Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α´ - 1 Samuele - Kings I 17


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Συνηθροισαν δε οι Φιλισταιοι τα στρατευματα αυτων δια πολεμον και ησαν συνηθροισμενοι εν Σοκχω, ητις ειναι του Ιουδα, και εστρατοπεδευσαν μεταξυ Σοκχω και Αζηκα, εν Εφες-δαμμειμ.1 Les Philistins rassemblèrent leurs troupes pour la guerre, ils se concentrèrent à Soko de Juda, etcampèrent entre Soko et Azéqa, à Ephès-Dammim.
2 Ο δε Σαουλ και οι ανδρες Ισραηλ συνηθροισθησαν, και εστρατοπεδευσαν εν τη κοιλαδι Ηλα, και παρεταχθησαν εις μαχην εναντιον των Φιλισταιων.2 Saül et les Israélites se concentrèrent et campèrent dans la vallée du Térébinthe et ils se rangèrenten bataille face aux Philistins.
3 Και οι μεν Φιλισταιοι ισταντο επι του ορους εντευθεν, ο δε Ισραηλ ιστατο επι του ορους εκειθεν? η δε κοιλας ητο μεταξυ αυτων.3 Les Philistins occupaient la montagne d'un côté, les Israélites occupaient la montagne de l'autrecôté et la vallée était entre eux.
4 Και εξηλθεν ανηρ προμαχητης εκ του στρατοπεδου των Φιλισταιων ονομαζομενος Γολιαθ, εκ της Γαθ, υψους εξ πηχων και σπιθαμης?4 Un champion sortit des rangs philistins. Il s'appelait Goliath, de Gat, et sa taille était de sixcoudées et un empan.
5 ειχε δε περικεφαλαιαν χαλκινην επι της κεφαλης αυτου και ητο ενδεδυμενος θωρακα αλυσιδωτον? και το βαρος του θωρακος ητο πεντε χιλιαδες σικλων χαλκου?5 Il avait sur la tête un casque de bronze et il était revêtu d'une cuirasse à écailles; la cuirasse pesait5.000 sicles de bronze.
6 και κνημιδας χαλκινας επι των σκελων αυτου και ασπιδα χαλκινην μεταξυ των ωμων αυτου.6 Il avait aux jambes des jambières de bronze, et un cimeterre de bronze en bandoulière.
7 Και το κονταριον του δορατος αυτου ητο ως αντιον υφαντου? και η λογχη του δορατος αυτου εζυγιζεν εξακοσιους σικλους σιδηρου? εις δε κρατων τον θυρεον προεπορευετο αυτου.7 Le bois de sa lance était comme un liais de tisserand et la pointe de sa lance pesait 600 sicles defer. Le porte-bouclier marchait devant lui.
8 Και σταθεις εβοησε προς τας παραταξεις του Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Δια τι εξερχεσθε να παραταχθητε εις μαχην; δεν ειμαι εγω ο Φιλισταιος, και σεις δουλοι του Σαουλ; εκλεξατε εις εαυτους ανδρα, και ας καταβη προς εμε?8 Il se campa devant les lignes israélites et leur cria: "Pourquoi êtes-vous sortis pour vous rangeren bataille? Ne suis-je pas, moi, le Philistin, et vous, n'êtes-vous pas les serviteurs de Saül? Choisissez-vous unhomme et qu'il descende vers moi.
9 εαν μεν δυνηθη να πολεμηση μετ' εμου και με θανατωση, τοτε ημεις θελομεν εισθαι δουλοι σας? αλλ' εαν εγω υπερισχυσω κατ' αυτου και θανατωσω αυτον, τοτε σεις θελετε εισθαι δουλοι ημων και θελετε δουλευει ημας.9 S'il l'emporte en luttant avec moi et s'il m'abat, alors nous serons vos serviteurs; si je l'emportesur lui et si je l'abats, alors vous deviendrez nos serviteurs, vous nous serez asservis."
10 Και ειπεν ο Φιλισταιος, Εγω εξουθενησα τας παραταξεις του Ισραηλ την ημεραν ταυτην? δοτε εις εμε ανδρα, δια να μονομαχησωμεν.10 Le Philistin dit aussi: "Moi, j'ai lancé aujourd'hui un défi aux lignes d'Israël. Donnez-moi unhomme, et que nous nous mesurions en combat singulier!"
11 Οτε ηκουσεν ο Σαουλ και πας ο Ισραηλ εκεινους τους λογους του Φιλισταιου, εξεστησαν και εφοβηθησαν σφοδρα.11 Quand Saül et tout Israël entendirent ces paroles du Philistin, ils furent consternés et ils eurenttrès peur.
12 Ητο δε Δαβιδ ο υιος εκεινου του Εφραθαιου εκ Βηθλεεμ Ιουδα, ονομαζομενου Ιεσσαι? ειχε δε οκτω υιους? και ο ανθρωπος εις τας ημερας του Σαουλ ειχε ταξιν γεροντος μεταξυ των ανθρωπων.12 David était le fils d'un Ephratéen de Bethléem de Juda, qui s'appelait Jessé et qui avait huit fils.Cet homme, au temps de Saül, était vieux et chargé d'années.
13 Και υπηγαν οι τρεις υιοι του Ιεσσαι οι μεγαλητεροι ακολουθουντες τον Σαουλ εις την μαχην? και τα ονοματα των τριων υιων αυτου οιτινες υπηγαν εις την μαχην ησαν Ελιαβ ο πρωτοτοκος, και ο δευτερος αυτου Αβιναδαβ, και ο τριτος Σαμμα.13 Les trois fils aînés de Jessé partirent en guerre derrière Saül. Ses trois fils qui partirent en guerres'appelaient l'aîné Eliab, le second Abinadab et le troisième Shamma.
14 Ο δε Δαβιδ ητο ο νεωτερος? και οι τρεις οι μεγαλητεροι ηκολουθουν τον Σαουλ.14 David était le plus jeune et les trois aînés partirent derrière Saül.
15 Και ανεχωρει ο Δαβιδ και επεστρεφεν απο του Σαουλ, δια να ποιμαινη τα προβατα του πατρος αυτου εν Βηθλεεμ.15 (David allait et venait du service de Saül au soin du troupeau de son père à Bethléem.
16 Ο δε Φιλισταιος επλησιαζε πρωι και εσπερας και εστηλονετο τεσσαρακοντα ημερας.16 Le Philistin s'approchait matin et soir et il se présenta ainsi pendant 40 jours.)
17 Και ειπεν Ιεσσαι προς Δαβιδ τον υιον αυτου, Λαβε τωρα δια τους αδελφους σου εν εφα εκ τουτου του πεφρυγανισμενου σιτου και τους δεκα τουτους αρτους, και τρεξον εις το στρατοπεδον προς τους αδελφους σου?17 Jessé dit à son fils David: "Emporte donc à tes frères cette mesure de grain grillé et ces dixpains, va vite au camp vers tes frères.
18 και τα δεκα ταυτα νωπα τυρια φερε προς τον χιλιαρχον, και ιδε αν υγιαινωσιν οι αδελφοι σου και λαβε σημειον παρ' αυτων.18 Quant à ces dix morceaux de fromage, tu les offriras au chef de mille. Tu t'informeras de lasanté de tes frères et tu rapporteras d'eux un gage.
19 Ο δε Σαουλ και αυτοι και παντες οι ανδρες Ισραηλ ησαν εν τη κοιλαδι Ηλα, μαχομενοι μετα των Φιλισταιων.19 Ils sont avec Saül et tous les hommes d'Israël dans la vallée du Térébinthe, faisant la guerre auxPhilistins."
20 Και εξηγερθη ο Δαβιδ ενωρις το πρωι? και αφησας τα προβατα εις φυλακα, ελαβε και υπηγε, καθως προσεταξεν αυτον ο Ιεσσαι? και ηλθεν εις το περιχαρακωμα, ενω το στρατευμα εξηρχετο εις παραταξιν? και ηλαλαξαν προς την μαχην?20 David se leva de bon matin, il laissa le troupeau à un gardien, prit sa charge et partit comme luiavait ordonné Jessé. Il arriva au campement au moment où l'armée sortait pour prendre ses positions et poussaitle cri de guerre.
21 διοτι παρεταχθησαν ο Ισραηλ και οι Φιλισταιοι, στρατευμα κατα προσωπον στρατευματος.21 Israël et les Philistins se rangèrent ligne contre ligne.
22 Και ο Δαβιδ, αφησας επανωθεν αυτου τα σκευη εις την χειρα του σκευοφυλακος, εδραμε προς το στρατευμα και ηλθε και ηρωτησε τους αδελφους αυτου πως εχουσι.22 David laissa son chargement aux mains du gardien des bagages, il courut aux lignes et demandaà ses frères comment ils allaient.
23 Και ενω ωμιλει μετ' αυτων, ιδου, ανεβαινεν ο προμαχητης, ο Φιλισταιος ο εκ της Γαθ, Γολιαθ το ονομα, εκ των στρατευματων των Φιλισταιων, και ελαλησε κατα τους αυτους λογους? και ηκουσεν ο Δαβιδ.23 Pendant qu'il parlait, le champion (il s'appelait Goliath, le Philistin de Gat) montait des lignesphilistines. Il dit les mêmes paroles que ci-dessus et David les entendit.
24 Παντες δε οι ανδρες Ισραηλ, ως ειδον τον ανδρα, εφυγον απο προσωπου αυτου και εφοβηθησαν σφοδρα.24 Dès qu'ils aperçurent l'homme, tous les Israélites s'enfuirent loin de lui et eurent très peur.
25 Και ελεγον οι ανδρες Ισραηλ, Ειδετε τον ανδρα τουτον τον αναβαινοντα; βεβαιως ανεβη δια να εξουθενηση τον Ισραηλ? και οστις θανατωση αυτον, τουτον θελει πλουτισει ο βασιλευς με πλουτη μεγαλα, και την θυγατερα αυτου θελει δωσει εις αυτον, και τον οικον του πατρος αυτου θελει καμει ελευθερον μεταξυ του Ισραηλ.25 Les gens d'Israël dirent: "Avez-vous vu cet homme qui monte? C'est pour lancer un défi à Israëlqu'il monte. Celui qui l'abattra, le roi le comblera de richesses, il lui donnera sa fille et exemptera sa maisonpaternelle en Israël."
26 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τους ανδρας τους ισταμενους πλησιον αυτου, λεγων, Τι θελει γεινει εις τον ανδρα, οστις παταξη τον Φιλισταιον τουτον και αφαιρεση το ονειδος απο του Ισραηλ; διοτι τις ειναι ο Φιλισταιος ουτος ο απεριτμητος, ωστε να εξουθενη τα στρατευματα του Θεου του ζωντος;26 David demanda aux hommes qui se tenaient près de lui: "Qu'est-ce qu'on fera à celui qui abattrace Philistin et qui écartera la honte d'Israël? Qu'est-ce que ce Philistin incirconcis pour qu'il ait lancé un défi auxtroupes du Dieu vivant?"
27 Και απεκριθη προς αυτον ο λαος κατα τον λογον τουτον, λεγων, ουτω θελει γεινει εις τον ανδρα, οστις παταξη αυτον.27 Le peuple lui répondit comme ci-dessus: "Voilà ce qu'on fera à celui qui l'abattra."
28 Και ηκουσεν Ελιαβ ο αδελφος αυτου ο μεγαλητερος, ενω ελαλει προς τους ανδρας? και εξηφθη ο θυμος του Ελιαβ εναντιον του Δαβιδ, και ειπε, Δια τι κατεβης ενταυθα; και εις ποιον αφηκες τα ολιγα εκεινα προβατα εν τη ερημω; εγω εξευρω την υπερηφανιαν σου και την πονηριαν της καρδιας σου? βεβαιως δια να ιδης την μαχην κατεβης.28 Son frère aîné Eliab l'entendit qui parlait aux gens et Eliab se mit en colère contre David et dit:"Pourquoi donc es-tu descendu? A qui as-tu laissé ces quelques brebis dans le désert? Je connais ton insolence etla malice de ton coeur: c'est pour voir la bataille que tu es venu!"
29 Και ειπεν ο Δαβιδ, Τι εκαμα τωρα; δεν ειναι αιτια;29 David répondit: "Qu'est-ce que j'ai fait? Est-ce qu'on ne peut plus parler?"
30 Και εστραφη απ' αυτου προς αλλον και ελαλησε κατα τον αυτον τροπον? και ο λαος απεκριθη παλιν προς αυτον κατα τον πρωτον λογον.30 Il se détourna de lui et s'adressa à un autre. Il posa la même question et on lui répondit commela première fois.
31 Και οτε ηκουσθησαν οι λογοι, τους οποιους ελαλησεν ο Δαβιδ, ανηγγειλαν προς τον Σαουλ? και παρελαβεν αυτον.31 On entendit les paroles de David et on les rapporta à Saül qui le fit venir.
32 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ, Μηδενος ανθρωπου η καρδια ας μη ταπεινονηται δια τουτον? ο δουλος σου θελει υπαγει και πολεμησει μετα του Φιλισταιου τουτου.32 David dit à Saül: "Que personne ne perde courage à cause de lui. Ton serviteur ira se battrecontre ce Philistin."
33 Και ειπεν ο Σαουλ προς τον Δαβιδ, Δεν δυνασαι να υπαγης εναντιον του Φιλισταιου τουτου δια να πολεμησης μετ' αυτου? διοτι συ εισαι παιδιον, αυτος δε ανηρ πολεμιστης εκ νεοτητος αυτου.33 Mais Saül répondit à David: "Tu ne peux pas marcher contre ce Philistin pour lutter avec lui, cartu n'es qu'un enfant, et lui, il est un homme de guerre depuis sa jeunesse."
34 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ, Ο δουλος σου εβοσκε τα προβατα του πατρος αυτου, και ηλθε λεων και αρκτος και ηρπασε προβατον εκ του ποιμνιου?34 Mais David dit à Saül: "Quand ton serviteur faisait paître les brebis de son père et que venait unlion ou un ours qui enlevait une brebis du troupeau,
35 και εξηλθον κατοπιν αυτου και επαταξα αυτον και ηλευθερωσα αυτο εκ του στοματος αυτου? και καθως εσηκωθη εναντιον μου, ηρπασα αυτον απο της σιαγονος και επαταξα αυτον και εθανατωσα αυτον?35 je le poursuivais, je le frappais et j'arrachais celle-ci de sa gueule. Et s'il se dressait contre moi,je le saisissais par les poils du menton et je le frappais à mort.
36 επαταξεν ο δουλος σου και τον λεοντα και την αρκτον? και ο Φιλισταιος ουτος ο απεριτμητος θελει εισθαι ως εν εκ τουτων, επειδη εξουθενησε τα στρατευματα του Θεου του ζωντος.36 Ton serviteur a battu le lion et l'ours, il en sera de ce Philistin incirconcis comme de l'un d'eux,puisqu'il a défié les troupes du Dieu vivant."
37 Και ειπεν ο Δαβιδ, Ο Κυριος ο ελευθερωσας με εκ χειρος του λεοντος και εκ χειρος της αρκτου, ουτος θελει με ελευθερωσει εκ χειρος του Φιλισταιου τουτου. Και ειπεν ο Σαουλ προς τον Δαβιδ, Υπαγε, και ο Κυριος ας ηναι μετα σου.37 David dit encore: "Yahvé qui m'a sauvé de la griffe du lion et de l'ours me sauvera des mains dece Philistin." Alors Saül dit à David: "Va et que Yahvé soit avec toi!"
38 Και ωπλισεν ο Σαουλ τον Δαβιδ με την πανοπλιαν αυτου και εβαλε χαλκινην περικεφαλαιαν επι της κεφαλης αυτου? και ενεδυσεν αυτον θωρακα.38 Saül revêtit David de sa tenue militaire, lui mit sur la tête un casque de bronze et lui fit endosserune cuirasse.
39 Και εζωσθη ο Δαβιδ την ρομφαιαν αυτου επανωθεν της πανοπλιας αυτου και ηθελησε να περιπατηση? διοτι δεν ειχε δοκιμασει. Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ, Δεν δυναμαι να περιπατησω με ταυτα? διοτι δεν εδοκιμασα ποτε. Και εξεδυθη ο Δαβιδ αυτα επανωθεν αυτου.39 Il ceignit David de son épée, par-dessus sa tenue. David essaya de marcher, car il n'était pasentraîné, et il dit à Saül: "Je ne puis pas marcher avec cela, car je ne suis pas entraîné." On l'en débarrassa donc.
40 Και ελαβε την ραβδον αυτου εν τη χειρι αυτου, και εξελεξεν εις εαυτον πεντε λιθους ομαλους εκ του χειμαρρου, και θεσας αυτους εις το ποιμενικον αυτου σακκιον και θυλακιον, την δε σφενδονην αυτου εις την χειρα αυτου, επλησιαζε προς τον Φιλισταιον.40 David prit son bâton en main, il se choisit dans le torrent cinq pierres bien lisses et les mit dansson sac de berger, sa giberne, puis, la fronde à la main, il marcha vers le Philistin.
41 Ο δε Φιλισταιος ηρχετο προχωρων και επλησιαζε προς τον Δαβιδ? και ο ανηρ ο ασπιδοφορος εμπροσθεν αυτου.41 Le Philistin s'approcha de plus en plus près de David, précédé du porte-bouclier.
42 Και οτε περιεβλεψεν ο Φιλισταιος και ειδε τον Δαβιδ, κατεφρονησεν αυτον? διοτι ητο παιδιον και ξανθος και ωραιος την οψιν.42 Le Philistin tourna les yeux vers David et, lorsqu'il le vit, il le méprisa car il était jeune -- il étaitroux, avec une belle apparence.
43 Και ειπεν ο Φιλισταιος προς τον Δαβιδ, Κυων ειμαι εγω, ωστε ερχεσαι προς εμε με ραβδους; Και κατηρασθη ο Φιλισταιος τον Δαβιδ εις τους θεους αυτου.43 Le Philistin dit à David: "Suis-je un chien pour que tu viennes contre moi avec des bâtons?" Etle Philistin maudit David par ses dieux.
44 Και ειπεν ο Φιλισταιος προς τον Δαβιδ, Ελθε προς εμε, και θελω παραδωσει τας σαρκας σου εις τα πετεινα του ουρανου και εις τα θηρια του αγρου.44 Le Philistin dit à David: "Viens vers moi, que je donne ta chair aux oiseaux du ciel et aux bêtesdes champs!"
45 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Φιλισταιον, Συ ερχεσαι εναντιον μου με ρομφαιαν και δορυ και ασπιδα? εγω δε ερχομαι εναντιον σου εν τω ονοματι του Κυριου των δυναμεων, του Θεου των στρατευματων του Ισραηλ, τα οποια συ εξουθενησας?45 Mais David répondit au Philistin: "Tu marches contre moi avec épée, lance et cimeterre, maismoi, je marche contre toi au nom de Yahvé Sabaot, le Dieu des troupes d'Israël que tu as défiées.
46 την ημεραν ταυτην θελει σε παραδωσει ο Κυριος εις την χειρα μου? και θελω σε παταξει και αφαιρεσει απο σου την κεφαλην σου? και θελω παραδωσει τα πτωματα του στρατοπεδου των Φιλισταιων την ημεραν ταυτην εις τα πετεινα του ουρανου, και εις τα θηρια της γης? δια να γνωριση πασα η γη οτι ειναι Θεος εις τον Ισραηλ?46 Aujourd'hui, Yahvé te livrera en ma main, je t'abattrai, je te couperai la tête, je donneraiaujourd'hui même ton cadavre et les cadavres de l'armée philistine aux oiseaux du ciel et aux bêtes sauvages.Toute la terre saura qu'il y a un Dieu en Israël,
47 και θελει γνωρισει παν το πληθος τουτο οτι ο Κυριος δεν σωζει με ρομφαιαν και δορυ? διοτι του Κυριου ειναι η μαχη, και αυτος θελει σας παραδωσει εις την χειρα ημων.47 et toute cette assemblée saura que ce n'est pas par l'épée ni par la lance que Yahvé donne lavictoire, car Yahvé est maître du combat et il vous livre entre nos mains."
48 Και οτε εσηκωθη ο Φιλισταιος και ηρχετο και επλησιαζεν εις συναντησιν του Δαβιδ, ο Δαβιδ εσπευσε και εδραμε προς μαχην εναντιον του Φιλισταιου.48 Dès que le Philistin s'avança et marcha au-devant de David, celui-ci sortit des lignes et courut àla rencontre du Philistin.
49 Και εκτεινας ο Δαβιδ την χειρα αυτου εις το σακκιον, ελαβεν εκειθεν λιθον και εσφενδονησε και εκτυπησε τον Φιλισταιον κατα το μετωπον αυτου, ωστε ο λιθος ενεπηχθη εις το μετωπον αυτου? και επεσε κατα προσωπον εις την γην.49 Il mit la main dans son sac et en prit une pierre qu'il tira avec la fronde. Il atteignit le Philistinau front; la pierre s'enfonça dans son front et il tomba la face contre terre.
50 και υπερισχυσεν ο Δαβιδ κατα του Φιλισταιου δια της σφενδονης και δια του λιθου, και εκτυπησε τον Φιλισταιον και εθανατωσεν αυτον. Αλλα δεν ητο ρομφαια εν τη χειρι του Δαβιδ?50 Ainsi David triompha du Philistin avec la fronde et la pierre: il abattit le Philistin et le fitmourir; il n'y avait pas d'épée entre les mains de David.
51 οθεν ο Δαβιδ εδραμε και σταθεις επι τον Φιλισταιον, ελαβε την ρομφαιαν αυτου και εσυρεν αυτην εκ της θηκης αυτης, και θανατωσας αυτον, απεκοψε την κεφαλην αυτου με αυτην. Ιδοντες δε οι Φιλισταιοι, οτι απεθανεν ο ισχυρος αυτων, εφυγον?51 David courut et se tint debout sur le Philistin; saisissant l'épée de celui-ci, il la tira du fourreau,il acheva le Philistin et, avec elle, il lui trancha la tête. Les Philistins voyant que leur champion était mort,s'enfuirent.
52 Τοτε εσηκωθησαν οι ανδρες του Ισραηλ και του Ιουδα και ηλαλαξαν και κατεδιωξαν τους Φιλισταιους, εως της εισοδου της κοιλαδος, και εως των πυλων της Ακκαρων. Και επεσον οι τραυματισμενοι των Φιλισταιων εν τη οδω Σααραειμ, εως Γαθ και εως Ακκαρων.52 Les hommes d'Israël et de Juda se mirent en mouvement, poussèrent le cri de guerre etpoursuivirent les Philistins jusqu'aux approches de Gat et jusqu'aux portes d'Eqrôn. Des morts philistinsjonchèrent le chemin depuis Shaarayim jusqu'à Gat et Eqrôn.
53 Και επεστρεψαν οι υιοι Ισραηλ εκ της καταδιωξεως των Φιλισταιων και διηρπασαν τα στρατοπεδα αυτων.53 Les Israélites revinrent de cette poursuite acharnée et pillèrent le camp philistin.
54 Ο δε Δαβιδ ελαβε την κεφαλην του Φιλισταιου, και εφερεν αυτην εις Ιερουσαλημ? την δε πανοπλιαν αυτου εβαλεν εν τη σκηνη αυτου.54 David prit la tête du Philistin et l'apporta à Jérusalem; quant à ses armes, il les mit dans sapropre tente.
55 Οτε δε ειδεν ο Σαουλ τον Δαβιδ εξερχομενον εναντιον του Φιλισταιου, ειπε προς Αβενηρ, τον αρχηγον του στρατευματος, Αβενηρ, τινος υιος ειναι ο νεος ουτος; Και ο Αβενηρ ειπε, Ζη η ψυχη σου, βασιλευ, δεν εξευρω.55 En voyant David partir à la rencontre du Philistin, Saül avait demandé à Abner, le chef del'armée: "De qui ce jeune homme est-il le fils, Abner?" Et Abner répondit: "Aussi vrai que tu es vivant, ô roi, jen'en sais rien."
56 Και ειπεν ο βασιλευς, Ερωτησον συ, τινος υιος ειναι ο νεανισκος ουτος.56 Le roi dit: "Informe-toi de qui ce garçon est le fils."
57 Και καθως επεστρεψεν ο Δαβιδ, παταξας τον Φιλισταιον, παρελαβεν αυτον ο Αβενηρ και εφερεν αυτον ενωπιον του Σαουλ? και η κεφαλη του Φιλισταιου ητο εν τη χειρι αυτου.57 Lorsque David revint d'avoir tué le Philistin, Abner le prit et le conduisit devant Saül, tenantdans sa main la tête du Philistin.
58 Και ειπε προς αυτον ο Σαουλ, Τινος υιος εισαι, νεε; και απεκριθη ο Δαβιδ, Ο υιος του δουλου σου Ιεσσαι του Βηθλεεμιτου.58 Saül lui demanda: "De qui es-tu le fils, jeune homme?" David répondit: "De ton serviteur Jesséle Bethléemite."