ΙΩΒ - Giobbe - Job 41
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL |
---|---|
1 Δυνασαι να συρης εξω τον Λευιαθαν δια αγκιστρου; η να περιδεσης την γλωσσαν αυτου με φορβιαν; | 1 Sieh, das Hoffen darauf wird enttäuscht; sein bloßer Anblick bringt zu Fall. |
2 Δυνασαι να βαλης χαλινον εις την ρινα αυτου; η να τρυπησης την σιαγονα αυτου με ακανθαν; | 2 So kühn ist keiner, es zu reizen; wer könnte ihm wohl trotzen? |
3 Θελει πληθυνει προς σε ικεσιας; θελει σοι λαλησει μετα γλυκυτητος; | 3 Wer begegnete ihm und bliebe heil? Unter dem ganzen Himmel gibt es so einen nicht. |
4 Θελει καμει συνθηκην μετα σου; θελεις παρει αυτον δια δουλον παντοτεινον; | 4 Ich will nicht schweigen von seinen Gliedern, wie groß und mächtig, wie wohlgeschaffen es ist. |
5 Θελεις παιζει μετ' αυτου ως μετα πτηνου; η θελεις δεσει αυτον δια τας θεραπαινας σου; | 5 Wer öffnet die Hülle seines Kleides, wer dringt in seinen Doppelpanzer ein? |
6 Θελουσι καμει οι φιλοι συμποσιον εξ αυτου; θελουσι μοιρασει αυτον μεταξυ των εμπορων; | 6 Wer öffnet die Tore seines Mauls? Rings um seine Zähne lagert Schrecken. |
7 Δυνασαι να γεμισης το δερμα αυτου με βελη; η την κεφαλην αυτου με αλιευτικα καμακια; | 7 Reihen von Schilden sind sein Rücken, verschlossen mit Siegel aus Kieselstein. |
8 Βαλε την χειρα σου επ' αυτον? ενθυμηθητι τον πολεμον? μη καμης πλεον τουτο. | 8 Einer reiht sich an den andern, kein Lufthauch dringt zwischen ihnen durch. |
9 Ιδου, η ελπις να πιαση τις αυτον ειναι ματαια? δεν ηθελε μαλιστα εκπλαγη εις την θεωριαν αυτου; | 9 Fest haftet jeder an dem andern, sie sind verklammert, lösen sich nicht. |
10 Ουδεις ειναι τοσον τολμηρος ωστε να εγειρη αυτον? και τις δυναται να σταθη εμπροσθεν εμου; | 10 Sein Niesen lässt Licht aufleuchten; seine Augen sind wie des Frührots Wimpern. |
11 Τις προτερον εδωκεν εις εμε και να ανταποδοσω; τα υποκατω παντος του ουρανου ειναι εμου. | 11 Aus seinem Maul fahren brennende Fackeln, feurige Funken schießen hervor. |
12 Δεν θελω σιωπησει τα μελη αυτου ουδε την δυναμιν ουδε την ευαρεστον αυτου συμμετριαν. | 12 Rauch dampft aus seinen Nüstern wie aus kochendem, heißem Topf. |
13 Τις να εξιχνιαση την επιφανειαν του ενδυματος αυτου; τις να εισελθη εντος των διπλων σιαγονων αυτου; | 13 Sein Atem entflammt glühende Kohlen, eine Flamme schlägt aus seinem Maul hervor. |
14 Τις δυναται να ανοιξη τας πυλας του προσωπου αυτου; οι οδοντες αυτου κυκλω ειναι τρομεροι. | 14 Stärke wohnt in seinem Nacken, vor ihm her hüpft bange Furcht. |
15 Αι ισχυραι ασπιδες αυτου ειναι το εγκαυχημα αυτου, συγκεκλεισμεναι ομου δια σφιγκτου σφραγισματος? | 15 Straff liegt seines Wanstes Fleisch, wie angegossen, unbewegt. |
16 η μια ενουται μετα της αλλης, ωστε ουδε αηρ δυναται να περαση δι' αυτων? | 16 Sein Herz ist fest wie Stein, fest wie der untere Mühlstein. |
17 ειναι προσκεκολλημεναι η μια μετα της αλλης? συνεχονται ουτως, ωστε δεν δυνανται να αποσπασθωσιν. | 17 Erhebt es sich, erschrecken selbst die Starken; vor Schrecken wissen sie nicht aus noch ein. |
18 Εις τον πταρνισμον αυτου λαμπει φως, και οι οφθαλμοι αυτου ειναι ως τα βλεφαρα της αυγης. | 18 Trifft man es, kein Schwert hält stand, nicht Lanze noch Geschoss und Pfeil. |
19 Εκ του στοματος αυτου εξερχονται λαμπαδες καιομεναι και σπινθηρες πυρος εξακοντιζονται. | 19 Eisen achtet es wie Stroh, Bronze wie morsch gewordenes Holz. |
20 Εκ των μυκτηρων αυτου εξερχεται καπνος, ως εξ αγγειου κοχλαζοντος η λεβητος. | 20 Kein Bogenpfeil wird es verjagen, in Stoppeln verwandeln sich ihm die Steine der Schleuder. |
21 Η πνοη αυτου αναπτει ανθρακας, και φλοξ εξερχεται εκ του στοματος αυτου? | 21 Wie Stoppeln dünkt ihm die Keule, es lacht nur über Schwertergerassel. |
22 Εν τω τραχηλω αυτου κατοικει δυναμις, και τρομος προπορευεται εμπροσθεν αυτου. | 22 Sein Unteres sind Scherbenspitzen; ein Dreschbrett breitet es über den Schlamm. |
23 Τα στρωματα της σαρκος αυτου ειναι συγκεκολλημενα? ειναι στερεα επ' αυτον? δεν δυνανται να σαλευθωσιν. | 23 Die Tiefe lässt es brodeln wie den Kessel, macht das Meer zu einem Salbentopf. |
24 Η καρδια αυτου ειναι στερεα ως λιθος? σκληρα μαλιστα ως η κατω μυλοπετρα. | 24 Es hinterlässt eine leuchtende Spur; man meint, die Flut sei Greisenhaar. |
25 Οτε ανεγειρεται, φριττουσιν οι δυνατοι, και εκ του φοβου παραφρονουσιν. | 25 Auf Erden gibt es seinesgleichen nicht, dazu geschaffen, um sich nie zu fürchten. |
26 Η ρομφαια του συναπαντωντος αυτον δεν δυναται να ανθεξη? η λογχη, το δορυ, ουδε ο θωραξ. | 26 Alles Hohe blickt es an; König ist es über alle stolzen Tiere. |
27 Θεωρει τον σιδηρον ως αχυρον, τον χαλκον ως ξυλον σαθρον. | |
28 Τα βελη δεν δυνανται να τρεψωσιν αυτον εις φυγην? αι πετραι της σφενδονης ειναι εις αυτον ως στυπιον. | |
29 Τα ακοντια λογιζονται ως στυπιον? γελα εις το σεισμα της λογχης. | |
30 Οξεις λιθοι κοιτονται υποκατω αυτου? υποστρονει τα αγκυλωτα σωματα επι πηλου. | |
31 Καμνει την αβυσσον ως λεβητα να κοχλαζη? καθιστα την θαλασσαν ως σκευος μυρεψου. | |
32 Αφινει οπισω την πορειαν φωτεινην? ηθελε τις υπολαβει την αβυσσον ως πολιαν. | |
33 Επι της γης δεν υπαρχει ομοιον αυτου, δεδημιουργημενον ουτως αφοβον. | |
34 Περιορα παντα τα υψηλα? ειναι βασιλευς επι παντας τους υιους της υπερηφανιας. |