Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Livre des Juges 3


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Voici les nations que Yahvé laissa tranquilles pour mettre à l’épreuve Israël, c’est-à-dire les Israélites qui n’avaient pas connu les guerres de Canaan.1 Και ταυτα ειναι τα εθνη, τα οποια αφηκεν ο Κυριος, δια να δοκιμαση τον Ισραηλ δι' αυτων, παντας τους μη γνωρισαντας παντας τους πολεμους της Χανααν?
2 Il voulait que la jeunesse d’Israël, ceux qui n’avaient pas connu la guerre, apprenne à combattre.2 τουλαχιστον δια να μαθωσιν αι γενεαι των υιων Ισραηλ να γυμνασθωσι τον πολεμον, τουλαχιστον οσοι προτερον δεν ειχον γνωρισει αυτους?
3 Restèrent donc les cinq princes des Philistins, tous les Cananéens et les Sidoniens, et aussi les Hivvites qui habitaient la montagne du Liban, depuis la montagne de Baal-Hermon jusqu’à l’Entrée-de-Hamat.3 αι πεντε σατραπειαι των Φιλισταιων και παντες οι Χαναναιοι και οι Σιδωνιοι και οι Ευαιοι οι κατοικουντες εν τω ορει του Λιβανου, απο του ορους Βααλ-ερμων εως της εισοδου Αιμαθ.
4 Yahvé voulut donc mettre Israël à l’épreuve et voir s’il obéirait à ses commandements, ceux que Moïse avait donnés à leurs pères.4 Και ταυτα ησαν δια να δοκιμαση τον Ισραηλ δι' αυτων? δια να γνωριση εαν υπηκουον εις τας εντολας του Κυριου, τας οποιας προσεταξεν εις τους πατερας αυτων δια του Μωυσεως.
5 Les Israélites habitèrent au milieu des Cananéens, des Hittites, des Amorites, des Périsites, des Hivvites et des Jébusites.5 Και κατωκησαν οι υιοι Ισραηλ μεταξυ των Χαναναιων, των Χετταιων και των Αμορραιων και των Φερεζαιων και των Ευαιων και των Ιεβουσαιων.
6 Ils épousèrent leurs filles, ils donnèrent pour leurs fils leurs propres filles, et ils servirent leurs dieux.6 Και ελαβον εις εαυτους τας θυγατερας αυτων εις γυναικας, και τας εαυτων θυγατερας εδωκαν εις τους υιους αυτων, και ελατρευσαν τους θεους αυτων.
7 Les Israélites firent donc ce qui est mal aux yeux de Yahvé. Ils oublièrent Yahvé leur Dieu et servirent les Baals et les Ashéras.7 Και επραξαν οι υιοι Ισραηλ πονηρα ενωπιον του Κυριου και ελησμονησαν Κυριον τον Θεον αυτων και ελατρευσαν τους Βααλειμ και τα αλση.
8 Alors la colère de Yahvé s’enflamma contre Israël. Il les livra aux mains de Kouchan-Richéatayim, roi d’Édom, et les Israélites furent soumis à Kouchan-Richéatayim pendant 8 ans.8 Δια τουτο εξηφθη ο θυμος του Κυριου κατα του Ισραηλ, και επωλησεν αυτους εις την χειρα του Χουσαν-ρισαθαιμ βασιλεως της Μεσοποταμιας? και εδουλευσαν οι υιοι Ισραηλ εις τον Χουσαν-ρισαθαιμ οκτω ετη.
9 Les Israélites crièrent vers Yahvé, et Yahvé leur fit surgir un sauveur qui les délivra: c’était Otniel, fils de Kénaz, frère cadet de Caleb.9 Και οτε εβοησαν οι υιοι Ισραηλ προς τον Κυριον, ο Κυριος ανεστησε σωτηρα εις τους υιους Ισραηλ και εσωσεν αυτους, τον Γοθονιηλ υιον του Κενεζ, τον νεωτερον αδελφον του Χαλεβ.
10 L’esprit de Yahvé reposa sur lui et il agit comme juge en Israël. Il partit en guerre et Yahvé livra entre ses mains Kouchan-Richéatayim, roi d’Édom: il écrasa Kouchan-Richéatayim.10 Και ητο επ' αυτον το Πνευμα του Κυριου, και εκρινε τον Ισραηλ? και εξηλθεν εις μαχην, και παρεδωκεν ο Κυριος εις την χειρα αυτου τον Χουσαν-ρισαθαιμ βασιλεα της Μεσοποταμιας? και η χειρ αυτου υπερισχυσεν εναντιον του Χουσαν-ρισαθαιμ.
11 Le pays fut en paix pendant 40 ans, puis Otniel, fils de Kénaz mourut.11 Και ανεπαυθη η γη τεσσαρακοντα ετη? και ετελευτησε Γοθονιηλ ο υιος του Κενεζ.
12 Une fois de plus les Israélites firent ce qui est mal aux yeux de Yahvé, et lui rendit Églon, roi de Moab, beaucoup plus fort qu’Israël, simplement parce qu’ils faisaient ce qui déplaît à Yahvé.12 Και ηρχισαν οι υιοι Ισραηλ παλιν να πραττωσι πονηρα ενωπιον του Κυριου? και ενισχυσεν ο Κυριος τον Εγλων βασιλεα του Μωαβ κατα του Ισραηλ, διοτι επραξαν πονηρα ενωπιον του Κυριου.
13 Les Moabites s’allièrent avec les Ammonites et les Amalécites pour combattre Israël, et ils s’emparèrent de la Ville des Palmiers.13 Και συνηθροισεν εις σεαυτον τους υιους Αμμων και Αμαληκ, ο και υπηγε και επαταξε τον Ισραηλ και εκυριευσαν την πολιν των φοινικων.
14 Pendant 18 ans les Israélites furent soumis à Églon, roi de Moab.14 Και εδουλευσαν οι υιοι Ισραηλ εις τον Εγλων βασιλεα του Μωαβ δεκαοκτω ετη.
15 Les Israélites crièrent alors vers Yahvé, et Yahvé leur fit surgir un sauveur, Éhoud, fils de Guéra, un homme de Benjamin qui était gaucher. Les Israélites le chargèrent de porter le tribut à Églon, roi de Moab.15 Και εβοησαν προς τον Κυριον οι υιοι Ισραηλ? και ανεστησεν ο Κυριος εις αυτους σωτηρα, τον Αωδ υιον του Γηρα, του Βενιαμιτου, ανδρα αριστεροχειρα. Και απεστειλαν οι υιοι Ισραηλ δια χειρος αυτου δωρα προς τον Εγλων βασιλεα του Μωαβ.
16 Éhoud se fit un poignard à deux tranchants, à lame courte, qu’il portait sous son habit contre sa cuisse droite.16 Και κατεσκευασεν εις εαυτον ο Αωδ μαχαιραν διστομον, μακραν μιαν πηχην? και περιεζωσθη αυτην υπο τον μανδυαν αυτου επι τον μηρον αυτου τον δεξιον.
17 Puis il alla offrir le tribut à Églon, roi de Moab (or Églon était un homme très gros).17 Και προσεφερε τα δωρα προς τον ο Εγλων βασιλεα του Μωαβ? ο δε Εγλων ητο ανθρωπος παχυς σφοδρα.
18 De retour, après l’offrande du tribut, Éhoud renvoya les gens venus avec lui pour l’apporter,18 Και αφου ετελειωσε προσφερων τα δωρα και απεπεμψε τους ανθρωπους τους βασταζοντας τα δωρα,
19 comme ils étaient déjà aux Idoles de Guilgal. Lui revint sur ses pas et dit: “Ô roi! J’ai pour toi un message secret.” Le roi répondit: “Silence!” Et tous ceux qui se tenaient autour du roi se retirèrent.19 τοτε ο αυτος υπεστρεψεν απο των γλυπτων των προς τα Γαλγαλα? και ειπε, Λογον κρυφον εχω προς σε, βασιλευ. Ο δε ειπε, Σιωπα. Και εξηλθον απ' αυτου παντες οι παρισταμενοι πλησιον αυτου.
20 Alors Éhoud s’approcha de lui, tandis qu’il était assis dans la chambre haute, bien au frais dans ses appartements privés. Éhoud dit: “C’est un message de Dieu que j’ai pour toi.” Alors le roi se leva de son siège.20 Και εισηλθε προς αυτον ο Αωδ? εκεινος δε εκαθητο εν τω υπερωω αυτου τω θερινω μονωτατος. Και ειπεν ο Αωδ, Εχω λογον παρα Θεου προς σε. Τοτε εσηκωθη απο του θρονου.
21 Éhoud étendit sa main gauche, saisit le poignard de dessus sa cuisse droite et le lui enfonça dans le ventre.21 Και απλωσας ο Αωδ την χειρα αυτου την αριστεραν, ελαβε την μαχαιραν απο του μηρου αυτου του δεξιου και ενεπηξεν αυτην εις την κοιλιαν αυτου,
22 La poignée entra à la suite de la lame et la graisse se referma par-dessus la lame, car il ne retira pas le poignard de son ventre, tandis que les excréments sortaient.22 ωστε και η λαβη ετι εισηλθε κατοπιν του σιδηρου? και το παχος συνεκλεισεν επι τον σιδηρον, ωστε δεν ηδυνατο να συρη την μαχαιραν απο της κοιλιας αυτου? και εξηλθε κοπρος.
23 Éhoud alors s’échappa par derrière, ferma sur lui les portes de la chambre haute et mit le verrou.23 Τοτε εξηλθεν ο Αωδ δια της στοας και εκλεισεν οπισω αυτου τας θυρας του υπερωου, και εκλειδωσε.
24 Lui sorti, les serviteurs arrivèrent, et voyant les portes de la chambre haute verrouillées, ils se dirent: “Sans doute fait-il ses besoins dans ses appartements privés.”24 Και αφου εκεινος εξηλθεν, ηλθον οι δουλοι του Εγλων? και οτε ειδον οτι, ιδου, αι θυραι του υπερωου ησαν κλειδωμεναι, ειπον, Βεβαιως τους ποδας αυτου σκεπαζει εν τω δωματιω τω θερινω.
25 Ils attendirent tellement qu’ils en avaient honte, et les portes de la chambre haute ne s’ouvraient toujours pas. Alors ils prirent la clé et ouvrirent: leur maître gisait à terre, mort!25 Και περιεμειναν εωσου εντραπησαν? και ιδου, δεν ηνοιγε τας θυρας του υπερωου? οθεν ελαβον το κλειδιον και ηνοιξαν? και ιδου, ο κυριος αυτων εκειτο κατα γης νεκρος.
26 Éhoud s’était mis en sûreté pendant qu’ils attendaient. Il repassa par les Idoles et se sauva à Ha-Seïra.26 Ο δε Αωδ εξεφυγεν, εν οσω εκεινοι εβραδυνον? και επερασε τα γλυπτα και διεσωθη εις Σεειρωθα.
27 Dès qu’il fut arrivé, il sonna du cor dans la montagne d’Éphraïm, et les Israélites descendirent de la montagne à sa suite.27 Και οτε ηλθεν, εσαλπισε δια της σαλπιγγος εν τω ορει Εφραιμ, και κατεβησαν μετ' αυτου οι υιοι Ισραηλ απο του ορους και αυτος εμπροσθεν αυτων.
28 Il leur dit: “Suivez-moi, car Yahvé a livré vos ennemis, les Moabites, entre nos mains.” Tous descendirent à sa suite, coupèrent les gués du Jourdain en direction de Moab, et ne laissèrent aucun homme s’échapper.28 Και ειπε προς αυτους, Ακολουθειτε μοι? διοτι ο Κυριος παρεδωκε τους εχθρους σας τους Μωαβιτας εις την χειρα σας. Και κατεβησαν οπισω αυτου και κατελαβον τας διαβασεις του Ιορδανου προς τον Μωαβ και δεν αφηκαν ανθρωπον να περαση.
29 En ce temps-là, ils abattirent 10 000 hommes de Moab, tous robustes et entraînés: pas un seul n’échappa.29 Και επαταξαν τους Μωαβιτας κατα τον καιρον εκεινον, περιπου δεκα χιλιαδας ανδρων, παντας ανδρειους και παντας δυνατους εν ισχυι? και δεν διεσωθη ουδεις.
30 En ce jour-là, Moab fut soumis à Israël, et le pays fut en paix durant 80 ans.30 Ουτως εταπεινωθη ο Μωαβ εν τη ημερα εκεινη υπο την χειρα του Ισραηλ. Και η γη ανεπαυθη ογδοηκοντα ετη.
31 Après lui se leva Chamgar, fils d’Anat. Il abattit 600 hommes de chez les Philistins avec un aiguillon à bœufs; lui aussi fut un libérateur d’Israël.31 Μετα δε τουτον εσταθη ο Σαμεγαρ ο υιος του Αναθ, οστις επαταξε τους Φιλισταιους εξακοσιους ανδρας δι' ενος βουκεντρου? και εσωσε και αυτος τον Ισραηλ.