1 Ενθυμηθητι, Κυριε, τι εγεινεν εις ημας? επιβλεψον, και ιδε τον ονειδισμον ημων. | 1 Remember, O LORD, what has befallen us, look, and see our disgrace: |
2 Η κληρονομια ημων μετεστραφη εις αλλοτριους, αι οικιαι ημων εις ξενους. | 2 Our inherited lands have been turned over to strangers, our homes to foreigners. |
3 Εγειναμεν ορφανοι ανευ πατρος, αι μητερες ημων ως χηραι. | 3 We have become orphans, fatherless; widowed are our mothers. |
4 Με αργυριον επιομεν το υδωρ ημων? τα ξυλα ημων επωληθησαν εις ημας. | 4 The water we drink we must buy, for our own wood we must pay. |
5 Επι τον τραχηλον ημων ειναι διωγμος? εμοχθησαμεν, αναπαυσιν δεν εχομεν. | 5 On our necks is the yoke of those who drive us; we are worn out, but allowed no rest. |
6 Ηπλωσαμεν χειρα προς τους Αιγυπτιους, προς τους Ασσυριους, δια να χορτασθωμεν αρτον. | 6 To Egypt we submitted, and to Assyria, to fill our need of bread. |
7 Οι πατερες ημων ημαρτησαν, εκεινοι δεν υπαρχουσι? και ημεις φερομεν τας ανομιας αυτων. | 7 Our fathers, who sinned, are no more; but we bear their guilt. |
8 Δουλοι εξουσιαζουσιν εφ' ημας? δεν υπαρχει ο λυτρονων εκ της χειρος αυτων. | 8 Slaves rule over us; there is no one to rescue us from their hands. |
9 Φερομεν τον αρτον ημων μετα κινδυνου της ζωης ημων, απ' εμπροσθεν της ρομφαιας της ερημου. | 9 At the peril of our lives we bring in our sustenance, in the face of the desert heat; |
10 Το δερμα ημων ημαυρωθη ως κλιβανος, απο της καυσεως της πεινης. | 10 Our skin is shriveled up, as though by a furnace, with the searing blasts of famine. |
11 Εταπεινωσαν τας γυναικας εν Σιων, τας παρθενους εν ταις πολεσιν Ιουδα. | 11 The wives in Zion were ravished by the enemy, the maidens in the cities of Judah; |
12 Οι αρχοντες εκρεμασθησαν υπο των χειρων αυτων? τα προσωπα των πρεσβυτερων δεν ετιμηθησαν. | 12 Princes were gibbeted by them, elders shown no respect. |
13 Οι νεοι υπεβληθησαν εις το αλεσμα, και τα παιδια επεσον υπο τα ξυλα. | 13 The youths carry the millstones, boys stagger under their loads of wood; |
14 Οι πρεσβυτεροι επαυσαν απο των πυλων, οι νεοι απο των ασματων αυτων. | 14 The old men have abandoned the gate, the young men their music. |
15 Επαυσεν η χαρα της καρδιας ημων, ο χορος ημων εστραφη εις πενθος. | 15 The joy of our hearts has ceased, our dance has turned into mourning; |
16 Ο στεφανος της κεφαλης ημων επεσεν? ουαι δε εις ημας, διοτι ημαρτησαμεν. | 16 The garlands have fallen from our heads: woe to us, for we have sinned! |
17 Δια τουτο εξελιπεν η καρδια ημων, δια ταυτα εσκοτοδινιασαν οι οφθαλμοι ημων. | 17 Over this our hearts are sick, at this our eyes grow dim: |
18 Δια την ερημωσιν του ορους Σιων, αι αλωπεκες περιπατουσιν εν αυτω. | 18 That Mount Zion should be desolate, with jackals roaming there! |
19 Συ, Κυριε, κατοικεις εις τον αιωνα? ο θρονος σου διαμενει εις γενεαν και γενεαν. | 19 You, O LORD, are enthroned forever; your throne stands from age to age. |
20 Δια τι θελεις μας λησμονησει δια παντος; θελεις μας εγκαταλειψει εις μακροτητα ημερων; | 20 Why, then, should you forget us, abandon us so long a time? |
21 Επιστρεψον ημας, Κυριε, προς σε και θελομεν επιστραφη. Ανανεωσον τας ημερας ημων ως το προτερον. | 21 Lead us back to you, O LORD, that we may be restored: give us anew such days as we had of old. |
22 Διατι απερριψας ημας ολοτελως, ωργισθης εναντιον ημων εως σφοδρα; | 22 For now you have indeed rejected us, and in full measure turned your wrath against us. |