Scrutatio

Martedi, 7 maggio 2024 - Santa Flavia ( Letture di oggi)

Isaías 5


font
SAGRADA BIBLIALXX
1 Eu quero cantar para o meu amigo seu canto de amor a respeito de sua vinha: meu amigo possuía uma vinha num outeiro fértil.1 ασω δη τω ηγαπημενω ασμα του αγαπητου τω αμπελωνι μου αμπελων εγενηθη τω ηγαπημενω εν κερατι εν τοπω πιονι
2 Ele a cavou e tirou dela as pedras; plantou-a de cepas escolhidas. Edificou-lhe uma torre no meio, e construiu aí um lagar. E contava com uma colheita de uvas, mas ela só produziu agraço.2 και φραγμον περιεθηκα και εχαρακωσα και εφυτευσα αμπελον σωρηχ και ωκοδομησα πυργον εν μεσω αυτου και προληνιον ωρυξα εν αυτω και εμεινα του ποιησαι σταφυλην εποιησεν δε ακανθας
3 E agora, habitantes de Jerusalém, e vós, homens de Judá, sede juízes entre mim e minha vinha.3 και νυν ανθρωπος του ιουδα και οι ενοικουντες εν ιερουσαλημ κρινατε εν εμοι και ανα μεσον του αμπελωνος μου
4 Que se poderia fazer por minha vinha, que eu não tenha feito? Por que, quando eu esperava vê-la produzir uvas, só deu agraço?4 τι ποιησω ετι τω αμπελωνι μου και ουκ εποιησα αυτω διοτι εμεινα του ποιησαι σταφυλην εποιησεν δε ακανθας
5 Pois bem, mostrar-vos-ei agora o que hei de fazer à minha vinha: arrancar-lhe-ei a sebe para que ela sirva de pasto, derrubarei o muro para que seja pisada.5 νυν δε αναγγελω υμιν τι ποιησω τω αμπελωνι μου αφελω τον φραγμον αυτου και εσται εις διαρπαγην και καθελω τον τοιχον αυτου και εσται εις καταπατημα
6 Eu a farei devastada; não será podada nem cavada, e nela crescerão apenas sarças e espinhos; vedarei às nuvens derramar chuva sobre ela.6 και ανησω τον αμπελωνα μου και ου μη τμηθη ουδε μη σκαφη και αναβησεται εις αυτον ως εις χερσον ακανθα και ταις νεφελαις εντελουμαι του μη βρεξαι εις αυτον υετον
7 A vinha do Senhor dos exércitos é a casa de Israel, e os homens de Judá são a planta de sua predileção. Esperei deles a prática da justiça, e eis o sangue derramado; esperei a retidão, e eis os gritos de socorro.7 ο γαρ αμπελων κυριου σαβαωθ οικος του ισραηλ εστιν και ανθρωπος του ιουδα νεοφυτον ηγαπημενον εμεινα του ποιησαι κρισιν εποιησεν δε ανομιαν και ου δικαιοσυνην αλλα κραυγην
8 Ai de vós, que ajuntais casa a casa, e que acrescentais campo a campo, até que não haja mais lugar, e que sejais os únicos proprietários da terra.8 ουαι οι συναπτοντες οικιαν προς οικιαν και αγρον προς αγρον εγγιζοντες ινα του πλησιον αφελωνται τι μη οικησετε μονοι επι της γης
9 Os meus ouvidos ouviram ainda este juramento do Senhor dos exércitos: Grande número de casas, eu o juro, será devastado, grandes e magníficas herdades ficarão desabitadas.9 ηκουσθη γαρ εις τα ωτα κυριου σαβαωθ ταυτα εαν γαρ γενωνται οικιαι πολλαι εις ερημον εσονται μεγαλαι και καλαι και ουκ εσονται οι ενοικουντες εν αυταις
10 Dez jeiras de vinha não produzirão mais que um bato, e um homer de semente não dará mais que um efá.10 ου γαρ εργωνται δεκα ζευγη βοων ποιησει κεραμιον εν και ο σπειρων αρταβας εξ ποιησει μετρα τρια
11 Ai daqueles que desde a manhã procuram a bebida, e que se retardam à noite nas excitações do vinho!11 ουαι οι εγειρομενοι το πρωι και το σικερα διωκοντες οι μενοντες το οψε ο γαρ οινος αυτους συγκαυσει
12 Amantes da cítara e da harpa, do tamborim e da flauta, e do vinho em seus banquetes, mas para as obras do Senhor não têm um olhar sequer, e não enxergam a obra de suas mãos.12 μετα γαρ κιθαρας και ψαλτηριου και τυμπανων και αυλων τον οινον πινουσιν τα δε εργα κυριου ουκ εμβλεπουσιν και τα εργα των χειρων αυτου ου κατανοουσιν
13 Por causa disso meu povo será desterrado sem nada pressentir. Sua nobreza será atenazada pela fome, e a multidão, mirrada pela sede.13 τοινυν αιχμαλωτος ο λαος μου εγενηθη δια το μη ειδεναι αυτους τον κυριον και πληθος εγενηθη νεκρων δια λιμον και διψαν υδατος
14 Por isso a morada dos mortos se alargará, e abrirá desmesuradamente a boca. O esplendor {de Sião} e sua multidão barulhenta, seu alvoroço e sua alegria desaparecerão dela.14 και επλατυνεν ο αδης την ψυχην αυτου και διηνοιξεν το στομα αυτου του μη διαλιπειν και καταβησονται οι ενδοξοι και οι μεγαλοι και οι πλουσιοι και οι λοιμοι αυτης
15 O homem será curvado, os grandes serão humilhados, os olhares altivos serão abatidos,15 και ταπεινωθησεται ανθρωπος και ατιμασθησεται ανηρ και οι οφθαλμοι οι μετεωροι ταπεινωθησονται
16 e o Senhor dos exércitos triunfará no juízo; o Deus santo mostrar-se-á como tal, fazendo justiça.16 και υψωθησεται κυριος σαβαωθ εν κριματι και ο θεος ο αγιος δοξασθησεται εν δικαιοσυνη
17 Os cordeiros serão apascentados nesses lugares como em suas pastagens, e sobre as ruínas pastarão os cabritos.17 και βοσκηθησονται οι διηρπασμενοι ως ταυροι και τας ερημους των απειλημμενων αρνες φαγονται
18 Ai daqueles que arrastam a correção com as cordas da indisciplina, e a pena do pecado como com os tirantes de um carro!18 ουαι οι επισπωμενοι τας αμαρτιας ως σχοινιω μακρω και ως ζυγου ιμαντι δαμαλεως τας ανομιας
19 {Ai} daqueles que dizem: Que ele se avie, que faça já sua obra, a fim de que a vejamos. Que o plano do Santo de Israel se execute para que o conheçamos!19 οι λεγοντες το ταχος εγγισατω α ποιησει ινα ιδωμεν και ελθατω η βουλη του αγιου ισραηλ ινα γνωμεν
20 Ai daqueles que ao mal chamam bem, e ao bem, mal, que mudam as trevas em luz e a luz em trevas, que tornam doce o que é amargo, e amargo o que é doce!20 ουαι οι λεγοντες το πονηρον καλον και το καλον πονηρον οι τιθεντες το σκοτος φως και το φως σκοτος οι τιθεντες το πικρον γλυκυ και το γλυκυ πικρον
21 Ai daqueles que são sábios aos próprios olhos, e prudentes em seu próprio juízo!21 ουαι οι συνετοι εν εαυτοις και ενωπιον εαυτων επιστημονες
22 Ai daqueles que põem sua bravura em beber vinho, e sua coragem em misturar licores;22 ουαι οι ισχυοντες υμων οι τον οινον πινοντες και οι δυνασται οι κεραννυντες το σικερα
23 {ai} daqueles que, por uma dádiva, absolvem o culpado, e negam justiça àquele que tem o direito a seu lado!23 οι δικαιουντες τον ασεβη ενεκεν δωρων και το δικαιον του δικαιου αιροντες
24 Por isso, assim como a palhoça é devorada por uma língua de fogo, e como a palha é consumida pela chama, assim a raiz deles sucumbirá na podridão e sua flor voará como a poeira, porque repudiaram a lei do Senhor dos exércitos, e desprezaram a palavra do Santo de Israel.24 δια τουτο ον τροπον καυθησεται καλαμη υπο ανθρακος πυρος και συγκαυθησεται υπο φλογος ανειμενης η ριζα αυτων ως χνους εσται και το ανθος αυτων ως κονιορτος αναβησεται ου γαρ ηθελησαν τον νομον κυριου σαβαωθ αλλα το λογιον του αγιου ισραηλ παρωξυναν
25 Por isso o furor do Senhor se inflama contra seu povo, apodera-se dele e o castiga; os montes tremem, seus cadáveres, como carniça, jazem nas ruas. Entretanto, sua cólera não se aplacou, e sua mão está prestes a precipitar-se.25 και εθυμωθη οργη κυριος σαβαωθ επι τον λαον αυτου και επεβαλεν την χειρα αυτου επ' αυτους και επαταξεν αυτους και παρωξυνθη τα ορη και εγενηθη τα θνησιμαια αυτων ως κοπρια εν μεσω οδου και εν πασι τουτοις ουκ απεστραφη ο θυμος αλλ' ετι η χειρ υψηλη
26 Ele arvora uma bandeira para chamar uma nação longínqua, assobia para fazê-la vir dos confins da terra, e ei-la que, ágil, acorre às pressas.26 τοιγαρουν αρει συσσημον εν τοις εθνεσιν τοις μακραν και συριει αυτοις απ' ακρου της γης και ιδου ταχυ κουφως ερχονται
27 Ninguém dentre eles se arrasta ou tropeça, ninguém dorme nem cochila; ninguém desata a cinta de seus rins, nem desaperta a correia dos sapatos.27 ου πεινασουσιν ουδε κοπιασουσιν ουδε νυσταξουσιν ουδε κοιμηθησονται ουδε λυσουσιν τας ζωνας αυτων απο της οσφυος αυτων ουδε μη ραγωσιν οι ιμαντες των υποδηματων αυτων
28 Agudas são as suas flechas e todos os seus arcos, entesados. Os cascos de seus cavalos são {duros} como a pederneira, e as rodas de seus carros assemelham-se à tempestade.28 ων τα βελη οξεια εστιν και τα τοξα αυτων εντεταμενα οι ποδες των ιππων αυτων ως στερεα πετρα ελογισθησαν οι τροχοι των αρματων αυτων ως καταιγις
29 É {como} o rugido da leoa, e o rosnar do leãozinho. Ele brame e agarra a sua presa, e a carrega sem que ninguém lha arrebate.29 ορμωσιν ως λεοντες και παρεστηκαν ως σκυμνος λεοντος και επιλημψεται και βοησει ως θηριου και εκβαλει και ουκ εσται ο ρυομενος αυτους
30 Naquele tempo, um estrondo, semelhante ao bramido do mar, retumbará contra ele. Quando olhar a terra, só verá trevas e angústia, e no céu se estenderão nuvens tenebrosas.30 και βοησει δι' αυτους εν τη ημερα εκεινη ως φωνη θαλασσης κυμαινουσης και εμβλεψονται εις την γην και ιδου σκοτος σκληρον εν τη απορια αυτων