Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 17


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Το πνευμα μου φθειρεται, αι ημεραι μου σβυνονται, οι ταφοι ειναι ετοιμοι δι' εμε.1 A lelkem megtört, napjaim végüket járják, már csak a sír vár rám!
2 Δεν ειναι χλευασται πλησιον μου; και δεν διανυκτερευει ο οφθαλμος μου εν ταις πικριαις αυτων;2 Nem vétettem, mégis keserűségeken időzik szemem.
3 Ασφαλισον με, δεομαι? γενου εις εμε εγγυητης πλησιον σου? τις ηθελεν εγγυηθη εις εμε;3 Szabadíts meg, Uram, és végy magad mellé, akkor bárki keze küzdhet ellenem!
4 Διοτι συ εκρυψας την καρδιαν αυτων απο συνεσεως? δια τουτο δεν θελεις υψωσει αυτους.4 Szívüket elzártad a belátástól, ezért nem kerekedhetnek felül!
5 Του λαλουντος με απατην προς τους φιλους, και οι οφθαλμοι των τεκνων αυτου θελουσι τηκεσθαι.5 Az ilyen prédát ígér barátainak, mialatt gyermekei szeme eleped.
6 Και με κατεστησε παροιμιαν των λαων? και ενωπιον αυτων κατεσταθην ονειδος.6 Példabeszéddé tett engem a népnél, s elrettentő példa vagyok előttük.
7 Και ο οφθαλμος μου εμαρανθη υπο της θλιψεως, και παντα τα μελη μου εγειναν ως σκια.7 Szemem homályba borult a bánkódástól, és tagjaim olyanok lettek, mint az árnyék.
8 Οι ευθεις θελουσι θαυμασει εις τουτο, και ο αθωος θελει διεγερθη κατα του υποκριτου.8 Szörnyülködnek ezen az igazak, s a tiszta felháborodik a képmutató ellen;
9 Ο δε δικαιος θελει κρατει την οδον αυτου, και ο καθαρος τας χειρας θελει επαυξησει την δυναμιν αυτου.9 az igaz kitart a maga útján, s a tisztakezű erőben gyarapszik.
10 σεις δε παντες επιστραφητε, και ελθετε τωρα? διοτι ουδενα συνετον θελω ευρει μεταξυ σας.10 De gyertek csak ismét, valahányan vagytok, bár egy bölcsre sem akadok közöttetek!
11 Αι ημεραι μου παρηλθον, εκοπησαν οι σκοποι μου, αι επιθυμιαι της καρδιας μου.11 Napjaim elmúltak, terveim meghiúsultak, amelyek szívemet gyötörték,
12 Την νυκτα μετεβαλον εις ημεραν? το φως ειναι πλησιον του σκοτους.12 s az éjjelt nappallá változtatták, úgy, hogy sötétség után újra világosságot várok.
13 Εαν προσμενω, ο ταφος ειναι η κατοικια μου? εστρωσα την κλινην μου εν τω σκοτει.13 Remélhetek-e valamit? Az alvilág a lakásom, s a sötétségben vetem meg ágyamat;
14 Εβοησα προς την φθοραν, Εισαι, πατηρ μου? προς τον σκωληκα, Μητηρ μου και αδελφη μου εισαι.14 a rothadásnak mondom: Atyám vagy! S a férgeknek, hogy: Anyám! és: Nővérem!
15 Και που τωρα η ελπις μου; και την ελπιδα μου τις θελει ιδει;15 Hol van tehát a reménységem? S amit várok, ki látja meg azt?
16 εις το βαθος του αδου θελει καταβη? βεβαιως θελει αναπαυθη μετ' εμου εν τω χωματι.16 Mind, amim van, leszáll az alvilág fenekére; vajon ott legalább lesz-e nyugodalmam?«