Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Premier livre de Samuel 5


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Les Philistins avaient donc capturé l’Arche de Dieu, ils la transportèrent d’Ében-Ha-Ézer à Ashdod.1 Οι δε Φιλισταιοι ελαβον την κιβωτον του Θεου και εφεραν αυτην απο Εβεν-εζερ εις Αζωτον.
2 Ils prirent l’Arche de Dieu et la placèrent dans le temple de Dagon à côté de la statue de Dagon.2 Και ελαβον οι Φιλισταιοι την κιβωτον του Θεου και εφεραν αυτην εις τον οικον του Δαγων, και εθεσαν αυτην πλησιον του Δαγων.
3 Le lendemain, lorsque les habitants d’Ashdod se levèrent, tôt le matin, et vinrent au temple de Dagon, ils virent Dagon par terre: il était tombé sur sa face devant l’Arche de Yahvé. Ils relevèrent Dagon et le remirent à sa place.3 Και οτε οι Αζωτιοι εσηκωθησαν ενωρις την επαυριον, ιδου, ο Δαγων πεσμενος κατα προσωπον αυτου επι της γης ενωπιον της κιβωτου του Κυριου. Και λαβοντες τον Δαγων, κατεστησαν αυτον εις τον τοπον αυτου.
4 Le lendemain de bon matin, ils se levèrent et, cette fois encore, Dagon était par terre, sur le nez, devant l’Arche de Yahvé. Le tronc de Dagon était resté en place, mais la tête et les deux mains lui manquaient et gisaient sur le seuil;4 Και την επαυριον οτε εσηκωθησαν ενωρις το πρωι, ιδου, ο Δαγων πεσμενος κατα προσωπον αυτου επι της γης ενωπιον της κιβωτου του Κυριου? και η κεφαλη του Δαγων και αι δυο παλαμαι των χειρων αυτου αποκεκομμεναι επι του κατωφλιου? μονον ο κορμος του Δαγων εναπεμεινεν εις αυτον.
5 c’est d’ailleurs pour cela que les prêtres de Dagon et tous ceux qui entrent dans le temple de Dagon à Ashdod, encore aujourd’hui, ne foulent pas de leurs pieds le seuil de Dagon.5 Δια τουτο εν τη Αζωτω οι ιερεις του Δαγων, και πας ο εισερχομενος εις τον οικον του Δαγων, δεν πατουσιν εις το κατωφλιον του Δαγων εως της ημερας ταυτης.
6 La main de Yahvé s’abattit sur les habitants d’Ashdod, il les tourmenta et envoya des tumeurs aussi bien sur Ashdod que sur ses environs.6 Και επεβαρυνθη η χειρ του Κυριου επι τους Αζωτιους, και εξωλοθρευσεν αυτους και επαταξεν αυτους με αιμορροιδας, την Αζωτον και τα ορια αυτης.
7 Lorsque les habitants d’Ashdod virent ce qui leur arrivait, ils dirent: “Il ne faut pas que l’Arche du Dieu d’Israël reste chez nous, car il a eu la main lourde avec nous et notre Dieu Dagon.”7 Και οτε ειδον οι ανδρες της Αζωτου οτι εγεινεν ουτως, ειπον, Η κιβωτος του Θεου του Ισραηλ δεν θελει κατοικει μεθ' ημων? διοτι η χειρ αυτου εσκληρυνθη εφ' ημας και επι τον Δαγων τον θεον ημων.
8 Ils firent donc avertir tous les princes des Philistins et les réunirent chez eux. Ils leur dirent: “Qu’allons-nous faire de l’Arche du Dieu d’Israël?” Les autres répondirent: “L’Arche du Dieu d’Israël ira à Gat.” On emmena donc l’Arche du Dieu d’Israël.8 Οθεν αποστειλαντες εσυναξαν προς εαυτους παντας τους σατραπας των Φιλισταιων και ειπον, Τι θελομεν καμει εις την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ; οι δε ειπον, Η κιβωτος του Θεου του Ισραηλ ας μετακομισθη εις Γαθ. Και μετεκομισαν την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ.
9 Or, dès qu’on l’eut amenée, la main de Yahvé se fit pesante sur la ville: ce fut une grande panique. Il frappa les habitants, du plus petit jusqu’au plus grand, et il leur sortit des tumeurs.9 Αφου δε μετεκομισαν αυτην, η χειρ του Κυριου ητο εναντιον της πολεως με ολεθρον μεγαν σφοδρα? και επαταξε τους ανδρας της πολεως, απο μικρου εως μεγαλου, και εξεφυησαν εις αυτους αιμορροιδες.
10 Ils renvoyèrent donc l’Arche de Dieu à Ékron, mais lorsque l’Arche de Dieu arriva à Ékron, les habitants de la ville s’écrièrent: “Ils nous ont amené l’Arche du Dieu d’Israël pour nous faire périr, nous et notre peuple!”10 Δια τουτο απεστειλαν την κιβωτον του Θεου εις Ακκαρων. Και ως ηλθεν η κιβωτος του Θεου εις Ακκαρων, οι Ακκαρωνιται εβοησαν, λεγοντες, Εφεραν την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ εις ημας, δια να θανατωση ημας και τον λαον ημων.
11 On rassembla donc tous les princes des Philistins: “Renvoyez l’Arche du Dieu d’Israël, dirent-ils, qu’elle retourne d’où elle vient. Sinon nous allons mourir, nous et notre peuple.” Il y avait en effet une terrible panique dans toute la ville, tellement la main de Dieu s’était faite pesante.11 Και αποστειλαντες εσυναξαν παντας τους σατραπας των Φιλισταιων και ειπον, Αποπεμψατε την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ, και ας επιστρεψη εις τον τοπον αυτης, δια να μη θανατωση ημας και τον λαον ημων? διοτι ητο τρομος θανατου εφ' ολην την πολιν? η χειρ του Θεου ητο εκει βαρεια σφορα.
12 Ceux qui ne mouraient pas étaient frappés de tumeurs, et une grande lamentation montait de la ville jusqu’au ciel.12 Και οι ανδρες οσοι δεν απεθανον, εκτυπηθησαν απο αιμορροιδας? και η κραυγη της πολεως ανεβη εις τον ουρανον.