Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Α´ - 1 Cronache - Chronicles I 22


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Τοτε ειπεν ο Δαβιδ, Ουτος ειναι ο οικος Κυριου του Θεου, και τουτο το θυσιαστηριον της ολοκαυτωσεως εις τον Ισραηλ.1 Éppen azért azt mondta Dávid: »Itt legyen az Isten háza és itt legyen az égő áldozati oltár Izrael számára.«
2 Και προσεταξεν ο Δαβιδ να συναξωσι τους ξενους τους εν γη Ισραηλ? και κατεστησε λιθοτομους δια να λατομησωσι λιθους ξυστους, προς οικοδομησιν του οικου του Θεου.2 Ugyanazért megparancsolta, hogy gyűjtsenek egybe Izrael földjéről minden jövevényt, aztán kőfaragókat rendelt közülük, hogy köveket vágjanak s faragjanak az Isten házának felépítésére.
3 Ο Δαβιδ ητοιμασε και σιδηρον πολυν, δια καρφια των θυρωματων των πυλων και δια τας συναρθρωσεις? και χαλκον αφθονον αζυγιστον?3 Igen sok vasat is szerzett Dávid, az ajtók szegeire meg a kapcsokra és a foglalatokra, s töméntelen súlyú rezet.
4 και ξυλα κεδρινα αναριθμητα? διοτι οι Σιδωνιοι και οι Τυριοι εφερον προς τον Δαβιδ αφθονα κεδρινα ξυλα.4 A cédrusfát, amelyet a szidoniak s a tírusziak szállítottak Dávidnak, meg sem lehetett számlálni.
5 Και ειπεν ο Δαβιδ, Σολομων ο υιος μου ειναι νεος και απαλος? ο δε οικος οστις μελλει να οικοδομηθη εις τον Κυριον πρεπει να ηναι εις ακρον μεγαλοπρεπης, ονομαστος και ενδοξος καθ' ολην την οικουμενην? θελω λοιπον καμει ετοιμασιαν δι' αυτον. Και εκαμεν ο Δαβιδ αφθονον ετοιμασιαν προ του θανατου αυτου.5 Azt mondta ugyanis Dávid: »Fiam, Salamon, még kicsiny és gyönge gyermek, a háznak pedig, amelyet az Úrnak akarok építtetni, olyannak kell lennie, hogy híres legyen az egész földön: előkészítem tehát neki azt, ami szükséges.« Éppen ezért elő is készített halála előtt minden anyagot.
6 Τοτε εκαλεσε Σολομωντα τον υιον αυτου και προσεταξεν εις αυτον να οικοδομηση οικον εις Κυριον τον Θεον του Ισραηλ.6 Majd hivatta fiát, Salamont s meghagyta neki, hogy építsen házat az Úrnak, Izrael Istenének.
7 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σολομωντα, Υιε μου, εγω μεν επεθυμησα εν τη καρδια μου να οικοδομησω οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου μου?7 Azt mondta Dávid Salamonnak: »Fiam, én akartam házat építeni az Úr, az én Istenem nevének,
8 πλην εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων, Αιμα πολυ εχυσας και πολεμους μεγαλους εκαμες? δεν θελεις οικοδομησει οικον εις το ονομα μου, διοτι αιματα πολλα εχυσας επι της γης ενωπιον μου?8 de az Úr szózatot intézett hozzám: ‘Sok vért ontottál s igen sok háborút viseltél: nem építhetsz házat nevemnek, mert ennyi vért ontottál előttem.
9 ιδου, θελει γεννηθη εις σε υιος, οστις θελει εισθαι ανηρ αναπαυσεως? και θελω αναπαυσει αυτον απο παντων των εχθρων αυτου κυκλω? διοτι Σολομων θελει εισθαι το ονομα αυτου, και εν ταις ημεραις αυτου θελω δωσει ειρηνην και ησυχιαν εις τον Ισραηλ?9 Fiad, aki születni fog neked, a nyugalom embere lesz, mert nyugalmat adok neki körös-körül minden ellenségétől: s éppen azért fogják Békességesnek hívni, mert békességet s nyugalmat adok Izraelnek, az ő valamennyi napja alatt.
10 ουτος θελει οικοδομησει οικον εις το ονομα μου? και ουτος θελει εισθαι εις εμε υιος, και εγω πατηρ εις αυτον? και θελω στερεωσει τον θρονον της βασιλειας αυτου επι τον Ισραηλ εως αιωνος.10 Ő építsen házat nevemnek. Ő a fiam lesz és én az atyja leszek s megszilárdítom Izraelen való királysága trónját mindörökre.’
11 Τωρα, υιε μου, ο Κυριος εστω μετα σου? και ευοδου και οικοδομησον τον οικον Κυριου του Θεου σου, καθως ελαλησε περι σου.11 Nos tehát, fiam, legyen az Úr veled, hogy sikerüljön házat építened az Úrnak, a te Istenednek, mint ahogy kijelentette rólad.
12 Μονον ο Κυριος να σοι δωση σοφιαν και συνεσιν και να σε καταστηση επι τον Ισραηλ, δια να φυλαττης τον νομον Κυριου του Θεου σου.12 Adjon neked az Úr okosságot és értelmet is, hogy tudd kormányozni Izraelt s megtartani az Úr, a te Istened törvényét,
13 Τοτε θελεις ευοδωθη, εαν προσεχης να εκπληροις τα διαταγματα και τας κρισεις, τας οποιας ο Κυριος προσεταξεν εις τον Μωυσην περι του Ισραηλ? ενδυναμου και ανδριζου? μη φοβου και μη πτοηθης.13 mert csak akkor fogsz boldogulni, ha megtartod azokat a parancsokat és rendeleteket, amelyre az Úr Mózes által Izraelt megtanította. Légy erős és járj el férfiasan, ne félj és ne rettegj!
14 Και ιδου, εγω κατα την πτωχειαν μου ητοιμασα δια τον οικον του Κυριου εκατον χιλιαδας ταλαντων χρυσιου και χιλιας χιλιαδας ταλαντων αργυριου? χαλκον δε και σιδηρον αζυγιστον, διοτι ειναι αφθονος? ητοιμασα δε και ξυλα και λιθους? και συ προσθες εις ταυτα.14 Íme, én szegénységemben elkészítettem az Úr házához szükséges dolgokat: százezer talentum aranyat, egymillió talentum ezüstöt, s réz és vas annyi van, hogy megmérni sem lehet, mert tömege meghaladja a számot, s fát és követ is készítettem mindarra, ami szükséges.
15 Εχεις δε εργατας εις πληθος, λιθοτομους και κτιστας και ξυλουργους, και παντος ειδους σοφους εις παν εργον.15 Rendelkezésedre áll igen sok mesterember is, kőfaragó, kőműves és ács s mindenféle művészetben járatos ember, aki tud alkotni
16 Του χρυσου, του αργυρου και του χαλκου και του σιδηρου αριθμος δεν ειναι. Σηκωθητι και καμνε? και ο Κυριος εστω μετα σου.16 aranyból, ezüstből, rézből és vasból, amelynek száma nincsen. Fel tehát, láss hozzá és az Úr veled lesz.«
17 Ο Δαβιδ προσεταξεν ετι εις παντας τους αρχοντας του Ισραηλ να βοηθησωσι τον Σολομωντα τον υιον αυτου, λεγων,17 Megparancsolta továbbá Dávid Izrael valamennyi főemberének, hogy támogassák fiát, Salamont,
18 Δεν ειναι με σας Κυριος ο Θεος σας και εδωκεν εις εσας αναπαυσιν πανταχοθεν; διοτι παρεδωκεν εις την χειρα μου τους κατοικουντας την γην? και η γη υπεταχθη εμπροσθεν του Κυριου και εμπροσθεν του λαου αυτου.18 mondván: »Látjátok, hogy az Úr, a ti Istenetek veletek van és nyugalmat adott nektek körös-körül mindenfelől, a kezetekbe adta minden ellenségeteket, s meghódolt e föld az Úr s az ő népe előtt.
19 Δοτε λοιπον την καρδιαν σας και την ψυχην σας εις το να ζητητε Κυριον τον Θεον σας? και σηκωθητε και οικοδομησατε το αγιαστηριον Κυριου του Θεου, δια να φερητε την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου και τα αγια σκευη του Θεου εις τον οικον, οστις μελλει να οικοδομηθη επι τω ονοματι του Κυριου.19 Adjátok tehát szíveteket s lelketeket az Úr, a ti Istenetek keresésére: Fel, építsetek szentélyt az Úr Istennek, hogy be lehessen vinni az Úr szövetségének ládáját s az Úrnak szentelt tárgyakat az Úr nevének építendő házba.«