,8 Ο λογος ο γενομενος προς τον Ιερεμιαν παρα Κυριου, αφου ο βασιλευς Σεδεκιας εκαμε συνθηκην μετα παντος του λαου του εν Ιερουσαλημ, δια να κηρυξη εις αυτους αφεσιν?
9 hogy mindenki bocsássa szabadon rabszolgáját és rabszolganőjét, a héber férfit és héber nőt, és senki se tartsa rabszolgasorban zsidó testvérét.9 ωστε να αποπεμψη εκαστος τον δουλον αυτου και εκαστος την δουλην αυτου, Εβραιον η Εβραιαν, ελευθερους, δια να μη εχη μηδεις δουλον Ιουδαιον αδελφον αυτου?
10 Hallgattak rá a fejedelmek mindnyájan és az egész nép, akik belementek a szövetségbe, hogy mindenki szabadon bocsátja rabszolgáját és rabszolganőjét, és senki sem tartja őket tovább rabszolgasorban; hallgattak rá, és elbocsátották őket.10 και ηκουσαν παντες οι αρχοντες και πας ο λαος, οι εισελθοντες εις την συνθηκην, του να αποπεμψωσιν εκαστος τον δουλον αυτου και εκαστος την δουλην αυτου ελευθερους, ωστε να μη εχωσι πλεον δουλους αυτους? υπηκουσαν λοιπον και απεπεμψαν?
11 De azután újra visszahozták a rabszolgákat és rabszolganőket, akiket szabadon bocsátottak, és leigázva rabszolgákká meg rabszolganőkké tették őket.11 μετα ταυτα ομως τους δουλους και τας δουλας, τους οποιους απεπεμψαν ελευθερους, εκαμον να επιστρεψωσι, και καθυπεβαλον αυτους να ηναι δουλοι και δουλαι?
12 Ekkor hangzott az Úr igéje Jeremiáshoz az Úrtól:12 και εγεινε λογος Κυριου προς τον Ιερεμιαν παρα Κυριου, λεγων,
13 »Így szól az Úr, Izrael Istene: Én szövetséget kötöttem atyáitokkal azon a napon, amelyen kihoztam őket Egyiptom földjéről, a szolgaság házából, és ezt mondtam:13 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Εγω εκαμον διαθηκην προς τους πατερας σας, καθ' ην ημεραν εξηγαγον αυτους εκ γης Αιγυπτου, εξ οικου δουλειας, λεγων,
14 Hét esztendő elteltével mindegyiktek bocsássa szabadon héber testvérét, aki eladja magát neki! Hat esztendeig szolgáljon neked, azután bocsásd el magadtól szabadon! De atyáitok nem hallgattak rám, és nem hajtották ide fülüket.14 Εν τω τελει επτα ετων αποπεμψατε εκαστος τον αδελφον αυτου τον Εβραιον, οστις επωληθη εις σε και σε υπηρετησεν εξ ετη? τοτε θελεις αποπεμψει αυτον ελευθερον απο σου? αλλ' οι πατερες σας δεν μου ηκουσαν ουδε εκλιναν το ωτιον αυτων.
15 Ti azonban ma megtértetek, és azt tettétek, ami helyes a szememben, amikor felszabadítást hirdetett mindenki a társának; és szövetséget kötöttetek színem előtt abban a házban, amely az én nevemet viseli.15 Και σεις τωρα ειχετε επιστρεψει και καμει το ευθες ενωπιον μου, κηρυττοντες εκαστος αφεσιν εις τον πλησιον αυτου? και ειχετε καμει συνθηκην ενωπιον μου εν τω οικω, εφ' ον εκληθη το ονομα μου?
16 De azután újra megszentségtelenítettétek nevemet, amikor visszahozta mindegyiktek a rabszolgáját és rabszolganőjét, akiket a maguk uraiként bocsátottatok szabadon; és leigáztátok őket, hogy rabszolgáitok és rabszolganőitek legyenek.16 αλλ' επεστρεψατε και εμιανατε το ονομα μου, και εκαμετε εκαστος τον δουλον αυτου και εκαστος την δουλην αυτου να επιστρεψωσι, τους οποιους ειχετε αποπεμψει ελευθερους κατα την θελησιν αυτων, και καθυπεβαλετε αυτους δια να ηναι εις εσας δουλοι και δουλαι.
17 Ezért így szól az Úr: Ti nem hallgattatok rám, hogy felszabadítást hirdessen mindenki a testvérének, egyik a másiknak. Íme, én hirdetek nektek felszabadítást – mondja az Úr –, a kardra, a dögvészre és az éhínségre, s iszonyattá teszlek titeket a föld minden királysága előtt.17 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος? Σεις δεν μου ηκουσατε, να κηρυξητε αφεσιν εκαστος εις τον αδελφον αυτου και εκαστος εις τον πλησιον αυτου? ιδου λοιπον, λεγει Κυριος, εγω κηρυττω αφεσιν εναντιον σας εις την μαχαιραν, εις τον λοιμον και εις την πειναν? και θελω σας παραδωσει εις διασποραν εν πασι τοις βασιλειοις της γης.
18 Azokat a férfiakat pedig, akik megszegték szövetségemet, és nem váltották valóra a szövetség szavait, melyet színem előtt kötöttek, olyanokká teszem, mint az a borjú, amelyet kettévágtak, és átmentek a részei között:18 Και θελω παραδωσει τους ανθρωπους τους αθετησαντας την διαθηκην μου, οιτινες δεν εξετελεσαν τους λογους της διαθηκης, την οποιαν εκαμον ενωπιον μου, οτε εσχισαν τον μοσχον εις δυο και επερασαν μεταξυ των τμηματων αυτου,
19 Júda fejedelmeit és Jeruzsálem fejedelmeit, az udvari tisztségviselőket, a papokat és az ország egész népét, akik átmentek a borjú részei között.19 τους αρχοντας του Ιουδα και τους αρχοντας της Ιερουσαλημ, τους ευνουχους και τους ιερεις και παντα τον λαον του τοπου, οιτινες επερασαν μεταξυ των τμηματων του μοσχου?
20 Ellenségeik kezébe adom őket, és azok kezébe, akik életükre törnek. Holttestük pedig az ég madarainak és a föld állatainak lesz eledele.20 και θελω παραδωσει αυτους εις την χειρα των εχθρων αυτων και εις την χειρα των ζητουντων την ψυχην αυτων? τα δε πτωματα αυτων θελουσιν εισθαι δια τροφην εις τα πετεινα του ουρανου και εις τα θηρια της γης.
21 Cidkiját, Júda királyát és az ő fejedelmeit is ellenségeik kezébe adom, és azok kezébe, akik életükre törnek: a babiloni király hadseregének kezébe, amely most elvonult tőletek.21 Και Σεδεκιαν τον βασιλεα του Ιουδα και τους αρχοντας αυτου θελω παραδωσει εις την χειρα των εχθρων αυτων και εις την χειρα των ζητουντων την ψυχην αυτων και εις την χειρα του στρατευματος του βασιλεως της Βαβυλωνος, οιτινες ανεχωρησαν απο εσας.
22 Íme, én parancsot adok – mondja az Úr –, és visszahozom őket ehhez a városhoz; harcolni fognak ellene, elfoglalják, és felégetik tűzzel. Júda városait is pusztasággá teszem, lakó nélkül.«22 Ιδου, θελω προσταξει, λεγει Κυριος, και θελω επιστρεψει αυτους εις την πολιν ταυτην? και θελουσι πολεμησει κατ' αυτης και κυριευσει αυτην και κατακαυσει αυτην εν πυρι? και θελω καμει ερημωσιν τας πολεις του Ιουδα, ωστε να μη υπαρχη ο κατοικων.