Sámuel első könyve 5
12345678910111213141516171819202122232425262728293031
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 A filiszteusok pedig fogták az Isten ládáját, s elvitték a Segítség-kövétől Asdódba. | 1 Οι δε Φιλισταιοι ελαβον την κιβωτον του Θεου και εφεραν αυτην απο Εβεν-εζερ εις Αζωτον. |
2 Ott aztán vették a filiszteusok az Isten ládáját, s bevitték Dágon templomába, s odaállították Dágon mellé. | 2 Και ελαβον οι Φιλισταιοι την κιβωτον του Θεου και εφεραν αυτην εις τον οικον του Δαγων, και εθεσαν αυτην πλησιον του Δαγων. |
3 Amikor azonban másnap reggel az asdódiak felkeltek, íme, Dágon ott feküdt arccal a földön az Úr ládája előtt. Fogták erre Dágont, s visszaállították helyére. | 3 Και οτε οι Αζωτιοι εσηκωθησαν ενωρις την επαυριον, ιδου, ο Δαγων πεσμενος κατα προσωπον αυτου επι της γης ενωπιον της κιβωτου του Κυριου. Και λαβοντες τον Δαγων, κατεστησαν αυτον εις τον τοπον αυτου. |
4 Amikor másnap reggel felkeltek, Dágont ismét arccal a földön az Úr ládája előtt fekve találták: Dágon feje és két kézfeje levágva a küszöbön volt | 4 Και την επαυριον οτε εσηκωθησαν ενωρις το πρωι, ιδου, ο Δαγων πεσμενος κατα προσωπον αυτου επι της γης ενωπιον της κιβωτου του Κυριου? και η κεφαλη του Δαγων και αι δυο παλαμαι των χειρων αυτου αποκεκομμεναι επι του κατωφλιου? μονον ο κορμος του Δαγων εναπεμεινεν εις αυτον. |
5 és csak Dágon törzse maradt a helyén. Ezért nem lépnek Dágon papjai, s mindazok, akik az ő templomába mennek, Dágon küszöbére Asdódban mind a mai napig. | 5 Δια τουτο εν τη Αζωτω οι ιερεις του Δαγων, και πας ο εισερχομενος εις τον οικον του Δαγων, δεν πατουσιν εις το κατωφλιον του Δαγων εως της ημερας ταυτης. |
6 Ezenfelül ránehezedett az Úr keze az asdódiakra. Pusztította és daganatokkal sújtotta Asdódnak és környékének lakóit. | 6 Και επεβαρυνθη η χειρ του Κυριου επι τους Αζωτιους, και εξωλοθρευσεν αυτους και επαταξεν αυτους με αιμορροιδας, την Αζωτον και τα ορια αυτης. |
7 Amikor látták az asdódi emberek ezt a csapást, azt mondták: »Ne maradjon nálunk Izrael Istenének ládája, mert keze keményen sújt minket és Dágon istenünket.« | 7 Και οτε ειδον οι ανδρες της Αζωτου οτι εγεινεν ουτως, ειπον, Η κιβωτος του Θεου του Ισραηλ δεν θελει κατοικει μεθ' ημων? διοτι η χειρ αυτου εσκληρυνθη εφ' ημας και επι τον Δαγων τον θεον ημων. |
8 Elküldtek tehát és összegyűjtötték magukhoz a filiszteusok valamennyi fejedelmét, és megkérdezték: »Mit csináljunk Izrael Istenének ládájával?« Azok azt felelték: »Körül kell vinni Gátban Izrael Istenének ládáját.« Körül is vitték Izrael Istenének ládáját. | 8 Οθεν αποστειλαντες εσυναξαν προς εαυτους παντας τους σατραπας των Φιλισταιων και ειπον, Τι θελομεν καμει εις την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ; οι δε ειπον, Η κιβωτος του Θεου του Ισραηλ ας μετακομισθη εις Γαθ. Και μετεκομισαν την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ. |
9 Ám amikor körülvitték, az Úr a városra emelte kezét, nagy félelmet keltve. Lesújtott a város férfiaira az aprajától a nagyjáig, úgyhogy daganatok támadtak rajtuk. | 9 Αφου δε μετεκομισαν αυτην, η χειρ του Κυριου ητο εναντιον της πολεως με ολεθρον μεγαν σφοδρα? και επαταξε τους ανδρας της πολεως, απο μικρου εως μεγαλου, και εξεφυησαν εις αυτους αιμορροιδες. |
10 Erre elküldték az Isten ládáját Akkaronba. Amikor azonban az Isten ládája Akkaronba érkezett, az akkaroniak jajveszékelni kezdtek és azt mondták: »Hozzánk hozták Izrael Istenének ládáját, hogy megöljön minket és népünket!« | 10 Δια τουτο απεστειλαν την κιβωτον του Θεου εις Ακκαρων. Και ως ηλθεν η κιβωτος του Θεου εις Ακκαρων, οι Ακκαρωνιται εβοησαν, λεγοντες, Εφεραν την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ εις ημας, δια να θανατωση ημας και τον λαον ημων. |
11 Éppen azért elküldtek és összegyűjtötték a filiszteusok minden fejedelmét. Azok azt mondták: »Küldjétek haza Izrael Istenének ládáját, hadd térjen vissza a helyére, hogy ne öljön meg minket népünkkel együtt.« | 11 Και αποστειλαντες εσυναξαν παντας τους σατραπας των Φιλισταιων και ειπον, Αποπεμψατε την κιβωτον του Θεου του Ισραηλ, και ας επιστρεψη εις τον τοπον αυτης, δια να μη θανατωση ημας και τον λαον ημων? διοτι ητο τρομος θανατου εφ' ολην την πολιν? η χειρ του Θεου ητο εκει βαρεια σφορα. |
12 Halálos félelem volt ugyanis mindegyik városban, s az Úr keze nagyon nehéz volt. Azokon a férfiakon, akik nem haltak meg, daganatok támadtak, úgyhogy jajveszékelés szállt valamennyi városból az ég felé. | 12 Και οι ανδρες οσοι δεν απεθανον, εκτυπηθησαν απο αιμορροιδας? και η κραυγη της πολεως ανεβη εις τον ουρανον. |