Scrutatio

Lunedi, 27 maggio 2024 - Sant´Agostino di Canterbury ( Letture di oggi)

ΕΞΟΔΟΣ - Esodo - Exodus 15


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 τοτε ησεν μωυσης και οι υιοι ισραηλ την ωδην ταυτην τω θεω και ειπαν λεγοντες ασωμεν τω κυριω ενδοξως γαρ δεδοξασται ιππον και αναβατην ερριψεν εις θαλασσαν1 Akkor Mózes és Izrael fiai ezt az éneket énekelték az Úrnak: »Énekeljünk az Úrnak, mert fenségeset művelt, lovat és lovast a tengerbe vetett!
2 βοηθος και σκεπαστης εγενετο μοι εις σωτηριαν ουτος μου θεος και δοξασω αυτον θεος του πατρος μου και υψωσω αυτον2 Az Úré az én erőm és dicsérő énekem, mert ő lett az én szabadulásom. Ő az én Istenem, hadd dicsőítsem, Atyámnak Istene, hadd magasztaljam!
3 κυριος συντριβων πολεμους κυριος ονομα αυτω3 Olyan az Úr, mint hős harcos: Mindenható az ő neve,
4 αρματα φαραω και την δυναμιν αυτου ερριψεν εις θαλασσαν επιλεκτους αναβατας τριστατας κατεποντισεν εν ερυθρα θαλασση4 a fáraó szekereit és seregét a tengerbe vetette, válogatott vezérei elmerültek a Vörös-tengerben.
5 ποντω εκαλυψεν αυτους κατεδυσαν εις βυθον ωσει λιθος5 Hullámok borították el őket, miként a kő, a mélységbe süllyedtek.
6 η δεξια σου κυριε δεδοξασται εν ισχυι η δεξια σου χειρ κυριε εθραυσεν εχθρους6 Jobbodat, Uram, megdicsőíti ereje, jobbod, Uram, az ellenséget megverte.
7 και τω πληθει της δοξης σου συνετριψας τους υπεναντιους απεστειλας την οργην σου και κατεφαγεν αυτους ως καλαμην7 Dicsőséged nagyságában elgáncsoltad ellenfeleidet, elengedted haragodat, s az mint tarlót, megemésztette őket.
8 και δια πνευματος του θυμου σου διεστη το υδωρ επαγη ωσει τειχος τα υδατα επαγη τα κυματα εν μεσω της θαλασσης8 Haragod kiáradt, s a vizek feltorlódtak, a hömpölygő hullámok falként megálltak, s a tenger közepén a mélységek megdermedtek.
9 ειπεν ο εχθρος διωξας καταλημψομαι μεριω σκυλα εμπλησω ψυχην μου ανελω τη μαχαιρη μου κυριευσει η χειρ μου9 Szólt az ellenség: ‘Üldözöm és elérem, zsákmányt osztok, és megelégszik a lelkem, kirántom kardomat, s megöli őket a kezem.’
10 απεστειλας το πνευμα σου εκαλυψεν αυτους θαλασσα εδυσαν ωσει μολιβος εν υδατι σφοδρω10 De leheleted ráfújtad, és tenger borította el őket, a hatalmas vizekben, mint ólom, elmerültek.
11 τις ομοιος σοι εν θεοις κυριε τις ομοιος σοι δεδοξασμενος εν αγιοις θαυμαστος εν δοξαις ποιων τερατα11 Ki olyan, mint Te, Uram, az istenek között, ki olyan, mint Te, szentségben dicső, félelmetes, dicsérendő és csodatevő?
12 εξετεινας την δεξιαν σου κατεπιεν αυτους γη12 Kinyújtottad jobbodat, s a föld elnyelte őket.
13 ωδηγησας τη δικαιοσυνη σου τον λαον σου τουτον ον ελυτρωσω παρεκαλεσας τη ισχυι σου εις καταλυμα αγιον σου13 A népet, melyet megváltottál, irgalmasan vezetted, szent lakóhelyedre hatalmaddal elvitted.
14 ηκουσαν εθνη και ωργισθησαν ωδινες ελαβον κατοικουντας φυλιστιιμ14 A népek felkeltek és haragra gerjedtek: Filisztea lakóit gyötrelem szállta meg,
15 τοτε εσπευσαν ηγεμονες εδωμ και αρχοντες μωαβιτων ελαβεν αυτους τρομος ετακησαν παντες οι κατοικουντες χανααν15 Edom fejedelmei megrökönyödtek, Moáb erőseit remegés szállta meg, Kánaán minden lakója megdermedt.
16 επιπεσοι επ' αυτους φοβος και τρομος μεγεθει βραχιονος σου απολιθωθητωσαν εως αν παρελθη ο λαος σου κυριε εως αν παρελθη ο λαος σου ουτος ον εκτησω16 Szakadjon is rájuk félelem és rettegés, karod erejétől kővé meredjenek, míg átvonul közöttük, Uram, a te néped, míg átvonul néped, melyet a sajátoddá tettél!
17 εισαγαγων καταφυτευσον αυτους εις ορος κληρονομιας σου εις ετοιμον κατοικητηριον σου ο κατειργασω κυριε αγιασμα κυριε ο ητοιμασαν αι χειρες σου17 Vidd be és ültesd őket örökséged hegyére, erős lakóhelyedre, melyet, Uram, te készítettél, szent helyedre, melyet kezed erősített meg,
18 κυριος βασιλευων τον αιωνα και επ' αιωνα και ετι18 s uralkodjék az Úr mindenkor, örökre!«
19 οτι εισηλθεν ιππος φαραω συν αρμασιν και αναβαταις εις θαλασσαν και επηγαγεν επ' αυτους κυριος το υδωρ της θαλασσης οι δε υιοι ισραηλ επορευθησαν δια ξηρας εν μεσω της θαλασσης19 Bement ugyanis a fáraó lovassága, szekereivel és lovasaival együtt a tengerbe, az Úr pedig visszabocsátotta rájuk a tenger vizeit, míg Izrael fiai szárazon keltek át a tenger közepén.
20 λαβουσα δε μαριαμ η προφητις η αδελφη ααρων το τυμπανον εν τη χειρι αυτης και εξηλθοσαν πασαι αι γυναικες οπισω αυτης μετα τυμπανων και χορων20 Ekkor Mirjám próféta asszony, Áron nővére a dobot kezébe vette, kiment utána az összes asszony dobokkal, táncoló karokban,
21 εξηρχεν δε αυτων μαριαμ λεγουσα ασωμεν τω κυριω ενδοξως γαρ δεδοξασται ιππον και αναβατην ερριψεν εις θαλασσαν21 és ő így énekelt előttük: »Énekeljünk az Úrnak, mert fenségeset művelt, lovat és lovast a tengerbe vetett!«
22 εξηρεν δε μωυσης τους υιους ισραηλ απο θαλασσης ερυθρας και ηγαγεν αυτους εις την ερημον σουρ και επορευοντο τρεις ημερας εν τη ερημω και ουχ ηυρισκον υδωρ ωστε πιειν22 Mózes ezután elindította Izraelt a Vörös-tengertől. Kimentek a Súr pusztába, és három napig jártak a pusztában anélkül, hogy vízre akadtak volna.
23 ηλθον δε εις μερρα και ουκ ηδυναντο πιειν εκ μερρας πικρον γαρ ην δια τουτο επωνομασθη το ονομα του τοπου εκεινου πικρια23 Így jutottak el Márába, de Mára vizét sem ihatták, mert keserű volt. Ezért nevezték el azt a helyet Márának (azaz Keserűségnek).
24 και διεγογγυζεν ο λαος επι μωυσην λεγοντες τι πιομεθα24 Ekkor a nép zúgolódni kezdett Mózes ellen. Azt kérdezték: »Mit igyunk?«
25 εβοησεν δε μωυσης προς κυριον και εδειξεν αυτω κυριος ξυλον και ενεβαλεν αυτο εις το υδωρ και εγλυκανθη το υδωρ εκει εθετο αυτω δικαιωματα και κρισεις και εκει επειρασεν αυτον25 Erre ő az Úrhoz kiáltott, és az Úr egy fadarabot mutatott neki. Amikor ő beledobta azt a vízbe, az édessé változott. Az Úr ott adott nekik parancsokat és rendeleteket, és ott tette őket próbára.
26 και ειπεν εαν ακοη ακουσης της φωνης κυριου του θεου σου και τα αρεστα εναντιον αυτου ποιησης και ενωτιση ταις εντολαις αυτου και φυλαξης παντα τα δικαιωματα αυτου πασαν νοσον ην επηγαγον τοις αιγυπτιοις ουκ επαξω επι σε εγω γαρ ειμι κυριος ο ιωμενος σε26 Azt mondta: »Ha hallgatsz az Úr, a te Istened szavára, ha azt cselekszed, ami helyes a szemében, ha engedelmeskedsz parancsainak, és megtartod minden rendeletét: azon betegségek közül, amelyeket Egyiptomra bocsátottam, egyet sem bocsátok rád: mert én, az Úr vagyok a te gyógyítód!«
27 και ηλθοσαν εις αιλιμ και ησαν εκει δωδεκα πηγαι υδατων και εβδομηκοντα στελεχη φοινικων παρενεβαλον δε εκει παρα τα υδατα27 Izrael fiai ezután Elimbe jutottak, ahol tizenkét forrás és hetven pálmafa volt, és tábort ütöttek a vizek mellett.