Scrutatio

Martedi, 21 maggio 2024 - Santi Martiri Messicani (Cristoforo Magallanes Jara e 24 compagni) ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Α´ - 1 Cronache - Chronicles I 22


font
GREEK BIBLENOVA VULGATA
1 Τοτε ειπεν ο Δαβιδ, Ουτος ειναι ο οικος Κυριου του Θεου, και τουτο το θυσιαστηριον της ολοκαυτωσεως εις τον Ισραηλ.1 Dixitque David: “ Haec est domus Domini Dei, et hoc est altare holocausti pro Israel ”.
2 Και προσεταξεν ο Δαβιδ να συναξωσι τους ξενους τους εν γη Ισραηλ? και κατεστησε λιθοτομους δια να λατομησωσι λιθους ξυστους, προς οικοδομησιν του οικου του Θεου.2 Et praecepit, ut congregarentur omnes advenae de terra Israel, et constituit ex eis latomos ad caedendos lapides et poliendos, ut aedificaretur domus Dei.
3 Ο Δαβιδ ητοιμασε και σιδηρον πολυν, δια καρφια των θυρωματων των πυλων και δια τας συναρθρωσεις? και χαλκον αφθονον αζυγιστον?3 Ferrum quoque plurimum ad clavos ianuarum et ad commissuras atque iuncturas praeparavit David et aeris pondus innumerabile.
4 και ξυλα κεδρινα αναριθμητα? διοτι οι Σιδωνιοι και οι Τυριοι εφερον προς τον Δαβιδ αφθονα κεδρινα ξυλα.4 Ligna quoque cedrina non poterant aestimari, quae Sidonii et Tyrii deportaverant ad David.
5 Και ειπεν ο Δαβιδ, Σολομων ο υιος μου ειναι νεος και απαλος? ο δε οικος οστις μελλει να οικοδομηθη εις τον Κυριον πρεπει να ηναι εις ακρον μεγαλοπρεπης, ονομαστος και ενδοξος καθ' ολην την οικουμενην? θελω λοιπον καμει ετοιμασιαν δι' αυτον. Και εκαμεν ο Δαβιδ αφθονον ετοιμασιαν προ του θανατου αυτου.5 Et dixit David: “ Salomon filius meus puer parvulus est et tener; domus autem, quae aedificanda est Domino, talis esse debet, ut in cunctis regionibus nominetur et glorificetur. Praeparabo ergo ei necessaria ”. Et ob hanc causam ante mortem suam omnes paravit impensas.
6 Τοτε εκαλεσε Σολομωντα τον υιον αυτου και προσεταξεν εις αυτον να οικοδομηση οικον εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ.6 Vocavitque Salomonem filium suum et praecepit ei, ut aedificaret domum Domino, Deo Israel;
7 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σολομωντα, Υιε μου, εγω μεν επεθυμησα εν τη καρδια μου να οικοδομησω οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου μου?7 dixitque David ad Salomonem: “ Fili mi, voluntatis meae fuit, ut aedificarem domum nomini Domini Dei mei,
8 πλην εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων, Αιμα πολυ εχυσας και πολεμους μεγαλους εκαμες? δεν θελεις οικοδομησει οικον εις το ονομα μου, διοτι αιματα πολλα εχυσας επι της γης ενωπιον μου?8 sed factus est ad me sermo Domini dicens: “Multum sanguinem effudisti et magna bella bellasti. Non poteris aedificare domum nomini meo, tanto effuso sanguine coram me.
9 ιδου, θελει γεννηθη εις σε υιος, οστις θελει εισθαι ανηρ αναπαυσεως? και θελω αναπαυσει αυτον απο παντων των εχθρων αυτου κυκλω? διοτι Σολομων θελει εισθαι το ονομα αυτου, και εν ταις ημεραις αυτου θελω δωσει ειρηνην και ησυχιαν εις τον Ισραηλ?9 Filius, qui nascetur tibi, erit vir quietissimus; faciam enim eum requiescere ab omnibus inimicis suis per circuitum et ob hanc causam Salomon vocabitur, et pacem et otium dabo in Israel cunctis diebus eius.
10 ουτος θελει οικοδομησει οικον εις το ονομα μου? και ουτος θελει εισθαι εις εμε υιος, και εγω πατηρ εις αυτον? και θελω στερεωσει τον θρονον της βασιλειας αυτου επι τον Ισραηλ εως αιωνος.10 Ipse aedificabit domum nomini meo, et ipse erit mihi in filium, et ego ero ei in patrem; firmaboque solium regni eius super Israel in aeternum”.
11 Τωρα, υιε μου, ο Κυριος εστω μετα σου? και ευοδου και οικοδομησον τον οικον Κυριου του Θεου σου, καθως ελαλησε περι σου.11 Nunc ergo, fili mi, sit Dominus tecum; et prosperare et aedifica domum Domino Deo tuo, sicut locutus est de te.
12 Μονον ο Κυριος να σοι δωση σοφιαν και συνεσιν και να σε καταστηση επι τον Ισραηλ, δια να φυλαττης τον νομον Κυριου του Θεου σου.12 Tantum det tibi Dominus prudentiam et sensum, ut regere possis Israel et custodire legem Domini Dei tui;
13 Τοτε θελεις ευοδωθη, εαν προσεχης να εκπληροις τα διαταγματα και τας κρισεις, τας οποιας ο Κυριος προσεταξεν εις τον Μωυσην περι του Ισραηλ? ενδυναμου και ανδριζου? μη φοβου και μη πτοηθης.13 tunc enim proficere poteris, si custodieris mandata et iudicia, quae praecepit Dominus Moysi super Israel. Confortare et viriliter age; ne timeas neque paveas.
14 Και ιδου, εγω κατα την πτωχειαν μου ητοιμασα δια τον οικον του Κυριου εκατον χιλιαδας ταλαντων χρυσιου και χιλιας χιλιαδας ταλαντων αργυριου? χαλκον δε και σιδηρον αζυγιστον, διοτι ειναι αφθονος? ητοιμασα δε και ξυλα και λιθους? και συ προσθες εις ταυτα.14 Ecce ego in labore meo praeparavi impensas domus Domini: auri talenta centum milia et argenti mille milia talentorum, aeris vero et ferri non est pondus, vincitur enim numerus magnitudine. Ligna et lapides praeparavi; tu autem ad ea adicies.
15 Εχεις δε εργατας εις πληθος, λιθοτομους και κτιστας και ξυλουργους, και παντος ειδους σοφους εις παν εργον.15 Habes quoque plurimos artifices latomos et caementarios artificesque lignorum et omnium artium ad faciendum opus prudentissimos
16 Του χρυσου, του αργυρου και του χαλκου και του σιδηρου αριθμος δεν ειναι. Σηκωθητι και καμνε? και ο Κυριος εστω μετα σου.16 in auro et argento et aere et ferro, cuius non est numerus. Surge igitur et fac, et erit Dominus tecum ”.
17 Ο Δαβιδ προσεταξεν ετι εις παντας τους αρχοντας του Ισραηλ να βοηθησωσι τον Σολομωντα τον υιον αυτου, λεγων,17 Praecepit quoque David cunctis principibus Israel, ut adiuvarent Salomonem filium suum: “
18 Δεν ειναι με σας Κυριος ο Θεος σας και εδωκεν εις εσας αναπαυσιν πανταχοθεν; διοτι παρεδωκεν εις την χειρα μου τους κατοικουντας την γην? και η γη υπεταχθη εμπροσθεν του Κυριου και εμπροσθεν του λαου αυτου.18 Cernitis, inquiens, quod Dominus Deus vester vobiscum sit et dederit vobis requiem per circuitum et tradiderit habitatores terrae in manu vestra, et subiecta sit terra coram Domino et coram populo eius.
19 Δοτε λοιπον την καρδιαν σας και την ψυχην σας εις το να ζητητε Κυριον τον Θεον σας? και σηκωθητε και οικοδομησατε το αγιαστηριον Κυριου του Θεου, δια να φερητε την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου και τα αγια σκευη του Θεου εις τον οικον, οστις μελλει να οικοδομηθη επι τω ονοματι του Κυριου.19 Praebete igitur corda vestra et animas vestras, ut quaeratis Dominum Deum vestrum; et consurgite et aedificate sanctuarium Domini Dei, ut introducatur arca foederis Domini et vasa Deo consecrata in domum, quae aedificatur nomini Domini ”.