Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Királyok második könyve 22


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Nyolesztendős volt Jozija, amikor uralkodni kezdett és harmincegy esztendeig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki a beszekáti Hadája lánya volt, Ididának hívták.1 υιος οκτω ετων ιωσιας εν τω βασιλευειν αυτον και τριακοντα και εν ετος εβασιλευσεν εν ιερουσαλημ και ονομα τη μητρι αυτου ιεδιδα θυγατηρ εδεια εκ βασουρωθ
2 Azt cselekedte, ami kedves volt az Úr előtt s egészen atyja, Dávid útjain járt: nem tért el sem jobbra, sem balra.2 και εποιησεν το ευθες εν οφθαλμοις κυριου και επορευθη εν παση οδω δαυιδ του πατρος αυτου ουκ απεστη δεξια η αριστερα
3 Jozija király tizennyolcadik esztendejében elküldte a király Sáfánt, Mesullám fiának, Acaljahunak a fiát, az Úr templomának íródeákját s ezt mondta neki:3 και εγενηθη εν τω οκτωκαιδεκατω ετει τω βασιλει ιωσια εν τω μηνι τω ογδοω απεστειλεν ο βασιλευς τον σαφφαν υιον εσελιου υιου μεσολλαμ τον γραμματεα οικου κυριου λεγων
4 »Eredj el Helkija főpaphoz, hogy szedjék össze azt a pénzt, amely az Úr házában befolyt, amelyet a templom ajtónállói a néptől összeszedtek4 αναβηθι προς χελκιαν τον ιερεα τον μεγαν και σφραγισον το αργυριον το εισενεχθεν εν οικω κυριου ο συνηγαγον οι φυλασσοντες τον σταθμον παρα του λαου
5 s adják ki a mesterembereknek az Úr házának felügyelői által; ezek ugyanis osszák ki azoknak, akik az Úr templomán dolgoznak, hogy kijavítsák a templom romlásait:5 και δοτωσαν αυτο επι χειρα ποιουντων τα εργα των καθεσταμενων εν οικω κυριου και εδωκεν αυτο τοις ποιουσιν τα εργα τοις εν οικω κυριου του κατισχυσαι το βεδεκ του οικου
6 tudniillik az ácsoknak és a kőműveseknek s azoknak, akik a hiányokat kiegészítik, meg arra, hogy fát és bányakövet vásároljanak az Úr templomának kijavítására.6 τοις τεκτοσιν και τοις οικοδομοις και τοις τειχισταις και του κτησασθαι ξυλα και λιθους λατομητους του κραταιωσαι το βεδεκ του οικου
7 Elszámolást azonban nem kell kívánni tőlük arról a pénzről, amelyet átvesznek, hanem kezeljék szabadon és bizalmi alapon.«7 πλην ουκ εξελογιζοντο αυτους το αργυριον το διδομενον αυτοις οτι εν πιστει αυτοι ποιουσιν
8 Azt mondta ekkor Helkija főpap Sáfánnak, az íródeáknak: »Megtaláltam a törvény könyvét az Úr házában.« Majd odaadta Helkija a könyvet Sáfánnak s az el is olvasta.8 και ειπεν χελκιας ο ιερευς ο μεγας προς σαφφαν τον γραμματεα βιβλιον του νομου ευρον εν οικω κυριου και εδωκεν χελκιας το βιβλιον προς σαφφαν και ανεγνω αυτο
9 Elment erre Sáfán, az íródeák, a királyhoz és jelentést tett neki arról, amit parancsolt és azt mondta: »Szolgáid összeszedték a pénzt, amely az Úr házában akadt s kiadták, hogy az Úr templomának munkavezetői kiosszák a mesterembereknek.«9 και εισηνεγκεν προς τον βασιλεα ιωσιαν και επεστρεψεν τω βασιλει ρημα και ειπεν εχωνευσαν οι δουλοι σου το αργυριον το ευρεθεν εν τω οικω κυριου και εδωκαν αυτο επι χειρα ποιουντων τα εργα των καθεσταμενων εν οικω κυριου
10 Ekkor ezt jelentette Sáfán, az íródeák, a királynak: »Egy könyvet adott nekem Helkija pap.« Amikor ezt Sáfán a király előtt felolvasta10 και ειπεν σαφφαν ο γραμματευς προς τον βασιλεα λεγων βιβλιον εδωκεν μοι χελκιας ο ιερευς και ανεγνω αυτο σαφφαν ενωπιον του βασιλεως
11 és a király meghallotta az Úr törvénye könyvének szavait, megszaggatta ruháit11 και εγενετο ως ηκουσεν ο βασιλευς τους λογους του βιβλιου του νομου και διερρηξεν τα ιματια εαυτου
12 és parancsolt Helkija papnak, továbbá Ahikámnak, Sáfán fiának, meg Ákobornak, Míka fiának és Sáfánnak, az íródeáknak és Aszájának, a király szolgájának:12 και ενετειλατο ο βασιλευς τω χελκια τω ιερει και τω αχικαμ υιω σαφφαν και τω αχοβωρ υιω μιχαιου και τω σαφφαν τω γραμματει και τω ασαια δουλω του βασιλεως λεγων
13 »Menjetek s kérdezzétek meg rám, a népre és egész Júdára vonatkozólag az Urat e könyv szavai felől, amely előkerült, mert nagy az Úr haragja, amely felgerjedt ellenünk, mivel atyáink nem hallgattak e könyv szavaira, hogy megcselekedjék mindazt, amit megírtak számunkra.«13 δευτε εκζητησατε τον κυριον περι εμου και περι παντος του λαου και περι παντος του ιουδα περι των λογων του βιβλιου του ευρεθεντος τουτου οτι μεγαλη η οργη κυριου η εκκεκαυμενη εν ημιν υπερ ου ουκ ηκουσαν οι πατερες ημων των λογων του βιβλιου τουτου του ποιειν κατα παντα τα γεγραμμενα καθ' ημων
14 Elment tehát Helkija pap meg Ahikám, Ákobor, Sáfán és Aszája Holda prófétaasszonyhoz, Áraás unokájának, Tikva fiának, a ruhatáros Sallumnak feleségéhez, aki Jeruzsálem másik részében lakott és szóltak neki.14 και επορευθη χελκιας ο ιερευς και αχικαμ και αχοβωρ και σαφφαν και ασαιας προς ολδαν την προφητιν γυναικα σελλημ υιου θεκουε υιου αραας του ιματιοφυλακος και αυτη κατωκει εν ιερουσαλημ εν τη μασενα και ελαλησαν προς αυτην
15 Erre ő így felelt nekik: »Ezt üzeni az Úr, Izrael Istene: Mondjátok meg annak a férfinek, aki titeket hozzám küldött:15 και ειπεν αυτοις ταδε λεγει κυριος ο θεος ισραηλ ειπατε τω ανδρι τω αποστειλαντι υμας προς με
16 Ezt üzeni az Úr: Íme, én bajt hozok erre a helyre s lakóira teljesen a Törvény szavai szerint, amelyet Júda királya olvasott –16 ταδε λεγει κυριος ιδου εγω επαγω κακα επι τον τοπον τουτον και επι τους ενοικουντας αυτον παντας τους λογους του βιβλιου ους ανεγνω βασιλευς ιουδα
17 mivel elhagytak engem s más isteneknek mutattak be áldozatot, hogy bosszantsanak engem kezük művével –, és fellobban haragom e hely ellen s ki nem alszik.17 ανθ' ων εγκατελιπον με και εθυμιων θεοις ετεροις οπως παροργισωσιν με εν τοις εργοις των χειρων αυτων και εκκαυθησεται ο θυμος μου εν τω τοπω τουτω και ου σβεσθησεται
18 Júda királyának azonban, aki elküldött titeket, hogy megkérdezzétek az Urat, ezt mondjátok: Ezt üzeni az Úr, Izrael Istene: Mivel hallgattál e könyv igéire18 και προς βασιλεα ιουδα τον αποστειλαντα υμας επιζητησαι τον κυριον ταδε ερειτε προς αυτον ταδε λεγει κυριος ο θεος ισραηλ οι λογοι ους ηκουσας
19 s amikor hallottad szavait e hely és lakói ellen – hogy tudniillik álmélkodás és átok tárgyává lesznek –, megrettent a szíved s megaláztad magadat az Úr előtt s megszaggattad ruhádat és sírtál előttem, én is meghallgattalak, azt üzeni az Úr.19 ανθ' ων οτι ηπαλυνθη η καρδια σου και ενετραπης απο προσωπου κυριου ως ηκουσας οσα ελαλησα επι τον τοπον τουτον και επι τους ενοικουντας αυτον του ειναι εις αφανισμον και εις καταραν και διερρηξας τα ιματια σου και εκλαυσας ενωπιον εμου και γε εγω ηκουσα λεγει κυριος
20 Éppen azért atyáidhoz gyűjtelek s békességgel kerülsz sírodba, úgyhogy semmit sem fog látni szemed azokból a bajokból, amelyeket e helyre hozok.«20 ουχ ουτως ιδου εγω προστιθημι σε προς τους πατερας σου και συναχθηση εις τον ταφον σου εν ειρηνη και ουκ οφθησεται εν τοις οφθαλμοις σου εν πασιν τοις κακοις οις εγω ειμι επαγω επι τον τοπον τουτον και επεστρεψαν τω βασιλει το ρημα