SCRUTATIO

Domenica, 22 giugno 2025 - San Tommaso Moro ( Letture di oggi)

Iob 24


font
BIBBIA VOLGAREGREEK BIBLE
1 Dall' Onnipotente non sono nascosi li tempi; ma coloro che conoscono lui, non sanno li suoi giorni.1 Επειδη οι καιροι δεν ειναι κεκρυμμενοι απο του Παντοδυναμου, δια τι οι γνωριζοντες αυτον δεν βλεπουσι τας ημερας αυτου;
2 Gli altri trapassarono li termini, e dirubarono le gregge, e spaventarono loro.2 Μετακινουσιν ορια? αρπαζουσι ποιμνια και ποιμαινουσιν?
3 Lo asino delli pupilli fecero fuggire, e portarono per pegno lo bue della vedova.3 αφαιρουσι την ονον των ορφανων? λαμβανουσι τον βουν της χηρας εις ενεχυρον?
4 Rivolsono la via delli poveri, e premettero parimente gli mansueti della terra.4 εξωθουσι τους ενδεεις απο της οδου? οι πτωχοι της γης ομου κρυπτονται.
5 Li altri, come asini nel deserto, vanno al loro lavorìo; e vigilanti alla preda apparecchiano lo pane alli figliuoli.5 Ιδου, ως αγριοι ονοι εν τη ερημω, εξερχονται εις τα εργα αυτων εγειρομενοι πρωι δια αρπαγην? η ερημος διδει τροφην δι' αυτους και δια τα τεκνα αυτων.
6 Lo campo [non] loro mietono; e la vigna di colui, che hanno per forza costretto, vendemmiano.6 Θεριζουσιν αγρον μη οντα εαυτων, και τρυγωσιν αμπελον αδικιας.
7 Ignudi lasciano li uomini, togliendo loro le vestimenta, a' quali non è coprimento nel freddo,7 Καμνουσι τους γυμνους να νυκτερευωσιν ανευ ιματιου, και δεν εχουσι σκεπασμα εις το ψυχος.
8 i quali l'acque de' monti bagnano; e non avendo velamenti, s' abbracciano alle pietre.8 Υγραινονται εκ των βροχων των ορεων και εναγκαλιζονται τον βραχον, μη εχοντες καταφυγιον.
9 Forza fecero, pigliando li pupilli, e lo popolo povero spogliarono.9 Εκεινοι αρπαζουσι τον ορφανον απο του μαστου, και λαμβανουσιν ενεχυρον παρα του πτωχου?
10 [Agli] ignudi e andanti senza vestimento e agli affamati tolsero le spighe.10 καμνουσιν αυτον να υπαγη γυμνος ανευ ιματιου, και οι βασταζοντες τα χειροβολα μενουσι πεινωντες.
11 Intra li monticelli loro si riposarono nel mezzo dì, i quali premuti li canali hanno sete.11 Οι εκπιεζοντες το ελαιον εντος των τοιχων αυτων και πατουντες τους ληνους αυτων, διψωσιν.
12 Delle cittadi fecero piagnere li uomini; e l'anima delli feriti chiamò, e Iddio non li lascia partire senza vendetta.12 Ανθρωποι στεναζουσιν εκ της πολεως, και η ψυχη των πεπληγωμενων βοα? αλλ' ο Θεος δεν επιθετει εις αυτους αφροσυνην.
13 Quelli furono ribelli dello lume; non seppono le sue vie, e non sono ritornati per le vie sue.13 Ουτοι ειναι εκ των ανθισταμενων εις το φως? δεν γνωριζουσι τας οδους αυτου, και δεν μενουσιν εν ταις τριβοις αυτου.
14 La prima mattina si leverae l'omicida, e ucciderae lo bisognoso e lo povero; e di notte sarae quasi come ladro.14 Ο φονευς εγειρομενος την αυγην φονευει τον πτωχον και τον ενδεη, την δε νυκτα γινεται ως κλεπτης.
15 Gli occhii dello adultero osservano la oscuritade, e dice: non mi vederae l'occhio; e coprirae lo volto suo.15 Ο οφθαλμος ομοιως του μοιχου παραφυλαττει το νυκτωμα, λεγων, Οφθαλμος δεν θελει με ιδει? και καλυπτει το προσωπον αυτου.
16 Cava nelle tenebre le case, sì come nel dì (quando) insieme lo diceano a loro, e non conoscerono la luce.16 Εν τω σκοτει διατρυπωσι τας οικιας, τας οποιας την ημεραν εσημειωσαν δι' εαυτους. Δεν γνωριζουσι φως?
17 Se subito apparirà l'aurora, pensano che sia l'ombra della morte; e così nelle tenebre come nella luce vanno.17 διοτι η αυγη ειναι εις παντας αυτους σκια θανατου? εαν τις γνωριση αυτους, ειναι τρομοι σκιας θανατου.
18 Lieve è sopra la faccia dell' acqua; maledetta sia la parte sua nella terra, e non vada per la via delle vigne.18 Ειναι ελαφροι επι το προσωπον των υδατων? η μερις αυτων ειναι κατηραμενη επι της γης? δεν βλεπουσι την οδον των αμπελων.
19 Al grande caldo vada dall' acque delle nevi, e insino alli inferni lo peccato suo.19 Η ξηρασια και η θερμοτης αρπαζουσι τα υδατα της χιονος, ο δε ταφος τους αμαρτωλους.
20 Dimèntichisi di lui la misericordia; la dolcezza sua vermini; non sia in memoria, ma sia attrito come legno che non fa frutto.20 Η μητρα θελει λησμονησει αυτους? ο σκωληξ θελει βοσκεσθαι επ' αυτους? δεν θελουσιν ελθει πλεον εις ενθυμησιν? και η αδικια θελει συντριφθη ως ξυλον.
21 In verità spaventò la sterile (e quella) che non partorisce, e alla vedova non fece bene.21 Κακοποιουσι την στειραν την ατεκνον? και δεν αγαθοποιουσι την χηραν?
22 Detrasse li forti nella sua fortezza; e quando starae, (non troverae e) non crederae alla vita sua.22 και κατακρατουσι τους δυνατους δια της δυναμεως αυτων? εγειρονται, και δεν ειναι ουδεις ασφαλης εν τη ζωη αυτου.
23 Diede Iddio a lui lo luogo della penitenza, e lui usò quello nella superbia; e gli occhii suoi sono nelle vie di colui.23 Εδωκε μεν ο Θεος εις αυτους ασφαλειαν και αναπαυονται? ομως οι οφθαλμοι αυτου ειναι επι τας οδους αυτων.
24 Levati sono al poco, e non staranno fermi; elli saranno umiliati, sì come ogni cosa, e saranno tolti, e saranno contriti sì come (per) le sommità delle spighe.24 Υψονονται ολιγον καιρον και δεν υπαρχουσι, και καταβαλλονται ως παντες? σηκονονται εκ του μεσου και αποκοπτονται ως η κεφαλη των ασταχυων?
25 La qual cosa se non è così, chi puote riprendere me, ch' ella sia bugia, e ponere innanzi a Dio le mie parole?25 και εαν τωρα δεν ηναι ουτω, τις θελει με διαψευσει και εξουθενισει τους λογους μου;