Scrutatio

Sabato, 4 maggio 2024 - San Ciriaco ( Letture di oggi)

I Livro de Samuel 16


font
SAGRADA BIBLIAGREEK BIBLE
1 O Senhor disse-lhe: Até quando chorarás tu Saul, tendo-o eu rejeitado da realeza de Israel? Enche o teu corno de óleo. Vai; envio-te a Isaí de Belém, porque escolhi um rei entre os seus filhos.1 Και ειπε Κυριος προς τον Σαμουηλ, Εως ποτε συ πενθεις δια τον Σαουλ, επειδη εγω απεδοκιμασα αυτον απο του να βασιλευη επι τον Ισραηλ; γεμισον το κερας σου ελαιον και υπαγε? εγω σε αποστελλω προς τον Ιεσσαι τον Βηθλεεμιτην? διοτι προεβλεψα εις εμαυτον βασιλεα μεταξυ των υιων αυτου.
2 Samuel respondeu: Como hei de ir? Se Saul souber, matar-me-á. O Senhor disse: Levarás contigo uma novilha e dirás que vais oferecer um sacrifício ao Senhor.2 Και ειπεν ο Σαμουηλ, Πως να υπαγω; διοτι θελει ακουσει τουτο ο Σαουλ και θελει με θανατωσει. Και ειπεν ο Κυριος, Λαβε μετα σου δαμαλιν και ειπε, Ηλθον να θυσιασω προς τον Κυριον.
3 Convidarás Isaí ao sacrifício, e eu te mostrarei o que deverás fazer. Ungirás para mim aquele que eu mandar.3 Και καλεσον τον Ιεσσαι εις την θυσιαν, και εγω θελω φανερωσει προς σε τι θελεις καμει και θελεις χρισει εις εμε οντινα σοι ειπω.
4 Fez Samuel como o Senhor queria. Ao chegar a Belém, os anciãos da cidade vieram-lhe ao encontro, inquietos: É de paz a tua vinda?, perguntaram-lhe.4 Και εκαμεν ο Σαμουηλ εκεινο το οποιον ειπεν ο Κυριος, και ηλθεν εις Βηθλεεμ. Ετρομαξαν δε οι πρεσβυτεροι της πολεως εις την συναντησιν αυτου και ειπον, Εν ειρηνη ερχεσαι;
5 Sim, disse ele; venho oferecer um sacrifício ao Senhor; purificai-vos para a cerimônia. Ele mesmo purificou Isaí e seus filhos e os convidou ao sacrifício.5 Ο δε ειπεν, Εν ειρηνη? ερχομαι δια να θυσιασω προς τον Κυριον? αγιασθητε και ελθετε μετ' εμου εις την θυσιαν. Και ηγιασε τον Ιεσσαι και τους υιους αυτου και εκαλεσεν αυτους εις την θυσιαν.
6 Logo que entraram, Samuel viu Eliab e pensou consigo: Certamente é esse o ungido do Senhor.6 Και ενω εισηρχοντο, ιδων τον Ελιαβ, ειπε, Βεβαιως εμπροσθεν του Κυριου ειναι ο κεχρισμενος αυτου.
7 Mas o Senhor disse-lhe: Não te deixes impressionar pelo seu belo aspecto, nem pela sua alta estatura, porque eu o rejeitei. O que o homem vê não é o que importa: o homem vê a face, mas o Senhor olha o coração.7 Και ειπε Κυριος προς τον Σαμουηλ, Μη επιβλεψης εις την οψιν αυτου η εις το υψος του αναστηματος αυτου, επειδη απεδοκιμασα αυτον? διοτι δεν βλεπει ο Κυριος καθως βλεπει ο ανθρωπος? διοτι ο ανθρωπος βλεπει το φαινομενον, ο δε Κυριος βλεπει την καρδιαν.
8 Isaí chamou Abinadab e fê-lo passar diante de Samuel. Não é tampouco este, pensou Samuel, que o Senhor escolheu.8 Τοτε εκαλεσεν ο Ιεσσαι τον Αβιναδαβ και διεβιβασεν αυτον ενωπιον του Σαμουηλ. Και ειπεν, ουδε τουτον δεν εξελεξεν ο Κυριος.
9 Isaí fez passar Sama. Não é ainda este que escolheu o Senhor, pensou Samuel.9 Τοτε διεβιβασεν ο Ιεσσαι τον Σαμμα. Ο δε ειπεν, Ουδε τουτον δεν εξελεξεν ο Κυριος.
10 Isaí mandou vir assim os seus sete filhos diante do profeta, que lhe disse: O Senhor não escolheu nenhum deles.10 Και διεβιβασεν ο Ιεσσαι επτα εκ των υιων αυτου ενωπιον του Σαμουηλ. Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον Ιεσσαι, Ο Κυριος δεν εξελεξε τουτους.
11 E ajuntou: Estão aqui todos os teus filhos? Resta ainda o mais novo, confessou Isaí, que está .pastoreando as ovelhas. Samuel ordenou a Isaí: Manda buscá-lo, pois não nos poremos à mesa antes que ele esteja aqui.11 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον Ιεσσαι, Ετελειωσαν τα παιδια; Και ειπε, Μενει ετι ο νεωτερος? και ιδου, ποιμαινει τα προβατα. Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον Ιεσσαι, Πεμψον και φερε αυτον? διοτι δεν θελομεν καθισει εις την τραπεζαν, εωσου ελθη ενταυθα.
12 E Isaí mandou buscá-lo. Ele era louro, de belos olhos e mui formosa aparência. O Senhor disse: Vamos, unge-o: é ele.12 Και εστειλε και εφερεν αυτον. Ητο δε ξανθος και ευοφθαλμος και ωραιος την οψιν. Και ειπεν ο Κυριος, Σηκωθητι, χρισον αυτον? διοτι ουτος ειναι.
13 Samuel tomou o corno de óleo e ungiu-o no meio dos seus irmãos. E, a partir daquele momento, o Espírito do Senhor apoderou-se de Davi. Samuel, porém, retomou o caminho de Ramá.13 Τοτε ελαβεν ο Σαμουηλ το κερας του ελαιου και εχρισεν αυτον εν μεσω των αδελφων αυτου? και επηλθε πνευμα Κυριου επι τον Δαβιδ απο της ημερας εκεινης και εφεξης. Σηκωθεις δε ο Σαμουηλ απηλθεν εις Ραμα.
14 O Espírito do Senhor retirou-se de Saul, e um espírito mau veio sobre ele, enviado pelo Senhor.14 Και το Πνευμα του Κυριου απεσυρθη απο του Σαουλ, και πνευμα πονηρον παρα Κυριου εταραττεν αυτον.
15 Os homens de Saul disseram-lhe: Eis que um mau espírito de Deus veio sobre ti.15 Και ειπον οι δουλοι του Σαουλ προς αυτον, Ιδου τωρα, πονηρον πνευμα παρα Θεου σε ταραττει?
16 Que nosso senhor ordene, e teus servos aqui presentes procurarão um homem que saiba tocar harpa e, quando o mau espírito de Deus estiver sobre ti, ele tocará o instrumento para acalmar-te.16 ας προσταξη τωρα ο κυριος ημων τους δουλους σου, τους εμπροσθεν σου, να ζητησωσιν ανθρωπον ειδημονα εις το να παιζη κιθαραν? και οποτε το πονηρον πνευμα παρα Θεου ειναι επι σε, να παιζη με την χειρα αυτου, και καλον θελει εισθαι εις σε.
17 Está bem, respondeu Saul, procurai-me um bom músico e trazei-mo.17 Και ειπεν ο Σαουλ προς τους δουλους αυτου, Προβλεψατε μοι λοιπον ανθρωπον παιζοντα καλως και φερετε προς εμε.
18 Um dos servos declarou: Conheço um filho de Isaí de Belém que sabe tocar muito bem: é valente e forte, fala bem, tem um belo rosto, e o Senhor está com ele.18 Τοτε απεκριθη εις εκ των δουλων και ειπεν, Ιδου, ειδον υιον του Ιεσσαι του Βηθλεεμιτου, ειδημονα εις το παιζειν και ανδρειοτατον και ανδρα πολεμικον και συνετον εις λογον και ανθρωπον ωραιον, και ο Κυριος ειναι μετ' αυτου.
19 Saul mandou mensageiros a Isaí, para dizer-lhe: Manda-me o teu filho Davi, o pastor.19 Και απεστειλεν ο Σαουλ μηνυτας προς τον Ιεσσαι, λεγων, Πεμψον μοι Δαβιδ τον υιον σου, οστις ειναι μετα των προβατων.
20 Isaí tomou um jumento carregado com pão, um odre de vinho e um cabrito, e mandou esses presentes a Saul, por seu filho.20 Και ελαβεν ο Ιεσσαι ονον φορτωμενον με αρτους και ασκον οινου και εν εριφιον εξ αιγων, και επεμψεν αυτα δια του Δαβιδ του υιου αυτου προς τον Σαουλ.
21 Davi chegou à casa do rei e apresentou-se a ele. Saul afeiçoou-se a Davi e o fez seu escudeiro.21 Και ηλθεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ και εσταθη εμπροσθεν αυτου? και ηγαπησεν αυτον σφοδρα? και εγεινεν οπλοφορος αυτου.
22 Mandou então dizer a Isaí: Peço-te que deixes Davi a meu serviço, porque ele me é simpático.22 Και απεστειλεν ο Σαουλ προς τον Ιεσσαι, λεγων, Ο Δαβιδ ας στεκηται, παρακαλω, εμπροσθεν μου? διοτι ευρηκε χαριν εις τους οφθαλμους μου.
23 E sempre que o espírito mau de Deus acometia o rei, Davi tomava a harpa e tocava. Saul acalmava-se, sentia-se aliviado e o espírito mau o deixava.23 Και οποτε το πονηρον πνευμα παρα Θεου ητο επι τον Σαουλ, ο Δαβιδ ελαμβανε την κιθαραν και επαιζε δια της χειρος αυτου? τοτε ανεκουφιζετο ο Σαουλ και ανεπαυετο και απεσυρετο απ' αυτου το πνευμα το πονηρον.