Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni - John 13


font
GREEK BIBLEBIBBIA CEI 2008
1 Προ δε της εορτης του πασχα εξευρων ο Ιησους οτι ηλθεν η ωρα αυτου δια να μεταβη εκ του κοσμου τουτου προς τον Πατερα, αγαπησας τους ιδικους του τους εν τω κοσμω, μεχρι τελους ηγαπησεν αυτους.1 Prima della festa di Pasqua Gesù, sapendo che era venuta la sua ora di passare da questo mondo al Padre, avendo amato i suoi che erano nel mondo, li amò fino alla fine.
2 Και αφου εγεινε δειπνος, ο δε διαβολος ειχεν ηδη βαλει εις την καρδιαν του Ιουδα Σιμωνος του Ισκαριωτου να παραδωση αυτον,2 Durante la cena, quando il diavolo aveva già messo in cuore a Giuda, figlio di Simone Iscariota, di tradirlo,
3 εξευρων ο Ιησους οτι παντα εδωκεν εις αυτον ο Πατηρ εις τας χειρας, και οτι απο του Θεου εξηλθε και προς τον Θεον υπαγει,3 Gesù, sapendo che il Padre gli aveva dato tutto nelle mani e che era venuto da Dio e a Dio ritornava,
4 εγειρεται εκ του δειπνου και εκδυεται τα ιματια αυτου, και λαβων προσοψιον διεζωσθη?4 si alzò da tavola, depose le vesti, prese un asciugamano e se lo cinse attorno alla vita.
5 επειτα βαλλει υδωρ εις τον νιπτηρα, και ηρχισε να νιπτη τους ποδας των μαθητων και να σπογγιζη με το προσοψιον, με το οποιον ητο διεζωσμενος.5 Poi versò dell’acqua nel catino e cominciò a lavare i piedi dei discepoli e ad asciugarli con l’asciugamano di cui si era cinto.
6 Ερχεται λοιπον προς τον Σιμωνα Πετρον, και λεγει προς αυτον εκεινος? Κυριε, συ μου νιπτεις τους ποδας;6 Venne dunque da Simon Pietro e questi gli disse: «Signore, tu lavi i piedi a me?».
7 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτον? Εκεινο, το οποιον εγω καμνω, συ δεν εξευρεις τωρα, θελεις ομως γνωρισει μετα ταυτα.7 Rispose Gesù: «Quello che io faccio, tu ora non lo capisci; lo capirai dopo».
8 Λεγει προς αυτον ο Πετρος? Δεν θελεις νιψει τους ποδας μου εις τον αιωνα. Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Εαν δεν σε νιψω, δεν εχεις μερος μετ' εμου.8 Gli disse Pietro: «Tu non mi laverai i piedi in eterno!». Gli rispose Gesù: «Se non ti laverò, non avrai parte con me».
9 Λεγει προς αυτον ο Σιμων Πετρος? Κυριε, μη τους ποδας μου μονον, αλλα και τας χειρας και την κεφαλην.9 Gli disse Simon Pietro: «Signore, non solo i miei piedi, ma anche le mani e il capo!».
10 Λεγει προς αυτον ο Ιησους? Ο λελουμενος δεν εχει χρειαν ειμη τους ποδας να νιφθη, αλλ' ειναι ολος καθαρος? και σεις εισθε καθαροι, αλλ' ουχι παντες.10 Soggiunse Gesù: «Chi ha fatto il bagno, non ha bisogno di lavarsi se non i piedi ed è tutto puro; e voi siete puri, ma non tutti».
11 Διοτι ηξευρεν εκεινον, οστις εμελλε να παραδωση αυτον? δια τουτο ειπε? Δεν εισθε παντες καθαροι.11 Sapeva infatti chi lo tradiva; per questo disse: «Non tutti siete puri».
12 Αφου λοιπον ενιψε τους ποδας αυτων και ελαβε τα ιματια αυτου, καθησας παλιν ειπε προς αυτους? Εξευρετε τι εκαμον εις εσας;12 Quando ebbe lavato loro i piedi, riprese le sue vesti, sedette di nuovo e disse loro: «Capite quello che ho fatto per voi?
13 Σεις με φωναζετε, Ο Διδασκαλος και ο Κυριος, και καλως λεγετε, διοτι ειμαι.13 Voi mi chiamate il Maestro e il Signore, e dite bene, perché lo sono.
14 Εαν λοιπον εγω, ο Κυριος και ο Διδασκαλος, σας ενιψα τους ποδας, και σεις χρεωστειτε να νιπτητε τους ποδας αλληλων.14 Se dunque io, il Signore e il Maestro, ho lavato i piedi a voi, anche voi dovete lavare i piedi gli uni agli altri.
15 Διοτι παραδειγμα εδωκα εις εσας, δια να καμνητε και σεις, καθως εγω εκαμον εις εσας.15 Vi ho dato un esempio, infatti, perché anche voi facciate come io ho fatto a voi.
16 Αληθως, αληθως σας λεγω, δεν ειναι δουλος ανωτερος του κυριου αυτου, ουδε αποστολος ανωτερος του πεμψαντος αυτον.16 In verità, in verità io vi dico: un servo non è più grande del suo padrone, né un inviato è più grande di chi lo ha mandato.
17 Εαν εξευρητε ταυτα, μακαριοι εισθε εαν καμνητε αυτα.17 Sapendo queste cose, siete beati se le mettete in pratica.
18 Δεν λεγω τουτο περι παντων υμων? εγω εξευρω ποιους εξελεξα? αλλα δια να πληρωθη η γραφη, Ο τρωγων μετ' εμου τον αρτον εσηκωσεν επ' εμε την πτερναν αυτου.18 Non parlo di tutti voi; io conosco quelli che ho scelto, ma deve compiersi la Scrittura: Colui che mangia il mio pane ha alzato contro di me il suo calcagno.
19 Απο του νυν σας λεγω τουτο πριν γεινη, δια να πιστευσητε οταν γεινη, οτι εγω ειμαι.19 Ve lo dico fin d’ora, prima che accada, perché, quando sarà avvenuto, crediate che Io Sono.
20 Αληθως, αληθως σας λεγω, οστις δεχεται οντινα πεμψω, εμε δεχεται, και οστις δεχεται, εμε δεχεται τον πεμψαντα με.20 In verità, in verità io vi dico: chi accoglie colui che io manderò, accoglie me; chi accoglie me, accoglie colui che mi ha mandato».
21 Αφου ειπε ταυτα ο Ιησους, εταραχθη την ψυχην και εμαρτυρησε και ειπεν? Αληθως, αληθως σας λεγω οτι εις εξ υμων θελει με παραδωσει.21 Dette queste cose, Gesù fu profondamente turbato e dichiarò: «In verità, in verità io vi dico: uno di voi mi tradirà».
22 Εβλεπον λοιπον εις αλληλους οι μαθηται, απορουντες περι τινος λεγει.22 I discepoli si guardavano l’un l’altro, non sapendo bene di chi parlasse.
23 Εκαθητο δε κεκλιμενος εις τον κολπον του Ιησου εις των μαθητων αυτου, τον οποιον ηγαπα ο Ιησους.23 Ora uno dei discepoli, quello che Gesù amava, si trovava a tavola al fianco di Gesù.
24 Νευει λοιπον προς τουτον ο Σιμων Πετρος δια να ερωτηση τις ειναι εκεινος, περι του οποιου λεγει.24 Simon Pietro gli fece cenno di informarsi chi fosse quello di cui parlava.
25 Και πεσων εκεινος επι το στηθος του Ιησου, λεγει προς αυτον? Κυριε, τις ειναι;25 Ed egli, chinandosi sul petto di Gesù, gli disse: «Signore, chi è?».
26 Αποκρινεται ο Ιησους? Εκεινος ειναι, εις τον οποιον εγω βαψας το ψωμιον θελω δωσει. Και εμβαψας το ψωμιον διδει εις τον Ιουδαν Σιμωνος τον Ισκαριωτην.26 Rispose Gesù: «È colui per il quale intingerò il boccone e glielo darò». E, intinto il boccone, lo prese e lo diede a Giuda, figlio di Simone Iscariota.
27 Και μετα το ψωμιον τοτε εισηλθεν εις εκεινον ο Σατανας. Λεγει λοιπον προς αυτον ο Ιησους? Ο, τι καμνεις, καμε ταχυτερον.27 Allora, dopo il boccone, Satana entrò in lui. Gli disse dunque Gesù: «Quello che vuoi fare, fallo presto».
28 Τουτο ομως ουδεις των καθημενων ενοησε προς τι ειπε προς αυτον.28 Nessuno dei commensali capì perché gli avesse detto questo;
29 Διοτι τινες ενομιζον, επειδη ο Ιουδας ειχε το γλωσσοκομον, οτι λεγει προς αυτον ο Ιησους, Αγορασον οσων εχομεν χρειαν δια την εορτην, η να δωση τι εις τους πτωχους.29 alcuni infatti pensavano che, poiché Giuda teneva la cassa, Gesù gli avesse detto: «Compra quello che ci occorre per la festa», oppure che dovesse dare qualche cosa ai poveri.
30 Λαβων λοιπον εκεινος το ψωμιον, εξηλθεν ευθυς? ητο δε νυξ.30 Egli, preso il boccone, subito uscì. Ed era notte.
31 Οτε λοιπον εξηλθε, λεγει ο Ιησους? Τωρα εδοξασθη ο Υιος του ανθρωπου, και ο Θεος εδοξασθη εν αυτω.31 Quando fu uscito, Gesù disse: «Ora il Figlio dell’uomo è stato glorificato, e Dio è stato glorificato in lui.
32 Εαν ο Θεος εδοξασθη εν αυτω, και ο Θεος θελει δοξασει αυτον εν εαυτω και ευθυς θελει δοξασει αυτον.32 Se Dio è stato glorificato in lui, anche Dio lo glorificherà da parte sua e lo glorificherà subito.
33 Τεκνια, ετι ολιγον ειμαι μεθ' υμων. Θελετε με ζητησει, και καθως ειπον προς τους Ιουδαιους οτι οπου υπαγω εγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε, και προς εσας λεγω τωρα.33 Figlioli, ancora per poco sono con voi; voi mi cercherete ma, come ho detto ai Giudei, ora lo dico anche a voi: dove vado io, voi non potete venire.
34 Εντολην καινην σας διδω, να αγαπατε αλληλους, καθως εγω σας ηγαπησα και σεις να αγαπατε αλληλους.34 Vi do un comandamento nuovo: che vi amiate gli uni gli altri. Come io ho amato voi, così amatevi anche voi gli uni gli altri.
35 Εκ τουτου θελουσι γνωρισει παντες οτι εισθε μαθηται μου, εαν εχητε αγαπην προς αλληλους.35 Da questo tutti sapranno che siete miei discepoli: se avete amore gli uni per gli altri».
36 Λεγει προς αυτον ο Σιμων Πετρος? Κυριε, που υπαγεις; Απεκριθη εις αυτον ο Ιησους? Οπου υπαγω, δεν δυνασαι τωρα να με ακολουθησης, υστερον ομως θελεις με ακολουθησει.36 Simon Pietro gli disse: «Signore, dove vai?». Gli rispose Gesù: «Dove io vado, tu per ora non puoi seguirmi; mi seguirai più tardi».
37 Λεγει προς αυτον ο Πετρος? Κυριε, διατι δεν δυναμαι να σε ακολουθησω τωρα; την ψυχην μου θελω βαλει υπερ σου.37 Pietro disse: «Signore, perché non posso seguirti ora? Darò la mia vita per te!».
38 Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Την ψυχην σου θελεις βαλει υπερ εμου; αληθως, αληθως σοι λεγω, δεν θελει φωναξει ο αλεκτωρ, εωσου με απαρνηθης τρις.38 Rispose Gesù: «Darai la tua vita per me? In verità, in verità io ti dico: non canterà il gallo, prima che tu non m’abbia rinnegato tre volte.