1 לְכוּ וְנָשׁוּבָה אֶל־יְהוָה כִּי הוּא טָרָף וְיִרְפָּאֵנוּ יַךְ וְיַחְבְּשֵׁנוּ | 1 Ελθετε και ας επιστρεψωμεν προς τον Κυριον? διοτι αυτος διεσπαραξε, και θελει μας ιατρευσει? επαταξε, και θελει περιδεσει την πληγην ημων. |
2 יְחַיֵּנוּ מִיֹּמָיִם בַּיֹּום הַשְּׁלִישִׁי יְקִמֵנוּ וְנִחְיֶה לְפָנָיו | 2 Θελει αναζωοποησει ημας μετα δυο ημερας? εν τη τριτη ημερα θελει μας αναστησει, και θελομεν ζη ενωπιον αυτου. |
3 וְנֵדְעָה נִרְדְּפָה לָדַעַת אֶת־יְהוָה כְּשַׁחַר נָכֹון מֹוצָאֹו וְיָבֹוא כַגֶּשֶׁם לָנוּ כְּמַלְקֹושׁ יֹורֶה אָרֶץ | 3 Τοτε θελομεν γνωρισει και θελομεν εξακολουθει να γνωριζωμεν τον Κυριον? η εξοδος αυτου ειναι προδιατεταγμενη ως η αυγη? και θελει ελθει προς ημας ως υετος, ως βροχη οψιμος και πρωιμος επι την γην. |
4 מָה אֶעֱשֶׂה־לְּךָ אֶפְרַיִם מָה אֶעֱשֶׂה־לְּךָ יְהוּדָה וְחַסְדְּכֶם כַּעֲנַן־בֹּקֶר וְכַטַּל מַשְׁכִּים הֹלֵךְ | 4 Τι να καμω εις σε, Εφραιμ; τι να καμω εις σε, Ιουδα; διοτι η καλωσυνη σας ειναι ως νεφελη πρωινη και ως δροσος εωθινη ητις παρερχεται. |
5 עַל־כֵּן חָצַבְתִּי בַּנְּבִיאִים הֲרַגְתִּים בְּאִמְרֵי־פִי וּמִשְׁפָּטֶיךָ אֹור יֵצֵא | 5 Δια τουτο κατεκοψα αυτους δια των προφητων? εφονευσα αυτους δια των λογων του στοματος μου? και αι κρισεις σου θελουσιν εξελθει ως φως. |
6 כִּי חֶסֶד חָפַצְתִּי וְלֹא־זָבַח וְדַעַת אֱלֹהִים מֵעֹלֹות | 6 Διοτι ελεος θελω και ουχι θυσιαν? και επιγνωσιν Θεου μαλλον παρα ολοκαυτωματα. |
7 וְהֵמָּה כְּאָדָם עָבְרוּ בְרִית שָׁם בָּגְדוּ בִי | 7 Αυτοι ομως ως ο Αδαμ παρεβησαν την διαθηκην? εν τουτω εφερθησαν απιστως προς εμε. |
8 גִּלְעָד קִרְיַת פֹּעֲלֵי אָוֶן עֲקֻבָּה מִדָּם | 8 Η Γαλααδ ειναι πολις εργαζομενων ανομιαν, ενεδρευουσα αιμα. |
9 וּכְחַכֵּי אִישׁ גְּדוּדִים חֶבֶר כֹּהֲנִים דֶּרֶךְ יְרַצְּחוּ־שֶׁכְמָה כִּי זִמָּה עָשׂוּ | 9 Και ως στιφη ληστων παραμονευοντα ανθρωπον, ουτως ο συλλογος των ιερεων φονευουσιν εν τη οδω μεχρι Συχεμ? διοτι επραξαν αισχρα. |
10 בְּבֵית יִשְׂרָאֵל רָאִיתִי [שַׁעֲרִירִיָּה כ] (שַׁעֲרוּרִיָּה ק) ם זְנוּת לְאֶפְרַיִם נִטְמָא יִשְׂרָאֵל | 10 Εν τω οικω Ισραηλ ειδον φρικην? εκει ειναι η πορνεια του Εφραιμ? ο Ισραηλ εμιανθη. |
11 גַּם־יְהוּדָה שָׁת קָצִיר לָךְ בְּשׁוּבִי שְׁבוּת עַמִּי׃ פ | 11 Και δια σε, Ιουδα, διωρισθη θερισμος, οταν εγω επιστρεψω την αιχμαλωσιαν του λαου μου. |