Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Livro de Judite 16


font
SAGRADA BIBLIALXX
1 E Judite expressou-se nestes termos: Entoai um cântico ao meu Deus com tamborins, cantai ao Senhor com címbalos. Entoai-lhe salmos e louvores, exaltai e invocai o seu nome.1 και ειπεν ιουδιθ εξαρχετε τω θεω μου εν τυμπανοις ασατε τω κυριω εν κυμβαλοις εναρμοσασθε αυτω ψαλμον και αινον υψουτε και επικαλεισθε το ονομα αυτου
2 Porque é um Deus que extermina guerras - Senhor é o seu nome. Acampou no meio do seu povo e me livrou da mão de todos os meus inimigos.2 οτι θεος συντριβων πολεμους κυριος οτι εις παρεμβολας αυτου εν μεσω λαου εξειλατο με εκ χειρος καταδιωκοντων με
3 Assur veio das montanhas, do norte, veio com imensa tropa de guerreiros. Multidão de encher os vales, cavalaria de cobrir morros inteiros!3 ηλθεν ασσουρ εξ ορεων απο βορρα ηλθεν εν μυριασι δυναμεως αυτου ων το πληθος αυτων ενεφραξεν χειμαρρους και η ιππος αυτων εκαλυψεν βουνους
4 Jurara incendiar a minha terra. Passar meus jovens ao fio da espada e esmagar minhas criancinhas, levar embora meus filhos e minhas filhas, ao cativeiro...4 ειπεν εμπρησειν τα ορια μου και τους νεανισκους μου ανελειν εν ρομφαια και τα θηλαζοντα μου θησειν εις εδαφος και τα νηπια μου δωσειν εις προνομην και τας παρθενους μου σκυλευσαι
5 O Senhor onipotente os rechaçou, por mãos de uma mulher!5 κυριος παντοκρατωρ ηθετησεν αυτους εν χειρι θηλειας
6 Seu caudilho foi derrotado, não por jovens; foi ferido, não por filhos de Titãs; vencido, não por gigantes enormes: foi Judite, filha de Merari, quem o paralisou com a formosura de seu rosto.6 ου γαρ υπεπεσεν ο δυνατος αυτων υπο νεανισκων ουδε υιοι τιτανων επαταξαν αυτον ουδε υψηλοι γιγαντες επεθεντο αυτω αλλα ιουδιθ θυγατηρ μεραρι εν καλλει προσωπου αυτης παρελυσεν αυτον
7 Despiu o seu vestido de viúva, para consolação dos que sofriam em Israel. Ungiu o rosto com essência perfumada,7 εξεδυσατο γαρ στολην χηρευσεως αυτης εις υψος των πονουντων εν ισραηλ ηλειψατο το προσωπον αυτης εν μυρισμω
8 cingiu os cabelos com um diadema e vestiu um vestido de linho, para o seduzir.8 και εδησατο τας τριχας αυτης εν μιτρα και ελαβεν στολην λινην εις απατην αυτου
9 Suas sandálias arrebataram-lhe os olhos, sua beleza extasiou-lhe a alma, e a espada lhe decepou a nuca.9 το σανδαλιον αυτης ηρπασεν οφθαλμον αυτου και το καλλος αυτης ηχμαλωτισεν ψυχην αυτου διηλθεν ο ακινακης τον τραχηλον αυτου
10 Os persas tremeram de ver tamanha valentia, os medos se acovardaram perante sua audácia.10 εφριξαν περσαι την τολμαν αυτης και μηδοι το θρασος αυτης εταραχθησαν
11 Então, os humildes gritaram, e eles tremeram espavoridos, os fracos (do meu povo) clamaram, e eles foram tomados de espanto; ao estrépito das vozes, deitaram a fugir.11 τοτε ηλαλαξαν οι ταπεινοι μου και εφοβηθησαν οι ασθενουντες μου και επτοηθησαν υψωσαν την φωνην αυτων και ανετραπησαν
12 Filhos de jovens mães os transpassaram e, como a meninos fugitivos, os feriram: ei-los derrotados na batalha de meu Senhor!12 υιοι κορασιων κατεκεντησαν αυτους και ως παιδας αυτομολουντων ετιτρωσκον αυτους απωλοντο εκ παραταξεως κυριου μου
13 Cantarei a Deus um cântico novo: Sois grande, Senhor, sois glorioso, de admirável poder, invencível.13 υμνησω τω θεω μου υμνον καινον κυριε μεγας ει και ενδοξος θαυμαστος εν ισχυι ανυπερβλητος
14 Todas as criaturas vos rendam homenagem, porque com uma só palavra fizestes todas as coisas; enviastes o vosso espírito, e foram criadas, e nada pôde resistir à vossa voz.14 σοι δουλευσατω πασα η κτισις σου οτι ειπας και εγενηθησαν απεστειλας το πνευμα σου και ωκοδομησεν και ουκ εστιν ος αντιστησεται τη φωνη σου
15 Podem abalar-se montanhas e águas, rochedos derreter-se como cera diante de vossa face: para aqueles que vos temem sereis sempre propício.15 ορη γαρ εκ θεμελιων συν υδασιν σαλευθησεται πετραι δ' απο προσωπου σου ως κηρος τακησονται ετι δε τοις φοβουμενοις σε συ ευιλατευσεις αυτοις
16 Bem pouca coisa é o sacrifício de suave fragrância, é como nada a gorda carne dos sacrifícios; quem teme ao Senhor, este é grande, para sempre!16 οτι μικρον πασα θυσια εις οσμην ευωδιας και ελαχιστον παν στεαρ εις ολοκαυτωμα σοι ο δε φοβουμενος τον κυριον μεγας δια παντος
17 Ai das nações que se insurgirem contra o meu povo! No dia do juízo as punirá o Senhor todo-poderoso: entregará as suas carnes aos vermes e ao fogo, e hão de chorar eterna dor.17 ουαι εθνεσιν επανιστανομενοις τω γενει μου κυριος παντοκρατωρ εκδικησει αυτους εν ημερα κρισεως δουναι πυρ και σκωληκας εις σαρκας αυτων και κλαυσονται εν αισθησει εως αιωνος
18 Depois desta vitória, todo o povo foi a Jerusalém para adorar o Senhor. Purificaram-se e todos ofereceram os seus holocaustos, cumprindo os seus votos e suas promessas.18 ως δε ηλθοσαν εις ιερουσαλημ προσεκυνησαν τω θεω και ηνικα εκαθαρισθη ο λαος ανηνεγκαν τα ολοκαυτωματα αυτων και τα εκουσια αυτων και τα δοματα
19 Judite ofereceu todas as armas de Holofernes recebidas do povo, e o cortinado que ela mesma tinha tirado do leito de Holofernes para que servisse de anátema de esquecimento.19 και ανεθηκεν ιουδιθ παντα τα σκευη ολοφερνου οσα εδωκεν ο λαος αυτη και το κωνωπιον ο ελαβεν εαυτη εκ του κοιτωνος αυτου εις αναθημα τω θεω εδωκεν
20 O povo alegrou-se grandemente diante do santuário, e o regozijo desta vitória foi celebrado com Judite durante três meses.20 και ην ο λαος ευφραινομενος εν ιερουσαλημ κατα προσωπον των αγιων επι μηνας τρεις και ιουδιθ μετ' αυτων κατεμεινεν
21 Terminada a festa, cada um voltou para a sua casa, e Judite, que tinha grande crédito em Betúlia, adquiriu ainda maior renome em todo o país de Israel.21 μετα δε τας ημερας ταυτας ανεζευξεν εκαστος εις την κληρονομιαν αυτου και ιουδιθ απηλθεν εις βαιτυλουα και κατεμεινεν επι της υπαρξεως αυτης και εγενετο κατα τον καιρον αυτης ενδοξος εν παση τη γη
22 À coragem juntava a castidade, de tal sorte que nunca em toda a sua vida conheceu outro homem, desde que morreu Manassés, seu marido.22 και πολλοι επεθυμησαν αυτην και ουκ εγνω ανηρ αυτην πασας τας ημερας της ζωης αυτης αφ' ης ημερας απεθανεν μανασσης ο ανηρ αυτης και προσετεθη προς τον λαον αυτου
23 Nos dias de festa aparecia em público com todos os seus adornos.23 και ην προβαινουσα μεγαλη σφοδρα και εγηρασεν εν τω οικω του ανδρος αυτης ετη εκατον πεντε και αφηκεν την αβραν αυτης ελευθεραν και απεθανεν εις βαιτυλουα και εθαψαν αυτην εν τω σπηλαιω του ανδρος αυτης μανασση
24 Ela viveu cento e cinco anos na casa de seu marido, e deu liberdade à sua escrava. Morreu e foi sepultada em Betúlia junto de seu marido.24 και επενθησεν αυτην οικος ισραηλ ημερας επτα και διειλεν τα υπαρχοντα αυτης προ του αποθανειν αυτην πασι τοις εγγιστα μανασση του ανδρος αυτης και τοις εγγιστα του γενους αυτης
25 Todo o povo a chorou durante sete dias.25 και ουκ ην ετι ο εκφοβων τους υιους ισραηλ εν ταις ημεραις ιουδιθ και μετα το αποθανειν αυτην ημερας πολλας .
26 Em todos os dias de sua vida, e muitos anos depois de sua morte, não houve quem perturbasse a paz de Israel.
27 O aniversário de sua vitória foi posto pelos hebreus no número dos dias santos, e ainda hoje é celebrado pelos judeus.